“Η εμφάνιση και δράση των πρώτων εαμογενών αντάρτικων ομάδων στο Βέρμιο και στις όμορες περιοχές” / γράφει ο Στέργιος Αποστόλου
Στις αρχές Σεπτεμβρίου 1941 συνήλθε η 7η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε, κατά τη διάρκεια των εργασιών της οποίας ελήφθησαν αποφάσεις σχετικές με την επίθεση των δυνάμεων του Άξονα κατά της Ε.Σ.Σ.Δ, την αποτυχημένη απόπειρα συγκρότησης ελληνικού εκστρατευτικού σώματος προς ενίσχυση των Γερμανών στο ρωσικό μέτωπο, τα ποικίλα προβλήματα για την ανασυγκρότηση του Κ.Κ.Ε, την μαζική συμμετοχή του ελληνικού λαού στον εθνικοαπελευθε-ρωτικό αγώνα, την δημιουργία ενιαίου αγροτικού κόμματος και την δραστηριοποίηση του κινήματος της νεολαίας.
Αποφάσεις ελήφθησαν, επίσης, και για την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος της χώρας, την ενδυνάμωση της μαχητικότητας των μαζών, την περαιτέρω διεύρυνση των δραστηριοτήτων της Εθνικής Αλληλεγγύης και την μέσω αυτής ενίσχυση των θυμάτων πολέμου και των κρατούμενων στις φυλακές και στα στρατόπεδα αγωνιστών. Ειδικά για την απόφαση που αφορά στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα παραθέτω αποσπασματικά το κατωτέρω κείμενο:
«Πλατύτατος τομέας για μαζική δράση είναι σήμερα το Εθνικοαπελευθερωτικό Μέτωπο. Οι συνθήκες είναι ευνοϊκότατες για την οργάνωση των λαϊκών δυνάμεων σ’ ένα εθνικό μαχητικό σύνολο που θα αντιταχθεί και θα καταπολεμήσει με όλα τα μέσα, τη φασιστική κατοχή. Από κάτω ίσαμε πάνω πρέπει να αποκρυσταλλώσουμε τη συνένωση των εθνικών δυνάμεων, να τους δώσουμε οργανωτική μορφή. Η δουλειά άρχισε και θα προχωρήσει με όσους και όποιους θέλουν να δέχονται να αγωνιστούν για το ξεσκλάβωμα της χώρας. Η πλατιά βάση συνεργασίας στο Εθνικοαπελευθερωτικό Μέτωπο θα’ ναι καταρχήν αγώνας για το διώξιμο του ξένου καταχτητή και για την αποκατάσταση στη χώρα μας μιας κατάστασης ειρήνης και των λαϊκών ελευθεριών, που να κάνει το λαό μας νοικοκύρη στον τόπο του και θα του εξασφαλίσει ψωμί, δουλειά και τα κυριαρχικά του δικαιώματα σ’ όλα τα ζητήματα που αφορούν την τύχη και το μέλλον της χώρας μας. Στο Απελευθερωτικό αυτό Μέτωπο μια από τις πρώτες θέσεις πρέπει να έχουν οι στρατιωτικές δυνάμεις του έθνους, μόνιμοι και έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες, ανάπηροι κ.λπ. Οι δυνάμεις αυτές θα αποτελέσουν τη μαχητική βάση για την τεχνική οργάνωση του απελευθερωτικού μας αγώνα. Μέσα στα λαϊκά στρώματα πρέπει να καλλιεργηθεί με κάθε μέσο η ιδέα για τη συνένωση όλων των εθνικών δυνάμεων (η υπογράμμιση δική μου), με σκοπό την πάλη για την απελευθέρωση της χώρας μας. Ο ελληνικός λαός τη λευτεριά του, κατά πρώτο λόγο, μόνο από το δικό του αγώνα πρέπει να την εξαρτά κι όχι από τη μοιρολατρική προσμονή ξένης βοήθειας…»
(ΤΟ ΚΚΕ. Επίσημα κείμενα, τόμος 5ος, σελ. 46-53. Αθήνα 1981)
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι δεν ήταν στις προθέσεις του Κ.Κ.Ε να δημιουργήσει αντιστασιακό κίνημα αποτελούμενο μόνο από ένοπλες δυνάμεις καθαρά κομμουνιστικές. Το κίνημα αυτό, όπως τονίζεται στην ανωτέρω απόφαση, πρέπει να προέρχεται από τη συνένωση όλων των εθνικών δυνάμεων. Επομένως, θέση σ’ αυτό είχαν και τα αστικά κόμματα, δεξιά και κεντρώα. Αυτά, όμως, θα αποφύγουν να λάβουν ενεργό μέρος στη γενική σταυροφορία για την απελευθέρωση της χώρας, πλην μερικών εξαιρέσεων.
