Περιβάλλον

Βέρμιο: Αντιμέτωποι με την “Barbara” ανηφορίζοντας για την κορυφή “Ντούρλια”

Περιγραφή,  φωτογραφίες: Αλέξανδρος Γραμματικόπουλος                                

«Οι δύσκολες συνθήκες στη ζωή είναι απαραίτητες για να βγει ό,τι καλύτερο από την προσωπικότητα του ανθρώπου.» (Alexis Carrel, Γάλλος ερευνητής ιατρικής)

Τα Σαββατοκύριακα για μας, τα μέλη της Ορειβατικής Ομάδας Βέροιας ‘‘Τοτός,  είναι το αντίδοτο τόσο στην άχαρη ρουτίνα της πόλης, όσο και στην «τυποποιημένη» καθημερινότητα.

Επιλέγουμε τη Φύση γιατί: ήταν, είναι και θα είναι το δικό μας «καταφύγιο», η δική μας «ελεύθερη γωνιά» έκφρασης και ικανοποίησης των, χωρίς περιορισμούς και χωρίς τα ‘‘πρέπει’’ της πόλης, ‘‘θέλω’’ μας.

Και ειδικά, επιλέγουμε το βουνό για την απόδρασή μας από τους θορύβους της πόλης, γιατί αγαπάμε το περπάτημα, την ορειβασία, τη δράση, την αναζήτηση, την εξερεύνηση, την εμπειρία και πάνω απ’ όλα γιατί εκεί βρίσκουμε την ηρεμία ψυχής…διαγράφοντας όλα εκείνα τα άχρηστα που βαρύνουν το μυαλό μας.

Η δράση μας στη Φύση μάς ζωντανεύει, μάς δυναμώνει την ψυχή και μάς «ανεφοδιάζει» με καινούργιες δυνάμεων και δημιουργική διάθεση για τις μέρες της εβδομάδας που θα ακολουθήσουν.

Φλεβάρης μήνας.

Ξημέρωσε Κυριακή.

Ξεκινούσε η μέρα με την αναμενόμενη επέλαση της ‘‘Barbara’’ στην χώρα μας (μετεωρολογική ονομασία των ακραίων καιρικών φαινομένων που πλήττουν τελευταία πολλές περιοχές του πλανήτη με χιονοπτώσεις, με δυνατούς ανέμους και με τον υδράργυρο σε κάποιες πόλεις να φτάνει μέχρι και  τους  -70ο Κ !!).

Στο ημερολόγιο έγραφε, 05 – 02 – 2023.

Συγκεντρωθήκαμε, τα μέλη της ορειβατικής μας ομάδας ‘‘Τοτός’’,  στο καθορισμένο τόπο συνάντησης.

Ήμασταν όλοι συνεπείς στο ραντεβού μας.

Γύρω μας σκοτάδι.

Η πρωϊνή ψυχρούλα αισθητή και ο ουρανός με σκουρόχρωμα σύννεφα.

Οι κινήσεις μας γρήγορες.

Τακτοποιήσαμε τα πράγματά μας στο αυτοκίνητο και φύγαμε.

Προορισμό μας ο ‘‘Αγ. Νικόλαος ’’ Νάουσας και στη συνέχειά του ο ορεινός όγκος του Βερμίου που ορθώνεται πάνω ακριβώς από το όλο ομορφιά και γνωστό σε όλους ‘‘Άλσος’’ της περιοχής (φωτ. 1)

Τα ρολόγια δείχνανε 07.00΄ π.μ. όταν είπαμε «bye-bye» στην πανέμορφη Βέροια, που ακόμη «κοιμόταν», και ξεκινούσαμε για το ραντεβού μας με τη Φύση [φωτ. 2 (αεροφωτογραφία του Sakis Triantafyllou)].

Το οδικό μας ταξίδι σύντομο, εξ’ άλλου οι αποστάσεις εντός Νομού δεν είναι μεγάλες.

