Λογοτεχνία Πολιτισμός

Μιλτιάδης Σαρηγιαννίδης “Το τελευταίο φανάρι για τη Χαλκιδική”

«Σωτηράαααακη…. τί φρούτα βγάζει η Καλαμάτα;» έλεγε με νάζι o θαλαμάρχης, ένας κοντός τριχωτός μαυριδερός Πειραιώτης Επιλοχίας, ξαπλωμένος στην κουκέτα του, λίγο μετά το σιωπητήριο. «ΣΥΥΥΥΥΥΚΑ», απαντούσε με το ίδιο νάζι όλος ο θάλαμος εν χορώ- και σείονταν από τα γέλια οι διώροφες σιδερένιες κουκέτες, που σήκωναν το βάρος τόνων και τόνων αδιέξοδου αντριλικιού και αξόδευτης τεστοστερόνης, τραχιάς όσο και ο χυτοσίδηρος των κρεβατιών.

γελούσαν όλοι, εκτός φυσικά από τον ίδιο τον Σωτηράκη, που δάγκωνε σιωπηλά τα χείλη του ώσπου μάτωναν κι έπνιγε την οργή του και τα δακρυά του στο μαξιλάρι του. ώσπου ένα βράδυ δεν άντεξε, σηκώθηκε και πλάκωσε τον κουραδόμαγκα στο ξύλο. φυσικά και στο τέλος την πλήρωσε αυτός, 20 μέρες α.φ., αυστηρή φυλάκιση, που τίς πέρασε απόβλητος στο άθλιο Πειθαρχείο του Τάγματος.

τον έπνιγε το παράπονο για την αδικία το Σωτηράκη, αλλά πιο πολύ τον έπνιγε η οργή. βασική αιτία της οργής του ήταν το ότι ο θαλαμαρχης είχε δίκιο: τίποτα δεν μάς εξοργίζει περισσότερο από μιαν αλήθεια που δεν αντέχουμε να την παραδεχτούμε.

ο ξανθός άτριχος και συνεσταλμένος Σωτήρης, που λόγω της θηλυπρεπούς του εμφάνισης και συμπεριφοράς είχε γίνει ο αποδιοπομπαίος τράγος του Λόχου, δε θα το παραδεχόταν ποτέ, αλλά είχε όντως ομοφυλοφιλικές τάσεις. αισθανόταν έλξη για τους βαρβάτους άντρες, κρυφοκοιτούσε τους άλλους φαντάρους την ώρα του λουτρού, και φαντασιωνόταν πράξεις ανόσιες, ανήκουστες, και επιπλέον παράνομες- αλλά είπαμε, δεν θα το παραδεχόταν ποτέ αυτό και για κανέναν λόγο.

φτωχόπαιδο από την Καλαμάτα, το όνειρο του ήταν να γίνει δάσκαλος. και το όνειρο του, με πολλές στερήσεις και με πολλή προσπάθεια, το κατάφερε: μετά το στρατό, διορίστηκε, παντρεύτηκε, έκανε παιδιά, όλα όσα θα περίμενε κανείς από έναν «κανονικό» νεαρό άντρα της ηλικίας του και της θέσης του. μέσα του όμως παρέμενε η κρυφή λαχτάρα για τον Απαγορευμένο Καρπό του ομόφυλου έρωτα.

κάποια στιγμή, μετά από χρόνια αποτυχημένου γάμου, ενώ είχε γίνει ήδη πατέρας δύο παιδιών, απόλυτα προσκολλημένων στη μητέρα τους, τού δόθηκε η ευκαιρία να κάνει τις φαντασιώσεις του πραγματικότητα. μετά από πολλούς δισταγμούς, ενέδωσε. προς κακή του τύχη όμως δεν πρόλαβε να χαρεί την τόλμη του για πολύ: έσπασε ο διάολος το ποδάρι του και τους τσάκωσαν, δηλαδή για την ακρίβεια, δεν έσπασε κανένας διάολος κανένα ποδάρι- η φάση πήγε καρφωτή, μια που ο κρυφός και παράνομός του εραστής ήταν ένας νεαρός με μικρό μυαλό και μεγάλο στόμα, που κοκορευόταν για τα «κατορθώματά» του, που έφτασαν ως τ’ αυτιά του πατέρα του, κι από κει στον Εισαγγελέα: αυτόφωρο, κρατητήριο, δικαστήριο, καταδίκη: 3 χρόνια φυλάκιση με αναστολή άρπαξε ο Σωτήρης αυτήν την φορά, και μάλιστα επιεικώς, λόγω προτέρου εντίμου βίου. ο συνένοχος νεαρός, απαλλάχτηκε λόγω βλακείας και λόγω των μέσων του πατέρα του.

