Απόψεις Άρθρα Ιστορία Τοπικά

“14 – 15 Μαρτίου 1906… Καίγονταν τα σπίτια στο Νησί…” γράφει η Ειρήνη Δασκιωτάκη

Ήρθε νομίζω πάλι η κατάλληλη στιγμή να μιλήσω για το Νησί της Ημαθίας…

Ειρήνη Δασκιωτάκη

Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα (1903 έως 1908) οι κάτοικοι του Ρουμλουκιού πήραν μέρος σε πολλές επιχειρήσεις που διεξάγονταν στον βάλτο των Γιαννιτσών και διακρίθηκαν ως πολεμιστές σπουδαίοι, τροφοδότες και οδηγοί των ελληνικών ομάδων.

“Από τη Σκάλα του Νησίου, τα ελληνικά ένοπλα σώματα καθοδηγούνταν από τους ντόπιους οδηγούς στη Λίμνη των Γιαννιτσών, οι οποίοι ήταν πολύ καλοί γνώστες της περιοχής του Βάλτου. Ένας από τους πιο γνωστούς οδηγούς του Καπετάν Γκόνου ήταν ο Θωμάς Καμπράνης. Στο χωριό φιλοξενήθηκαν οι περισσότερες μορφές του Μακεδονικού Αγώνα, όπως Παπατζανετέας, Δεμέστιχας, Σταυρόπουλος, Άγρας, Αναγνωστάκος, εφόσον το Νησί αποτέλεσε μία από τις ασφαλέστερες και  σημαντικότερες βάσεις των Ελληνικών ένοπλων σωμάτων.
Και αυτός ο μετέπειτα θρυλικός «μαύρος καβαλλάρης» Νικόλαος Πλαστήρας πολέμησε στο «Βάλτο» στο σώμα του καπετάν Αγραφιώτη και ίσως πέρασε και έμεινε στο χωριό…” (1)

Τον μακεδονικό αγώνα τον γέννησαν δύο άλλοι πόλεμοι. Ο Ρωσοτουρκικός του 1877 – 1878 με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου που εξέθρεψε τον Βουλγαρικό μεγαλοϊδεατισμό και ο Ελληνοτουρκικός του 1897 που κατέληξε σε ήττα και η γενική αποκαρδίωση παγίωσε την άποψη για την αδυναμία της Ελλάδας να διεκδικήσει την ανεξαρτησία της….

Το Νησί, ήταν ένα παραλίμνιο χωριό σε αυτόν τον βάλτο που ήταν τέλειο κρησφύγετο για κάθε καταδιωκόμενο αντάρτη, ανυπότακτο, κατατρεγμένο, δραπέτη ή ληστή.
Τουρκικός στρατός δεν είχε μπει ποτέ στη λίμνη.

Οι Βούλγαροι κομιτατζήδες ήταν το βάσανό τους…  οι οποίοι είχαν σηκώσει κεφάλι και είχαν αρχίσει να διεκδικούν εδάφη όταν αναγνωρίστηκε ο Έξαρχος της βουλγαρικής εκκλησίας που αποσχίστηκε από το Πατριαρχείο.
Κήρυξαν στην ουσία οι Βούλγαροι την εκκλησιαστική τους ανεξαρτησία.

Χωρίστηκε δηλαδή η Μακεδονία τότε σε Πατριαρχικούς Έλληνες και  Εξαρχικούς Βουλγάρους. Χωρίστηκαν και οι συντοπίτες, ακόμη και οι οικογένειες.

Οι Βούλγαροι μετά από αυτό το γεγονός, δεν έχασαν ευκαιρία. Οργάνωσαν συμμορίες με στρατιωτικούς αρχηγούς από τη Βουλγαρία.

Δήθεν στόχος τους, ήταν να ελευθερώσουν τη Μακεδονία από τους Τούρκους, όμως τρομοκρατούσαν κάθε έναν που δεν ήταν Εξαρχικός.

Οι Τούρκοι, από την άλλη, αδιαφορούσαν για αυτό το αλληλοφάγωμα των χριστιανών….