Μπήκαμε στην Ηρωϊκή πόλη της Νάουσας και από εκεί συνεχίσαμε για τον Άγιο Νικόλαο.

Κοντεύοντας στο ‘‘Άλσος’’, δεν προχωρήσαμε προς τον «επίγειο παράδεισο» της περιοχής.

Δεν υπήρχε κανένας λόγος και εξ’ άλλου δεν ήταν, αυτός,  ο τελικός μας οδικός προορισμός.

Έτσι, φτάνοντας στο Στρατόπεδο των καταδρομέων (ΛΟΚ), που βρίσκεται κοντά στην είσοδο του ‘‘Άλσους’’, αφήσαμε τον κεντρικό ασφαλτόδρομο και ακολουθήσαμε έναν δευτερεύοντα που συναντήσαμε στα δεξιά μας.

Ακολουθήσαμε τις πινακίδες-βέλη με την ένδειξη: ‘‘Υπαπαντή’’.

Ήμασταν μόνοι στο όλο σιωπή δασωμένο τοπίο.

Το ελάχιστο χιονάκι στο χωμάτινο ανηφορικό δρόμο παγωμένο.

Η οδήγηση προσεκτική και αργή.

Φτάσαμε, επιτέλους, στα 790 μέτρα υψόμετρο.

Εδώ τερμάτισε η οδική μας διαδρομή.

Βρεθήκαμε στο εξωκλήσι των ‘‘Ταξιαρχών’’, με το μεγάλο προαύλιο χώρο του και τις ξύλινες κατασκευές του, όπως: κιόσκια, παγκάκια, τραπέζια κ.α., που «φωλιάζουν» μέσα σε ένα μαγευτικό τοπίο περιτριγυρισμένα από πανύψηλα δένδρα οξιάς.

Όλα αυτά σε μια απόσταση 5 και κάτι χιλιομέτρων από την πόλη της Νάουσας (φωτ. 3).

Στο σημείο δεν υπήρχαν αυτοκίνητα. Ήμασταν μόνοι μας.

Αφού σταθμεύσαμε το δικό μας σε ασφαλές σημείο του δασικού δρόμου, αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για την πεζοπορική, πλέον, πολύωρη ανηφορική πορεία μας.

Η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας στους -2ο Κ.

Με γρήγορες κινήσεις ντυθήκαμε κατάλληλα.

Στα σακίδιά μας τα πλέον απαραίτητα και όλα εκείνα τα χρήσιμα για την «αντιμετώπιση» της ‘‘Barbara’’, που θα συναντούσαμε στα ψηλότερα σημεία της διαδρομής..

Ενεργοποιήσαμε τα GPS’s, για την καταγραφή τόσο της πορείας, όσο και της υψομετρικής διαφοράς.

Άνοιξα τον ασύρματο και «οπλίσαμε» τις ψηφιακές μας μηχανές.

Με το νεύμα του 84ων χρόνων αρχηγού μας, του Τοτού, ξεκινήσαμε.

Κάναμε «delete» σε όλα εκείνα  -τα άχρηστα- που «πιάνανε», εκείνη τη στιγμή, ένα μεγάλο τμήμα του πολύτιμου χώρου στο μυαλό μας και το «καθαρίσαμε», για να το έχουμε «έτοιμο» να «αποθηκεύσει» μέσα του όλες εκείνες τις όμορφες εικόνες που θα «αιχμαλώτιζε» η ματιά μας κατά τη διάρκεια της πολύωρης πορείας και να «φωλιάσει» όσο το δυνατόν περισσότερες στιγμές εμπειριών, που θα βιώναμε στον ορεινό όγκο του Βερμίου.

Μπήκαμε στο μονοπάτι, το μοναδικό τρόπο πρόσβασης στο εξωκλήσι της ‘‘Υπαπαντής’’.

Στο σημείο υπάρχουν βέλη και ενημερωτικές πινακίδες (φωτ. 4).

Το μονοπάτι αυτό είναι απαιτητικό στην αρχή του, ένα αυλάκι με μεγάλη κλίση.

