Πολιτισμός Χρονογράφημα

«Ποιητικό χειμωνιάτικο κολλάζ!» / γράφει η Ειρήνη Δασκιωτάκη

Αποσπάσματα ποιημάτων Ελλήνων κυρίως ποιητών, και ξένων στήνονται σε έναν διάλογο ποιητικό, σε χειμωνιάτικο γεμάτο εικόνες  τοπίο, που μέσα στην παγωνιά, δίνει χώρο στην αισιοδοξία της άνοιξης… 
Υπάρχει και το κωμικό στοιχείο μέσα από την αντίθεση, αλλά και τα Χριστούγεννα στο τέλος, που κάνουν τον χειμώνα άρχοντα!

…Με κάθε χτύπο του ρολογιού πέφτει ένα κίτρινο φύλλο.

Είχες ένα ψάθινο καπέλο με λιλά λουλούδια.

Τώρα κει μέσα γεννάνε οι κότες

κ’ ένα σαλιγκάρι ανηφορίζει στο πόδι της καρέκλας.

Το χιόνι θα είναι κρύο, κρύο, κρύο

σαν το ψηλό κολάρο του πατέρα

που βρίσκεται από χρόνια στο σεντούκι.

Μύρισαν κιόλας τα δέντρα ναφθαλίνη.”


Δε μ’ ακούς; Έρχομαι μέσα από τους έρημους ασφαλτόδρομους. Έλα, έλα, κοριτσάκι μυρίζω φασουλάδα, πορτοκάλι και τραγανιστό τσουρέκι.

Έρχομαι μέσα από τις παγωμένες λίμνες και τα ποτάμια
 τα γυμνά κλαδιά και το μολυβένιο ουρανό.
Άσ’ το μόνο του στη γωνιά του το πατίνι,
κάνε το φίλο σου να δακρύσει με μια φέτα μανταρίνι.

Τι κάνει η γιαγιά σου; Πλέκει ακόμη πλάι στο περβάζι;
Για κοίτα πώς μελάνιασε η μύτη σου….την πάγωσε τ’ αγιάζι…

Έλα, έλα, αγοράκι έλα, έλα κοριτσάκι.
 Δε μ’ ακούς; Είμαι ο Χειμώνας.

χειμώνιασε και φύγανε τα χελιδόνια

γέμισαν οι δρόμοι λάκκους με νερό

δυό μαύρα σύννεφα στον ουρανό

κοιτάζονται στα μάτια αγριεμένα

αύριο θα βγει στους δρόμους και η βροχή

απελπισμένη

μοιράζοντας τις ομπρέλες  της.

Μας έφτασε ο βαρύς χειμώνας

χωρίς τραγούδια και πουλιά,

στα σύννεφα τρυπώνει ο ήλιος

και το φεγγάρι στην ομίχλη,

τα φύλλα τα χλωμά ένα ένα ρίχνει

στη γη η κληματαριά.

Μουχρώσαν τα βουνά και οι κάμποι,

τα στενορύμια και οι αυλές,

αμίλητα στοιχειά τα δέντρα

στέκουνε ολόρθα στη βροχή

στέκουνε ολόρθα στους ανέμους,

στοιχειώσανε τα μονοπάτια
κι ερήμαξαν οι ακρογιαλιές.

Νάτος και πάλι που έφτασεν ο θλιβερός χειμώνας,

μου ψαχουλεύει την ψυχή το παγερό του χέρι…

Χλώμιασ’ η μέρα κι η νυχτιά θα γίνει τώρα αιώνας.

Ώρες θα στέκω ν’ αγρικώ το μανιασμένο αγέρι.

Από το κρύο πάγωσε ο αγέρας, το χιόνι τρέμει και από

τα βλέμματά μου το χνώτο μου αχνίζει, και τα

γένια είναι ξερά σαν πάγος!

Μα εμπρός, πάντα εμπρός!

Σαν με επισημότητα όλος ο τόπος σωπαίνει!

Το φεγγάρι φωτίζει τα γέρικα ελάτια, που σα να νοσταλγούν

το θάνατο γέρνουν κάτω στη γη τα κλαριά τους.

Χιόνισε και κάναμε μια άσπρη στοίβα τόση.

