Άρθρα Κόσμος Περιβάλλον

“Ιστορώντας την ορειβασία” / γράφει ο Γιάννης Σχίζας

Γιάννης Σχίζας

Τα βουνά αποτέλεσαν «καλό αγωγό» της μεταφυσικής, του δέους, του στοχασμού ενώπιον της γεωλογικής ιστορίας… Όμως μέχρι και τον 19ο αιώνα κάθε άλλο παρά προσφέρονταν για δραστηριότητες «ανα-ψυχής». Η ανάβαση με σκοπό την ανανέωση των αισθήσεων και του πνεύματος, χωρίς κάποιο συγκεκριμένο, παραγωγικό ή χρησιμοθηρικό κίνητρο ήταν μια μάλλον ασυνήθιστη κατάσταση.

Αυτός ήταν ο κανόνας, που όμως δεν έπαυε να πάσχει από «θαμπές» εξαιρέσεις: Φερ’ ειπείν υπάρχουν ενδείξεις για το ότι ο άνθρωπος του Νεάντερταλ έκανε θρησκευτικές τελετές στις Άλπεις 70.000 έτη πριν από την αρχή της χρονολογίας μας, σε υψόμετρο 2.500 μέτρων, προφανώς ύστερα από μια μαζική «θρησκευτική ανάβαση» από τα χαμηλότερα σημεία όπου κατοικούσε, πράγμα που πιθανολογούσε τη θρησκευτική αντίληψή του για τον κόσμο.

Η μεγαλύτερη μαζική «ορειβασία» στην Ιστορία των αρχαίων χρόνων, όπως αυτή της στρατιάς του Αννίβα στις Άλπεις το 282 π.Χ., έγινε κάθε άλλο παρά με σκοπό την αναψυχή – με τη στενότερη ή ευρύτερη έννοια. Ο Καρχηδόνιος στρατηλάτης αποφάσισε να αιφνιδιάσει τους Ρωμαίους καταφέροντάς τους ένα αποφασιστικό πλήγμα όχι από τον Νότο της ιταλικής χερσονήσου, από όπου αναμενόταν η επίθεσή του, αλλά από τον Βορρά. Γι’ αυτό προέλασε από την Ισπανία προς τη Γαλλία και στη συνέχεια προς τη μεγάλη οροσειρά των Άλπεων – αντιμετωπίζοντας στην πορεία του τις επιθέσεις των Γαλατών.

Ύστερα από μια εξαιρετικά δύσκολη άνοδο οδήγησε ανθρώπους, εφόδια και υποζύγια (στα οποία περιλαμβάνονταν και πολεμικοί ελέφαντες!) σε μια ακόμη πιο προβληματική κάθοδο μέσα από αυτοσχέδιες διαδρομές. «Στην κατάβαση δεν συνάντησε πια εχθρούς, εκτός από όσους κρυφά προξενούσαν ζημιές, όμως εξαιτίας των τόπων και του χιονιού έχασε στρατιώτες όχι λιγότερους από όσους χάθηκαν κατά το ανέβασμα στις Άλπεις» έγραψε ο ιστορικός Πολύβιος.

Οι Άλπεις έχουν τον κύριο λόγο

Οι Άλπεις θα δώσουν το όνομά τους στις ορεινές περιοχές που κείτονταν πάνω από τα 1.600 – 1.800 μέτρα, που είχαν ως ορατή ιδιαιτερότητα την ανυπαρξία δέντρων, που διέθεταν μόνο θάμνους και ποώδη φυτά και δεν προσφέρονταν ιδιαίτερα για χρησιμοθηρικές δραστηριότητες – επομένως δεν ήταν κατάλληλες για τον ανθρώπινο εποικισμό. Γι’ αυτούς τους λόγους ήταν ελκυστικές μόνο σε «αποκλίνοντες», μειοψηφικούς τύπους…

Έτσι μία από τις πλέον γνωστές αφετηρίες της σύγχρονης «ψυχαγωγικής» ορειβασίας θα συνδεθεί με τον μεγάλο Ιταλό ποιητή Πετράρχη, που αναρριχήθηκε στο βουνό Ventoux το σωτήριο έτος 1336… Η συνέχεια των εγχειρημάτων αυτού του είδους δεν είναι καλά γνωστή, πάντως το σίγουρο είναι ότι η σειρά της υψηλότερης κορυφής της Ευρώπης, του Λευκού Όρους των Άλπεων, θα έλθει τεσσερισήμισι αιώνες αργότερα.

