Η εξάλειψη των μαθητικών καταλήψεων και ο μαυροπίνακας για την καταπολέμηση της βίας / γράφει η Μαλβίνα Αλεξοπούλου
Είναι οι μαθητικές καταλήψεις εκφοβιστική βία; Θα λειτουργήσει ο μαυροπίνακας της ψηφιακής πλατφόρμας; Αναλύει και εξηγεί ο ψυχίατρος Γιώργος Νικολαΐδης
Εκφοβιστική βία και bullying – Η λανθασμένη ταύτιση των όρων
«Η εκφοβιστική βία στον χώρο του σχολείου είναι γνωστή με τον αγγλοσαξονικό όρο bullying και έχει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Μολονότι, μερικές φορές στην ελληνική κοινωνία χρησιμοποιείται αδιάκριτα ο όρος bullying για διάφορες καταστάσεις οποτεδήποτε, για παράδειγμα εάν δυο παιδιά τσακώνονται, λέμε έχουμε κρούσμα bullying. Αυτό όμως δεν είναι bullying, αυτό συμβαίνει από τότε που υπάρχουν παιδιά. Δεν χρειαζόμαστε το υπουργείο Παιδείας, για να μας εξηγήσει τους ορισμούς. Υπάρχει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας που δίνει τους ορισμούς, υπάρχει ο ορισμός τους Olweus, ο οποίος πρωτοεισήγαγε την έννοια του bullying στην επιστημονική γραμματεία».
«Αντίθετα η εκφοβιστική βία από τον ορισμό της είναι μια τριάδα χαρακτηριστικών, που πρέπει να συνυπάρχουν: Το πρώτο είναι, ότι το κρούσμα βίας θα πρέπει να είναι συστηματικό και επαναλαμβανόμενο και όχι μεμονωμένο. Το δεύτερο είναι, ότι η βία ασκείται από ένα μέρος που ο ένας υπερέχει, σαφώς, σε ισχύ έναντι του άλλου μέρους (δηλαδή ένα μικρό παιδί εναντίον ενός άλλου παιδιού, πολλά παιδιά εναντίον ενός παιδιού, σωματικά και ψυχικά υγιή παιδιά εναντίον παιδιών με αναπηρία, μεγάλη μεταναστευτική κοινότητα εναντίον μικρής μεταναστευτικής κοινότητας). Και το τρίτο είναι, ότι γίνεται η βία για να επικυρώσει αυτή τη θέση ισχύος».
Αυτά είναι τα τρία χαρακτηριστικά σύμφωνα με τους διεθνείς ορισμούς, για να μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει εκφοβιστική βία ανάμεσα σε ανήλικους, εξηγεί ο κ. Νικολαΐδης και συνεχίζει επισημαίνοντας «Ως εκ τούτου, το bullying είναι μια άσκηση εξουσίας και για αυτό πάντα, εκτός από αυτούς τους δυο πόλους δηλαδή τον δράστη (ή τους δράστες) και το θύμα (ή τα θύματα), υπάρχει μια έννοια τρίτου μέρους. Αυτοί που λέγονται, με τον αγγλικό όρο, by standers, δηλαδή η κοινότητα, η οποία παρακολουθεί, όταν συμβαίνει η βία και στην ουσία παρακολουθεί αυτή την επικύρωση της θέσης ισχύος. Το τελευταίο έχει πολύ μεγάλη σημασία για την εξέλιξη των περιστατικών bullying και για την πιθανότητα να τα ελέγξει η σχολική κοινότητα. Γιατί οι περισσότεροι δράστες αποσκοπούν και στην κοινότητα που κοιτάει-παρακολουθεί τις εκφοβιστικές πρακτικές. Διότι, εάν αλλάξει στάση η κοινότητα και δεν επικροτεί το δίκαιο του ισχυρού, η εμπειρία δείχνει ότι και οι δράστες θα μειώσουν την άσκηση βίας και τα θύματα θα μπορούν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους πιο εύκολα».