Τέτοιο χιόνι πούπουλο, Θεέ μου, να μη λιώσει.

Έξω πέφτει το χαλάζι και τη θύρα μας τραντάζει τώρα ο Βοριάς.

Μεσ’ την κρύα ανατριχίλα σκορπισθήκανε τα φύλλα της κληματαριάς.

Μεσ’ την άγρια τούτη μπόρα, τρομαγμένα όλα τώρα πάνε τα πουλιά.

Λίγη ζέστη για να βρούνε, τσίου – τσίου, θα κρυφθούνε,

μέσα στη φωλιά.

η βροχή και το χαλάζι κι ο βοριάς που θα περάσει,

και το χιόνι που το παίρνουν στις αυλές με το φαράσι.

Κι αν η νύχτα είναι μεγάλη, κι έρχεται γιομάτη τρόμους,

κι αν ο θάνατος απόψε, φέρνει γύρα μες τους δρόμους,

κι αν η παγωνιά θερίζει κι είναι δίχως ρουχαλάκια,

δε βαριέσαι, ποιος θυμάται τα καημένα τα πουλάκια.

Μες στο κρύο, έξω απ’ το σπίτι,

ξένο πέταξε σπουργίτι.

Φύλλο, σπόρος πουθενά,

πώς κρυώνει και πεινά!

Το παράθυρο θ’ ανοίξω

δυο σπυράκια να του ρίξω.

–Έλα μέσα δω, πουλί,

ζεστασιά θα βρεις πολλή.

Δεν ακούει, μόνο τσιμπάει

δυο σπυράκια και πετάει.

–Ταξιδιάρικο πουλί,

πέταξε, ώρα σου καλή…

Το σταχτί δεσπόζει έξω και μέσα στο τοπίο. Σταχτιά σπίτια, οι δρόμοι, τα βουνά σταχτιά, τα λίγα δέντρα.

Ετούτο το καΐκι απορριγμένο στη στεριά – το θυμάμαι από πρόπερσι,

κάποιος αδέξιος παραθεριστής είχε καθίσει στο ένδοξο λιοπύρι

και το ζωγράφιζε- έτσι ξεχασμένο και παράταιρο

στο τότε φως και στα γέλια των λουομένων.

Τώρα βρήκε τη θέση του βολεύτηκε,

κι ας έσπασαν οι ανέμοι τα κατάρτια του,

μες στη σταχτιά ερημιά, στην άφωνη βουή της θάλασσας

Σε ραγισμένους γύρω αυλούς οι καλαμιές φυσούνε

τα νυφικά μαλλάκια τους μαδούν, μαδούν οι ιτιές,

τον κήπο της Νεράιδας σβησμένο νοσταλγούνε

και κλαιν τις ανοιξιάτικες εφήμερες σκιές,

Ω! κι όλο σκύβουν στα νεκρά νερά τα βουρκωμένα,

ω! κι όλο σειούνται κι έχουνε μες στον πικρό βοριά

τα ίδια τα κινήματα, τ’ αργά κι απελπισμένα,
που ‘χομε μες στη λύπη μας κι εμείς την πιο βαριά.

Φεύγουνε οι μέρες του χειμώνα,

σαν ταξιδιάρικα πουλιά,

θα βγει απ’ τα σύννεφα κι ο ήλιος

κι απ’ την ομίχλη το φεγγάρι,

πράσινα φύλλα θα βλαστήσουν

και πάλι στις κληματαριές,

τα μονοπάτια θα ξυπνήσουν,

θα ζωντανέψουν τ’ ακρογιάλια,

θα λουλουδίσουν τα μπαλκόνια,

θα λουλουδίσουν τα κλαδιά,

και θά ’ρθουνε τα χελιδόνια.

Χειμώνας –κι όμως

πέφτουν από ψηλά

χιονονιφάδες άσπρα λουλουδάκια.

Μπορεί, μπορεί ψηλά πίσω απ’ τα σύννεφα

άνοιξη να είναι, άνθρωποί μου.