Και όχι μόνον αυτό. Θα επιδοθούν συστηματικά σε μηχανορραφίες είτε σε συνεργασία με την κυβέρνηση της Μέσης Ανατολής και τους Άγγλους είτε με τις ανώτατες γερμανικές στρατιωτικές αρχές στην Ελλάδα, με αντικειμενικό σκοπό να πλήξουν το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα. Καταρρίπτονται άρδην, επομένως, οι αιτιάσεις των αστικών κομμάτων κατά του Κ.Κ.Ε περί δήθεν επιδιωκόμενης αρπαγής από αυτό της εξουσίας στη χώρα. Απεναντίας, επιβεβαιώνονται απολύτως, και κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο, οι προθέσεις του για πανεθνική ενότητα και ομοψυχία …
Εντωμεταξύ, η δράση των πρώτων αντιστασιακών ανταρτικών ομάδων στην Μακεδονία είχε αρχίσει να γίνεται ορατή. Ειδικότερα, κατά το διάστημα μεταξύ 7 με 9 Σεπτεμβρίου 1941, η ομάδα «ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ» επιτίθεται και αφοπλίζει τους σταθμούς Χωροφυλακής Μαυροθάλασσας, Νέας Ευκαρπίας και Δάφνης της επαρχίας Νιγρίτας. Την 13η Σεπτεμβρίου 1944, άλλη ομάδα με το όνομα «ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΙΑΚΟΣ», ανατίναξε την σιδηροδρομική γέφυρα στο χωριό Μουριές Κιλκίς.
Πληροφορία που έχω από παλιό ΕΛΑΣίτη, κάνει λόγο για ύπαρξη και άλλης ανταρτικής ομάδας στο Βέρμιο, την «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΛΟΓΑ», που δρούσε παράλληλα με αυτήν του Μεσόβουνου. Τμήματα της ομάδας αυτής, σύμφωνα πάντα με την ίδια πηγή, ενεργώντας χωριστά, επιτέθηκαν ταυτόχρονα την ίδια ημέρα (13η Σεπτεμβρίου 1941) στους σταθμούς Χωροφυλακής Κατράνιτσας (Πύργων) και Επισκοπής Νάουσας και τους αφόπλισαν.
