Γιώργης Έξαρχος: Από αφορμή ένα μυθιστόρημα της Κατερίνας Τσιάνα – Πανταζίδου για τους αδελφούς Μανάκια
———
Από αφορμή ένα προσφάτως κυκλοφορήσαν βιβλίο της Κατερίνας Τσιάνα-Πανταζίδου, Το φως της φλόγας – Ιστορικό μυθιστόρημα, Εκδ. Μέθεξις, Θεσσαλονίκη 2021, θα ήθελα να πω δυο λόγια και για τη δική μου «ενασχόλησης» με αυτούς τους δύο σημαντικούς δημιουργούς, πρωτοπόρους του Βαλκανικού Κινηματογράφου, και σημαντικούς φωτογράφους, με έργο παγκόσμιο, αθάνατο, πρωτοποριακό, οικουμενικό. Μα να εκκινήσω με τη συγγραφέα και το έργο της.
Η Κατερίνα Τσιάνα-Πανταζίδου, με προγονική ρίζα από το βλαχοχώρι Αβδέλλα (νυν νομού Γρεβενών), περάτωσε εξατάξιο Γυμνάσιο στη Λάρισα, ολοκλήρωσε πανεπιστημιακές σπουδές «στο Χημικό» του Α.Π.Θ., και συνέχισε την επαγγελματική της διαδρομή ως χημικός στο Γενικό Χημείο του Κράτους. Η αγάπη της για τα βιβλία και την ανάγνωση την οδήγησαν στο να «στήσει» στη «νυφούλα του Θερμαϊκού» Θεσσαλονίκη –όπου ζει μόνιμα– το βιβλιοπωλείο «Μυθιστορία», χώρο ο οποίος λειτούργησε ως μια από τις πρώτες Λέσχες Ανάγνωσης στην Μακεδονική Μεγαλούπολη.
Η αγάπη της για τα γράμματα και η δαιμόνια φαντασία της την οδήγησαν στις ατραπούς της δημιουργικής γραφής και της λογοτεχνίας, έτσι ‘ώστε να εμφανίζεται σήμερα ως συγγραφέας έξοχων πνευματικών καταθέσεων: –Τα τραγούδια του Μεγάλου Χορού της Αβδέλλας 1996. –Από τα χειμαδιά στα Βλαχοχώρια 2005. –Από τον Τύρναβο στη Λάρισα 2007. –Νταλιάνα 2010. –Σταυραδέρφια 2013. –Ο δρόμος της αρετής 2014. –Αναθύμηση 2018.
Το τελευταίο βιβλίο της «ΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΦΛΟΓΑΣ», μικρού σχήματος, σελίδες 312, είναι μυθιστορηματική αφήγηση της ζωής, της δράσης και του έργου των δύο Αβδελιωτών αδελφών Γιαννάκη και Μίλτου Μανάκια, σημαντικότατων διεθνώς καλλιτεχνών φωτογράφων, και πιονέρων του Βαλκανικού Κινηματογράφου, καθότι είναι οι πρώτοι που «γύρισαν κινηματογραφική ταινία» στη Βαλκανική, το 1905, στην ιδιαίτερη πατρίδα τους – την Αβδέλλα, τις «Υφάντρες», με «πρωταγωνιστές» τις γυναίκες του στενού οικογενειακού τους κύκλου (γιαγιά, μάνα, αδελφές), συγγένισσες και συγχωριανές. Και στη συνέχεια, αποτύπωσαν με τον φακό του, τον φωτογραφικό και τον κινηματογραφικό, τα σπουδαιότερα κοινωνικά, πολιτικά και πολεμικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στη Βαλκανική! Από τα τέλη του 19ου αιώνα έως και τα μέσα του 20ού αιώνα. Όχι άδικα, θεωρούνται από τους σύγχρονους ειδήμονες του Σινεμά, ως οι πρωτοπόροι του εθνογραφικού ντοικμαντέρ παγκοσμίως, και από τους πρωτοπόρους του «πολεμικού ρεπορτάζ», με τις αποτυπώσεις που έκαναν κατά τους Βαλκανικούς πολέμους και τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο.
