“Οι υποθέσεις Χρυσοχόου – Μπογιόπουλου αναβιώνουν το εμφυλιοπολεμικό κλίμα” γράφει ο Γιώργος Μαργαρίτης
του Γιώργου Μαργαρίτη* – Πηγη: slpress.gr
Σε αυτήν την ειρηνική περίοδο, άλλοτε περισσότερο, άλλοτε λιγότερο, ο στρατιωτικός μηχανισμός και τα στελέχη του μετέχουν, συνειδητά ή ασυνείδητα, σε μια διαφορετικού τύπου σύγκρουση: την κοινωνική σύγκρουση. Ο στρατός σε καιρό ειρήνης είναι μια πολιτική και κοινωνική εφεδρεία της εξουσίας της εκάστοτε άρχουσας τάξης. Ένα είδος στηρίγματος του καθεστώτος με πιο απλά λόγια.
Η μεγάλη τομή τοποθετείται στις τελευταίες ημέρες του Απριλίου και τις πρώτες του Μαϊου 1941. Ο ναζιστικός γερμανικός στρατός κατέκτησε την Ελλάδα και το πολιτικό καθεστώς της χώρας χρειάστηκε να προσαρμοστεί στα δεδομένα της Νέας Ευρώπης, να αποκτήσει δηλαδή ένα συμβατό καθεστώς. Το καθεστώς που γεννήθηκε τότε ονομάστηκε Ελληνική Πολιτεία και ήταν θεσμικό αντίγραφο του κράτους (Etat Francais) που σχεδόν ένα χρόνο νωρίτερα είχε δημιουργηθεί στην ηττημένη Γαλλία από τον Στρατάρχη Πεταίν. Δεν ήταν απλά ένα καθεστώς συνεργασίας, ήταν ένα δηλωμένα, ναζιστικό καθεστώς.
Στην Ελλάδα αυτό το νέο μόρφωμα προέκυψε από το σώμα των μόνιμων αξιωματικών του στρατού. Στην ουσία το στελέχωσε η τότε στρατιωτική ιεραρχία, με επικεφαλής τους ανώτατους διοικητές του στρατού, τους διοικητές όλων των μεγάλων μονάδων του ελληνο-ιταλικού και ελληνο-γερμανικού πολέμου. Το δε κράτος της Ελληνικής Πολιτείας στελεχώθηκε κυρίως από το σώμα των μόνιμων αξιωματικών. Με τον τρόπο αυτό, στην σκιά του κατακτητή, η ελληνική στρατιωτική ιεραρχία ταυτίστηκε με το πολιτικό καθεστώς της χώρας.
Εμυλιοπολεμικό κλίμα
Στην Απελευθέρωση οι τότε ειδικές συνθήκες -η απειλή που αντιπροσώπευε για την άρχουσα τάξη το τεράστιο αντιστασιακό, απελευθερωτικό κίνημα- το καθεστώς της Ελληνικής Πολιτείας δεν στιγματίστηκε και δεν καταδικάστηκε όπως συνέβη στις λοιπές ανάλογες ευρωπαϊκές περιπτώσεις. Το αντίθετο μάλιστα, ενσωματώθηκε στο νέο μεταπολεμικό καθεστώς. Ο δε Εμφύλιος Πόλεμος που -σχεδόν φυσιολογικά μέσα στις τότε κοινωνικές ισορροπίες- ακολούθησε, επανάφερε τον θεσμικό-καθεστωτικό ρόλο του σώματος των μονίμων αξιωματικών στο προσκήνιο. Το φθινόπωρο του 1948, κάτω από το βάρος των αποτυχιών του κυβερνητικού στρατού στην σύγκρουσή του με τον Δημοκρατικό Στρατό της Ελλάδας, το κίνημα των Αντιστρατήγων κατέληξε στην απονομή «εκτάκτων εξουσιών» στην στρατιωτική ηγεσία, δηλαδή στον τότε στρατηγό Αλέξανδρο Παπάγο.
Ο Αλέξανδρος Παπάγος κέρδισε τον Εμφύλιο Πόλεμο -δεν χρειάζεται να επεκταθούμε περισσότερο στο γιατί και το πώς- και αποτέλεσε τον κυριότερο συντελεστή για την ανάπλαση του μετεμφυλιακού καθεστώτος. Για τον λόγο αυτό του απονεμήθηκε ο σημαδιακός βαθμός του Στρατάρχη -στρατιωτικός βαθμός ανώτερος από εκείνον που φέρει ο αρχηγός του Κράτους, ο Βασιλιάς τότε, σε καιρό πολέμου. Στο νέο πολιτικό σύστημα ο στρατός -το σώμα των μονίμων αξιωματικών- θα αποτελούσε συστατικό του τριπολικού συστήματος, «εποπτεύουσα δύναμη» των ετέρων δύο πόλων: των Ανακτόρων δηλαδή και του κοινοβουλευτικού-κυβερνητικού πόλου. Η πανταχού παρουσία του στρατού και ο ρόλος των τότε απόστρατων αξιωματικών -σε διοικήσεις οργανισμών κλπ.- ήταν μέρος της αρχικής αυτής ρύθμισης.
Αυτό το σκηνικό δημιούργησε τις προϋποθέσεις -και την θεσμική βάση- για το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967. Για τρίτη φορά στην πρόσφατη ιστορία της χώρας η στρατιωτική ιεραρχία ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας και την δημιουργία ανάλογου θεσμικού πλαισίου. Επρόκειτο για το πλέον κρίσιμο διακύβευμα που ανέλαβε να διαχειριστεί η Μεταπολίτευση το 1974. Την αποβολή δηλαδή της στρατιωτικής ιεραρχίας από τον θεσμικό της ρόλο στο πολίτευμα και στο πολιτικό σύστημα της χώρας. Μισό αιώνα αργότερα θεωρούμε ότι το πέτυχε. Μερικές ενδείξεις όμως μας κάνουν να αμφιβάλουμε γι αυτό.