Η Δυτική όχθη της λίμνης των Γιαννιτσών ήταν γεμάτη από δάση. Την κατείχαν οι Βούλγαροι, ενώ όλη η άλλη περιφέρεια που βρίσκονταν έξω από τη λίμνη, ήταν κάμπος ανοιχτός, ακατάλληλος για να κρυφτεί ένα σώμα ανταρτών.

———

Εδώ θα γράψω όπως ακριβώς η Πηνελόπη Δέλτα περιγράφει τον Βάλτο:

«Πριν από την θεομηνία της βουλγαρικής δράσεως που ξαχαλίνωσε  τα ελληνοβουλγαρικά μίση, η λίμνη ήταν αρκετά κατοικημένη όχι μόνιμα αλλ’ από χωρικούς που από τα περίχωρα έμπαιναν στα νερά της για ψαρική, κυνήγι,  ή και για να κόψουν καλάμια και ιδίως ραγάζι, ένα χόρτο που φύτρωνε στον Βάλτο και με το οποίο σκέπαζαν τις στέγες των σπιτιών, γέμιζαν τα σαμάρια, έπλεκαν ψάθες για το πάτωμα, καλάθια και άλλα.
Επίσης η λίμνη έβριθε από βδέλλες και οι χωρικοί τις πουλούσαν στο εξωτερικό προπάντων στην Αυστρία που προμηθεύονταν μεγάλες ποσότητες από κει.

…………………

Ψάρια και χέλια, βατράχια και νερόφιδα κατά μυριάδες στα νερά της!

Νερόκοτες (κουκλικές όπως τις λένε οι ντόπιοι ), αγριόπαπιες, αγριόχηνες και άλλα πουλερικά, αγρίμια, αλεπούδες, κουνάβια, αγριόχοιροι ακόμη και λύκοι…».

Ας επανέλθουμε όμως στο κύριο θέμα του σημερινού άρθρου πού είναι το ιστορικό γεγονός που φανερώνει τον ηρωισμό και την αγωνιστικότητα των κατοίκων Νησίου.

«………………

14 προς 15 Μαρτίου το 1906…
Οι κομιτατζήδες έκαψαν το χωριό !

Ήταν τα αντίποινα για την βοήθεια που προσέφεραν στα ανταρτικά σώματα με κάθε τρόπο.»

Στο βιβλίο της: «Στα Μυστικά του Βάλτου» η Πηνελόπη Δέλτα αναφέρεται αρκετές φορές στο χωριό Νησί.

Γράφει λοιπόν στη σελίδα 238.

Μιλάει η κερα – Βασίλω, η μητέρα της δασκάλας, της κυρίας Ασπασίας, που δίδασκε στο μοναδικό ελληνικό σχολείο τότε στην Κουλακιά (Χαλάστρα), για την οποία νιώθει περήφανη.

«- Από τοτς που καψν οι Βούλγαροι το Νσι, κανένς, σ’ λέω, πδι μου, δε θα λεγότν Ρωμιός. Η Ασπασία  μου τους βαστάει όλους σ’ λέω…..

– Την είδες εσύ τη φωτιά κερά- Βασίλω; ρώτησε ο Αποστόλης.(οδηγός των ελληνικών ομάδων)

–  Αμ δεν την ειδ, λέει; Βέβαια την ειδ! Όλα τα καψν τα σπίτια, να, ετς, στάχτη τα κανν, κι ήταν όλα Πατραρχικά.»

Πώς έγινε αυτό το κακό!

Στις αρχές του Μάρτη λοιπόν τα ελληνικά σώματα χτύπησαν τα εξαρχικά χωριά Γκόλο Σελο (Γυμνά), Αγια Μαρίνα και Γκολέσανη(Λευκάδια) για να τιμωρήσουν πράκτορες των Βουλγάρων, έτσι εκείνο το βράδυ για αντίποινα οι κομιτατζήδες με πενήντα πέντε άνδρες και με μπουκάλια μπύρας που προμηθεύτηκαν από τη Βέροια γεμάτα πετρέλαιο και κηροζίνη (όπως οι ίδιοι ομολογούν) μπήκαν στο χωριό και το πυρπόλησαν.

Ας δούμε λοιπόν πως περιγράφει τα γεγονότα μέσα από τα απομνημονεύματά του ο Έλληνας οπλαρχηγός της περιοχής, ο Γιαννιτσιώτης Καπετάν Γκόνος Γιώτας.