Είναι όμως καθαρό, πολυπερπατημένο και με πολύ καλή σήμανση.

Περνά μέσα από πυκνά πανύψηλα δένδρα οξιάς.

Ταξιδεύοντας τη ματιά μας αντικρίζαμε σκηνικό χειμώνα.

Βλέπαμε γύρω μας δένδρα γυμνά και όλο το τοπίο καλυμμένο από τα, σκουροκαφετί χρωματισμού, πεσμένα φύλλα τους και από πάνω τους το λιγοστό χιονάκι.

Το λιγοστό αυτό χιονάκι όμορφο στην εικόνα του, ήταν όμως επικίνδυνο στο πάτημά του, γιατί οι χαμηλές θερμοκρασίες το πάγωσαν και το «πατινάζ» απροσεξίας θα μπορούσε να προκαλέσει ανεπιθύμητους τραυματισμούς.

Τα βήματά μας αργά και σταθερά. Το πέρασμά μας προσεκτικό.

Ανηφορίζαμε.

Σε λιγότερα από 15 λεπτά πορείας, και αφού προσπεράσαμε δύο διασταυρώσεις μονοπατιών, φτάσαμε από τους ‘‘Ταξιάρχες’’ στην όμορφα διαμορφωμένη πηγή, τη ‘‘Βρύση Γιουβάνα’’, με το τρεχούμενο νερό της, που τη συναντά κανείς ακριβώς δίπλα στο μονοπάτι (φωτ. 5).

Την προσπεράσαμε.

Το μονοπάτι στο κομμάτι εκείνο βατό και με μικρότερη κλίση.

Κοντεύαμε στο εξωκλήσι του ‘‘Πρ. Ηλία’’.

Χρειαστήκαμε 5 λεπτά πορείας για να φτάσουμε από τη βρύση σε ένα πανέμορφο χώρο αναψυχής.

Στο σημείο υπάρχουν: ένα οίκημα (μικρό καταφύγιο), ξύλινα τραπέζια με παγκάκια, βρύσες, κιόσκια, ψησταριές κ.α.

Ανάψαμε το κεράκι μας στο εκκλησάκι του «Πρ. Ηλία» και συνεχίσαμε (φωτ. 6 και 7).

Το μονοπάτι στο κομμάτι εκείνο φαρδύ, όμορφο και βατό.

Δεν απομακρυνθήκαμε πολύ από τον χώρο αναψυχής και άρχιζε να στενεύει.

Προσπεράσαμε ένα δευτερεύον μονοπάτι στα δεξιά μας, που οδηγούσε στη θέση με το τοπωνύμιο: «Κάτω – Άνω Παλιομπάτσι» (φωτ. 8).

Συνεχίζαμε.

Περνούσαμε μέσα από πυκνά πυξάρια.

Το μονοπάτι άρχιζε να γίνεται πετρώδες, γεωμορφολογικά, και με μεγάλη κλίση.

Με καλές συνθήκες δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο, αυτό δεν σημαίνει ότι το πέρασμά του δεν απαιτεί συνεχή προσοχή.

Στην περίπτωσή μας, όμως, έπρεπε να προσέχουμε ακόμη περισσότερο, γιατί το παγωμένο χιονάκι και οι υγροί βράχοι γλιστρούσαν επικίνδυνα.

Η γεωμορφολογία του εναλλασσόταν βήμα με βήμα, εναλλασσόταν και η βλάστηση όσο ανηφορίζαμε.

Βράχια, στενώματα, ανηφοροκατηφόρες και η απουσία των επίπεδων κομματιών τα χαρακτηριστικά της γεωμορφολογίας του.

Οξιές, πυξάρια, μεικτή βλάστηση, χαμηλή βλάστηση και πάλι οξιές είναι εκείνα τα χαρακτηριστικά της βλαστικής ποικιλότητάς του.