Στο μεσοδιάστημα πάντως θα καταγραφούν και άλλες αξιόλογες ορειβατικές εξορμήσεις, μεταξύ των οποίων και αυτή του Ελβετού φυσιοδίφη Κόνραντ Γκέσνερ (1516 – 1565), που θα αναρριχηθεί σε ορισμένες κορυφές των Άλπεων όχι μόνο «χάριν παιδιάς», αλλά και για να εμπλουτίσει τους φυτολογικούς του ορίζοντες με την παρατήρηση και συλλογή νέων φυτών… Εξάλλου το 1780 θα εκτελεστεί μια αρκετά ενδιαφέρουσα ανάβαση στα υψηλά σημεία του Ολύμπου από τον Γάλλο περιηγητή Σονινί, που περιγράφεται στο βιβλίο του «Ταξίδι στην Ελλάδα και στην Τουρκία».

Ο Σονινί παρακάμπτει με τεχνάσματα μια συμμορία ληστών που λυμαίνεται τις υπώρειες περιοχές και ξεκινάει για τις κορυφές στα μέσα Ιουλίου. Εκεί στο κατακαλόκαιρο, κάτω από τον καυτό και εκτυφλωτικό ήλιο, θα αντιμετωπίσει την κυριαρχία του χιονιού και του πάγου, όπου αδυνατεί να σταθεί για να συνεχίσει την άνοδό του προς την κορυφή. Γι’ αυτό θα σημειώσει στο βιβλίο του: «Δεν είναι απορίας άξιο το ότι οι Έλληνες έβαλαν την κατοικία των θεών σε ένα περίοπτο μέρος, όπου οι θνητοί δεν μπορούν να φθάσουν». Έξι χρόνια μετά το εγχείρημα του Γάλλου περιηγητή στην Ελλάδα, ο Gabriel Paccar και ο οδηγός του Jacques Balmat θα πατήσουν στα 4.810 μέτρα του Λευκού Όρους, για να βρεθούν το 1786 σε ένα εκπληκτικό για την εποχή ύψος.

Προηγούνται τρία χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης και έπονται επίσης τρία χρόνια της πρώτης «αναρρίχησης» των αδελφών Μογγολφιέρων (1783) στα 450 περίπου μέτρα, αλλά με αερόστατο…

Αιώνας τολμηρών εγχειρημάτων

Αυτό τον αιώνα των πρώτων ορειβατικών εγχειρημάτων, ενώ η γεωγραφική εξερεύνηση του πλανήτη απέχει πολύ από την ολοκλήρωσή της, η φαντασία θα είναι ικανή να προσδώσει νόημα σε πολλά στοιχεία της φύσης… Προαπαιτούμενο βέβαια αυτής της διαδικασίας είναι ο χρόνος και το χρήμα. Τον 19ο αιώνα η αγγλική αριστοκρατία θα διαθέτει άφθονο ελεύθερο χρόνο και σνομπισμό ώστε να παραλάβει τη σκυτάλη των μεγάλων ορειβατικών εγχειρημάτων.

Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα η κορυφή των Άνδεων «Τσιμποράσο», με το ύψος των 6.267 μέτρων, θεωρείται ως η κορυφαία της υφηλίου, όμως τα ορειβατικά εγχειρήματα σε μια τόσο μεγάλη απόσταση από την Ευρώπη είναι προβληματικά. Εξάλλου στο βόρειο κομμάτι της αμερικανικής ηπείρου τα βουνά – προτιμώμενος χώρος κυνηγών και χρυσοθηρών – είναι επίσης πολύ μακριά από τους Ευρωπαίους φυσιολάτρες και ορεολάτρες.

Ο sir Francis Head, ταξιδιώτης και Ύπατος Αρμοστής της Αγγλίας στον Καναδά, θα υποστηρίξει την «πρωτιά» των αμερικανικών βουνών αφήνοντας στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα μια γοητευτική σύλληψη της φύσης του Νέου Κόσμου: «Ο ουρανός στην Αμερική φαίνεται απείρως υψηλότερος, ο αέρας είναι δροσερότερος, το κρύο δριμύτερο, η σελήνη φαίνεται μεγαλύτερη, τα άστρα φωτεινότερα, η βροντή ηχεί δυνατότερα, ο κεραυνός είναι ισχυρότερος, ο άνεμος ορμητικότερος, η βροχή πιο δυνατή, τα βουνά είναι υψηλότερα, οι ποταμοί μακρύτεροι, τα δάση μεγαλύτερα, οι πεδιάδες πιο εκτεταμένες…».

