Εικόνες από το μέλλον της Ευρώπης ή «απλώς» μία άσχημη κρίση που πλήττει τη Σρι Λάνκα σαν μία «εύκολη περίπτωση» αναπτυσσόμενης χώρας του ασιατικού νότου;
Εάν έθετε κάποιος αυτό το ερώτημα πριν τον Φλεβάρη θα απαντούσε αβίαστα το δεύτερο. Όσο περνά ο καιρός η απάντηση τείνει να είναι ένα (λιγότερο διστακτικό) «ναι» στο πρώτο ενδεχόμενο.
Όπως και να έχει, η Σρι Λάνκα, μία νησιωτική χώρα της Νότιας Ασίας που βγήκε το 2009 βαθιά τραυματισμένη από 25ετή εμφύλιο πόλεμο (με πρωταγωνιστές και εν τέλη ηττημένους τους αυτονομιστές Ταμίλ), ζει τη χειρότερη κρίση από την ανεξαρτησία της το 1948.
Εδώ και μήνες ο λαός της βιώνει, σε πλήρη εξέλιξη, το δράμα της οικονομικο-πολιτικής χρεοκοπίας. Κατά μία περίεργη σύμπτωση, η Σρι Λάνκα, όπως και ο Λίβανος στη γειτονιά της Ανατολικής Μεσογείου, ζει από το 2019 στον αστερισμό μίας σύνθετης θύελλας χρεοκοπίας και αναταραχών δίχως ορατό, αισιόδοξο τέλος.
«Τάξη» με την πυγμή όπλων ή και πραξικόπημαΟι ραγδαίες εξελίξεις που αφορούν την εκλογή νέου προέδρου της χώρας από την βουλή στις 20 Ιούλη δεν εμπνέουν ιδιαίτερη αισιοδοξία για σύντομο τερματισμό της κρίσης και αποκλιμάκωση του εφιάλτη ελλείψεων σε ξένο συνάλλαγμα, καύσιμα, τρόφιμα, φάρμακα και είδη πρώτης ανάγκης.
Ίσα-ίσα.
Εάν η λαϊκή οργή δεν κατευναστεί με μία ακόμη εναλλαγή γνωστών πολιτικών αξιωματούχων στην εξουσία, τότε δεν αποκλείεται η άρχουσα τάξη να επιχειρήσει τη διατήρηση των προνομίων της με την πυγμή των όπλων ή και με πραξικόπημα.
Άλλωστε, οι ένοπλες δυνάμεις έχουν ήδη πάρει εντολή εδώ και λίγες μέρες, από τον παραιτηθέντα (μόλις έφθασε στην Σιγκαπούρη στις 14/7/22) πρόεδρο Γκοταμπάγια Ρατζαπάξα να «επιβάλλουν την τάξη» και να διαλύσουν τις καταλήψεις κυβερνητικών κτιρίων από διαδηλωτές (ασχέτως εάν οι τελευταίοι το έκαναν ήδη προειδοποιώντας ότι δεν οπισθοχωρούν αλλά παραμένουν σε επιφυλακή).
Δίχως, βεβαίως, να αποκλείεται το ενδεχόμενο στρατιωτικής προβοκάτσιας σε βάρος των διαδηλωτών για ένα άσχημο αιματοκύλισμα που θα τρομοκρατήσει τον λαό και θα τον αποθαρρύνει από το να διεκδικήσει τα δικαιώματά του και μία θέση στον ήλιο…
Άλλωστε ο έως χτες πρόεδρος, Γκοταμπάγια Ρατζαπάξα που κυβέρνησε, και αυτός, όπως και άλλα μέλη της οικογένειάς του επί μία 20ετία, δεν είναι τυχαίος. Ούτε θα πρέπει να πιστέψουμε πως θα απαγκιστρωθεί εντελώς από την εξουσία επειδή κατέφυγε στη Σιγκαπούρη.
Ο Γκοταμπάγια Ρατζαπάξα έπαιξε ρόλο κλειδί στον τερματισμό του 25ετούς εμφύλιου πολέμου με τους αυτονομιστές Ταμίλ από την εποχή που ήταν υπουργός Άμυνας και κατηγορήθηκε για ειδεχθή εγκλήματα πολέμου σε βάρος χιλιάδων αμάχων. Όταν ανέλαβε πρόεδρος το αίμα αθώων από τα χέρια του μπορεί να ξεπλύθηκε αλλά στην ουσία η μυρωδιά δεν έφυγε ποτέ…
Ούτε ο αντικαταστάτης του, Ρανίλ Βικρεμεσίνγκε, είναι πολιτικός που να εμπνέει εμπιστοσύνη στον πολύπαθο λαό της χώρας του.
Ο Ρανίλ Βικρεμεσίνγκε (έως χτες πρωθυπουργός, γόνος πανίσχυρου μιντιάρχη που εκλέγεται από τη δεκαετία του 1970 και διετέλεσε κατά το παρελθόν και πρόεδρος και πρωθυπουργός) ορκίστηκε σήμερα, 15 Ιουλίου, υπηρεσιακός πρόεδρος της χώρας.
