Οι διαλυμένες ψευδαισθήσεις των νοικοκυραίων μετά τα Τέμπη και η στρατηγική ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ / γράφει ο Δημήτρης Μηλάκας
Η Ν.Δ. υπό την ηγεσία του Μητσοτάκη και με τη συμπαράσταση / υπηρεσία των μεγάλων media απευθύνθηκε επιτυχώς στην κρίσιμη μάζα του «κεντρώου χώρου», η οποία διαμορφώνει τις εκλογικές πλειοψηφίες, πουλώντας εκσυγχρονισμό, διοικητική αριστεία και αποτελεσματικότητα.
Πρόκειται για μια παλιά / δοκιμασμένη παραγωγή ψευδαισθήσεων που «τελειοποίησε» ο Κώστας Σημίτης και συνοψίζεται σε γενικές γραμμές στην παρακάτω συνθηματολογία:
- Μένουμε (με κάθε κόστος) Ευρώπη.
- Μεταρρυθμίζουμε (ξεπουλάμε) τις κοστοβόρες υποχρεώσεις του κράτους έναντι των πολιτών, γιατί το κράτος δεν ξέρει να είναι επιχειρηματίας.
- Η ευρωπαϊκή προσήλωση θα οδηγήσει νομοτελειακά τη χώρα στον ευρωπαϊκό παράδεισο της ευημερίας, όπου όλα λειτουργούν στην εντέλεια.
Για τους (σχετικά) τακτοποιημένους συμπολίτες μας το πιο πάνω εκσυγχρονιστικό περίγραμμα περιγράφει το ιδανικό περιβάλλον της ύπαρξής τους. Γύρω απ’ αυτό το «όραμα» συσπειρώνονται και άλλες πληθυσμιακές ομάδες (λιγότερο ή καθόλου προνομιούχες), οι οποίες θεωρούν / ελπίζουν ότι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν θα παραμεριστούν από το τσουνάμι του εκσυγχρονισμού της χώρας. Όποια, λοιπόν, πολιτική δύναμη καταφέρει να εκφράσει αυτήν την «ψευδαίσθηση» κερδίζει – κατά κανόνα – τις εκλογές…
Χάθηκε το έδαφος…
Το πρώτο πλήγμα του εκσυγχρονιστικού οράματος ήρθε το 2010 με τη χρεοκοπία της χώρας. Είναι νωπές ακόμα οι συνέπειες της καταστροφής για όλον τον πληθυσμό, ακόμη και γι’ αυτούς τους «τακτοποιημένους» του μεσαίου χώρου.
Η (μνημονιακή) διαχείριση επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ επιδείνωσε τις συνθήκες διαβίωσης γενικώς και ξετίναξε, ειδικώς, τη «μεσαία τάξη», δηλαδή τη μεγάλη αυτή δεξαμενή ψήφων που βγάζει κυβερνήσεις. Η διαχείριση αυτή, μαζί με την υπονόμευση των συνθηκών διαβίωσης της μεσαίας τάξης, μεγάλωσε τις ψευδαισθήσεις και τη σύγχυσή της: δεν ήταν σαθρό το όραμα του εκσυγχρονισμού, αλλά η «αριστερή» ανικανότητα του ΣΥΡΙΖΑ που τους οδήγησε στην καταστροφή. Κάπως έτσι και με το «μπιζάρισμα» των «αρίστων» του Μητσοτάκη από τα media εδραιώθηκε η κυριαρχία της Ν.Δ., πουλώντας το ίδιο ακριβώς εκσυγχρονιστικό παραμύθι…
Επικοινωνία και πραγματικότητα
Πριν ακόμη από την τραγωδία των Τεμπών το εκσυγχρονιστικό αφήγημα του Μητσοτάκη είχε ήδη θολώσει, καθώς το επιτελικό κράτος μεταξύ άλλων:
- Άφησε τον κόσμο να θαφτεί στο χιόνι, όχι στο Νευροκόπι, αλλά στην Αττική Οδό.
- «Κυνηγούσε» αναποτελεσματικά τις φωτιές στην Αττική, την Εύβοια και την Ηλεία.
- Έσπασε το ρεκόρ των θανάτων (ακόμη συνεχίζει η χώρα να έχει την πρωτοπορία) από την Covid-19.