Παρ’ όλες αυτές τις προκλητικές δηλώσεις οι Άγγλοι τζέντλεμεν θα κάνουν αφετηρία τους την Ευρώπη και θα δημιουργήσουν το «Αλπικό Κλαμπ» το 1858, για να πετύχουν σύντομα ένα σημαντικό κατόρθωμα, όπως αυτό της ανάβασης στο όρος Matterhorn το 1865. Το 1869 ιδρύεται η Γερμανική Ορειβατική Ομοσπονδία για να αναλάβει κι αυτή με τη σειρά της να συντονίσει τους θιασώτες του νέου «σπορ», που αναζητούν νέες εμπειρίες αλλά και πεδία ανταγωνισμού και επίδειξης…

Μερικά χρόνια αργότερα ο πρωτοπόρος Paul Preuss επιχειρεί, μέσα στο γρήγορο πέρασμά του από τον κόσμο (1886 – 1913), σωρεία «ελεύθερων αναρριχήσεων» – χωρίς σχοινί, χωρίς καρφιά! – ανυποψίαστος για την επερχόμενη ανάπτυξη μεθόδων και τεχνικών για την κατάκτηση των βουνών. Όμως σε αυτόν τον τελευταίο αιώνα, παρά τη φημισμένη γενναιότητα (ή αποκοτιά…) που εκπροσωπούσε η γυμνή σωματική επαφή του Preuss με την ορεινή φύση, παρά την ανείπωτη και υποβόσκουσα αναζήτηση της φυσικότητας μέσα από την «άμεση» αναμέτρηση του αναρριχητή με τον κίνδυνο, τα πράγματα θα πάρουν άλλη τροπή.

Οι ορειβάτες θα ενισχύσουν σταδιακά τους «εξοπλισμούς» τους, και μάλιστα θα συμπεριλάβουν σε αυτούς τους εξοπλισμούς και ζωντανά εξαρτήματα, δηλαδή ανθρώπους, κατοίκους των βουνών, εκ συστήματος ή εκ φύσεως οδηγούς σε μονοπάτια και χαράδρες… Με τη βοήθεια τέτοιων ανθρώπων, που υποβάλλονται μάλιστα σε περισσότερους κινδύνους από αυτούς των «επισήμων ορειβατών», που είναι και οι εργοδότες τους, οι Βρετανοί θα επιχειρήσουν πρώτοι – από το 1921 και μετά – να πατήσουν τις υψηλότατες κορυφές των Ιμαλαΐων.

Αγγλική πρωτοπορία

Περισσότερο από τους άλλους «σπορτίφ» λαούς οι Βρετανοί θα διεκδικήσουν μια διεθνή και εξ ορισμού αξεπέραστη «πρωτιά». Στο παρελθόν έχουν ήδη περιορισθεί σε ένα «αργυρό μετάλλιο», όταν ο Άγγλος Ρόμπερτ Σκοτ επιβεβαίωσε την πρωτιά του Νορβηγού Ρόαλντ Αμούνσδεν στον Νότιο Πόλο, στις αρχές του 20ού αιώνα… Όμως η επιθυμία τους θα ευοδωθεί, καθώς ο Νεοζηλανδός μελισσοκόμος Έντμουντ Χίλαρυ (μετέπειτα «σερ»…) θα αψηφήσει τους μέχρι εκείνη την εποχή 18 θανάτους ορειβατών στο εγχείρημα της ανόδου στην «οροφή του κόσμου» και θα αναρριχηθεί, στις 29 Μαΐου 1953, στην κορυφή που ήταν γνωστή στον δυτικό κόσμο ως «Έβερεστ»: Στην κορυφή που ήταν ελάχιστα γνωστή με το τοπικό της όνομα «Τσομολούνγκα» – που σήμαινε «Ακλόνητη Καλή Ελεφαντίνα» – και που εθεωρείτο ως κατοικία της αγαθής και προστατευτικής θεάς Μιγιολανγκσάνγκμα….