 

Μια μέρα χειμωνιάτικη είναι όλα τα πράγματα που αναβλήθηκαν

Και που τα πιο πολλά δεν πρόκειται να γίνουν ποτέ

Μια μέρα χειμωνιάτικη πρέπει να σμίξουμε γρήγορα

Ν’ αγκαλιαστούμε σφιχτά και να επωάσουμε την άνοιξη…

Πιστεύω τον χειμώνα πως όλες αγαπάτε

Με πιο ζεστή αγάπη από το καλοκαίρι.

Μα μη, σεμνές κυρίες, εντρέπεσθε και τόσο,

Και τα χρηστά σας ήθη εγώ δεν θα λερώσω.

Πρέπει να λέμε κάτι για να περνά η ώρα,

Μας φθάνει τόση λίμα για την πολιτική.

Το μέλλον της πατρίδος πάει εμπρός, και τώρα

Ας κάμουμε κουβέντα διαφορετική.

Ας πούμε για το κρύο και άλλα εξυπνάδες,

Κι ας κάμουμε, κυρίες, και λίγους χωρατάδες…

Νίκος Δήμου, «Εναντίον του χειμώνα»

Πριν 100 περίπου χρόνια ο Ezra Pound έκανε μία παρωδία του αρχαιότερου ποιήματος της Αγγλόφωνης λογοτεχνίας, To αρχικό κείμενο ήταν:

Sumer is icumen in,
Είναι ένα κείμενο όπου ο ποιητής εξυμνεί το καλοκαίρι και… διαολοστέλνει τον χειμώνα!

«Λοιπόν είναι καιρός να ακουστεί και η άλλη πλευρά – του Pound και η δική μου. Η πλευρά όσων μισούν τον χειμώνα.

Όλη η φιλολογία γύρω στον χειμώνα είναι μία ρομαντική κατασκευή. Το χιόνι είναι πολύ όμορφο στις καρτ-ποστάλ, αλλά δεν παύει να είναι ενοχλητικό και επικίνδυνο και για τον πεζοπόρο και για τον οδηγό. Για να μην πούμε τι συμβαίνει όταν φτάσει πάνω από τους 30 πόντους και κλείσουν οι δρόμοι. Ο πάγος είναι καλός για τους παγοδρόμους – ιδιαίτερα σε κλειστά στάδια. Για όλους εμάς τους άλλους είναι πηγή ολισθημάτων και καταγμάτων. Λένε πως «το κρύο είναι υγεία» αλλά μόνο «υγιεινό» δεν είναι – προκαλεί μύρια όσα κακά: από κρυολογήματα και πνευμονίες μέχρι γρίπη και εμφράγματα. Ο «βοριάς που τ’ αρνάκια παγώνει», παγώνει και τους φτωχούς συμπολίτες μας που δεν έχουν να πληρώσουν πετρέλαιο με 190 000 τον τόνο. Που δεν έχουν να αγοράσουν ζεστά ρούχα και «θερμήν υπόδεσιν δια τους παγωμένους πόδας των» όπως γράφει και ο Παπαδιαμάντης.

Γενικά ο χειμώνας είναι για τους πλούσιους – εποχή των προνομιούχων. Το καλοκαίρι η ζέστη είναι τζάμπα, τα ρούχα λίγα και τα τρόφιμα φτηνότερα.

Τι διάβολο βρίσκουν στον χειμώνα οι θαυμαστές του; Βροχή, αέρας, χιόνι, ομίχλη – τι το ωραίο σε αυτά. Μόνο ο Gene Kelly τραγουδούσε στη βροχή – αλλά στην ταινία. Έχετε δει κανένα να το κάνει στην πραγματικότητα;

«Κρύο – καιρός για δύο». Άλλος μύθος! Έχετε δοκιμάσει να κάνετε έρωτα υπό το μηδέν; Ε, σας διαβεβαιώ ότι δεν γίνεται. Και όλες εκείνες οι ερωτικές σκηνές μπροστά στο αναμμένο τζάκι; Άλλη ρoμαντική κατασκευή – φοβερά άβολο πράγμα να χτυπιέσαι στο πάτωμα, η μία σου μεριά να ψήνεται και η άλλη να παγώνει.

Τι του ζηλέψατε του χειμώνα;»

Τα Χριστούγεννα!
Τα Χριστούγεννα;
Πόσο η χαρά της νιότης, μέσα σ’ αυτά, γίνεται η μελαγχολία του γήρατος!