Οι υποθέσεις Χρυσοχόου-Μπογιόπουλου
Δύο υποθέσεις δικαιολογούν τις ανησυχίες μας. Η πρώτη είναι η αγωγή που κατέθεσε η Ένωση Αποστράτων Αξιωματικών του Στρατού (ΕΑΑΣ) ενάντια στον δημοσιογράφο Νίκο Μπογιόπουλο επειδή ο δεύτερος στιγμάτισε τον όρο «συμμοριτοπόλεμος», όρο με τον οποίο η “Ένωση” ορίζει τον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο. Η δεύτερη είναι η δικαστική διαμάχη γύρω από την ονομασία δρόμου στη Θεσσαλονίκη με το όνομα του Αθανασίου Χρυσοχόου, κρατικού στελέχους του καθεστώτος της Ελληνικής Πολιτείας στην Κατοχή -Γενικού Επιθεωρητού Μακεδονίας.
Ως προς την δεύτερη περίπτωση το μόνο που μπορεί να κάνει κανείς είναι να ευχηθεί καλά δικαστικά ξεμπερδέματα στους διωκόμενους πολιτικούς και πνευματικούς παράγοντες της Θεσσαλονίκης που επιζήτησαν την μετονομασία του δρόμου και να αισθανθεί ντροπή για τους λίγους ακαδημαϊκούς και πνευματικούς ανθρώπους που έσπευσαν να εξωραϊσουν τον Χρυσοχόου και δι αυτού το ναζιστικό καθεστώς της Ελληνικής Πολιτείας.
Ως προς την δεύτερη όμως περίπτωση, δεδομένου ότι η Ένωση Αποστράτων υπάγεται στο Υπουργείο Άμυνας και χρηματοδοτείται από το ελληνικό δημόσιο -έστω με την μέθοδο των υποχρεωτικών εισφορών- το θέμα είναι ακόμα πιο σοβαρό. Το ζήτημα λαμβάνει πολιτικές διαστάσεις από το γεγονός ότι στο νομικό πεδίο έχει ρητά προσδιοριστεί ότι η ορολογία του μίσους δεν έχει θέση στο τρέχον λεξιλόγιο και ότι ο όρος Εμφύλιος Πόλεμος είναι ο μόνος νόμιμος για να ορίσει τον πόλεμο του 1946-1949. Για τον λόγο αυτό ούτε εγώ ούτε κανείς άλλος συγγραφέας που έχουμε εκδώσει βιβλία που περιλαμβάνουν στον τίτλο τον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο, δεν υφιστάμεθα διώξεις! Αντίθετα ο όρος “συμμοριτοπόλεμος” θεωρητικά -στην επίσημη κρατική χρήση του- έχει απαγορευτεί.
Η τυχόν ευόδωση της αγωγής κατά του δημοσιογράφου Νίκου Μπογιόπουλου δεν θα αποτελέσει μια περιορισμένης εμβέλειας δικαστική απόφαση. Κυριολεκτικά θα ανατρέψει το μετεμφυλιακό σκηνικό που με τόσο κόπο επέβαλε η μεταπολίτευση. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τους απώτερους στόχους των όσων βρίσκονται πίσω από αυτές τις εξελίξεις, των επικεφαλής της Ένωσης Αποστράτων που, απ’ ό, τι συνάγεται από πλήθος ενδείξεις, δεν αντιπροσωπεύει παρά μικρό τμήμα των μόνιμων αξιωματικών ενώ, αντίθετα, είχε ή έχει διασυνδέσεις με γνωστούς χώρους -ενίοτε καταδικασμένους για εγκληματική δραστηριότητα.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό η μέχρι τώρα άρνηση του Υπουργείου Άμυνας να παρέμβει στην υπόθεση και να συμμαζέψει τους υφιστάμενούς του, προκαλεί ακόμα μεγαλύτερες ανησυχίες. Δεν υπάρχει εξήγηση για αυτό, μόνο υπόνοιες. Παρόλα αυτά θα ήταν χρήσιμο να επισημάνουμε ότι στο παρελθόν κάθε περίοδος όπου ο στρατός αναλάμβανε ρόλο έξω και πέρα από την θεσμική αποστολή του, συνοδεύτηκε από μια εθνική συμφορά. Ο Εμφύλιος Πόλεμος ήταν μια τέτοια περίπτωση, η Κύπρος επίσης.
——————————
Ο *Γιώργος Μαργαρίτης διδάσκει από το 1985 σύγχρονη ιστορία. Αρχικά στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (1985-2004) και μετέπειτα στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης όπου, από το 2004, υπηρετεί ως Καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών. Ανάμεσα στις δημοσιεύσεις του είναι οι: «Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου» (Αθήνα, 2000-2001), «Προαγγελία θυελλωδών ανέμων. Ο πόλεμος της Αλβανίας και η πρώτη περίοδος της Κατοχής» (Αθήνα, 2009), «Πλημμυρίδα και Άμπωτη. Από τον αποικισμό στη ναζιστική Ευρώπη» (Αθήνα, 2011), «Ανεπιθύμητοι συμπατριώτες: η καταστροφή των μειονοτήτων της Ελλάδας» (Αθήνα, 2007) κ.ά. Σήμερα είναι διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος «Πολιτική Ιστορία, Πόλεμος και Στρατηγικές Σπουδές» στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Πηγη: slpress.gr