Το Ελεγκτικό Συνέδριο «αδειάζει» την κυβέρνηση για τις συντάξεις των δικαστών
Πρόκειται για μια απόφαση που «αδειάζει» πλήρως την κυβέρνηση, που βιάστηκε να προβεί σε αντίθετες δηλώσεις και ερμηνείες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κλήθηκε να δώσει απαντήσεις, με τον Παύλο Μαρινάκη να επιχειρεί να υποβαθμίσει το ζήτημα, δηλώνοντας χαρακτηριστικά ότι…. δεν τίθεται θέμα δημοσιονομικής ανησυχίας, καθώς η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου αφορά δύο ή τρεις προσφεύγοντες.
«Για την κυβέρνηση δεν υπάρχουν συνταξιούχοι δύο και τριών κατηγοριών και δεν θα έπρεπε να υπάρχει» έσπευσε να προσθέσει.
Οι ευθείες βολές Γεωργιάδη
Η απόφαση αυτή, πάντως, εκτός από την αντίδραση του υπουργείου Οικονομικών, έφερε και μια εκτός ορίων τοποθέτηση από τον Άδωνη Γεωργιάδη, ο οποίος έφτασε στο σημείο ακόμη και να αμφισβητήσει την διάκριση των εξουσιών, κραδαίνοντας τον «μπαμπούλα» του δημοσιονομικού εκτροχιασμού.
Ο υπουργός Εργασίας σημείωσε ότι «τα δικαστήρια δεν μπορούν να ασκούν δημοσιονομική πολιτική», είπε ο Άδωνις Γεωργιάδης, υποστηρίζοντας ότι «η απόφαση αφορά αυτούς που έχουν προσφύγει».
Ισχυρίστηκε επίσης «στο τέλος, το κράτος πληρώνει αυτά που έχει. Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος. Αναδρομικά εγώ δεν δίνω σε κανέναν, δεν υπάρχει περίπτωση να κόβεται η σύνταξη στον φτωχό άνθρωπο και να δίνω αναδρομικά εκατομμύρια…Υπάρχει ένα στοιχείο κοινωνικής δικαιοσύνης…» είπε σε άλλο σημείο της τοποθέτησής του.
Τέλος, έφτασε στο σημείο να προτείνει να επιβάλλεται εφάπαξ φόρος στους πολίτες σε περίπτωση που τα δικαστήρια λαμβάνουν αποφάσεις με δημοσιονομικό κόστος.
Δήλωσε χαρακτηριστικά «στην αναθεώρηση του Συντάγματος εγώ θα προτείνω, πραγματικά θα το προτείνω, ότι, αν βγαίνουν αποφάσεις δικαστικές που έχουν δημοσιονομικό κόστος, επειδή εμένα δεν μου αρέσει να μην εφαρμόζονται οι δικαστικές αποφάσεις. Εμένα μου αρέσει το κράτος να είναι σοβαρό. Ένα σοβαρό κράτος τις δικαστικές αποφάσεις τις σέβεται και τις εφαρμόζει. Όταν βγαίνει μία απόφαση με δημοσιονομικό κόστος θα πρέπει να μπαίνει αυτομάτως ένας εφάπαξ φόρος σε όλους τους πολίτες. Να έρχεται ένα χαρτάκι και να τους λέει τώρα χρωστάς 500 ευρώ, 1.000 ευρώ, δυνάμει αυτής της δικαστικής απόφασης, που πρέπει να πληρωθεί. Αλλιώς, δεν μπορούμε να κάνουμε δημοσιονομική πολιτική».
Οι συκοφαντικές διαρροές για Ράμμο
Αίσθηση, πάντως, προκαλούν δημοσιεύματα και διαρροές που ονομάτισαν τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ, Χρήστο Ράμμο, ως έναν από τους προσφεύγοντες, με τη στόχευση να έρχεται λίγες μόλις ημέρες μετά το κυβερνητικό πραξικόπημα στην ΑΔΑΕ και την αντικατάσταση των μελών της Ανεξάρτητης Αρχής που ερευνά το σκάνδαλο των υποκλοπών.
Μετά και από την ανακοίνωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι ξεκάθαρο ότι πέραν του ότι υπάρχουν πολλές προσφυγές και η εν λόγω δίκη ήταν πιλοτική, οι προσφεύγοντες δεν ζήτησαν καταβολή αναδρομικών, παρά μόνο να επιλυθεί το ζήτημα που έχει προκύψει με την προσωπική διαφορά και τον τρόπο υπολογισμού των αποδοχών.
Η ανακοίνωση για τις αποφάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου
Με τρείς πιλοτικές της αποφάσεις (1330/2023, 1331/2023 και 1332/2023), η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου επέλυσε ζητήματα που εγέρθηκαν σχετικά με την εκτέλεση των 255/2021 και 2/2022 αποφάσεων του ειδικού κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστηρίου (Μισθοδικείου).