Κατά την επιστροφή, το τμήμα που είχε προσβάλλει τον σταθμό Χωροφυλακής της Κατράνιτσας, συνέλαβε τον τυχαίως διερχόμενο από εκεί Νομάρχη Πέλλας Επισμηναγό Γεώργιο Θεμελή, ο οποίος είχε τοποθετηθεί στη θέση αυτή από τον επιθεωρητή Νομαρχιών της Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας και πρώην επιτελάρχη του Γεωργίου Τσολάκογλου, Συνταγματάρχη Αθανάσιο Χρυσοχόου. Οι άνδρες αυτού του τμήματος, αφού πυρπόλησαν το αυτοκίνητό του και τον ανέκριναν, τον άφησαν τελικά ελεύθερο, με την απειλητική όμως προειδοποίηση να «κάτσει φρόνημα και να πάψει να συνεργάζεται με τους Γερμανούς στο μέλλον». O Φοίβος Ν. Γρηγοριάδης, αναφερόμενος στον Χρυσοχόου και στον Θεμελή, γράφει:
«Kαι συντελούνται πολλά με τη χρησιμοποίηση στρατιωτικών στις νομαρχίες (συνταγματάρχης Χρυσοχόου, επιθεωρητής νομαρχιών, επισμηναγός Θεμελής, νομάρχης Πέλλης, εκεί όπου δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ο Κάλτσεφ). Άλλο αν θα υπάρξουν υπερβολές αυταπάτης και στον τομέα αυτόν. Με την ιδέα πως θα θελήσουν οι Γερμανοί – με κατάλληλους χειρισμούς – να αποτρέψουν για ελληνικό λογαριασμό, τον βουλγαρικό κίνδυνο ! Σε τέτοιες υπερβολές αυταπάτης, οφείλεται και μια φράσις που θα προκαλέση πάταγο κάποια μέρα. Του νομάρχη Πέλλας:
«Ο εγείρων τα όπλα κατά Γερμανών, δεν είναι Έλλην».
(Φοίβος Ν. Γρηγοριάδης : ΓΕΡΜΑΝΟΙ – ΚΑΤΟΧΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΣ. Τόμος 5ος, σελ. 210. Αθήνα 1973)
Για τον Συνταγματάρχη Αθανάσιο Χρυσοχόου, μας παρέχεται η πληροφορία ότι ο Στρατηγός Iωάννης Πιτσίκας, αρχηγός της στρατιάς της Ηπείρου, τον απέστειλε ως έμπιστο την 17η Απριλίου 1941 στην Αθήνα, προκειμένου να γνωστοποιήσει στο Γενικό Επιτελείο Στρατού τις απόψεις των γερμανόφιλων στρατηγών του Μετώπου για συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς.
(Heinz Richter : ΔΥΟ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (1936 – 1946). Τόμος 1ος, σελ. 120-121. Αθήνα 1975)
Ο διορισμός του Αθανασίου Χρυσοχόου σε μια καίρια θέση, όπως είναι αυτή του επιθεωρητή νομαρχιών Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας, από τον πρωθυπουργό της πρώτης κατοχικής κυβέρνησης Γεώργιο Τσολάκογλου, αναμφίβολα, καταδεικνύει τον βαθμό της ιδιαίτερης εμπιστοσύνης που έτρεφε στο πρόσωπο του πρώην επιτελάρχη του ο τελευταίος.
Αναφερόμενος στην ανταρτική ομάδα του Βερμίου «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΛΟΓΑ», έχω τη γνώμη ότι θα πρέπει να αποτελούνταν κι αυτή από ένοπλους κομμουνιστές Μεσοβουνιώτες, όπως η αντίστοιχη του ίδιου χωριού «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» και ότι αμφότερες, πιθανόν, να ενισχύονταν περιστασιακά στις δραστηριότητές τους από τους Ναουσαίους κομμουνιστές που περισυνέλεγαν εγκαταλειμμένο οπλισμό στην περιοχή Μεσόβουνου με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Κολίντζα (Κολοκοτρώνης) και βοηθό του τον Χριστόφορο Πάσχο.
Υπάρχουν, επίσης, πληροφορίες ότι, περί τα μέσα Σεπτεμβρίου 1941, ολιγομελής ομάδα ανταρτών του νότιου Βερμίου προσέβαλε τη φρουρά της γέφυρας του Αλιάκμονα. Οι Γερμανοί απέστειλαν ενίσχυση από τη Βέροια, η οποία, όμως, δεν έφθασε στον προορισμό της, γιατί έπεσε σε ενέδρα ανδρών της ίδιας ανταρτικής ομάδας.