«Αυτό πιστεύω, ότι είναι και ο πυρήνας του παρόντος προβλήματος, στην συμπερίληψη του ορισμού διάφορων καταστάσεων όπως οι καταλήψεις, ακόμα και το να σταματήσει κάποιος το μάθημα για να κάνει συνέλευση, ακόμα και αυτό περιλαμβάνεται στον ορισμό την εκφοβιστικής βίας, σύμφωνα με το ελληνικό υπουργείο Παιδείας. Και αυτό δεν πρέπει να μας είναι παράξενο, ότι μια συντηρητική κυβέρνηση έχει βάλει στο στόχαστρο τις μαθητικές καταλήψεις. Αυτό το ξέρουμε και από τη δημόσια πολιτική ρητορική του κυβερνώντος κόμματος και μπορούμε να αναλογιστούμε, το γεγονός ότι και οι κυβερνήσεις του Κων/νου Μητσοτάτη και οι κυβερνήσεις του Κων/νου Καραμανλή απειλήθηκαν και λίγο μετά έπεσαν από κύματα μαθητικών καταλήψεων».
Έτσι, το κυβερνών κόμμα έχει κάθε λόγο θέλει να περιορίσει τις μαθητικές καταλήψεις, υπογραμμίζει ο κ. Γιώργος Νικολαΐδης, δηλώνοντας την ανησυχία του. «Το πρόβλημα για μένα είναι, ότι με αυτή τη σύγχυση των καταλήψεων με την εκφοβιστική βία, κατά κάποιο τρόπο υπονομεύεται ο αγώνας ενάντια στο bullying, εκτός από τα υπόλοιπα. Δηλαδή, με αυτό τον τρόπο υπονομεύεται ο απαραίτητος αγώνας, που πρέπει να γίνει μέσα στις σχολικές κοινότητες, για να απομονωθεί η εκφοβιστική βία και να απαλειφθεί όσο τον δυνατόν ή και τελείως. Και ένας λόγος παραπάνω που αυτό γίνεται είναι, γιατί η εκφοβιστική βία είναι στον πυρήνα της μια άσκηση εξουσίας και στηρίζεται, στο ότι η πλειοψηφία που παρακολουθεί επικροτεί τον ισχυρό που ασκεί την εξουσία και αδιαφορεί για τα δικαιώματα του αδυνάτου».
Σύμφωνα με τον ψυχίατρο κ. Νικολαΐδη «Το να εισάγει λοιπόν, κανείς μέσα σε ένα νομοσχέδιο, που υποτίθεται προσπαθεί να καταπολεμήσει αυτό το φαινόμενο, διατάξεις, οι οποίες στα αλήθεια εμποδίζουν τους αδυνάτους (γιατί οι μαθητές μάλλον είναι οι αδύνατοι σε αυτή την περίσταση), να μπορούν να οργανώνονται συλλογικά και να διατυπώνουν αιτήματα ενάντια στον ισχυρό, που είναι το σχολικό σύστημα μέσα στο οποίο υπάρχουν, νομίζω τελικά δίνει το ακριβώς αντίθετο μήνυμα. Δίνει το μήνυμα, ότι οι ισχυροί είναι ισχυροί και ως εκ τούτου έχουν το δικαίωμα να ασκούν την εξουσία τους όπως και να έχει και οι αδύναμοι δεν έχουν καμία άλλη επιλογή, παρά μόνο να υποκύπτουν στα κελεύσματα των ισχυρών. Αυτό είναι το λάθος μήνυμα για να μειωθεί το bullying. Το σωστό μήνυμα θα ήταν οι αδύναμοι συνασπισμένοι να μπορούν να περιορίζουν την ισχύ των ισχυρών».
Ανώνυμες καταγγελίες στην Ειδική Ψηφιακή Πλατφόρμα
Την άποψη του δίνει στο Κοσμοδρόμιο ο κ. Νικολαΐδης και για τη δημιουργία, από το υπουργείο Παιδείας, μιας ειδικής ψηφιακής πλατφόρμας, στην οποία θα μπορούν τα θύματα bullying, να καταγγέλλουν ανώνυμα τους δράστες «Δεν πιστεύω, ότι είναι λάθος, να υπάρχουν τρόποι ανώνυμης καταγγελίας, διότι πολλές φορές τα παιδιά δυσκολεύονται επωνύμως, να αναλάβουν το βάρος καταγγελίας για τους συμμαθητές τους. Όμως, το ότι έχουν προστεθεί και άλλες κατηγορίες σε αυτό, όπως το «μαθητές που καταγγέλλουν καθηγητές», αυτό παίρνει άλλες διαστάσεις και δεν αφορούν το bullying. Γενικά, δεν μπορεί κάποιος να μην παρατηρήσει, ότι αυτό είναι ένα νομοσχέδιο, που το υπουργείο Παιδείας μαζί με μερικά μέτρα για την καταπολέμηση των εκφοβιστικών πρακτικών στα σχολεία, προσθέτει και μια άλλη ατζέντα, η οποία είναι τελείως άσχετη και ενδεχομένως είναι η δική της πολιτική ατζέντα, αλλά δεν έχει σχέση με το υπόλοιπο».
