«Πάρε το χαπάκι σου» – όταν το τραγουδούσαν οι Μουσικές Ταξιαρχίες το μακρινό 1982, μάλλον κανένας δεν φανταζόταν πως θα έφτανε μια στιγμή που η συνταγογράφηση ψυχοτρόπων φαρμάκων σε ανθρώπους 15-29 χρόνων θα αυξανόταν κατά 100% και κατά 400% η συνταγογράφηση αντικαταθλιπτικών μέσα σε μια εξαετία (2015-2021). Την ίδια ώρα, ένα στα έξι φάρμακα που λαμβάνουν άτομα ηλικίας 45-59 χρόνων ανήκει στη θεραπευτική ομάδα των ψυχοτρόπων (ηρεμιστικά, αγχολυτικά, υπνωτικά κ.ά.).
Σαράντα χρόνια μετά τον προφητικό Τζίμη Πανούση, είναι η πλατφόρμα κολοσσός Netflix που θα πει «Πάρε το χάπι σου», με ένα ντοκιμαντέρ που είδαν πάρα πολλοί και στην Ελλάδα αφού αναφέρεται σε ένα εξαιρετικά διαδεδομένο φάρμακο, το Xanax.
Τον περασμένο Νοέμβριο, στο 11ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ασθενών, η εκπρόσωπος της Επιτροπής Ψυχικής Υγείας του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕΣΥ) ανέφερε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν πάνω από 2,5 εκατομμύρια ασθενείς με ψυχικές διαταραχές. Την Πέμπτη, η Ζωή Ράπτη, υφυπουργός Υγείας, αρμόδια για την ψυχική υγεία, ανέφερε πως το 22,8% του πληθυσμού –δηλαδή πάνω από ένας στους τέσσερις– αντιμετωπίζει κάποιο θέμα ψυχικής υγείας.
Ειδήσεις όπως οι παραπάνω κάθε φορά πυροδοτούν ένα μπαράζ από δημοσιεύματα, που συνήθως στέκονται στα εντυπωσιακά νούμερα. Ωστόσο, πολύ σπάνια στον δημόσιο διάλογο τίθενται ερωτήματα ως προς το τι πραγματικά συνιστά διαταραχή, πού σταματάει η κοινωνική οδύνη και αρχίζει η ψυχοπαθολογία, αν είναι όντως απαραίτητη η κατανάλωση τόσο πολλών ψυχοφαρμάκων για να θεραπεύσει τη δυσφορία που γεννά μια ολοένα και πιο δυστοπική καθημερινότητα σε ένα αενάως και πολλαπλώς κρισιακό περιβάλλον.
Η κ. Ράπτη, ανάμεσα σε άλλα, ανακοίνωσε ότι σύντομα το υπουργείο θα θέσει σε λειτουργία 4 κέντρα ψυχικής υγείας ειδικά για εργαζόμενους που θα παρέχουν ψυχολογική υποστήριξη είτε με τη μορφή ατομικής συμβουλευτικής είτε ως ομαδική ψυχοθεραπεία και θα μπορούν να χορηγούν και φάρμακα.
Ολα αυτά ενώ το 37,31% των εργαζομένων επιβιώνει με μισθό μικρότερο από 800 ευρώ μικτά, ο περασμένος Νοέμβριος ήταν ο χειρότερος για το ισοζύγιο απασχόλησης τα τελευταία 22 χρόνια, στους νέους κυριαρχεί η μερική και η εκ περιτροπής απασχόληση και όλοι (100%) οι πολίτες ανησυχούν για την αύξηση του κόστους ζωής και (97%) φοβούνται τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Η ιατρικοποιήση της κοινωνικής δυστυχίας δεν είναι καινούργιο φαινόμενο – τώρα έρχεται ενδεδυμένο με το «νοιάξιμο» για τον εργαζόμενο, που αντί για πολιτικές οι οποίες θα λειτουργούν προς όφελός του του προτείνεται να κάτσει στο ντιβάνι του ειδικού να πει τον πόνο του ή να πάρει το χαπάκι του.