Άρθρα Ιστορία

Γιώργης Έξαρχος – «Μοισιόδακες» και «Κουτσόβλαχοι»…

Πριν λίγες μέρες κυκλοφόρησε στην Αθήνα σε βιβλίο, από τις Εκδόσεις Δίαυλος, εισήγησή μου που είχα κάνει στην Ξάνθη το 2002 σ’ επιστημονικό συμπόσιο του Δημοκρίτειου Διεθνούς Ιδρύματος, με θέμα «Η λατινοφωνία στην Ελλάδα – Βιοϊστορική προσέγγιση», Ξάνθη, 7-10 Νορμβρίου 2002. Ο τίτλος της εισήγησης (και του βιβλίου) είναι: Αρμάνοι (Βλάχοι) Ρούμελης – Μοριά – Κρήτης – Νησιών, Και το Τραγούδι του Γιάννη Βλάχου-Δασκαλογιάννη.

     Στη σελίδα 8, ως «μότο», υπάρχει το εξώφυλλο του Νέου Ερωτόκριτου, του Διονυσίου Φωτεινού, έκδοσης 1818, και κάποιοι στίχοι του, κι ένα σχόλιό μου:

«Εν τω μεταξύ δε τούτω, παρ’ ελπίδ’ ακολουθεί,
διά μίαν επαρχίαν, πόλεμος να κηρυχθή.
Ένας Μοισιοδακίας, βασιλεύς γειτονικός,
(ταύτην και Κουτζοβλαχίαν λέγουν καταχρηστικώς).
Έχοντας φιλονεικίαν και διχόνοιαν πολλή
μετά του των Αθηναίων βασιλέως Ηρακλή,
Στράτευμα είχε συνάξη, αιφνιδίως ικανόν,
και υπό τα τείχη άμα έφθασε των Αθηνών.
Βλαδιστράτης εκαλείτο, εις το άκρον ισχυρός,
όθεν άρχισε την πόλιν να στεναχωρή σκληρώς.»

(Δ. Φωτεινού, Νέος Ερωτόκριτος, 1818, τόμος ΙΙ, σ. 199).

Αυτή τη «Μοισιοδακίαν», που καταχρηστικώς λέγουν «Κουτζοβλαχίαν», οι λόγιοι και οι πανεπιστημιακοί της χώρας μας –ακόμα και ακαδημαϊ-κοί της Ακαδημίας Αθηνών, που ίδρυσε ο «Μοισιόδαξ» ή «Κουτζόβλα-χος» ή «Μακεδών» Σίμων Σίνας εκ Μοσχοπόλεως–, στα σχόλιά τους για τη «Βλαχία» και τους «Βλάχους» του Ερωτόκριτου, γράφουν ότι πρόκει-ται για χώρα και λαό της νυν Ρουμανίας! Θεός φυλάξοι… (Γ.Ε.).

*****

Προς τι τούτο το σχόλιο; Απλά, για να κατανοήσει ο Νεοέλληνας το τι κουτόχορτο τον τρέφουν οι «σοφοί ακαδημαϊκοί δάσκαλοι», με τις περισπούδαστες… φαντασιοπληξίες τους, που τις σερβίρουν με επιστημοσύνη και σοβαρότητα για επιστημονική αλήθεια! Το να αναφωνήσεις «αιδώς», δεν λέει τίποτα, γιατί –όπως λέει ο λαός μας– «τους κάνεις τη μούρη κρέας» (!), λε και «κάτι τρέχει στα γύφτικα» για όλους αυτούς τους εξουσιαστές… της γνώσης, με του υψηλούς τίτλους και τις παχυλόμισθες δημόσιες θέσεις.

Γίνομαι σαφής: Υπάρχει ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες Δασκάλους του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ, για τον οποίο οι ηλεκτρονικές εγκυκλοπαίδειες γράφουν (δανειζόμενες από τα συγγράμματα των περισπούδαστων μπουρδολόγων) τα εξής:

«Ο Ιώσηπος Μοισιόδακας (ή Μοισιόδαξ, 1725-1800) ήταν Έλληνας δάσκαλος του γένους, συγγραφέας και μεταφραστής. – Ο Ιώσηπος Μοισιόδακας γεννήθηκε στο χωριό Τσερναβόδα στη νότια όχθη του Δούναβη, κατά μαρτυρία του Ρήγα Βελεστινλή στη Μεγάλη Χάρτα του. Ως συμβατικό έτος γέννησής του αναφέρεται το 1725. Δεν είναι γνωστό τίποτα σχετικά με την οικογένειά του και τα πρώτα του χρόνια στην Τσερναβόδα. Το όνομά του Ιώσηπος το έλαβε αργότερα, όταν χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος. Το κοσμικό του όνομα φέρεται να ήταν Ιωάννης. Το επώνυμο Μοισιόδακας δεν ήταν οικογενειακό αλλά δηλωτικό της εθνικής του προέλευσης, ένας συλλογικός προσδιορισμός που αφορούσε τους ρουμανόφωνους κατοίκους της βόρειας Βουλγαρίας. Ίσως τα πρώτα του γράμματα να τα διδάχθηκε κάπου στη Βλαχία ή στη Θράκη. – Στα 1752 βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου παρακολούθησε μαθήματα του λόγιου Ιαννάκου, το 1753 πήγε στη Σμύρνη και ζήτησε την οικονομική βοήθεια του μητροπολίτη Σμύρνης Νεόφυτου και των προυχόντων της τοπικής κοινότητας με σκοπό να μεταβεί στη δύση για σπουδές. Όμως δεν βρήκε συμπαράσταση λόγω της ανασταλτικής παρέμβασης του Ιερόθεου Δενδρινού. – Το 1754 και 1755 βρέθηκε στο Άγιον Όρος και φοίτησε στην Αθωνιάδα Ακαδημία. Το 1756 πέρασε στη Σίφνο και στη Μύκονο, όπου μάλλον σταδιοδρόμησε ως δάσκαλος με σκοπό να συγκεντρώσει χρήματα για να ταξιδέψει στη δύση. Όμως δεν επιβεβαιώνεται η εκπαιδευτική του δράση στη Μύκονο, αντιθέτως πρέπει να διήλθε για ένα χρόνο από τη Σίφνο όπου κάλυψε το κενό σε δάσκαλο που υπήρχε στο Κοινό Παιδευτήριο του νησιού, μετά την αποχώρηση Στέφανου του Κύπριου. […]» (Η συνέχεια στο διαδίκτυο…).

*****

Ο Δανιήλ Μοσχοπολίτης, στο περίφημο έργο του α’ έκδοσης έτους 1772 και β’ έκδοσης έτους 1802, με τίτλο  «Εισαγωγική Διδασκαλία περιέχουσα Λεξικόν Τετράγλωσσον των τεσσάρων κοινών διαλέκτων, ήτοι της απλής Ρωμαϊκής, της εν Μοισία Βλαχικής, της Βουλγαρικής και της Αλβανιτικής, συντεθείσα μεν εν αρχή χάριν ευμαθείας των φιλολόγων αλλογλώσσων νέων παρά του Αιδεσιμωτάτου και Λογιωτάτου Διδασκάλου, Οικονόμου, και Ιεροκήρυκος Κυρίου Δανιήλ του εκ Μοσχοπόλεως, καλλυνθείσα δε και επαυξηνθείσα τη προσθήκη τινων χρειωδών και περιεργείας αξίων, και ευλαβώς αφιερωθείσα τω Πανιερωτάτω και Λογιωτάτω Μητροπολίτη Πελαγωνείας, Υπερτίμω και Εξάρχω πάσης Βουλγαρικής Μακεδονίας, Κυρίω Κυρίω Νεκταρίω τω εκ Μουντανίων, Ου και τοις αναλώμασι τύποις εκδέδοται δι’ ωφέλειαν των Επαρχιωτών αυτού ευλαβών Χριστιανών, Εν έτει σωτηρίω ,αωβ΄.  1802», στη σ. 4 σημειώνει:

     «Σημείωσαι, ὅτι τό παρόν τετράγλωσσον Λεξικόν συνετέθη μόνον και μόνον διά νά συνηθίσουν οἱ τῶν Μοισιοδάκων παῖδες τήν Ρωμαίϊκην γλῶσσαν, ἀφοῦ γυμνασθοῦν δί’ αὐτοῦ διακεκριμόνως τήν κάθε λέξιν. ὄθεν ἄν ἐμπεριέχηται εν αὐτῶ ἡ ἔννοια ποταπή, ἡ λέξις χαμερπής, ἄς μή ταράτεται ὁ φιλόκαλος αναγνώστης, κάθ’ ὅτι ὁ σκοπός τοῦ συγγραφέως ἦτον νά δώση μόνον εις τους ἀπειρογλώσσους νέους μίαν ἁπλήν ἰδέαν τῆς σημασίας τῶν λέξεων, και ὄχι νά κάμη διδασκαλίαν τῶν πρακτέων. Ἠμποροῦσαν δέ νά διορθωθοῦν και νά ἔμβουν εἰς ὀρθωτέραν τάξιν τά εν αὐτῶ νοήματα, ἄν εἴμεθα εἰδήμονες και τῶν ἐν αὐτῷ λοιπῶν διαλέκτων.»

