«-Θεια, έφκιαξις του μπόλ(ι); -Ούι, ούι, ούι! Κο, αυτά είνι τ’ διαβόλ(ι)…» / γράφει η γκουστιρίτσα
«-Θεια, έφκιαξις του μπόλ(ι); -Ούι, ούι, ούι! Κο, αυτά είνι τ’ διαβόλ(ι) …»
Α! Κο, του αναθιματισμένο
του μπόλ(ι) δε θα του φκιάξου
μι του ‘πιν ι Αρχάγγιλους
αλλιώς, λιέι, θα τα … τνάξου!
Μία φουνή ιξ ουρανού
κατέβκι μέσ’ στου σπίτ’!
Μι λιέει «Κο, μην αμπουλιαστείς».
Έφκιανι του μισίτ’.
Ήτανι ι Αρχάγγιλους
τουν έστειλι ι Θιός
πειδής ιγώ είμι Χριστιανή
μη μ’ εβρ’ ου «οξ’ απού δως!».
«Κοίτα καλά, Αμιρσούδα …»
μι λιέγει μι βάθους η φουνή
Κο, άμα μπουλιαστείς
ι διάβουλους θε να σι βρει!
Μαζί, κο, μη τν ινιέσα
του αίμα σ’ θα γέν’ διαβουλικό
κι απ’ του θάνατου τα δόντια
θα παρς του μιρτικό.
Τα νύχια σ’ θα σι πέσουν
Θα βγάλτς, κο, κι μουστάκια
Αμερσούδα μ’ Χριστιανή
κο, δε σι λιέου μπαρδάκια!
Ιμένα μ’ έστειλιν ι διάκους
δια να σι προυκάμου
Αααχ! Αμ ιδείς τι γένιτι
στς ουρανούς απάνου!
Γιόμσι ου τόπους μι διαβόλ’
απού ‘νι μπουλιασμέν’
μι σκόρδα μπιρδικλιούμαστι
τι να φκιάσουμι οι καημέν’;
Αυτοί, κο, είν αντίχριστ’
κι πώς να τς αντικρύσου;
Κι τρέχου ι Αρχάγγιλους
καλιέ, να τς θυμιατίσου.
Αμιρσούδα, σι το λιέω
φκιάσι πουλλιές μιτάνις
Κι μην αμπουλιαστείς
μη σ’ έρθουνι ταμπλάδις.
Απετάξω τω Σατανά
Χριστιανή μ’ Αμιρσούδα
και μην ακούς τς γιατρούς
Σι λιέω είνι μπούρδα.
Σι ήρθα αυτουπρουσώπους
γω, ι Αρχάγγιλους, τζιούπ!
Δεν ήθιλα να τα μαθς
απού του φέις μπουκ!
Τώρα θα στείλου κι sms
σι όλνους τς χριστιανούς
κο, αν δεν ινιμιρώσ’ ι Αρχάγγιλους
πού να τς πάει ου νους;
Κινδυνιέβιτι Χριστιανοί
κι μην ιμπουλιαστείτι ντιπ
κο, ου κουρουνουϊός
ίντους μια απλή γριπ!».
«-Α! Κο, θεια Αμιρσούδα
έλα στα συγκαλά σ’
κι μην ανακατώνις
μι τέτοια τα μυαλά σ’.
Πάνι φκιάσι του μπόλ’
του λιεν οι ειδικοί
γιατί άμα κουλήις
θα φκιάσεις τουμπικί.»
« -Ούι!ούι!ούι! Μάνα μ’
ανάθιμά σι ανηψιά
μι φένιτι πως είσι
τσιράκ’ τ’ σατανά!!»
Μ’ αγάπ’ κι ικτίμισ’ εις πάσαν Χριστιανή κι Χριστιανό
που στου μπόλιασμα δε λιένι: Νο!
Ι γκουστιρίτσα
μπαρδάκια: ψέματα
μπόλ(ι): εμβόλιο