“13 Δεκεμβρίου… Έθιμα και παραδόσεις των Σκανδιναβικών χωρών” / γράφει η Ειρήνη Δασκιωτάκη
Η 13η Δεκεμβρίου είναι μία ημέρα πολύ νοσταλγική για μένα, επειδή με ταξιδεύει πολλά χρόνια πίσω προς το βορρά, εκεί στη μακρινή Σουηδία.
Θυμάμαι που ξημερώματα βγαίνανε τα κοριτσάκια με τα στέμματα, τα στρογγυλά στεφάνια στέμματα, φτιαγμένα από κλαδιά κόκκινου μύρτιλου (lingonberry) που πάνω τους ήταν στερεωμένα εφτά αναμμένα κεράκια, έξι γύρω – γύρω και ένα μπροστά, στη μέση.
Τα παιδιά ντυμένα κατάλληλα για την περίσταση, από τις έξι το πρωί γύριζαν από σπίτι σε σπίτι για να τραγουδήσουν το τραγούδι της Sankta Loucia (Αγία Λουκία) και άλλα χριστουγεννιάτικα τραγούδια, φέρνοντας το χαρμόσυνο μήνυμα ότι το σκοτάδι θα νικηθεί και θα δώσει σιγά σιγά τη θέση του στο φως.
Ένα αισιόδοξο και ενθαρρυντικό μήνυμα για τους ανθρώπους της σκοτεινής, παγωμένης Σουηδίας.
Γλυκίσματα παραδοσιακά ,lussekattor και peparkakor, μοιράζονταν στα παιδιά.
Τα πρώτα μοιάζουν με μικρά τσουρέκια ελικοειδή, φτιαγμένα με κανελογαρύφαλα και βέβαια με το πιο χαρακτηριστικό και απαραίτητο υλικό το… σάφραν.
Μοιάζουν με μάτια καθώς στο κέντρο κάθε «ματιού» η μαύρη σταφίδα το υποδηλώνει.
Τα peparkakor, είναι πολύ λεπτά μπισκότα σε διάφορα σχήματα .Το τζίτζερ είναι το κυρίαρχο στοιχείο της συνταγής.
Με τα λευκά γυαλιστερά τους ρούχα και τα ιδιαίτερα αυτά στέμματα με τα αναμμένα κεριά, μοιάζανε ξωτικά που αλαφροπατούσαν στους μικρούς χιονισμένους δρόμους της τότε γειτονιάς μας και το φως των κεριών έγραφε στα πρόσωπα τους μία υπερκόσμια χλομάδα.
Τα μάτια, πιο ξεχωριστά, αντανακλούσαν φωτεινές δέσμες χαράς .
Καμιά φορά έβλεπες να ακολουθούν και αγόρια που εκεί τα λένε stjärngossar, των αστεριών αγόρια δηλαδή.
Ντυμένα κι αυτά στα λευκά με ψηλά, άσπρα κωνικά καπέλα, στολισμένα με αστέρια.
«Τι ντυθήκατε;» ρώτησα την πρώτη φορά που είδα τη Σοφία, μαθήτριά μου στο Σαββατιάτικο ελληνικό σχολείο.
Μέναμε στην ίδια γειτονιά …
« Sankta Lucia!
Στη γιορτή του σχολείου, εγώ θα είμαι η Sankta Lucia!»
Κουβαλούσε όλο καμάρι το στέμμα της με τα αναμμένα κεριά, φορώντας το λευκό φόρεμά της με την κόκκινη κορδέλα στη μέση.
Ήταν μαζί της κι ένα άλλο κορίτσι χωρίς στέμμα αυτό . Το κεφάλι της στόλιζε μια όμορφη γιρλάντα και κρατούσε ένα αναμμένο, λευκό κερί.
Τραγούδησαν ένα τραγούδι οικείο για εμένα, επειδή το είχα ακούσει κάποτε από τον Λουτσιάνο Παβαρότι…
«Σάντα Λουτσία!»
Πού να ήξερα τότε, ότι αυτό το τραγούδι- ύμνος περικλείει ένα παρελθόν για μια αγία που στοιχίστηκε με τις παραδόσεις και τις πρότερες παγανιστικές λατρείες των λαών της Σκανδιναβίας.
Στη Σουηδία είναι η σημαντικότερη γιορτή του χρόνου.