μετά την Καμπάνα αφέθηκε ελεύθερος. ήταν πρωί εργάσιμης και πήγε κατευθείαν στο Σχολείο, όπου τα γεγονότα είχαν μαθευτεί και η υποδοχή ήταν μουδιασμένα εχθρική: ο διευθυντής τον φώναξε αμέσως στο γραφείο του, και τού ζήτησε χωρίς περιστροφές την παραίτηση του, υπονοώντας σαφέστατα ότι η εναλλακτική υπηρεσιακή απόλυση θα ήταν ακόμα πιο ντροπιαστική. έτσι τελείωσαν μέσα σε λίγη ώρα η παιδαγωγική καριέρα και τα υπόλοιπα νεανικά όνειρα του Σωτήρη.

στο σπίτι του η υποδοχή ήταν ακόμα χειρότερη: βρήκε την πόρτα κλειδαμπαρωμένη, και τη γυναίκα του να τού φωνάζει από μέσα να φύγει και να μην τολμήσει να ξαναπατήσει. την παρακάλεσε να τον αφήσει τουλάχιστον να δει τα παιδιά, οπότε εκείνη τα έφερε και εκείνα, τον Γιωργάκη 12 και τον Κωστάκη 10, να τού πετάνε όλοι μαζί πίσω από την πόρτα διάφορες νταλικιέρικες βρισιές και βαριές κατάρες, και να τού φωνάζουν εν χορώ να πάει στον αγύριστο. έτσι τελείωσε ΚΑΙ η οικογενειακή ευτυχία του Σωτήρη.

είχε μόνο τα ρούχα που φορούσε, το πορτοφόλι του, και – κατά τύχη – το κλειδί του αυτοκινήτου, που ευτυχώς το είχε γεμίσει προχτές.

έβαλε μπρος, κι έφυγε για πάντα από την Καλαμάτα, προς άγνωστη κατεύθυνση.

περνώντας από την Τρίπολη, αγόρασε μίαν εφημερίδα με μικρές αγγελίες. την άνοιξε σε μια τυχαία σελίδα- στο λήμμα «Χαλκιδική», είχε τρεις, όλες σχετικές με τον τουρισμό: πλησίαζε το καλοκαίρι και η τουριστική περίοδος. στον Ισθμό σταμάτησε σ’ έναν τηλεφωνικό θάλαμο και τηλεφώνησε – οι πρώτες δύο δεν τού ταίριαζαν, η τρίτη όμως ήταν και η τυχερή: μία θέση ρεσεψιονίστ σε μεγάλο ξενοδοχείο.

διέσχισε όλη την Στερεά Ελλάδα κλαίγοντας. στη Θεσσαλία άρχισε λίγο να συνέρχεται, και περνώντας τα σύνορα της Μακεδονίας άρχισε να κάνει όνειρα για μία καινούργια ζωή. ήταν βραδάκι πια όταν διέσχιζε τη Θεσσαλονίκη, σχεδόν γαλήνιος.

στο τέρμα της νέας Εγνατίας, στην αρχή του δρόμου της Χαλκιδικής (δεν υπήρχε τότε ο περιφερειακός), πήγε να πατήσει φρένο, αλλά το κόκκινο φανάρι έγινε ξαφνικά πράσινο. το θεώρησε καλό οιωνό: θα τα κατάφερνε.

η Αλήθεια, ακόμα και Ματωμένη,
τα Καταφέρνει πάντα. κι όταν δεν τα καταφέρνει,
και πάλι, είναι μια Νίκη, επειδή
είναι η Αλήθεια.

…………………

(σ.σ: Το παρακάτω κείμενο αποτελεί μυθοπλασία. Τα πρόσωπα και τα γεγονότα που αναφέρονται είναι φανταστικά. Η ομοφυλοφιλία στην Ελλάδα αποποινικοποιήθηκε το 1951. Παραμένει παράνομη σε 167 χώρες του Κόσμου.

Η χρήση των κεφαλαίων γραμμάτων ή η μορφή της στίξης αποτελούν επιλογή του γράφοντος.)

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