Δεν κάναμε παραπάνω από 10 λεπτά πορείας και βρεθήκαμε από τον ‘‘Πρ. Ηλία’’ στο σημείο με το εικονοστάσι: ‘‘Παναγία η Μεγαλόχαρη’’ (φωτ. 9, 10, 11).

Από τη θέση αυτή βλέπαμε όλη την γύρω περιοχή, που «ξεδίπλωνε» κάτω από τα…πόδια μας.

Μπροστά μας και χαμηλά, ο κάμπος του Αγίου Νικολάου με τις δενδροκαλλιέργειές του και τα πολλά εργοστάσια, που κάποτε λειτουργούσαν ασταμάτητα.

Ακόμη πιο πέρα, βλέπαμε την Ηρωϊκή πόλη της Νάουσας και στο βάθος τα χωριά και όλο τον κάμπο της περιοχής και της Ημαθίας.

Αριστερότερα, μόλις που διακρίναμε κάποιες από τις περιοχές του Νομού Πέλλας.

Ακριβώς από κάτω, στη βάση της πλαγιάς, «απλωνόταν» ολόκληρο το στρατόπεδο της ‘‘Μοίρας Ορεινών Καταδρομέων’’.

Ο ουρανός συννεφιασμένος και ο σκουρόγκριζος χρωματισμός τους μαρτυρούσε το…βαρύ φορτίο…που «κουβαλούσαν» τα σύννεφα έτοιμα να το «ξεφορτώσουν», από στιγμή σε στιγμή, στην όλη γύρω περιοχή.

Φωτογραφίες και συνεχίσαμε.

Προσπεράσαμε το ξύλινο παγκάκι, που το κατασκεύασαν οι συντηρητές του μονοπατιού, για να ξαποσταίνει, στο σημείο εκείνο, ο κόσμος μετά την απαιτητική ανάβασή του.

Λίγο πιο πάνω, συναντήσαμε ένα μικρό μεταλλικό εικονοστάσι, ανώνυμο, που είχε τοποθετηθεί στην άκρη μιας ορθοπλαγιάς με θέα προς Νάουσα (φωτ. 12, 13).

Στο σημείο δεν καθυστερήσαμε καθόλου.

Συνεχίσαμε.

Το μονοπάτι κατηφορικό.

Προσπεράσαμε και μία εσοχή στον κάθετο βράχο στα δεξιά μας. Έμοιαζε με μικρή σπηλιά, που μπορεί να προστατέψει 5 με 6 άτομα σε αντίξοες καιρικές συνθήκες.

Η κατηφοριά σύντομη.

Από κάποιο ψηλότερο σημείο του μονοπατιού φάνηκε η ‘‘Υπαπαντή’’, «φωλιασμένη» μέσα στο πυκνό δάσος πανύψηλων και γυμνών από φύλλωμα δένδρων οξιάς (φωτ. 14).

Κοντεύοντας στο εξωκλήσι άρχιζαν τα δύσκολα.

Το κομμάτι του μονοπατιού, στο σημείο εκείνο, πετρώδες και η κλίση του απαιτητική.

Προσπεράσαμε το δευτερεύον μονοπάτι που συναντήσαμε στα αριστερά μας.

Οδηγούσε στη ‘‘Σπηλιά της Υπαπαντής’’.

Φτάσαμε, επιτέλους, στη πηγή-βρύση του παλιού κάποτε μοναστηριού.

Χρειαστήκαμε μία ώρα προσεκτικής ανάβασης για να φτάσουμε από τους ‘‘Ταξιάρχες’’ στο εκκλησάκι της «Υπαπαντής», που βρίσκεται στα 1.070 περίπου μέτρα υψόμετρο κτισμένο σε φυσικό μπαλκόνι.

Στον προαύλιο χώρο, που στις 02-02-2023 (ανήμερα του πανηγυριού) έσφυζε από κόσμο, μάς «περίμεναν» μόνο τα…βουβά…ξύλινα τραπεζοκαθίσματα καλυμμένα με χιονάκι (φωτ. 15 και 16).