Τα Χριστούγεννα πασπαλισμένα πάντα με χρυσόσκονη λάμπουν αληθινά και ψεύτικα!

Διστακτικά Χριστούγεννα
 
Διστακτικά είναι τα Χριστούγεννα φέτος

Κοντοστέκονται κάθε λίγο και λιγάκι!

Ήχοι δυνατοί παντού, κρότοι λάμψης

Εκρηκτικά σταγονίδια αίματος

Κλάματα πνιχτά, σπίτια παγωμένα

Μέρες της στέρησης ξανά

Άφταστο το κέρας της Αμάλθειας!
Τ’ άστρο της Βηθλεέμ δε φάνηκε

Οι μάγοι έχασαν  τον δρόμο τους

Οι ταπεινοί βοσκοί  δε βρίσκουνε τη φάτνη
Βελάζουνε τ’ αρνάκια τρομαγμένα…
Μονάχη τρέχει η Παναγιά μέσα στη νύχτα,

να σώσει τον μικρό Χριστό!

Να σώσει την αγάπη!

Διστακτικά και φέτος τα Χριστούγεννα!

Κρυφά απ’ τον Ηρώδη, δεν μπορούν να έρθουν!

Και οι βόμβες πέφτουν

Η πείνα προχωρά γοργά

Τα παγωμένα σπίτια χτυπούν τα δόντια

Η τηλεόραση χρυσόσκονη σκορπά

Ω! Τι ωραία που είναι τα Χριστούγεννα!

Φωτάκια, χρώματα, δέντρα , δεντράκια στη σειρά

Ω έλατο! Ω έλατο! Μ’ αρέσεις πώς μ’ αρέσεις,

Άγια νύχτα σε προσμένουν με χαρά οι Χριστιανοί!

Γιατί μονάχα οι Χριστιανοί;
Χριστούγεννα λαβωμένα, κρατούν στο χέρι την ειρήνη …

(Ει. Δα. Ειρήνη Δασκιωτάκη)

Λάμπουν Σαν Δάκρυα Τα Χριστούγεννα

Ένας μικρός χριστός

γεννιέται πάλι αύριο,

μόνος στον κόσμο.

ένας μικρός Χριστός

που ζωγραφίζει θαμπά

στο τζάμι δέντρα για τα

παιδιά, καράβια για τα

όνειρα, ένα παραμύθι

της αγάπης για τους

απελπισμένους.

παραμονή και τα

χιλιάδες φώτα της

πλατείας στα μάτια του

λάμπουν σαν δάκρυα.
(Τόλης Νικηφόρου)

καλή εβδομάδα με υγεία!
και έφτασεν ο καιρός να πούμε και…
καλά Χριστούγεννα!

Ει. Δα.

Η έντονη γραφή σε λέξεις σηματοδοτεί τη σειρά των ποιημάτων
Γιάννης Ρίτσος, «Χειμωνιάζει», Ο χειμώνας (Μάρω Λοϊζου),
Μιλτος Σαχτούρης «Χειμώνας», «Μας έφτασε ο βαρύς χειμώνας» Μυρτιώτισσα, «Χειμώνας», Διαλεχτή Ζευγώλη-Γλέζου, «Χειμωνιάτικη βραδιά» Νίκολας Λενάου (Nikolaus Lenau) 25/8/1802– 22/8/1850 Αυστριακός ποιητής, Χιονοπόλεμος», Στέλιος Σπεράντσας, Λάκης Παπαδήμας Ο Χειμώνας, Ναπολέων Λαπαθιώτης «Τα καημένα τα πουλάκια», «Πουλάκι του χειμώνα» Μιχαήλ Δ. Στασινόπουλος, Γιάννης Ρίτσος   «Σταχτής χειμώνας», -Λάμπρος Πορφύρας , «Χειμωνιάτικα δέντρα», Διαλεχτή Ζευγώλη-Γλέζου, «Μας έφτασε ο βαρύς χειμώνας», Κιοουάρα-Νο-Φουκαγιαμπου «Χειμωνιάτκα Λουλούδια», «Μια μέρα χειμωνιάτικη» Ηλίας Κεφάλας, Γ. Σουρής «Χειμώνας»

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