Είναι η μέρα με την μεγαλύτερη νύχτα που μετά από αυτήν το φως δειλά και σταθερά μεγαλώνει .
Θυμάμαι τον Δεκέμβριο του 1989 που είχε ρίξει πολύ χιόνι.
Είχαν έρθει και οι γονείς μου…
Ανήμερα της Αγίας Λουκίας πήγαμε στο Σκάνσεν για να παρακολουθήσουμε τις εκδηλώσεις για την Sankta Lucia!
Το Σκάνσεν είναι ένα πανέμορφο μέρος που εκτός από τον ζωολογικό κήπο, έχει και πολλά ξύλινα παραδοσιακά σπίτια.
Κάθε σπίτι είναι και ένα μουσείο αναπαράστασης παλιών δραστηριοτήτων της ζωής του 19ου, πριν από την τεχνολογική έκρηξη… τότε που όλα σχεδόν γίνονταν με τα χέρια…
Η γιορτή στο Σκάνσεν ξεκινούσε κατά τις 4 το απόγευμα.
Ήταν ήδη νύχτα και ένα ψιλό, σπυρωτό χιονάκι χάιδευε τα πρόσωπά μας.
Νύχτα έπρεπε να είναι, για να φαίνονται τα κεριά του κοριτσιού που είχε επιλεχθεί με διαδικασίες ….Μις Ελλάς, για να γίνει η Σάντα Λουτσία της Στοκχόλμης η οποία όφειλε να έχει και το χάρισμα της καλλιφωνίας, καθώς και οι συνοδοί της.
Οι Σουηδοί μέχρι να φανεί η άμαξα με την τιμώμενη της χρονιάς , τραγουδούσαν και χόρευαν παραδοσιακούς χορούς σε κλειστούς κύκλους.
Αρκετοί από αυτούς φορούσαν και τις παραδοσιακές φορεσιές τους.
Ήτανε σαν παραμύθι κι αν το κρύο τσουχτερό, το γλεν( glögg)* που έπινες σε ζέσταινε και σε εύφραινε την ψυχή …
Η ώρα η καλή έφτασε και εν μέσω χορωδιακών ύμνων εμφανίστηκε πάνω στην μεγαλοπρεπή άμαξα η όμορφη και σεμνή κόρη φορώντας στο κεφάλι στεφάνι από κλαδιά lingonberry( κόκκινο μύρτιλο) που κόπηκαν από το δάσος πριν ξημερώσει.
Πάνω του στερεωμένα τα εφτά, λευκά , αναμμένα κεριά.
Πέρασε μεγαλοπρεπώς με τη συνοδεία της, κορίτσια κυρίως, αλλά και αγόρια που κρατούσαν άσπρα κεριά και τραγουδούσαν.
Τα κορίτσια, όλα με στεφάνια γινωμένα από κλαδιά lingonberry.
Τα αγόρια με τα λευκά, κωνικά καπέλα. Η άμαξα συνέχισε κάνοντας τον γύρο του ιστορικού κέντρου της Στοκχόλμης και σταμάτησε την επιβλητική της πορεία σε μια από τις πιο διάσημες εκκλησίες του ιστορικού κέντρου (Kungsholms kyrka).
Μόνο τα αναμμένα κεριά στα μανουάλια φώτιζαν τον χώρο που γινόταν πιο λαμπερός, πιο μεταφυσικός, καθώς έμπαινε η Λουτσία με την «παρέα» της.
Πλημμύρισε η εκκλησία με το μεγάλο ύψος από τις υπέροχες φωνές των επίγειων αγγέλων…
Έχω πληροφορηθεί από την φίλη μου τη Σούλα τη Μαυρουδή, ότι αυτή η εκδήλωση δεν γίνεται εδώ και μερικά χρόνια.
Η γιορτή οργανώνεται ξεχωριστά σε κάθε κοινότητα και επίσης καθιερώθηκε και ως σχολική γιορτή, με κεριά led πλέον…
Η 13η Δεκεμβρίου είναι για αρκετές χώρες του κόσμου ημέρα αφιερωμένη στη Σάντα Λουτσία. Γιορτάζεται κυρίως στις χώρες της Σκανδιναβίας, στις Λετονία και Εσθονία της Βαλτικής, στις περιοχές των ΗΠΑ με έντονο το σουηδικό στοιχείο, αλλά και στις Μάλτα, Ιταλία, Βοσνία Ερζεγοβίνη και Κροατία.