Την πρωινή σιωπή του δάσους διέκοπταν οι ψαλμωδίες που ακούγονταν από τα μεγάφωνα της εκκλησούλας.

Είχε λειτουργία. Πήγαμε να προσκυνήσουμε την εικόνα.

Οι εκκλησιαζόμενοι μετρημένοι στα δάχτυλα.

Δεν καθυστερήσαμε καθόλου.

Το πρόγραμμα προέβλεπε, εάν φυσικά το «επέτρεπε» η…‘‘Barbara’’, ανάβαση μέχρι την κορυφή ‘‘Άγιο Πνεύμα’’ (υψ. 1.910 μ.).

Το τόλμημα αυτό θα απαιτούσε αρκετό χρόνο.

Και το κάθε λεπτό της ώρας ήταν χρήσιμο για την πραγματοποίηση της προγραμματισμένης, εδώ και μέρες, κυριακάτικής μας δραστηριότητας.

Φωτογραφίες, μια τελευταία ματιά από ψηλά προς τον κάμπο και ξεκινήσαμε για τη συνέχεια.

Στην έξοδο από τον προαύλιο χώρο και φτάνοντας στην πηγή-βρύση με το τρεχούμενο νερό στρίψαμε αριστερά, αφήνοντας στα δεξιά μας το κλασικό μονοπάτι που ανηφορίσαμε, κάποια λεπτά νωρίτερα, για να φτάσουμε στο παλιό κάποτε μοναστήρι της ‘‘Υπαπαντής’’ (φωτ. 17).

Από το σημείο εκείνο και ανηφορίζοντας προς τα πάνω άρχιζαν, πλέον, τα δύσκολα.

Ακολουθήσαμε τα κόκκινα σημάδια που αντικρίζαμε στους κορμούς των δένδρων και στους βράχους.

Το μονοπάτι αυτό αρκετά απαιτητικό στην αρχή του. Αυλάκι θα μπορούσε να το πει κανείς.

Το λιγοστό παγωμένο χιονάκι γλιστρούσε στο πάτημά τους.

Το πέρασμά μας από το σημείο εκείνο αργό και προσεκτικό, για την αποφυγή κάποιου ανεπιθύμητου τραυματισμού.

Ήταν όμως καθαρό και με πολύ καλή σήμανση.

Σε κάποια κομμάτια του ήταν βατό και δεν κούραζε.

Μπράβο στα μέλη του τοπικού Ορειβατικού Συλλόγου για την καλή δουλειά που κάνανε.

Συνεχίζαμε με πορεία «ζιγκ-ζαγκ» μέσα σε δάσος οξιάς.

Όσο ανεβαίναμε υψομετρικά, τόσο άρχιζε να κυριαρχεί η μυστηριώδης σιωπή του δάσους. Παντού, η απόλυτη ησυχία.

Δεν κουνιόταν κλαδί, δεν ακουγόταν κανένα τιτίβισμα πουλιού και δεν έφταναν, πλέον, στα αυτιά μας οι ψαλμωδίες από το χώρο της ‘‘Υπαπαντής’’.

Η Φύση βουβή, «παρακολουθούσε» όλη την απαιτητική προσπάθειά μας ανάβασης.

Δεν ήμασταν, όμως, οι μόνοι στην περιοχή.

Κάποια ίχνη από τα πατήματα αγριμιών του δάσους μαρτυρούσαν το πέρασμά τους πριν από εμάς.

Τη μυστηριώδη αυτή σιωπή του τοπίου την διέκοπταν, κάπου-κάπου, οι συζητήσεις μας, οι φωνές μας, τα πειράγματά μας, οι βαθιές ανάσες μας και το ξεφύσημα της απαιτητικής προσπάθειάς μας στην ανάβαση.

Όλα τα παραπάνω ήταν εκείνα που «δίνανε» ζωντάνια στο σιωπηλό  δάσος.