Ήδη, παρά τα αντιθέτως λεγόμενα ότι η εμφάνιση των πρώτων ανταρτικών ομάδων στο Βέρμιο αρχίζει περί τα τέλη του 1942 με αρχές 1943, από μαρτυρίες που συνέλεξα, προκύπτει ότι από τα τέλη του 1941 είχε ήδη αρχίσει μία σε εμβρυακή κατάσταση δράση μεμονωμένων ανταρτών στις ορεινές περιοχές του Βερμίου, με επικεφαλής τον Κολοκοτρώνη, πέραν της δράσης αυτών από το χωριό Μεσόβουνο.
Το Γραφείο Μακεδονίας – Θράκης του Κ.Κ.Ε έδωσε εντολή στον Χρήστο Μόσχο (Πέτρος) να μεταβεί στο Βέρμιο και να έλθει σε άμεση επαφή με τον Κωνσταντίνο Κολίντζα (Κολοκοτρώνης) και τους Μεσοβουνιώτες αντάρτες, προκειμένου να μελετήσει τις υπάρχουσες δυνατότητες για την περαιτέρω ανάπτυξη και διεύρυνση του ανταρτικού κινήματος στην περιοχή αυτή.
Εντωμεταξύ, οι Ναουσαίοι Χρήστος Παλαμάς (Μαύρος) και Βασίλειος Μπαμπάτσης (Γρανίτης) θα εξακολουθήσουν να παραμένουν προς το παρόν στη Νάουσα, ασχολούμενοι μυστικά με την περισυλλογή οπλισμού από το Βέρμιο. Κατά διαστήματα, όμως, εύρισκαν την ευκαιρία με τους ένοπλους Ναουσαίους που είχαν τεθεί στη διάθεσή τους, να προσβάλλουν αστραπιαία μικρούς στόχους και ακολούθως να επιστρέφουν στη Νάουσα.
Η υποτυπώδης αυτή ένοπλη δράση εκδηλώνονταν για κάποιο διάστημα, χωρίς η Χωροφυλακή και οι αρχές κατοχής να αντιληφθούν τίποτε. Αργότερα, όταν οι ανωτέρω θα βγουν οριστικά στο βουνό με τους πρώτους Ναουσαίους αντάρτες, θα ενωθούν με τις υπάρχουσες στο Βέρμιο άλλες ανταρτικές ομάδες και θα αποτελέσουν τα γνωστά συγκροτήματα. Την 22α Σεπτεμβρίου1941, αντάρτες της ομάδας «ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΙΑΚΟΣ» προσβάλλουν αιφνιδιαστικά γερμανικό αυτοκίνητο στο δημόσιο δρόμο Λαγκαδά – Θεσσαλονίκης. Σκοτώθηκαν 3 Γερμανοί και κάηκε το αυτοκίνητο.
Η 27η Σεπτεμβρίου 1941 αποτελεί, πράγματι, ορόσημο στην ιστορία της Εθνικής Αντίστασης, γιατί, την ημέρα αυτή, ιδρύθηκε το Εθνικό Απελευθερωτικό μέτωπο (Ε.Α.Μ), στους κόλπους του οποίου εντάχθηκε η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Την 23η προς 24η Οκτωβρίου 1941, ισχυρή γερμανική δύναμη ανερχόμενη σε 2500 άνδρες κυκλώνει το χωριό Μεσόβουνο στο Βέρμιο, στο οποίο, όπως έχει προαναφερθεί, υπήρχε και δρούσε δυναμικός αντιστασιακός θύλακας αποτελούμενος από Μεσοβουνιώτες κομμουνιστές αντάρτες.
Θεωρώ απαραίτητο να ανατρέξω στα γεγονότα της 17ης Σεπτεμβρίου 1941 τα οποία συνέβησαν στο χωριό αυτό, προκειμένου να δώσω πληρέστερη εικόνα για τα μετέπειτα διατρέξαντα. Τα μεσάνυχτα αυτής της ημέρας κύκλωσαν το Μεσόβουνο 3000 Γερμανοί, ενισχυμένοι και με άνδρες της Χωροφυλακής από την περιοχή. Ακολούθησε μάχη με τους Μεσοβουνιώτες αντάρτες. Η Περιφερειακή Επιτροπή του Κ.Κ.Ε διαβίβασε εντολή με τον σύνδεσμό της Μήτσο Ιωαννίδη προς τους αντάρτες να μη δώσουν μάχη και να αποσυρθούν στα ορεινά του Βερμίου, γιατί, κατά τις πληροφορίες που είχε, οι Γερμανοί είχαν σκοπό να κάψουν όλη την περιφέρεια.