Τούτο πιστοποιεί ότι οι Μοισιόδακες είναι οι «Κουτσόβλαχοι», ήτοι οι Ελληνόβλαχοι-Αρμάνοι όπως είναι γνωστοί σήμερα, και δεν αφορά σε «ρουμανόφωνους κατοίκους της βόρειας Βουλγαρίας», όπως ανόητα ισχυρίζονται οι «γιαχνί σοφοί», όπως θα έλεγε ο αείμνηστος φίλος Μανόλης Ρασούλης.

Ο Διονύσιος Φωτεινός (1777-1821), το γράφει ξεκάθαρα και πάλι το 1818, στο σπουδαίο έργο του: «Ιστορία της πάλαι Δακίας, τα νυν Τρανσιλβανίας, Βλαχίας, και Μολδαυΐας. Εκ διαφόρων παλαιών και νεωτέρων συγγραφέων συνερανισθείσα, παρά Διονυσίου Φωτεινού, τόμος Α΄, εν Βιέννη της Αούστριας, εκ του τυπογραφείου Ιω. Βαρθολ. Σβεκίου, 1818», στο οποίο και τονίζει με έμφαση:

Έν μέρος των νυν εγκατοίκων της Ηπείρου είναι μέτοικοι της Βλαχίας, ως φαίνεται εις τους Βυζαντινούς ιστορικούς· μάλιστα μετά την πτώσιν του Ρωμαϊκού βασιλείου, διεσκορπίσθησαν εις διάφορα μέρη· τα νυν είναι λαός ποιμενικός, και το ήμισυ του χρόνου, τον χειμώνα δηλαδή και την άνοιξιν, διατρίβει εις τας πεδιάδας με τα ζώα του, το δε θέρος και το φθινόπωρον εις τα βουνά, όπου έχει και τας καθ’ αυτό κατοικίας του· εις τας κωμοπόλεις των Βλάχων τούτων ευρίσκονται και πολλοί έμποροι εξ αυτών· η οικιακή των γλώσσα είναι η Βλαχική διεφθαρμένη, ομιλούσιν όμως όλοι και όλα εις το Ελληνικόν· εις κάποιας κώμας των έχουσι και σχολεία Ελληνικά· η πρωτεύουσα πόλις του λαού τούτου ήτον η Βοσκόπολις, πόλις πλουσία και πολυάνθρωπος· ο φθόνος την κατέστρεψε, και έκτοτε πολλοί εξ αυτών κατέφυγον εις την επικράτειαν του αυτοκράτορος της Αουστρίας, όπου φιλοφρόνως τους υπεδέχθησαν· προ ολίγου εις την Πέσταν εισήγαγον εις την εκκλησίαν και την γλώσσαν των, πλην επροξένησε μεταξύ των άλλων Γραικών σκάνδαλον η τοιαύτη καινοτομία· εις δε την Γραικίαν ονομάζουσι τούτους Μοισιόδακας, και κοινώς Μυσοβλάχους, και Κουτζοβλάχους. Μητρόπολις δε τα νυν της Ηπείρου είναι τα Ιωάννινα.» (Ό.π., σ. 159-160).

Ας σταματήσουν, λοιπόν, οι σύγχρονοι Γραικύλοι, τα ψευδολογήματά τους περί… Μοισιοδακών ««ρουμανόφωνων κατοίκων της βόρειας Βουλγαρίας», διότι αδυνατούν να κατανοήσουν ότι οι κύριοι δημιουργοί του Νέου Ελληνισού, όπως ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ, υπήρξαν οι Μοισιόδακες ή Μυσοβλάχοι, ή Κουτζοβλάχοι, ή Γραικοβλάχοι, ή Αρμάνοι-Βλάχοι, τουτέστιν οι Ελληνόβλαχοι. Το γιατί ο Ρήγας Βελεστινλής γράφει την Τσερναβόδα ως πατρίδα του «ομόφυλου» και «ομόγλωσσού» του Μοισιόδακα, ορθώς βεβαίως, ας το αναζητήσουν στα έγγραφα των Αρχείων της νυν Ρουμανίας, ώστε να ιδούνε το πως και το γιατί την κατοικούσαν Ελληνόβλαχοι Μοισιόδακες. Τα άλλα που ισχυρίζονται οι σύγχρονοι «ακαδημαϊκοί μελετητές», ας τα πουν στον εαυτό τους, μήπως και… αυτοπειστούν… Ας δούνε και ας μας πούνε το γιατί η χρηματοδότηση της έκδοσης της σπουδαίας Παιδαγωγίας του Μοισιόδακα έγινε υπό του Μοισιόδακος «Κυρίου Κυρίου Θεοδώρου Εμμανούλου Γκίκου του από Μοσχοπόλεως». το 1879. Απλά, καθαρά, και ξάστερα…

banner-article

Ροη ειδήσεων