Συνεχίζαμε

Βγήκαμε από το δάσος οξιάς και μπήκαμε σε εκείνο με τα δρυόδενδρα.

Διαφορετική εικόνα, καμιά σχέση με τις προηγούμενες που αντικρίσαμε.

Το κομμάτι αυτό της διαδρομής άχαρο, πετρώδες και με αμέτρητα σύντομα «ζιγκ-ζαγκ».

Προσπεράσαμε ένα δευτερεύον μονοπάτι, στα αριστερά μας, που οδηγούσε στη ‘‘Σπηλιά Καραμήτσου ’’ (φωτ. 18).

Ακολουθήσαμε τα κόκκινα σημάδια της σήμανσης που αντικρίζαμε στους βράχους και τους κορμούς των δένδρων.

Λίγα μόλις μέτρα πιο πάνω υψομετρικά, συναντήσαμε άλλη μία διασταύρωση μονοπατιών και αγνοήσαμε το δευτερεύον, εκείνο δηλαδή στα αριστερά μας, που οδηγούσε στη θέση με το τοπωνύμιο ‘‘Κάτω Καρούτια ’’.

Το χιόνι άρχιζε, βήμα-βήμα, να γίνεται αρκετούτσικο και να καλύπτει το όλο γύρω τοπίο.

Ανηφορίζοντας ξαναμπήκαμε σε δάσος οξιάς.

Το πέρασμά μας από το κομμάτι αυτό γινόταν με…ασκήσεις γυμναστικής.

Οι πεσμένοι κορμοί μεγαλόσωμων δένδρων μάς ανάγκαζαν να…σκύβουμε, σε άλλα σημεία να κάνουμε…ανατάσεις για να κρατηθούμε από τα κλαδιά τους και σε κάποια άλλα να τους περνάμε με…πηδηματάκια!!!

Ευτυχώς το κομμάτι εκείνο ήταν σύντομο.

Βρεθήκαμε στο πρώτο κατάλευκο ξέφωτο με τους σκόρπιους θάμνους να κάνουν τη διαφορά στο χιονισμένο σκηνικό (φωτ. 19).

Ακολουθούσαμε τους κόκκινους πασσάλους, που είχαν τοποθετήσει τα μέλη του τοπικού Ορειβατικού Συλλόγου.

Συνεχίζοντας ξαναμπήκαμε σε δάσος. Ήταν, αυτή τη φορά μεικτής βλάστησης.

Σύντομο, όμως, και αυτό.

Κοντεύοντας στο δεύτερο ξέφωτο ακούσαμε φωνές.

Κοιτάξαμε πίσω μας και αντικρίσαμε έκπληκτοι μία ομάδα ορειβατών από Βέροια.

Ήταν γνωστοί και φίλοι μας.

Κάποιοι από αυτούς, μάλιστα, «συνοδοιπόροι» μου στις σαββατιάτικες κρασοτσιπουροκαταστάσεις.

Τι ευχάριστη έκπληξη!!

Κοντοσταθήκαμε.

Μάς έφτασαν.

Με τις συζητήσεις και τα πειράγματα καθυστερήσαμε στο δεύτερο ξέφωτο.

Κάποια στιγμή ο Γιώργος Γ., της παρέας, έβγαλε από το σακίδιό του μία…βασιλόπιτα…και ξεκίνησε να την χαράζει σε κομμάτια.

Στα κομμάτια συμπεριέλαβε και εμάς.

Τυχερός ο Χρίστος Κ., της παρέας των φίλων.

Μπράβο του. Να του πάει καλά όλο το 2023 (φωτ. 20).

Εμείς πήραμε τα κομμάτια της βασιλόπιτας που μάς αντιστοιχούσαν και συνεχίσαμε την ανοδική πορεία μας.

Το χιόνι αρκετό. Σε κάποια σημεία της διαδρομής το πόδι μας βυθιζόταν μέχρι το γόνατο.

Αρχίσαμε να εφαρμόζουμε την τακτική εναλλαγής του προπορευόμενου για το «άνοιγμα» των «πατημάτων».