«Μετά την επίθεση στο Γκόλο Σέλο, οι Κομιτατζήδες προτείνουν στον αρχηγό τους την αντεκδίκηση. Εκείνος απαντά:

«Ναι, είπε, θα το κάνω. Ο Ακρίτας και οι δικοί του κρύβονται στους βάλτους κάτω ακριβώς από το Ελληνικό χωριό Νησί. Από το Νησί προμηθεύονται και ταχυδρόμους και οδηγούς. Αν κάψουμε το Νησί, θα φύγουν και ίσως τους πετύχουμε σε κανένα ξέφωτο.»

Έφτασαν στο χωριό αργά το βράδυ και ακροβολίστηκαν περιμένοντας το σύνθημα:

Ξαφνικά η καρδιά μου χοροπήδησε. Μια κόκκινη μπάλα γλίστρησε στον τοίχο ενός σπιτιού. Μια λάμψη και γλώσσες φωτιάς απλώθηκαν γρήγορα στον ουρανό. Αν υπήρχαν κραυγές ανθρώπων δεν με άφηναν να τις ακούσω τα γαβγίσματα των σκυλιών. Και αμέσως μετά ακούστηκαν τρεις ριπές από Μάνλιχερ.

Άλλο ένα σπίτι καιγόταν στο κάτω μέρος του χωριού, ενώ το πρώτο ήδη κατέρρεε. Παρακολουθούσαμε τις φλόγες και το βρυχηθμό της φωτιάς. Παντού μαύρες φιγούρες έτρεχαν πάνω κάτω. Πιο πολλά σπίτια καίγονταν τώρα. Σ’ ένα απ’ αυτά ακούστηκαν πυροβολισμοί από τα παλικάρια του καπετάν Κώστα.

Επικράτησε πανικός και κάηκαν 27 σπίτια (σύμφωνα με τον Καπετάν Γκόνο), έγιναν ανυπολόγιστες ζημιές και πολλοί χωρικοί έχασαν τα ζώα τους τα οποία είτε κάηκαν είτε σκοτώθηκαν. Το τραγικότερο γεγονός είναι ο χαμός του εξάχρονου Θωμά Σπανού, αλλά και του Κωνσταντίνου Σπανού τους οποίους σκότωσαν οι Βούλγαροι. Η γρήγορη επέμβαση των ελληνικών σωμάτων ανάγκασε τους επιδρομείς να αποσυρθούν και να αποφύγει το χωριό τα χειρότερα.

Το ολοκαύτωμα του Νησιού είναι μια πραγματικότητα, οι κάτοικοι του χωριού πλήρωσαν την αφοσίωση τους στον Ελληνισμό και στο Πατριαρχείο. Τα καινούργια αυτά στοιχεία από την πλευρά των Βουλγάρων πιστοποιούν αναμφίβολα το μέγεθος της καταστροφής του χωριού και τον ηρωισμό των κατοίκων του Ρουμλουκιού

Ευτυχώς τα υπόλοιπα χωριά του Ρουμλουκιού δεν υπέστησαν αντίστοιχες καταστροφές είτε γιατί ήταν μακριά από τα κρησφύγετα των κομιτατζήδων, είτε γιατί τα Ελληνικά σώματα τα προστάτευαν επαρκώς.»(2)

Γι ‘αυτά τα ιστορικά γεγονότα που παραγκωνίζονται και δεν αποτελούν τα «μεγέθη» της ιστορίας να ψάχνουμε… το «μέρος» κι όχι μόνον το «όλον…» Γιατί  χωρίς το μέρος το όλον φαίνεται αδύναμο.

Η  τοπική Γεωγραφία και Ιστορία θα έπρεπε να υπάρχει ως ένα νέο ξεχωριστό μάθημα στο σχολείο.
Αιωνία η μνήμη όλων αυτών των γενναίων Νησιωτών που πλήρωσαν την αγάπη τους για τις ιδέες τους και τον τόπο τους… ο τόπος τους… μετερίζι της Μακεδονίας… της Ελλάδας.

Ει. Δα.

banner-article

Ροη ειδήσεων