Οι μαχόμενοι Μεσοβουνιώτες, ανερχόμενοι σε 70 περίπου άνδρες, υπακούοντας στην διαβιβασθείσα εντολή, αποσύρθηκαν εγκαίρως στα ορεινά χωρίς απώλειες, ενώ οι Γερμανοί είχαν 2 νεκρούς και 4 τραυματίες. Οι τελευταίοι αναγκάζονται να αποχωρήσουν από το Μεσόβουνο χωρίς να επιτύχουν τον αντικειμενικό στόχο τους που ήταν η σύλληψη ή εξόντωση των διαφυγόντων ανταρτών. Άφησαν, όμως, φρουρά στο χωριό αποτελούμενη από 300 χωροφύλακες. Από εδώ και στο εξής, ο Νομάρχης Κοζάνης, συνεργαζόμενος στενά με τους Γερμανούς, θα παίξει έναν αισχρό και επαίσχυντο ρόλο, προκειμένου να επιτύχει την επάνοδο των ανταρτών στο Μεσόβουνο.
Απέστειλε και τοιχοκόλλησε ανακοινώσεις σε όλες τις κοινότητες του Νομού, σύμφωνα με τις οποίες αποκήρυττε μόνο 5 Μεσοβουνιώτες, ενώ αμνήστευε όλους τους υπόλοιπους. Συγχρόνως, απέστειλε Επάρχους, Δημάρχους και άλλους διοικητικούς παράγοντες, οι οποίοι, με παραπλανητικές ομιλίες, παρότρυναν τους αμνηστευθέντες καταζητούμενους να επιστρέψουν στις εστίες τους, με την ρητή διαβεβαίωση ότι δεν διατρέχουν κανένα κίνδυνο. Ο Μεσοβουνιώτης Γεώργιος Πετρίδης γράφει σχετικώς:
«Όταν με όλα αυτά τα μέσα κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν τους κατοίκους, ειδοποίησαν τους Γερμανούς. Στις 24 του Οκτώβρη 1941 τη νύχτα κύκλωσαν το Μεσόβουνο 2500 Γερμανοί. Το πρωϊ σαν λυσσασμένοι όρμησαν στα σπίτια και μάζεψαν όλον τον κόσμο στην εκκλησία, χωρίζοντας τους άνδρες από τις γυναίκες, από 15 χρονών έως 65 χρονών. Συνολικός αριθμός που σκότωσαν ήταν 165 άνδρες, ανάμεσά τους 4 δάσκαλοι, ένας Αθηναίος που είχε διορισθεί πριν μια εβδομάδα και άλλοι από διάφορες περιφέρειες Τους σκότωσαν μέσα στην πλατεία και κάψανε όλο το χωριό. Τα γυναικόπαιδα που γλύτωσαν τα εξόρισαν σε διάφορους νομούς»
(Περιοδικό ΕΑΜ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, έκδοση ΠΣΑΕΕΑ, τ. 54/2000)
Εντωμεταξύ, οι δύο ανταρτοομάδες «ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ» και «ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΙΑΚΟΣ» ενώνονται και με επικεφαλής τους Χρήστο Μόσχο (Πέτρος), Ιωάννη Καρυοφίλη (Στάθης), Περικλή Σταματόπουλο (Γιώργος) και Βασίλειο Μελίδη (Βερμιώτης), αποφασίζουν να δράσουν με μεγαλύτερη ένταση στις περιοχές του Καϊμάκτσαλάν και του Πάϊκου, προβαίνοντας στη συγκρότηση και άλλων ανταρτοομάδων. Στη συνέχεια, ο Χρήστος Μόσχος (Πέτρος), σύμφωνα με την εντολή που έλαβε από το Γραφείο Μακεδονίας-Θράκης του Κ.Κ.Ε, έρχεται στο Βέρμιο και αποκτά άμεση επαφή με τον Κωνσταντίνο Κολίντζα (Κολοκοτρώνης) και την ομάδα του, καθώς και με τους Μεσοβουνιώτες αντάρτες που είχαν διασωθεί.