Παγίδες που κρύβει η Ειδική Ψηφιακή Πλατφόρμα
«Όσον αφορά τις ανώνυμες καταγγελίες στην ψηφιακή πλατφόρμα τα θέματα είναι τα εξής: Ποιος θα τις διαχειρίζεται; Ποιος θα τις διερευνά, αν τελικά ισχύσουν; Με ποιο πρωτόκολλο; Θα τις διαχειριστεί μόνο η ηγεσία του εκπαιδευτικού οργανισμού; Θα υπάρχει κάποια διαφάνεια προς τρίτα μέρη; Γιατί εδώ μπορεί ο καθένας να υποθέσει, ότι διάφορα πράγματα μπορούν να γίνουν λάθος. Επιπλέον, θα υπάρχει κάποιου είδους παραμονή στοιχείων στον δημόσιο χώρο; Διότι, εάν μένουν για πολύ χρόνο οι ανώνυμες καταγγελίες, είναι ένα πράγμα πολύ διαφορετικό από το να έχουν τα θύματα το δικαίωμα της ανώνυμης καταγγελίας. Είναι άλλο πράγμα, ότι έχω το δικαίωμα της καταγγελίας (που όντως πρέπει να έχει για να μην εκτίθεται το θύμα και να μπορεί να προστατεύεται) αλλά αυτό δεν σημαίνει, ότι μπορεί να είναι μια δημόσια πληροφορία, που τη βλέπει όλος ο κόσμος. Γιατί τότε η πιθανότητα κακόβουλης χρήσης μιας τέτοιας εφαρμογής είναι τεράστια».
Μέσα από την πολυετή εμπειρία του, ο κ. Νικολαΐδης επιχειρεί μια πρόβλεψη για το μέλλον αυτής της ψηφιακής πλατφόρμας «Πιστεύω, ότι όλο αυτό θα αναγκαστούν, ακόμα και εάν μείνουν οι ίδιοι άνθρωποι που είναι στην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, να το αναθεωρήσουν, διότι δεν θα μπορεί να λειτουργήσει ένας μαυροπίνακας, που ο καθένας θα μπορεί να γράφει πολλές φορές και πολλές ανακρίβειες. Στην πράξη είναι μεγάλη η πιθανότητα, αυτό να έχει κακόβουλη χρήση. Ενώ λοιπόν, ένας μηχανισμός ανώνυμης καταγγελίας θυμάτων είναι σωστός και ενθαρρύνει τα θύματα να καταγγείλουν, μια τέτοια εφαρμογή «μαυροπίνακα» στην πραγματικότητα αποθαρρύνει τα πραγματικά θύματα, να μπουν στην εφαρμογή και να γράψουν. Τι να γράψουν; Αφού εν τέλει, η πληροφορία θα χαθεί μέσα σε ένα ορυμαγδό κακόβουλων και συκοφαντικών μηνυμάτων, τα οποία επειδή θα είναι πολλά, θα έχουν και μηδενική αξιοπιστία στο ακροατήριό τους. Το θύμα θα σκέφτεται, ότι εάν μπει και γράψει μέσα στην εφαρμογή, η αλήθεια του θα χαθεί. Φοβάμαι λοιπόν, ότι όλο αυτό το εγχείρημα θα καταλήξει να έχει όχι μόνο μηδενικό αποτέλεσμα για την καταπολέμηση του bullying, αλλά αρνητικό αποτέλεσμα».
Καταλήγοντας ο ψυχίατρος κ. Νικολαΐδης τονίζει: «Τα μηνύματα λοιπόν, των πραγματικών θυμάτων δεν θα πρέπει να είναι σε δημόσια θέα, αλλά να γίνεται σε έναν μηχανισμό, ο οποίος θα είναι διαφανής και φυσικά να μην είναι μόνο στα πλαίσια του σχολείου, διότι η πείρα δείχνει, ότι όλοι οι θεσμοί, όχι μόνο τα σχολεία, όταν διαχειρίζονται αυτού του είδους καταγγελίες έχουν την τάση να τις διαχειρίζονται μάλλον πνίγοντάς τες και επιβάλλοντας τις δικές τους προτεραιότητες ως θεσμούς και όχι για την προστασία του παιδιού-θύματος».