Στις τέσσερις πηγές πληροφόρησής της, η συγγραφέας έχει και ένα από τα πρώτα μου βιβλία έκδοσης του 1991, «Αδελφοί Μανάκια…», των εκδόσεων Γαβριηλίδης, Αθήνα, με υλικό συλλεγμένο με μόχθο μετά από πολύχρονη έρευνα, εγκωμιασμένο από την κριτική, και εξαντλημένο εδώ και δεκαετίες, και σε καλλιτεχνική επιμέλεια του φίλου και πρωτοπόρου των γραμμάτων μας Λεωνίδα Χριστάκη (Λεώ/Λεό), που μου έκανε και το εκδοτικό «συνοικέσιο» με τον Σάμη Γαβριηλίδη, μετέπειτα εκδότη μου.
Στις σελίδες του βιβλίου της η συγγραφέας αποπειράται να αναπαραστήσει τους τόπους, τα πρόσωπα και τους κοινωνικούς χώρους μέσα στους οποίους έζησαν, έδρασαν, κινήθηκαν, δημιούργησαν και μεγαλούργησαν οι δύο αδελφοί, από τα έτη της γέννησής τους έως τα έτη του θανάτου τους. Το «μυστικό» της γραφής της είναι ότι κατά την αφήγησή της δίνει τη δομή της «βλάχικης οικογένειας», την ιεραρχία των προσώπων και των ρόλων που τη διέπουν, τις βασικές επιδιώξεις των οικογενειακών μελών, αλλά και τα φυσικά και ανθρωπογενή περιβάλλοντα στα οποία «καλλιτέχνησαν» και που φαντάζουν σαν κόσμοι ενός απώτερου άγνωστου παρελθόντος. Έτσι, ο αναγνώστης μπορεί να «εικονογραφήσει» με τη φαντασία του την παλαιά Αβδέλλα, τα Γιάννινα, τη Θεσσαλονίκη, την Μπίτολια (το Μοναστήρι, στη γειτονική χώρα λίγο πιο βόρεια από τη Φλώρινα), αλλά και τόπους μακρινούς, όπως το Βουκουρέστι, το Παρίσι, το Λονδίνο και άλλες, στις οποίες οδηγήθηκαν από τις καλλιτεχνικές ανησυχίες τους οι δύο αδελφοί.
Η ροή της αφήγησης είναι όμορφη, σαν ένα καλογραμμένο παραμύθι, και φρονώ ότι ο αναγνώστης έχει να μάθει πολλά για τους δύο αδελφούς – χωρίς ωστόσο η μυθιστορία να υποκαθιστά την ιστορία. Είναι ένα λάθος που το διαπράττουν πολλοί.
Η Κατερίνα Τσιάνα-Πανταζίδου, με το έργο της αυτό, θαρρώ ότι τιμά με τον καλύτερο τρόπο δύο μέγιστους οικουμενικούς συμπατριώτες της (συγχωριανούς της), «υπηρέτες» δύο τεχνών που δεν έχουν σύνορα και οι οποίες δεν έχουν σχέση με τα «θερμοκήπια» των εθνικιστικών ιδεολογιών, παρ’ όλο που σήμερα τους διεκδικούν για «δικούς» τους τα νεοπαγή Βαλκανικά κράτη. Όμως, οι δύο Αβδελλιώτες, κινήθηκαν στα οικουμενικά οράματα και στα ιδεολογικά χνάρια του Ρήγα Βελεστινλή, ως Βαλκάνιοι πολίτες και πολίτες του κόσμου, ως αληθινά οικουμενικοί Ελληνόβλαχοι.
Για τους αδελφούς Μανάκια πρωτοέγραψε στην αθηναϊκή εφημερίδα «Τα Νέα», στη δεκαετία του 1960, ο δημοσιογράφος Κώστας Σταματίου, μεταφέροντας ουσιαστικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό το τι έγραφε για τους δύο Αβδελλιώτες δημιουργούς, μια Γαλλική Εγκυκλοπαίδεια, η οποία τους κατέτασσε στους πρωτοπόρους του Βαλκανικού και του Παγκόσμιου Κινηματογράφου, με τις αξιόλογες «ταινίες» που είχαν «γυρίσει».