https://odosell.blogspot.com › 2010/10 › blog-post
Ακολούθως, κάλεσε από τη Νάουσα τους Χρήστο Παλαμά (Μαύρος), Βασίλειο Μπαμπάτση (Γρανίτης), Ανέστη Κοντοζή (Ακρίτας) και άλλους και παρόντων των Κολοκοτρώνη και των Μεσοβουνιωτών, συζήτησαν για τις δυνατότητες που υπάρχουν για τη δημιουργία μόνιμων ανταρτικών ομάδων στην περιοχή του Βερμίου … Στη Νάουσα η τοπική κομματική οργάνωση του Κ.Κ.Ε, του Ε.Α.Μ και των εντεταγμένων σ’ αυτό οργανώσεων, καθώς και το συνδικαλιστικό κίνημα του Ε.Ε.Α.Μ, με τη λήξη του έτους 1941, εμφανίζονται να έχουν άρτια συγκρότηση και λειτουργία.
Στις τάξεις της τοπικής Ο.Κ.Ν.Ε έχουν προσέλθει και ενταχθεί αρκετά νέα μέλη τα οποία αργότερα θα εξελιχθούν σε δυναμικά στελέχη. Ενδεικτικά αναφέρονται οι Ιωάννης Μήττας, ο οποίος θα αναπτύξει εξαιρετική δραστηριότητα στις τάξεις της Ε.Π.Ο.Ν και το 1944 θα αναδειχθεί σε μέλος του Προεδρείου της Ε.Π.Ο.Ν Μακεδονίας, Γεώργιος Τσιότσης, ο οποίος θα αναλάβει πρώτος Γραμματέας της Αχτίδας Νάουσας του Κ.Κ.Ε και άλλοι πολλοί.
Ειδικά για την Ο.Κ.Ν.Ε Νάουσας, πρέπει να σημειωθεί ότι κατά την περίοδο αυτή εμφανίζει οργανωτική πληρότητα, οφειλόμενη, πέραν των άλλων, και στις επισκέψεις τις οποίες πραγματοποίησε κατά τα τέλη του 1941 ο Γραμματέας της Ο.Κ.Ν.Ε Μακεδονίας – Θράκης Ευάγγελος Βασβανάς σε πόλεις της δικαιοδοσίας του, μεταξύ των οποίων και η Νάουσα. Σε σύσκεψη του τοπικού τμήματος αυτής της οργάνωσης, μεταξύ των άλλων, ο Βασβανάς αναφέρθηκε και στο ζήτημα της συγκέντρωσης οπλισμού. Επί του θέματος τούτου ενημερώθηκε εκτενώς από τους παρευρεθέντες στη σύσκεψη, Κωνσταντίνο Κολίντζα, Χρήστο Παλαμά, Βασίλειο Μπαμπάτση κ.ά., που εξήραν την πολύτιμη βοήθεια των μελών της τοπικής Ο.Κ.Ν.Ε …
Ήδη, η σποραδική εμφάνιση και δράση των πρώτων ανταρτικών ομάδων σε διάφορες περιοχές του ελλαδικού χώρου, τα γεγονότα στην περιοχή Δράμας, στο Μεσόβουνο και σε άλλες περιοχές και κυρίως, η ίδρυση του Ε.Α.Μ, προξένησαν βαθιά ανησυχία στην κατοχική κυβέρνηση και στις συνεργαζόμενες στενά με αυτήν Διοικήσεις των κατοχικών στρατευμάτων. Αναμφίβολα, οι τελευταίες άσκησαν πίεση στην πρώτη, προκειμένου να προβεί στη λήψη των αναγκαίων μέτρων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης.