Ειδική Ψηφιακή Πλατφόρμα VS Ψυχολόγων και Κοινωνικών λειτουργών
Είναι λύση στην καταπολέμηση της ενδοσχολικής βίας μια ψηφιακή πλατφόρμα χωρίς τη βοήθεια των σχολικών ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών; Ο ψυχίατρος κ. Νικολαΐδης απαντά: «Η σύγχρονη τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει έχοντας τα εργαλεία, αλλά δεν μπορεί να λύσει τα πράγματα χωρίς την ανθρώπινη παρέμβαση. Δεν λύνονται τα προβλήματα πατώντας ένα κουμπί. Ο τρόπος όμως, που εδώ και 10 χρόνια έχει λυθεί το ερώτημα της ψυχοκοινωνικής πλαισίωσης των σχολικών μονάδων στην Ελλάδα, είναι τελείως εσφαλμένος. Διότι, τα τελευταία χρόνια μπαίνουν συμβασιούχοι ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί στα σχολεία, οι οποίοι χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ, έχοντας 6μηνες και 7μηνες συμβάσεις χωρίς καμία σταθερότητα και μέχρι να διοριστούν περνούν μήνες – Οκτώβρη ή καμιά φορά και Δεκέμβρη- έχοντας στην ευθύνη τους 5 σχολεία. Ώσπου λοιπόν, να μπει ο ψυχολόγος τρίτη φορά σε κάποια τάξη έχει τελειώσει η σύμβασή του και έχει φύγει από το σχολείο».
«Αυτό είναι ένα μέτρο, που ξεκίνησε τη χρονιά που άρχισε και η οικονομική κρίση στην Ελλάδα και στην πραγματικότητα έγινε, για να απασχοληθούν οι νέοι πτυχιούχοι αυτών των σχολών. Δεν είναι λύση λοιπόν, να βάλουμε περισσότερους σχολικούς ψυχολόγους στα σχολεία, αν είναι να μπαίνουν με ολιγόμηνες συμβάσεις. Αυτό θα έχει μηδενικό αποτέλεσμα. Αντίθετα, θα πρέπει οι σχολικοί ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί, να έχουν μια μόνιμη σταθερότητα, για να μπορούν να κάνουν σωστή δουλειά».
«Ένα δεύτερο σκέλος σε αυτό είναι, ότι μπαίνοντας οι ψυχολόγοι στα σχολεία χωρίς αυτονομία στην άσκηση του επιστημονικού τους έργου και ως υποκείμενοι στις αναγκαιότητες του θεσμού της εκπαίδευσης, πολλές φορές ενώ εξετάζουν σωστά κάποιες καταστάσεις που πρέπει να γίνουν για την ψυχική μέριμνα των παιδιών, το σχολικό σύστημα τις καταπνίγει και δεν τις αφήνει να εκδηλωθούν, γιατί έχει προφανώς άλλες προτεραιότητες. Δεν είναι λοιπόν, μόνο το θέμα της μονιμότητας ή της ποσότητα των επιστημόνων, που θα μπουν στα σχολεία. Είναι και τι σύστημα και τι θεσμό θα πλαισιώνουν αυτοί οι άνθρωποι στη σχολική ζωή. Ένα ακόμα σημαντικό που πρέπει να ειπωθεί είναι, ότι αυτοί οι άνθρωποι θα μπαίνουν, πάντα, στο πλάι της εκπαιδευτικής ζωής, δεν θα είναι δηλαδή οι κυρίως συμμετέχοντες».
