«Αποχαιρετισμός…» / γράφει η Ειρήνη Δασκιωτάκη
Το βλέπει ακόμη όρθιο πάνω στο τραπέζι, στολισμένο και φωτισμένο…
Τους κρατούσε συντροφιά 20 μέρες τώρα!
Ανήμερα του Αϊ Γιάννη, σούρουπο θά ‘τανε, χάιδεψε τον παππού Αϊ Βασίλη και τη γιαγιά Αγιοβασιλίνα, και τους έβαλε να κοιμηθούν ξανά στο σκοτεινό ντουλάπι μαζί με το Πάσχα και τα υπόλοιπα Χριστούγεννα.
Να ιδωθούμε του χρόνου ξανά, είπε, και ξεκρέμασε από τον τοίχο και το στεφάνι με τα ρόδια, τα κουκουνάρια και τις χρυσές ανταύγειες, δώρο συναδέλφων της, πολλά χρόνια πριν…
Να το πάρει και απόφαση, ότι μπαίνουμε σε άλλη εποχή!
Μάζεψε και τα φαναράκια και έβαλε τα εύθραυστα αγγελούδια στις γυάλινες προθήκες…
Ένας άγγελος όλη τη χρονιά στέλνει από εκεί γλυκά φιλιά, στυλώνοντας τα μάτια στο μέλλον με μια θλίψη!
Μάζεψε και την τρισδιάστατη, μεταλλική, ζωγραφισμένη φάτνη της γιαγιάς Χρυσούλας.
Χρόνια την είχε φυλαγμένη στα ντουλάπια της, μέχρι που «έφυγε» και ήρθε στην επιφάνεια, καθώς τα ερευνούσαν νοσταλγικά αναζητώντας τον χαμένο καιρό στα πράγματα της…
Οι πράσινες γιρλάντες ακόμη κρέμονται.
Άλλες πάλι τυλιγμένες στα ψάθινα καλάθια των φρούτων με τις κόκκινες κορδέλες…
Να τώρα! τώρα θα τις μαζέψει κι αυτές!
Ανέβασε και τα κουτιά από την αποθήκη.
Στοιβαγμένα στο χωλ δημιουργούν μία αταξία.
Περιμένουν να εσωκλείσουν τα στολίδια του χριστουγεννιάτικου δέντρου.
Κάθε στολίδι και μια ιστορία.
Μνήμες ολόκληρης ζωής…
Κάποια ταξίδεψαν από τη μακρινή Στοκχόλμη, άλλα απομεινάρια των παιδικών της χρόνων…
Κάθε φορά αγόραζε 3 ίδια στολίδια που της άρεσαν.
Ένα για κάθε παιδί, έλεγε!
Στολίδια της αγάπης,
της αθωότητας επιλογές,
της δημιουργικότητας τεχνουργήματα!
Η μικρή εγγονή της τα άλλαζε θέση όλο αυτό το διάστημα.
Συνομιλούσε μαζί τους…
Ένας ολόκληρος, μαγικός κόσμος!
Αύριο, μετά το μεσημέρι, θα έρθει η μικρή κι αφού πούνε το αγαπημένο της τραγούδι για το έλατο, με τρυφερότητα και προσοχή θα ξεκρεμάσουν τα αναρτημένα…
Ο χρόνος όλα τα επηρεάζει.
Έμψυχα και άψυχα όντα!
Αυτόν τον άγγελο πώς να τον καταχωνιάσει!
Και εκείνα τα εύθραυστα; Θα τα τυλίξει σε χαρτί για να τα προστατεύσει.
Δεν θα βλέπουν τίποτα απολύτως!
Τυχερές οι πλαστικές μπάλες…
Μπαίνουν όλες μαζί και κάνουν παρέα , προσμένοντας ξανά το άγγιγμα των ανυπόμονων δακτύλων, κάποια μέρα του Δεκέμβρη…
Η εγγονή της ξανά θα ρωτάει:
« Αυτό από πού το πήρες, γιαγιά;
Πότε; Ήταν και η μαμά μου μαζί;»
Και αυτή ξανά θα διηγείται τις ίδιες ιστορίες που είχε διηγηθεί, πριν ένα μήνα περίπου, άλλες αληθινές κι άλλες αποκυήματα της φαντασίας.
Θα είναι το κατευόδιο που πάντα περιμένουν αυτά τα «φιλαράκια» πριν την αποκαθήλωσή τους…
Μας χαιρετάνε, θα πει η Όλια, αυτή θα πει και του χρόνου, κοριτσάκι μου, θα κλείσει τα κουτιά, θα τα κατεβάσει στην κρύα αποθήκη, αφήνοντας πάντα για γούρι το πιο μικρό και χαριτωμένο στολίδι, κάπου καλά κρυμμένο σε ένα σημείο του σπιτιού, για να φέρει τη χαρά της επανάληψης, χωρίς απουσίες…
Θα κλείσει μετά τα κλαδιά του δέντρου και ασκώντας μικρή βία, θα τραβήξει τα κομμάτια του.
Έτσι κομματιασμένο θα μπει στο κουτί του.
Η πλαστική ταινία θα το ασφαλίσει.
Θα βάλει την Όλια να γράψει στο κουτί μία ευχή και θα το παρατήσουν στην αποθηκούλα του ημιυπόγειου…
Άντε πάει! έγινε κι αυτό!
Άνοιξε ο χώρος, βρε αδερφέ!
Έχει και αυτό τη χάρη του.
Ο Φίλιππος ο γάτος όμως;
Αχ! Περνούσε τέλεια πάνω στο τραπεζάκι, κάτω από τα κλαδιά του δέντρου, κινώντας με το κεφάλι του όλο διαβολιά τις προκλητικές, χριστουγεννιάτικες μπάλες…
καλή εβδομάδα με υγεία!
Ει. Δα.