Έτσι, μετά από σχετικές διαβουλεύσεις των αρμοδίων παραγόντων, ελήφθη απόφαση για την ενίσχυση του έργου της Χωροφυλακής, με τη συγκρότηση ειδικών βοηθητικών αστυνομικών σχηματισμών αποτελούμενων από πολίτες, οι οποίοι καλούνταν υπό τα όπλα με ειδικά φύλλα επιστράτευσης. Τα βοηθητικά αυτά αστυνομικά σώματα ονομάστηκαν εκατονταρχίες. Οι άνδρες των εκατονταρχιών έφεραν κανονικά τη στολή του χωροφύλακα και ήταν εξοπλισμένοι με όπλα του ελληνικού στρατού τα οποία είχαν κατάσχει οι Γερμανοί μετά τη συνθηκολόγηση. Ο αριθμός των Ναουσαίων οι οποίοι κλήθηκαν ως επίστρατοι χωροφύλακες ήταν ελάχιστος.
Δόθηκε εντολή σ’ αυτούς να προσέλθουν προς κατάταξη στην εκατονταρχία η οποία ανέλαβε ως τομέα δράσης τις ορεινές περιοχές του Βερμίου μεταξύ Βέροιας και Νάουσας. Προορισμός της εκατονταρχίας αυτής ήταν να ενισχύει τα κανονικά αποσπάσματα της Χωροφυλακής στο έργο τους για την καταδίωξη ή εξόντωση των ανταρτοομάδων που είχαν εμφανισθεί στο Βέρμιο. Πολλές φορές, τα μικτά αυτά αποσπάσματα είχαν και τη συνδρομή τμημάτων του γερμανικού ή ιταλικού στρατού, στις περιπτώσεις που κρίνονταν αυτό απαραίτητο. Οι Ναουσαίοι επίστρατοι χωροφύλακες οι οποίοι ανήκαν στην εκατονταρχία του Βερμίου, όταν δεν είχαν υπηρεσία, παρέμεναν στον τόπο κατοικίας τους, υπάγονταν στη δικαιοδοσία της αστυνομίας Νάουσας και σιτίζονταν σε καθημερινή βάση από αυτήν.
Κατά την είσοδο των Γερμανών στην πόλη την 12η Απριλίου 1941, Διοικητής της Αστυνομίας της Νάουσας ήταν ο Μοίραρχος Θρασύβουλος Αστεριάδης, άνθρωπος πράος και, όπως λέγεται, με ανθρώπινη συμπεριφορά προς τους κομμουνιστές αυτής της πόλης που προσάγονταν για ανάκριση ή κρατούνταν στην Αστυνομία. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στην πόλη αυτή άφησε τις καλύτερες των εντυπώσεων… Δύο ή τρεις ημέρες πριν από την είσοδο των Γερμανών στη Νάουσα, κάλεσε στο γραφείο του τον υφιστάμενό του Υπομοίραρχο Ιωάννη Χατζή και του έδωσε εντολή να απολύσει αμέσως από τα κρατητήρια της Αστυνομίας τους δέκα κρατούμενους Ναουσαίους κομμουνιστές, για να μην περιέλθουν στα χέρια των Γερμανών.