Το δημοκρατικό σχολείο
Κι όμως, υπάρχει τρόπος για την καταπολέμηση της ενδοσχολικής βίας σύμφωνα με τον κ. Νικολαΐδη «Το βασικότερο που καταπολεμά στα αλήθεια την εκφοβιστική βία είναι το δημοκρατικό σχολείο. Είναι η συλλογική δημοκρατική διεργασία της μάθησης της σχολικής ζωής και αυτό δεν το κάνουν οι ψυχολόγοι, αλλά οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί με τους ίδιους τους μαθητές και τους γονείς. Από τη δική μου εμπειρία, όσα σχολεία είχαν από πριν δουλέψει, ότι «είμαστε μια κοινότητα, μια συλλογικότητα», στην οποία μπαίνουμε και υπάρχουν κανόνες, σεβόμαστε ο ένας τα δικαιώματα του άλλου, όταν τυχόν εκδηλωνόταν μια εκφοβιστική βία, αυτή εξαφανιζόταν πολύ εύκολα».
Αίτια της ωμής βίας των εφήβων
Ο ψυχίατρος κ. Νικολαΐδης αναλύει τη ρίζα του προβλήματος και μας εξηγεί τους λόγους, που τα τελευταία χρόνια παρατηρείται έξαρση βίας ανάμεσα στους εφήβους «Σκεφτείτε τους εφήβους σήμερα, ένα παιδί 15 χρόνων, από τότε που θυμάται τον εαυτό του τι έχει να θυμηθεί; Το καταστρεφόμαστε, μόνο αυτό. Ατομικά συλλογικά, οικογενειακά. Τα τελευταία χρόνια έχουμε κοινωνική, οικονομική και τέλος υγειονομική καταστροφή. Και μην ξεχνάμε, ότι το μήνυμα που εξέπεμψε ο δημόσιος λόγος ήταν πολύ διαβρωτικός για την ψυχική υγεία των παιδιών και των εφήβων. Ένας λόγος που σου τόνιζε, ότι ο άλλος άνθρωπος είναι δυνητικά φορέας μιας θανάσιμης απειλής για τον καθένα μας ή μπορεί και εμείς να γίνουμε φορείς μιας θανάσιμης απειλής για τους αγαπημένους μας. Τώρα λοιπόν, τι περιμένουμε από αυτά τα παιδιά; Ποια θετική επένδυση να έχουν στη ζωή τους ατομικά και συλλογικά; Αυτό που λείπει εδώ και 15 χρόνια, είναι ένας θετικός λόγος, ότι συλλογικά μπορούμε να κάνουμε κάτι, για να πάει καλά η ζωή μας».
«Τα αίτια λοιπόν, της έξαρσης της εκφοβιστικής βίας στα ανήλικα παιδιά, είναι οι συνθήκες που έχει περάσει η χώρα μας, οι κοινωνικές ανισότητες, τα αυξημένα ποσοστά του πληθυσμού που ζει σε ακραία φτώχεια, σε κοινωνικό αποκλεισμό καθώς και τα 3 τελευταία χρόνια της πανδημίας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει χώρος, για να υπάρξουν αποτελεσματικές παρεμβάσεις, που να μειώνουν την επίπτωση όλων αυτών στα σχολεία και στα παιδιά».
Ιδρύματα, ανάδοχες οικογένειες και υιοθεσίες
Κλείνοντας, δεν θα μπορούσαμε να μην ρωτήσουμε τον κ. Νικολαΐδη και για την εμμονή του ελληνικού συστήματος με την «ιδρυματοποίηση» καθώς και για το γεγονός, ότι η Ελλάδα δεν έχει σχεδιάσει ένα πλάνο για τις ανάδοχες οικογένειες «Το ελληνικό σύστημα δυστυχώς, δουλεύει μόνο την υιοθεσία και όχι την αναδοχή των παιδιών που ζουν σε ιδρύματα. Το ελληνικό σύστημα δεν απευθύνεται στο παιδί, που δεν έχει και χρειάζεται φροντίδα, αλλά στον υποψήφιο θετό γονιό, γιατί αυτός έχει ψήφους, λεφτά, ισχύ και επιρροή. Προφανώς, στην Ελλάδα τα ιδρύματα έχουν πολύ μεγάλες αντιστάσεις και πολύ καλή δικτύωση με άλλους θεσμούς, πολιτικοκοινωνικής ισχύος με όλα τα κόμματα και όλες τις κυβερνήσεις. Για να γίνει ένας αγώνας ενάντια στο «ίδρυμα» και στη Ελλάδα, ότι έχει γίνει εδώ και πολλά χρόνια στη γεωγραφική Ευρώπη, είναι δύσκολος, μακροχρόνιος και συναντάει συνεχώς κάθε είδους αντιστάσεις». kosmodromio.gr