Το ειδικό αυτό Δικαστήριο[1] έκρινε στις εν λόγω αποφάσεις του ότι η υπαγωγή για τον υπολογισμό των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών στη νομοθεσία περί ΕΦΚΑ είναι αντισυνταγματική λόγω του υπερβολικά χαμηλού ποσοστού αναπλήρωσης που προκύπτει και ότι, μετά τη θέση εκποδών ως αντισυνταγματικής της εν λόγω νομοθεσίας, εφαρμόζεται για τον υπολογισμό των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών η προϊσχύσασα νομοθεσία[2]
.
Υπενθυμίζεται ότι με τις πιλοτικές δίκες ως οι ανωτέρω επιλύονται ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος που έχουν συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων και όχι διαφορές που αφορούν ειδικώς τον συγκεκριμένο διάδικο, το δικόγραφο του οποίου, φέροντας τα εν λόγω χαρακτηριστικά, έδωσε απλώς λαβή για την επίλυση των εν λόγω ζητημάτων.
Ασκώντας την παρακολουθηματικού χαρακτήρα έναντι του ειδικού κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστηρίου δικαιοδοσία του, το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε τα εξής στο πλαίσιο των ήδη επιλυθέντων από το ειδικό αυτό Δικαστήριο ζητημάτων:
Η εκ του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος υποχρέωση για παροχή πλήρους δικαστικής προστασίας από την προσβολή των συνταξιοδοτικής φύσης δικαιωμάτων των δικαστικών λειτουργών και η εντεύθεν διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας του δικαιώματος του οποίου η προσβολή διαγνώστηκε με απόφαση του ειδικού Δικαστηρίου, επιβάλλει όπως η συνταξιοδοτική Διοίκηση, μετά τη δικαστική διάγνωση της αντισυνταγματικότητας μειώσεων σε σύνταξη δικαστικού λειτουργού, προβεί, εφ’ όσον τούτο ζητηθεί και ανεξαρτήτως αν η απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου αφορούσε στον ίδιο τον αιτούντα, σε νέο, σύμφωνο με το Σύνταγμα, υπολογισμό της σύνταξης, εκδίδοντας νέα εκτελεστή διοικητική πράξη· τυχόν δε άρνηση να ενεργήσει σχετικώς αποτελεί απορριπτική εκτελεστή διοικητική πράξη που προσβάλλεται με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Σε υποθέσεις συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται κατά το Σύνταγμα να σέβεται τις επί νομικών ζητημάτων κρίσεις του ειδικού Δικαστηρίου, που έχει τη σχετική πρωτογενή εκ του Συντάγματος δικαιοδοσία. Μη νόμιμη και ακυρωτέα η σιωπηρή άρνηση της συνταξιοδοτικής Διοίκησης για επανακανονισμό της σύνταξης δικαστικού λειτουργού, αφού αυτή όφειλε να υπολογίσει τη σύνταξή του μη εφαρμόζοντας τις κριθείσες αρμοδίως ως αντισυνταγματικές ρυθμίσεις, αλλά τις προϊσχύσασες αυτών.
Εφαρμοστέες για τον κανονισμό της σύνταξης των δικαστικών λειτουργών εκκαλούντος είναι οι προϊσχύσασες του ν. 4387/2016 διατάξεις, ενώ το καταβλητέο ποσό της σύνταξής τους υπόκειται μόνο στις περικοπές και τις κρατήσεις που δεν αντίκεινται σε υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες, σύμφωνα με όσα έχουν κριθεί από το εν λόγω ειδικό Δικαστήριο και το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Το ζήτημα της συμπερίληψης στις αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της αναλογίας μεταξύ αποδοχών ενεργείας και συντάξιμων αποδοχών, του ποσού της αποζημίωσης λόγω της συμμετοχής δικαστικών λειτουργών στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, ανήκει, ως εκ της φύσης του ζητήματος και ενόψει του ότι δεν έχει αυτό επιλυθεί με προηγούμενη απόφασή του, στην αρμοδιότητα του κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος ειδικού Δικαστηρίου.
1. Το ειδικό κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστήριο, όταν δικάζει μεταξύ άλλων διαφορές από συντάξεις δικαστικών λειτουργών, συγκροτείται κατά πλειοψηφία από μη δικαστικούς λειτουργούς.
2. Σε προηγούμενη απόφασή του (1/2018) το ως άνω Δικαστήριο είχε κρίνει ότι η αναπλήρωση σε ποσοστό ίσο ή κατώτερο του 60% σε σύνταξη δικαστικού λειτουργού είναι επίσης αντίθετη στο Σύνταγμα.