- Παρακολουθούσε μέσω της ΕΥΠ πολιτικούς αντιπάλους και (κατά κύριο λόγο) υπουργούς, καθώς και την ηγεσία του στρατεύματος.
- Άνοιξε την πόρτα σε διεθνή κατασκοπευτικά δίκτυα (Ρredator).
- Έβαλε στις τάξεις του «κοράκια» των εισπρακτικών που τώρα τα τρέχει η Δικαιοσύνη.
- Δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει τον τιμάριθμο, που κινείται πια στη στρατόσφαιρα, επιτρέποντας συνειρμούς και συγκρίσεις, όπως – ένα τρέχον παράδειγμα – για την τιμή του μπακαλιάρου, που έχει φτάσει στις… 8.000 δραχμές!
Παρ’ όλα αυτά, πριν από την τραγωδία στα Τέμπη με την ξεδιάντροπη, πολλές φορές, στήριξη των media, η Ν.Δ. διατηρούσε την κυριαρχία στο πολιτικό σκηνικό και ευρύ δημοσκοπικό προβάδισμα. Όλα αυτά μέχρι το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου…
Παραμύθι κι όποιος αντέξει
Έκτοτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναζητά τρόπους επανασύνδεσης με τη δεξαμενή του κεντρώου χώρου, καθώς η τραγωδία των Τεμπών διέλυσε τις ψευδαισθήσεις περί μιας κυβέρνησης ικανής και προσηλωμένης στον εξευρωπαϊσμό και εκσυγχρονισμό των δομών.
Το αίμα των Τεμπών διέλυσε τα πέπλα των ψευδαισθήσεων και η κυβέρνηση της Ν.Δ. εμφανίστηκε όπως πραγματικά ήταν. Δηλαδή ανίκανη να εξασφαλίσει τη λειτουργία με ασφάλεια ενός λιλιπούτειου σιδηροδρομικού δικτύου.
Η τραγωδία των Τεμπών ανέδειξε το γεγονός πως και η κυβέρνηση της Ν.Δ. ακολούθησε την πεπατημένη τόσων ετών: συμβάσεις περίεργες, εργολαβίες για κολλητούς, καθυστερήσεις σκόπιμες για εξυπηρέτηση συμφερόντων και μοίρασμα της πίτας με βάση μικροκομματικούς και προσωπικούς υπολογισμούς.
Με την τραγωδία των Τεμπών, όπως και με τη φρίκη της καταστροφής στο Μάτι, αναδείχθηκαν περίτρανα οι αδυναμίες των κυβερνήσεων να αποδεχτούν την ανάγκη ύπαρξης πάγιων αξιόπιστων και αποτελεσματικών κρατικών μηχανισμών που θα κάνουν τη δουλειά ανεξάρτητα από το ποιος θα έχει αναλάβει την πολιτική διαχείριση.
Αυτό το απλό «αίτημα» που είναι δεδομένο στις προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες αποτελεί την πεμπτουσία της ψευδαίσθησης του ελληνικού μεσαίου χώρου, καθώς άγεται και φέρεται από τα κόμματα που ψηφοθηρούν «πουλώντας» εκσυγχρονισμό και χρηστή διαχείριση μέχρι να ανέβουν στην εξουσία για να ακολουθήσουν την πεπατημένη στη συνέχεια.
Καθώς το δυστύχημα στα Τέμπη συνέπεσε με το τέλος της τετραετίας της Ν.Δ., ανατρέποντας μάλιστα τους εκλογικούς σχεδιασμούς, το πρόβλημα του Κυριάκου Μητσοτάκη συνοψίζεται στο δίλημμα που ο ίδιος θέτει μετά τα Τέμπη: «Ποιον εμπιστεύεται ο λαός να ‘‘αλλάξει’’ τη χώρα; Εμένα και τη Ν.Δ. ή τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ;».
Από τη διατύπωση του διλήμματος είναι προφανές το αδιέξοδο. Και του Μητσοτάκη που (ξανα)πουλάει φούμαρα στην κεντρώα δεξαμενή και των «κεντρώων» που αντιλαμβάνονται πια ότι το δούλεμα πάει σύννεφο…