Η δυτικοπρεπής ονομασία της «κορυφαίας κορυφής» είχε αποικοικρατική προέλευση και απαθανάτιζε το όνομα του Άγγλου τοπογράφου και στρατιωτικού Τζωρτζ Έβερεστ, που το 1841 υπολόγισε το ύψος της. Έντεκα χρόνια αργότερα, η «Μεγάλη Τριγωνομετρική Εποπτεία της Ινδίας» (1852) έδειχνε ότι η «Τσομολούνγκα» ήταν πραγματικά το «κορυφαίο» σημείο του κόσμου…

Μια σχετικά ακριβής προσέγγιση του υψομέτρου το 1955 θα δείξει ότι το Έβερεστ «ορθώνεται» μέχρι τα 8.848 μέτρα, όμως οι μεταγενέστερες αναθεωρήσεις και επανεκτιμήσεις δεν θα εκλείψουν. Το 1986 μια ομάδα Αμερικανών ορειβατών – ερευνητών θα υποστηρίξει ότι η κορυφή Κ2 των Ιμαλαΐων είναι υψηλότερη αυτής του Έβερεστ κατά 84 μέτρα, ενώ το 1999 η National Geographic Society θα ανακοινώσει ότι το πραγματικό ύψος του Έβερεστ είναι κατά 2 μέτρα μεγαλύτερο από αυτό που υπολογίστηκε το 1955 – δηλαδή 8.850 μέτρα.

Ο πρεσβύτερος Νοργκάι, συν-ορειβάτης του Έντμουντ Χίλαρυ, που θα υποχρεωθεί σε μεταγενέστερο χρόνο να δηλώσει ότι ανέβηκε δεύτερος στην κορυφή του κόσμου, προέρχεται από τη φυλή των Σέρπας, που ξεκίνησε τον 16ο αιώνα από το ανατολικό Θιβέτ για να εγκατασταθεί στις κοιλάδες γύρω από το Έβερεστ και να αποκτήσει τη μακρόχρονη εμπειρία της παραμονής σε μεγάλα ύψη.

Όμως η ιδιαίτερη αυτή λειτουργία δεν θα μεταβάλει την κοινωνικά «υποδεέστερη» θέση τους και δεν θα τους απαλλάξει από τις προσβολές της «παραδοσιακής» αποικιοκρατίας ή ακόμη και από αυτές που θα προέλθουν στη συνέχεια από τη «σκληρή» τουριστικοποίηση των Ιμαλαΐων. Όσον αφορά τις αποικιοκρατικές προσβολές, χαρακτηριστικές είναι οι μαρτυρίες που καταθέτει ο νεότερος (υιός) Νοργκάι:

Οι Βρετανοί της αποστολής του 1953 βάζουν τους Σέρπα να κοιμούνται σε στάβλο τη στιγμή που χρησιμοποιούν οι ίδιοι το κτήριο της βρετανικής πρεσβείας. Ο αρχηγός της αποστολής του 1953 συνταγματάρχης Τζων Χαντ θα εκφραστεί με τον πλέον απαξιωτικό τρόπο για τον σύντροφο του Χίλαρυ, τον Σέρπα Νοργκάι, σε μία συνέντευξη Τύπου που έδωσε στο Κατμαντού, όταν μπροστά στους δημοσιογράφους που εξυμνούσαν τον Νοργκάι ως ήρωα θα δηλώσει ότι ήταν ένας απλός βοηθός με ελάχιστες ορειβατικές ικανότητες…

Φρεντερίκ Μπουασονά. Μύτικας 1913

Η ανάβαση στον Όλυμπο

Το μεγάλο κατόρθωμα του Χίλαρυ και του Νοργκάι θα έλθει λίγες δεκαετίες μετά την άνοδο στην κορυφή ενός κατά πολύ μικρότερου, πλην διάσημου βουνού του αρχαίου κόσμου – του ελληνικού Ολύμπου. Η πρώτη ανάβαση στο βουνό του δωδεκαθέου είναι αμφιλεγόμενη:

● Σύμφωνα με μια εκδοχή, το 1921, αιώνες μετά την περιπλάνηση του οσίου Διονυσίου το 1530 μέχρι την κορυφή Προφήτης Ηλίας, ύψους 2.803 μέτρων, για την ανεύρεση κατάλληλης τοποθεσίας για τη δημιουργία μοναστηριού, ο Ελβετός Μαρσέλ Κουρτς με τον Έλληνα οδηγό του Χρήστο Κάκκαλο θα επιβεβαιώσουν την απουσία των δώδεκα θεών από μια κορυφή (Μύτικας) που προσεγγίζει τα 3 χιλιόμετρα.