Στη Σουηδία, όπως φάνηκε, η γιορτή της Αγίας Λουκίας είναι ιδιαιτέρως διαδεδομένη και αγαπητή.
Αξιοσημείωτο είναι δε το ότι αφορά σε μια Αγία που προέρχεται από την Ιταλία!
Η Σάντα Λουτσία έζησε στις Συρακούσες της Σικελίας τον 4ο αιώνα μ.Χ (283 μ.Χ.- 304) και βρήκε μαρτυρικό θάνατο την εποχή του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Διοκλητιανού.
Οι θρύλοι που την αφορούν είναι πολλοί και ένας εξ αυτών υποστηρίζει ότι βοηθούσε τους κυνηγημένους Χριστιανούς να βρουν καταφύγιο στις κατακόμβες. Προκειμένου, μάλιστα, να τους μεταφέρει όσο το δυνατόν περισσότερες προμήθειες, στερέωνε κεριά σε ένα στεφάνι, το οποίο φορούσε σαν στέμμα στο κεφάλι της και έτσι φώτιζε το δρόμο της, έχοντας την αγκαλιά της γεμάτη με τρόφιμα.
Ο κυβερνήτης των Συρακουσών, γι’ αυτόν τον λόγο της επέβαλε τη θανατική ποινή.
Σύμφωνα με τα θρυλούμενα, ως εκ θαύματος οι φρουροί δεν κατάφεραν να την κάψουν ζωντανή και αποφάσισαν να την τυφλώσουν, αφαιρώντας τα μάτια της με ένα πιρούνι(πολλή βία!). Για αυτόν ακριβώς το λόγο, στις αγιογραφίες απεικονίζεται κρατώντας ένα δίσκο, στον οποίο είναι τοποθετημένα τα μάτια της.
Η ιστορία της Αγίας Λουκίας ταξίδεψε από την Ιταλία στις παγωμένες χώρες της Σκανδιναβίας μέσω του… φωτός. Η ρίζα του λατινικού ονόματός της Lucia έχει σχέση με το Lux, που σημαίνει φως. Στην προ-χριστιανική Σκανδιναβία υπήρχε το έθιμο της Lussinatta και γιορταζόταν στις 13 Δεκεμβρίου, την μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο.
Σύμφωνα με τις παραδόσεις, εκείνη τη νύχτα η Lussi, ένας θηλυκός δαίμονας ή ακόμα και μάγισσα, το όνομα της οποίας συνδυάζεται με τον Λούσιφερ, πέταγε μαζί με τους ακολούθους της και έμπαιναν στα σπίτια μέσα από τις καμινάδες με σκοπό να αρπάξουν τα ανυπεράσπιστα παιδιά. Για να μη συμβεί αυτό, όλοι έμεναν άγρυπνοι εκείνη τη νύχτα, με τραγούδια και χορούς, μέχρις ότου το πρώτο, ισχνό φως της ημέρας του χειμώνα να διώξει το κακό.
Έτσι, κάθε τέτοια ημέρα του χρόνου, συχνά μέσα σε εκκλησίες, πάντοτε όμως σε πλήρες σκοτάδι, μια νεαρή κοπέλα ντυμένη στα λευκά, ζωσμένη με κόκκινη κορδέλα και έχοντας στο κεφάλι ένα στέμμα με αναμμένα κεριά με όλη την κουστωδία της , ψάλλει στις εκκλησίες το τραγούδι Sankta Lucia και άλλους χριστουγεννιάτικους ύμνους ανοίγοντας στην ουσία την εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων…
* Για να γίνει το γλεν, ζεσταίνουν ημίγλυκο κρασί, ύστερα ρίχνουν μέσα ξύλο κανέλας, γαρίφαλα και μοσχοκάρυδο, καπακώνουν το σκεύος για κανένα τέταρτο και στη συνέχεια το σερβίρουν με ξεφλουδισμένα αμύγδαλα και σταφίδες…
ΥΓ. Ευχαριστώ πολύ την κ. Σούλα Μαυρουδή (μόνιμο κάτοικο Στοκχόλμης) για τις πληροφορίες που μου έδωσε.
Ει. Δα.