Δύσκολα μπορεί να παίξει το ρόλο κλειδί που απαιτούν οι περιστάσεις ώστε να δοθεί ένα «καλό τέλος» στο δράμα του πολύπαθου λαού της χώρας του.
Το ίδιο αναμένεται (πλην εξαιρετικού απροόπτου) και με το πρόσωπο που θα εκλεγεί από την βουλή στις 20 Ιουλίου και θα κληθεί να αναλάβει το πόστο του προέδρου της χώρας ως τον Νοέμβρη του 2024.
Γιατί; Επειδή στον ορίζοντα δεν φαίνεται καμία ένδειξη πως μπορεί να σπάσει σύντομα (και δίχως νέους αγώνες από τον λαό της χώρας) η καταστροφική παράδοση της οικογενειοκρατίας στην (κατ’ ευφημισμόν) «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Σρι Λάνκα».
Σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί κανείς γιατί βλέπουμε τώρα μία κρίση τέτοιων διαστάσεων σε αυτή τη νησιωτική χώρα που βγήκε από τον βάλτο του 25ετούς εμφύλιου το 2009.
Ευρύτερα πεδία σύγκρουσης και ανταγωνισμών
Οι αιτίες θυμίζουν μπερδεμένο κουβάρι. Και, όπως συμβαίνει συχνά στις διεθνείς σχέσεις, η σημερινή κρίση συνδέεται άμεσα και με παράλληλες διεθνείς και περιφερειακές συγκρούσεις και ανταγωνισμούς που αφορούν τις κόντρες ΗΠΑ-Κίνας, Ινδίας-Κίνας, Δύσης με Ρωσία-Κίνα-Ιράν, κ.α. Αυτό, πέρα από τις διεθνείς παράλληλες κρίσεις που έγιναν ορατές ειδικά από το 2020, με την έναρξη της πανδημίας και ξεδιπλώθηκαν σε επίπεδο αλυσίδων εφοδιασμού, βιομηχανικής παραγωγής και μεταποίησης, εξασφάλισης ορυκτών πόρων. Εάν προσθέσουμε και την διαφαινόμενη πιθανή νέα οικονομική κρίση σε χώρες της Δύσης, τότε θα μπορούσαμε να δούμε τις εξελίξεις στη Σρι Λάνκα σαν ένα μικρό μέρος του διεθνούς και περιφερειακού πλέγματος που ενίοτε λειτουργεί με την λεγόμενη «αρχή των συγκοινωνούντων δοχείων».
Το πιο σκληρό «πόκερ» από τα παραπάνω είναι αυτό που παίζεται μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας πράγμα που φαίνεται ολοένα και πιο καθαρά την τελευταία 15ετία. Αφότου δηλαδή ξεκίνησαν (και) στη Σρι Λάνκα οι μαζικές κινέζικες επενδύσεις για έργα υποδομής σε λιμάνια, αεροδρόμια, οδικά δίκτυα…
Χαρακτηριστικός σε αυτές τις επενδύσεις ήταν ο ρόλος της κινέζικης τράπεζας Exim Bank of China που δανειοδότησε πριν χρόνια την κυβέρνηση της Σρι Λάνκα με χαμηλό επιτόκιο 6,3% προκειμένου να φτιαχτεί ένα νέο διεθνές αεροδρόμιο και ένα σύγχρονο λιμάνι (Hambantota International Port και Mattala Rajapaksa International Airport).
Το 2007 οι κινέζικες κρατικές εταιρίες China Harbour Engineering και Company Sinohydro Corporation ανέλαβαν να φτιάξουν το λιμάνι με κόστος 361 εκατομμύρια δολάρια (το 85% του οποίου χρηματοδότησε η τράπεζα Exim) αναθέτοντας στη συνέχεια τη διαχείρισή του για 99 χρόνια στην κινέζικη κρατική εταιρία China Merchants Port έναντι 1,12 δις δολαρίων με τη μέθοδο λήζινγκ. Αυτό προκάλεσε την «ανησυχία» ΗΠΑ, Ιαπωνίας και Ινδίας πως το λιμάνι θα μπορούσε να εξυπηρετεί ρόλο κινέζικης ναυτικής βάσης.
Η τότε κυβέρνηση του προέδρου της Σρι Λάνκα απέρριψε τις ανησυχίες τους με το επιχείρημα ότι απαγορευόταν η πρόσβαση στο λιμάνι σε πλοία του κινεζικού πολεμικού ναυτικού επειδή εκεί βρίσκεται η ναυτική διοίκηση του στόλου της χώρας. Περιττό να αναφέρουμε πως τα 1,1 δις που πήρε η κυβέρνηση δεν τα επένδυσε αλλά τα χρησιμοποίησε για να πληρώσει ξένους δανειστές, για να ενισχύσει τα κρατικά συναλλαγματικά αποθεματικά και για να επιβραβεύσει επιτήδειους «ημέτερους».