Κάποια στιγμή ανέλαβα και εγώ τον…«αποχιονισμό»…για να ξεκουράσω τους υπόλοιπους.

Συνεχίζαμε (φωτ. 21).

Ανεβαίνοντας ψηλότερα, υψομετρικά, τα δένδρα άρχισαν να αραιώνουν.

Με βήματα αργά, με πατήματα βαριά, με βαθιές ανάσες, με αρκετό κουράγιο και με αποθέματα δύναμης κοντεύαμε στην γυμνή από βλάστηση ράχη.

Βγαίνοντας από το δάσος μάς «υποδέχτηκε» η…‘‘Barbara’’ (μετεωρολογική ονομασία ακραίου καιρικού φαινομένου χιονιά)…με όλα εκείνα τα «δώρα» που είχε στο…σάκο Της.

Το «περιεχόμενο» του;;!! Χιονόπτωση, μποφόρ, βαρύ υδράργυρο κ.α.

Αφού καλυφτήκαμε κατάλληλα συνεχίσαμε την ανάβαση.

Βγαίνοντας στο γυμνό της ράχης αισθανθήκαμε, στα 1.600 περίπου μέτρα υψόμετρο, τους ψυχρούς αέρηδες να «πετάνε» πάνω στο ακάλυπτο του προσώπου μας το χιόνι με ορμή.

Τα μποφόρ δυσκόλευαν τη σταθερότητα της ισορροπίας μας.

Ο υδράργυρος με το «μείον» μπροστά από κάποια ψηφία της κλίμακας Κελσίου κρυστάλλωνε και το ελάχιστο υγρό που έβρισκε στο πρόσωπό μας. Έτσι, οι βλεφαρίδες μας «κολλούσαν» μεταξύ τους. Το καταλαβαίναμε με το παίξιμο των ματιών ( φωτ. 22 και 23).

Η γύρω ατμόσφαιρα μουντή και ακόμη πιο πάνω η ορατότητα κοντά στο «μηδέν».

Συνεχίσαμε αντιμετωπίζοντας όλα τα παραπάνω.

Φτάνοντας στα 1.700 μέτρα υψόμετρο της κορυφογραμμής, στο σημείο δηλαδή που αρχίζει το κάπως απότομο, το απαιτητικό στο πέρασμά του και το πιο κουραστικό στο ανέβασμά του βραχώδες κομμάτι της διαδρομής, αποφασίσαμε να μη συνεχίσουμε άλλο.

«Μίλησε» η λογική και την ακούσαμε.

Δεν είχε κανένα νόημα να συνεχίσουμε με αυτές τις ακραίες συνθήκες χωρίς να μπορούμε να χαρούμε το τοπίο σαν εικόνα και να «ταξιδέψουμε» τη ματιά μας πέρα από κάποια μέτρα απόστασης.

Δοκιμάσαμε τις αντοχές μας, προσπαθήσαμε να παραβγούμε με τη…‘‘Barbara’’…και μάς «νίκησε» τελικά η λογική και όχι το… αγριεμένο «θηλυκό».

‘‘Να είσαι τολμηρός, αλλά όχι ριψοκίνδυνος.’’ ( Ευβουλίδης )

Φωτογραφία της στιγμής και μετά από τρείς ώρες και 20 λεπτά απαιτητικής ανάβασης (μεικτός χρόνος) πήραμε το μονοπάτι της επιστροφής (φωτ. 24).

Από το σημείο που βρεθήκαμε θέλαμε 66 ακόμη μέτρα υψομετρικά για να φτάσουμε στην κορυφή ‘‘Ντούρλια’’ ή ‘‘Υπαπαντή’’ και να την αντικρίσουμε όπως φαίνεται στην φωτογραφία της προηγούμενης φοράς με καλύτερο καιρό (φωτ. 25).

Το μονοπάτι της επιστροφής κατηφορικό και κάπως ξεκούραστο.