Τη σκυτάλη την άρπαξε στη δεκαετία του 1980, ο Αβδελλιώτης φίλος, νομικός και δικηγόρος αείμνηστος Χρήστος Παπαγιάννης (1957-2016), ο οποίος βάλθηκε να τους ανακαλύψει και να τους αποκαλύψει στο ευρύ κοινό στην Ελλάδα, με άοκνες αναζητήσεις και έρευνα στην αναζήτηση πληροφοριών για τη ζωή των δύο αδελφών, και για το συνολικό έργο τους (φωτογραφίες και φιλμάκια), εντός και εκτός ελληνικών συνόρων. Στον Χρήστο οφείλεται και η ελληνική μετάφραση ενός «σκοπιανού βιβλίου» για τους Μανάκια (μεταφράστρια η εξαδέλφη μου Ελευθερία Πανάγου), και τα χειρόγραφα αυτής της μετάφρασης «διένεμε αφειδώς» σε διάφορους, οι οποίοι «γύρισαν ντοκιμαντέρ» και «εξέδωσαν βιβλία», χωρίς να κάνουν καμιά αναφορά στα «χειρόγραφα» της μετάφρασης και στον συγγραφέα! Αυτά, προς δόξα της δεοντολογίας… η οποία κουρελιάστηκε, και… δοξάστηκε εν τη απουσία της.
Ευτυχώς που ένας σεμνός και λαμπρός κινηματογραφιστής, ο Φώτος Λαμπρινός, στο πολύ σπουδαίο «Πανόραμα του αιώνα», έδωσε από τον δίαυλο της κρατικής ΕΡΤ, σε διάφορα «επεισόδια» δείγματα κινηματογραφικής γραφής των Μανάκια, με υλικό που βρήκε και έφερε στη χώρα μας από τα Κινηματογραφικά Αρχεία γειτονικών χωρών, και έτσι πλέον μάθαμε οι Έλληνες, για το πόσο σπουδαία γεγονότα κινηματογράφησαν έξοχα οι δύο Αβδελλιώτες αδελφοί. Του είμαστε ευγνώμονες.
Ο Παπαγιάννης, ήταν τότε η «ψυχή» του Συλλόγου Αβδελλιωτών Τυρνάβου, και πρωτοστάτησε, πέρα από την ανάδειξη των αδελφών Μανάκια, ως νομικός-δικηγόρος και στην ίδρυση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πολιτιστικών Συλλόγων των Βλάχων, και σε αυτό το δευτεροβάθμιο Όργανο αποτέλεσε επί σειρά ετών και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Ας το έχουν υπ’ όψιν τους οι σημερινοί «ταγοί» αυτού του Οργάνου («Βλαχόφωνοι» που… δεν μιλούν βλάχικα!), οι οποίοι θα κάνουν πολύ καλά να αφιερώσουν ένα ετήσιο «Αντάμωμα» της ΠΕΠΣΒ στη μνήμη του Χρήστου Παπαγιάννη, ο οποίος με ελάχιστους άλλους υπήρξε στους θεμελιωτές της ΠΟΠΣΒ.
Η φιλία μου με τον Χρήστο με οδήγησε κι εμένα ως συνοδοιπόρο σε αυτήν την όμορφη διαδρομή και στην έρευνα για τους αδελφούς Μανάκια, έρευνα που απέδωσε γλυκείς καρπούς, που τους μοιράστηκα με το ευρύ αναγνωστικό κοινό μέσα από τις σελίδες της Ελευθεροτυπίας και της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας, από τις σελίδες των περιοδικών Σχολιαστής και Φωτογράφος,, και από τις Επτά Ημέρες της Καθημερινής, και σαφώς το μεγάλου όγκου και σχήματος «Αδελφοί Μανάκια…», το 1991, των εκδόσεων Γαβριηλίδης.
Και έκλεισε αυτός ο «κύκλος» με το CD-ROM των Εκδόσεων Καστανιώτη, για τους αδελφούς Μανάκια, και με τη συνδρομή φίλων, έργο για το οποίο νοιώθω ιδιαίτερα υπερήφανος. Πήρε σάρκα και οστά τούτη η προσπάθεια με τον καλλιτεχνικό μόχθο του Γιώργου Σορολοπίδη (των εκδόσεων Καστανιώτης), παλαιού φίλου και συντρόφου και από τους πιο σεμνούς πρωταγωνιστές στο Πολυτεχνείο το 1973, αλλά λόγω σεμνότητας έως και σήμερα… αφανής! Αλλά σταθερά, ως άνθρωπος… ακέραιος!
Όλα τούτα τα εξομολογούμαι δημόσια, από αφορμή «Το φως της φλόγας».
Γιώργης Έξαρχος.
Σημείωση Φαρέτρας: Με αφορμή την παραπάνω δημοσίευση μπορείτε να διαβάσετε δυο κείμενα για τους αδελφούς Μανάκια που αναρτήθηκαν στη Φαρέτρα. Του Γιώργη Έξαρχου ΕΔΩ και του Τάκη Γκαλαΐτση ΕΔΩ