● Η άλλη εκδοχή, που αναφέρεται σε μια περισσότερο πρώιμη ανάβαση στην «κορυφαία κορυφή» του Ολύμπου, είναι αυτή του Ελβετού Μπουασσονά, καλλιτέχνη φωτογράφου που αγάπησε την ελληνική ύπαιθρο και πήγε στην Ελλάδα όχι «για να αναζητήσει ερείπια, αλλά για να ανακαλύψει τη φύση και τον λαό της». Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή ο Ελβετός φυσιολάτρης επιδίδεται στο δύσκολο εγχείρημα της ανάβασης στον Όλυμπο τον Αύγουστο του 1913, έχοντας μαζί του τους Χρήστο Κάκκαλο και Daniel Baud-Bovy.

Αφηγείται ο ίδιος στο περιοδικό «Βουνό», τεύχος 27 του 1936: «Δενόμαστε ο Baud-Bovy κι εγώ με το σχοινί του μουλαριού κι ακολουθούμε τον Κάκκαλο, που σκαρφαλώνει ξυπόλητος σαν αγριόγατος στις αποτομιές αυτών των γλιστερών βράχων, που είναι σκεπασμένες με ύπουλες σάρες, έτοιμες να κινήσουν στο βάθος του χωνιού. Αλλά, όπως συμβαίνει πάντα στο βουνό, οι πιο φοβερές από μακριά όψεις μοιάζουν λιγότερο τραχιές στην έφοδο και, χωρίς καμιά δυσκολία, σε 25 λεπτά φτάνουμε στην τελευταία ράχη, την κορυφή! Μια θαυμάσια κορυφή, στενή κορυφογραμμή, φτιαγμένη από μεγάλους κομματιασμένους όγκους στη σειρά. Ολόγυρά μας τρομαχτικά βάραθρα χάνονται στην ομίχλη που μας τυλίγει πυκνά… Κρίμα να μην μπορούμε να απολαύσουμε την ασύγκριτη θέα. Αλλά επιτέλους φτάσαμε… Πάνω στην απάτητη κορφή του Ολύμπου. Φτάσαμε, οι πρώτοι άνθρωποι αφότου φύγανε οι θεοί»…

————-

Η πρώτη φωτογραφία faretra.info, Οκτώβρης του 2023, Μύτικας. Μπροστά ο Θρόνος του Δία (Στεφάνη) και στη συνέχεια το Οροπέδιο των Μουσών 

————–

* Ο Γιάννης Σχίζας είναι συγγραφέας

BIΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γκόντφριντ Πολυκράτης, Στέλιος Βασιλόπουλος, «Εγκόλπιον τεχνικής ορειβασίας», Αχαρναί 1997
Πολυβίου, «Ιστοριών Γ», εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1996
Lionel Casson, «Το ταξίδι στον Αρχαίο Κόσμο», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1996
Αναστασίου Παπασταύρου, Λεύκωμα για τα Γιάννενα
Ισαάκ Ασίμωφ, «Το χρονικό των επιστημονικών ανακαλύψεων», Ηράκλειο 1998
«Όλυμπος, κείμενα και εικόνες δυο Αιώνων», επιμέλεια Σάκης Κουρουζίδης
«The Norton Anthology of English Literature», New York, 1979
Ρούσος Βρανάς, «Ταχυδρόμος» 3.5.2003
Henry David Thoreau, «Περπατώντας», Αθήνα 1996
Jean Paul Asselin, «Η ζωή του Πωλ Ρέους», Κορφές, 1991
Περιοδικό «Ανεβαίνοντας», τεύχος 20
Τζάμλινγκ Τένζινγκ Νοργκάι, «Αγγίζοντας την ψυχή του πατέρα μου», Ωκεανίδα, Αθήνα 2003
Γ. Βουτυρόπουλος, «Σέρπας, η άλλη όψη του Ιμαλαϊσμού», περιοδικό «Ανεβαίνοντας»
Νίκος Νέζης, «Η κατάκτηση του Ολύμπου», «Καθημερινή» 19.1.99
Μενέλαος Χρόνης, «Fred Boissonas, ο φωτογράφος του ελληνικού κάλλους», Προσανατολισμοί, Αθήνα 2002

 topontiki.gr

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