Πατούσαμε στα προηγούμενα πατήματά μας που μάς διευκόλυναν αρκετά.

Τα περάσματα γνώριμα και οι εικόνες με διαφορετική, αυτή τη φορά, γωνία φωτισμού.

Άρχισε να χιονίζει αρκετά και η όλη γύρω ατμόσφαιρα ήταν μουντή.

Τα μποφόρ όμως μειώνονταν όσο κατεβαίναμε.

Στη διαδρομή της επιστροφής συναντήσαμε ορειβάτες από Θεσσαλονίκη.

Μας ρώτησαν για τις επικρατούσες συνθήκες στα ψηλά, καθώς και για την ποιότητα του χιονιού.

Μάς άκουσαν και αποφάσισαν να τολμήσουν να φτάσουν τουλάχιστον μέχρι τα 1.766 μέτρα υψόμετρο.

Κάποιοι άλλοι από την ομάδα τους πήραν την απόφαση να μάς ακολουθήσουν παίρνοντας το μονοπάτι της επιστροφής ( φωτ. 26, 27, 28).

Φτάσαμε στο εξωκλήσι της ‘‘Υπαπαντής’’.

Ο κόσμος στον προαύλιο χώρο λιγοστός.

Δεν καθυστερήσαμε (φωτ. 29).

Συνεχίσαμε την κατηφορική πορεία μας.

Το γύρω τοπίο με περισσότερο, αυτή τη φορά, χιονάκι.

Το μονοπάτι όμως γλιστρούσε επικίνδυνα μετά από το πέρασμα προσκυνητών και ορειβατών.

Το πατημένο χιόνι σε συνδυασμό με την ψυχρή ατμόσφαιρα γινόταν πάγος.

Προσέχαμε πάρα πολύ. Που σκέψη για χαλάρωση;;!!

Εάν καθυστερούσαμε στην κορυφογραμμή κι άλλο τότε θα είχαμε μεγαλύτερα προβλήματα στην κατάβαση.

Δεν αργήσαμε να φτάσουμε στο αυτοκίνητό μας.

Χρειαστήκαμε δύο ώρες συνεχούς και προσεκτικής κατάβασης για να βρεθούμε από τα 1.700 μέτρα υψόμετρο στο μοναδικό αυτοκίνητο που μας περίμενε υπομονετικά στο τοπωνύμιο ‘‘Ταξιάρχες’’ (φωτ. 30 και 31).

Αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για την επιστροφή μας στη Βέροια.

Στο σημείο αυτό έφτανε στο τέλος της άλλη μία κυριακάτικη δραστηριότητά μας στο βουνό.

Έφτασε η στιγμή που έπρεπε να αφήσουμε τη «δική μας» ελεύθερη γωνιά, το «δικό μας» καταφύγιο.

Έπρεπε να αφήσουμε τη Φύση στην ηρεμία της και να επιστρέψουμε στη θορυβώδη καθημερινότητα της πόλης.

Φύγαμε από τους ‘‘Ταξιάρχες’’ γεμάτοι από εικόνες, από βιώματα, από εμπειρία, από δράση και πάνω απ’ όλα με περισσότερη ευχάριστη διάθεση.

«Η μανία των στοιχείων της φύσης ξεσπά πάντα στις ψηλότερες κορυφές

Απολογισμός :

Διαδρομή: ‘‘Ταξιάρχες’’ (υψ. 790 μέτρα) → ‘‘Πρ. Ηλίας’’ → εξωκλήσι ‘‘Υπαπαντής’’ (υψ. 1.070 μ.)  → 1.700 μέτρα υψόμετρο της κορυφογραμμής→ επιστροφή στους ‘‘Ταξιάρχες’’

Υψομετρική  διαφορά : 910 μ. ( με τα ανεβοκατεβάσματα. Στοιχεία GPS).

Χρόνος :  5 ώρες και 35’  ( συνολικός χρόνος )

Απόσταση:  9 χλμ.

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