Όπως και να έχει το πράγμα, η Κίνα θεωρείται πως αύξησε σημαντικά την επιρροή της στη χώρα επί του προέδρου Μαχίντα Ρατζαπάξα (αδελφός του παραιτηθέντος προέδρου που διετέλεσε και εκείνος στο παρελθόν πρόεδρος από 2005 ως 2015 και μετά ανά διαστήματα πρωθυπουργός με τελευταία τη διετία 2019-2022 μέχρι που παραιτήθηκε πριν λίγες μέρες).
Το «αμαρτωλό» λιμάνι Χαμπαντόντα
Όταν ανέλαβε η νέα κυβέρνηση του αδελφού του Γκοταμπάγια Ρατζαπάξα, αυτός συνέχισε στα ίδια χνάρια σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με την Κίνα με αρκετούς δυτικούς αναλυτές να επισημαίνουν συχνά το στρατηγικό χαρακτήρα του λιμανιού Χαμπαντόντα που φτιάχτηκε με κινέζικα δάνεια από κινέζικες εταιρίες και μανατζάρεται από κινέζικη εταιρία καθώς «ακουμπά» σε μία από τις πιο νευραλγικές οδούς της διεθνούς ναυτιλίας μεταξύ Αραβικής Θάλασσας και Κόλπου Βεγγάλης.
Η πόλη-λιμάνι Χαμπατόντα βρίσκεται στο νότιο άκρο της Σρι Λάνκα, λίγα ναυτικά μίλια από την πολυσύχναστη ναυτιλιακή γραμμή στον Ινδικό Ωκεανό από την οποία περνά το 80% των τάνκερ που μεταφέρουν εμπορεύματα μεταξύ Ασίας-Ευρώπης.
Την κατασκευή του λιμανιού ήθελαν τότε να το αναλάβουν δυτικές κατασκευαστικές εταιρίες μεταξύ των οποίων και ορισμένες από τις ΗΠΑ για προφανείς στρατηγικούς και εμπορικούς λόγους. Όταν έχασαν την ευκαιρία η τότε κυβέρνηση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ με κάθε αφορμή διαμαρτυρόταν για την εκεί «κινέζικη απειλή» χαρακτηρίζοντας παράλληλα το λιμάνι «κινέζικη παγίδα χρέους».
Ακόμη και έτσι τα κινέζικα δάνεια (που τόσο πολύ ενόχλησαν τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους στην περιοχή) ήταν σαφώς μικρότερα σε σχέση με τα χρέη που δημιούργησαν προηγούμενα δάνεια από Ιαπωνία, Παγκόσμια Τράπεζα και Ασιατική Αναπτυξιακή Τράπεζα.
Τον Απρίλιο 2016, το ΔΝΤ συμφώνησε να δώσει στη Σρι Λάνκα δάνειο ύψους 1,5 δις. δολαρίων με τους γνωστούς επαχθείς όρους και απαιτήσεις και στο τέλος της ίδιας χρονιάς το χρέος της χώρας είχε φθάσει τα 64,9 δις δολάρια.
Το 2018 η Κίνα συμφώνησε να δώσει στην Σρι Λάνκα χαμηλότοκο δάνειο ύψους 1,25 δις δολάρια για να τακτοποιήσει τις δόσεις σε ξένους δανειστές με τις πρώτες δόσεις αποπληρωμής του κινέζικου δανείου να ξεκινούν ένα χρόνο μετά.
Το Σεπτέμβριο του 2021 η Σρι Λάνκα ανακοίνωσε και επίσημα πως αντιμετώπιζε μεγάλη οικονομική κρίση που ανάγκασε τον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας σε παραίτηση και την βουλή να ανακοινώσει κατάσταση εκτάκτου ανάγκης (δηλαδή συλλήψεις δίχως εντάλματα, κατάσχεση περιουσίας αντιφροντούντων, ασύδοτες αστυνομικές έρευνες, αναστολή νόμων, ασυλία κυβερνητικών αξιωματούχων κ.α) με τις ευλογίες εννοείται του τότε προέδρου Γκοταμπάγια Ρατζαπάξα που ενίσχυσε περαιτέρω την κατάσταση «εκτάκτου ανάγκης» στις 30 Αυγούστου.
Από τότε ως σήμερα η κρίση θυμίζει ένα πηγάδι σκοτεινό δίχως πάτο.
Είναι πρόδηλο πως οι εναλλαγές προσώπων δεν αρκούν για να λύσουν πολύ σοβαρά προβλήματα και το διεφθαρμένο σύστημα εξουσίας μίας χώρας που επιχείρησε να σταθεί στα πόδια της αναπτύσσοντας τουριστική βιομηχανία. Είναι εκ των πραγμάτων ανίκανο να εξασφαλίσει στον λαό της χώρας τις κατάλληλες υποδομές και υπηρεσίες ώστε να ευημερήσει στο φόντο των σφοδρών περιφερειακών ανταγωνισμών και γεωπολιτικών αναμετρήσεων.
Το μέλλον, με λίγα λόγια, φαντάζει ακόμη πιο δύσκολο. Η απόσταση, δε, μεταξύ Ευρώπης και Σρι Λάνκα δείχνει πολύ μικρότερη από όση φαίνεται στον χάρτη…