Εάν η πολιτική διαχείριση της δημόσιας δραστηριότητας δεν εμπνέεται από αίσθημα πατριωτισμού αλλά καθοδηγείται από απλή διαχειριστική αντίληψη και υπαγορεύεται κατά κύριο λόγο από περιστασιακές σκοπιμότητες, τότε ο τόπος οδηγείται κατά τεκμήριο σε εθνικές ήττες μεγαλύτερες και διαρκέστερες από όσες θα μπορούσαν να είχαν συμβεί σε πολεμικές αναμετρήσεις
——————-
Οι κοινωνικές και οικονομικές περιστάσεις που χαρακτηρίζουν την εποχή μας, σε σχέση με την τρέχουσα εξέλιξη των εθνικών ζητημάτων και υπό την επίδραση των πολεμικών αναφλέξεων στην ευρύτερη περιοχή, αναδεικνύουν περισσότερο από ποτέ επίκαιρα τα μηνύματα του εορτασμού της 28ης Οκτωβρίου.
Παρά το γεγονός ότι οι σχετικές αναφορές που επαναλαμβάνονται κάθε χρόνο με αφορμή την Εθνική Επέτειο φαίνονται κοινότυπες, οι στιγμές του μεγαλείου όπως τις έζησε η γενιά του ’40, παραμένουν μια διαρκής παρακαταθήκη εθνικού χρέους για όλους.
Η αναφορά επομένως στην Εθνική Επέτειο πέραν από τα καθιερωμένα, σε σχέση με την διαμορφούμενη σημερινή πραγματικότητα, αποτελεί ελάχιστο οφειλόμενο χρέος.
Οι στιγμές υπέρβασης και μεγαλείου που συνδέονται με την 28η Οκτωβρίου 1940 αναμφισβήτητα υπήρξε μια από τις κορυφαίες εξάρσεις των Ελλήνων που παραμέρισαν τις όποιες αντιπαλότητές τους και από κοινού έδωσαν τον υπέρ πάντων αγώνα.
Τις κρίσιμες εκείνες στιγμές σύσσωμο το Έθνος των Ελλήνων εκφράζοντας ένα πηγαίο ατομικό και ομαδικό ενθουσιασμό, ανανέωνε τους ιστορικούς του τίτλους τιμής.
Αυτός ο αυθόρμητος ενθουσιασμός μετέτρεψε τον Λαό σε ένα αδιάβλητο και αδιάσειστο σώμα θυσίας, με υποδειγματική εθνική ομοψυχία και ενότητα, σε μια ιστορική συγκυρία κατά την οποία η πολιτική ζωή του τόπου διακατέχονταν από έντονες αντιπαλότητες και αναταραχές.
Η αγάπη για την πατρίδα ήταν που αναδείχθηκε εκείνη την στιγμή για τους Έλληνες, ως υπέρτατο καθήκον.
Σε εκείνη την σύγκρουση απέναντι σε ένα δυσανάλογα ισχυρότερο εχθρό, η αίσθηση του πατριωτισμού κυριάρχησε στον Έλληνα πολεμιστή που ανέλαβε την ευθύνη να υπερασπιστεί την πατρίδα του.
Ο πατριωτισμός ωστόσο ως αρετή που εκδηλώνεται σε πολεμικές αναμετρήσεις, αποκτά μεγαλύτερη και αποτελεσματικότερη υπόσταση σε ειρηνικές περιόδους της ιστορίας.
Και αυτό γίνεται περισσότερο κατανοητό με την ιστορική μαρτυρία που τεκμηριώνει μεγάλες εθνικές απώλειες, σε ειρηνικές περιόδους που ακολούθησαν μετά από θριαμβευτικούς πολεμικούς αγώνες.
Η διατήρηση και η αύξηση των ανεκτίμητων αγαθών της ειρήνης απαιτεί πολύ πιο έντονο και διαρκές το αίσθημα του πατριωτισμού.
Εάν η πολιτική διαχείριση της δημόσιας δραστηριότητας δεν εμπνέεται από αίσθημα πατριωτισμού αλλά καθοδηγείται από απλή διαχειριστική αντίληψη και υπαγορεύεται κατά κύριο λόγο από περιστασιακές σκοπιμότητες, τότε ο τόπος οδηγείται κατά τεκμήριο σε εθνικές ήττες μεγαλύτερες και διαρκέστερες από όσες θα μπορούσαν να είχαν συμβεί σε πολεμικές αναμετρήσεις.
Είναι κοινώς γνωστό ότι τα διεθνή κέντρα λήψης αποφάσεων επιδιώκουν να καθορίσουν τις γενικότερες εξελίξεις με δυσβάστακτους οικονομικούς όρους, που οδηγούν κατά κανόνα στην εθνική υποτέλεια.
Ενώπιον αυτής της πάγιας ιστορικής διαπίστωσης, χρέος απαράβατο όλων των αρμοδίων, αλλά και κάθε πολίτη είναι η διαρκής εγρήγορση προκειμένου να διαφυλαχθεί υπερήφανη η πατρίδα που παρέδωσε η γενιά του ΄40 και να παραδοθεί ασφαλής στις επερχόμενες γενεές.
Αυτό δεν αποτελεί ευθύνη μόνο των εκάστοτε ηγεσιών αλλά διαρκή υποχρέωση κάθε πολίτη, κάθε γονέα και κάθε δασκάλου, που οφείλει να μεταλαμπαδεύει στους νέους που θα αναλάβουν τις τύχες του τόπου, την ακατάβλητη αξία του πατριωτισμού.