Γιώργης Έξαρχος “Ελευθερία ή Θάνατος” σημαίνει Μεσολόγγι…
Της Μαυρηγής μοναχογιέ, αγροίκε Καβαλάρη
που στου πολέμου τις φωτιές –αιώνιε αναστενάρη–
χορεύεις με τον «μαύρο» σου, κρατώντας το δρεπάνι
και παίρνεις νιους και γέροντες – και πάλι δεν σου φτάνει,
φαίνεται δεν το σκέφτηκες εδώ που έχεις έρθει
πως κάθε συναγωνιστής και σύντροφος κατέχει
ένα κομμάτι τ’ ουρανού –τμήμα αθανασίας
δείγμα ανδρείας υψηλής και άδολης θυσίας–
και τη χαρίζει άφοβα την ύστατη ρανίδα
του αίματός του ο καθείς για λεύτερη πατρίδα·
γι’ αυτό και βλέπεις πως εδώ εύκολα δε νικιούνται,
γιατ’ όλοι με τον θάνατο ολημερίς φιλιούνται·
φονεύεται ο αδελφός κι ο αδελφός τον θάβει
και τον πατέρα του ο γιος τον βάζει ’κεί στο πλάγι,
κι όλοι –θαρρείς πως– τρέχουνε στον ίδιο δρόμο μόνοι·
δεν τους λυγίζει ο θάνατος, πίκρες, πείνες και πόνοι
κι ούτε ο χάρος δεν μπορεί αυτούς να τους δαμάσει
όταν τη ζούνε τη ζωή… σαν κάτι που ’χουν χάσει!…
Έχει ο βίος νόημα – λεύτερα όποιος ζήσει
αλλιώτικα η μόρα, ευθύς, θα του τονε στερήσει…
Εδώ που ήρθες, κοίταξε στη λιμνοθάλασσά μου
άκουσε την ανάσα μου, στοχάσου τα παιδιά μου·
ένα προς ένα διαλεχτά, όλα αντρειωμένα
έχουν πυρσό τη λευτεριά, δεν είν’ αλλοπαρμένα·
«Ελευθερία ή Θάνατος», και στους εχθρούς χιμούνε
ωσάν γεράκια ή χείμαρροι· και σένα όταν δούνε
σε χαιρετούν λεβέντικα, χωρίς φόβο κανένα
σε θεωρούνε τίποτα, σαν δροσουλίτη… ψέμα!
Όλοι ’ναι λεύτεροι εδώ –οι Πολιορκημένοι–
σαν το μελίσσι εργατικοί, σαν μια γροθιά σφιγμένη
σαν τ’ αηδόνια ευαίσθητοι, σαν τα κοράκια μαύροι
σαν τους αετούς περήφανοι, που ως τ’ ουρανού την άκρη
μπορούν και φτερουγίζουνε και πάλι εδώ γυρνούνε
να ’χουν πατρίδα λεύτερη και τόπο για να ζούνε
χωρίς αφέντες τύραννους, δίχως δυνάστες πλέον·
κι είν’ ο καθείς αδούλωτος, γενναίος ως κι ο λέων
διότι είν’ απόγονοι των μυθικών Ελλήνων
κι αυτή τη γη την κατοικούν… πριν τον καιρό εκείνων!
Της Μαυρηγής[1] μοναχογιέ κραυγές, φωνές και φθόγγοι
όλα σου λεν ξεκάθαρα, «εδώ ’ναι Μεσολόγγι»…
……………….
[1] Στα δημώδη άσματα: Μαυρηγή = ιερή μεγάλη μάνα, «που τρώει τους νιους και χαίρεται τις νιες και καμαρώνει … … που τρώει παιδιά απ’ το σχολειό κορίτσ’ απ’ τη δασκάλα …»