Ο Χατζής, απηνής διώκτης των μελών και οπαδών του Κ.Κ.Ε στη Νάουσα, δυσανασχέτησε και αρνήθηκε αρχικά να εκτελέσει την εντολή. Προ της επιμονής, όμως, του προϊσταμένου του υποχρεώθηκε να αφήσει ελεύθερους τους κρατούμενους. Έκτοτε, στις σχέσεις των δύο ανδρών επικράτησε μεγάλη ψυχρότητα. Μετά παρέλευση ορισμένου χρονικού διαστήματος από το γεγονός αυτό, ο Αστεριάδης τίθεται σε διαθεσιμότητα. Από μαρτυρίες Ναουσαίων κάποιας ηλικίας, προκύπτει ότι η θέση σε διαθεσιμότητα του Αστεριάδη, ο οποίος εντωμεταξύ είχε νυμφευθεί με Ναουσαία από την οικογένεια Σπάρτση, οφείλεται σε παρασκηνιακές ενέργειες και μηχανορραφίες του Υπομοιράρχου Ιωάννη Χατζή …
Δεν αποκλείεται, επίσης, στο διάστημα αυτό να περιήλθε εις γνώσιν του η πληροφορία ότι ο Μοίραρχος Θρασύβουλος Αστεριάδης παρέσχε άσυλο για αρκετές ημέρες στο σπίτι των Σπαρτσαίων, πατρικό της γυναίκας του, στον καταζητούμενο από την Αστυνομία Χρήστο Παλαμά (Μαύρος). Στην ενέργεια αυτή προέβη ο Αστεριάδης ύστερα από σχετική παράκληση του Ναουσαίου Κωνσταντίνου Μουμτζίδη, στενού φίλου του Χρήστου Παλαμά, που ήταν σύγαμπρος του Μοιράρχου. Κατόπιν τούτου. ο Αστεριάδης θα εγκατασταθεί οικογενειακώς στη Θεσσαλονίκη.
Επανέρχεται στην ενεργό υπηρεσία μετά τη λήξη της διαθεσιμότητάς του και επανατοποθετείται στη Νάουσα. Σε κάποια περίπτωση που κινδύνευσε σοβαρά η ζωή του από τους ΕΛΑΣίτες, ο Καπετάν Μαύρος (Χρήστος Παλαμάς), μη ξεχνώντας την εκδούλευση που του είχε προσφέρει στο παρελθόν, θα προστρέξει σε βοήθειά του και θα τον απαλλάξει από κάθε κίνδυνο, χρησιμοποιώντας όλη την επιρροή του ως Διοικητής του 1ου Τάγματος του 16ου Συντάγματος Ε.Λ.Α.Σ.
Ο Υπομοίραρχος Ιωάννης Χατζής θα παραμείνει στη Νάουσα και θα συνεχίσει να καταδιώκει με τον ίδιο ζήλο τους Ναουσαίους κομμουνιστές και τις πρώτες ανταρτικές ομάδες στο Βέρμιο. Αργότερα, θα συλληφθεί από τον Ε.Λ.Α.Σ και θα μεταφερθεί στο κέντρο κρατουμένων στην Αριδαία, όπου, μετά από σύντομη παραμονή του σ’ αυτό, θα εκτελεσθεί με άλλους τρεις αξιωματικούς της Χωροφυλακής.
(Δημήτριος Θεοχαρίδης : Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΣΤΙΣ ΦΛΟΓΕΣ (Οκτώβριος 1944 – Φεβρουάριος 1945). Σελ. 59, 89-91. Αθήνα 1966)
Διατύπωσα την άποψη ότι η δράση των ανταρτικών ομάδων στο Βέρμιο άρχισε από τα τέλη του έτους 1941, επικαλούμενος το γεγονός της εμφάνισης την εποχή εκείνη στο χωριό Μεσόβουνο του Κωνσταντίνου Κολίντζα (Κολοκοτρώνης), ο οποίος περισυνέλεγε οπλισμό. Ήδη, αυτή επιβεβαιώνεται πρόσθετα και από ένα άλλο μέρος του κειμένου της Έκθεσης της Επιτροπής Περιοχής Μακεδονίας του Ε.Α.Μ το οποίο έχει ως ακολούθως :
«… Την ίδια εποχή, στα μέσα 1942, στις περιφέρειες Κιλκίς – Βέροια – Έδεσσα και σ’ ολόκληρη περίπου την Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, που εντωμεταξύ είχαν δημιουργηθεί διάφορες απελευθερωτικές ομάδες και ένοπλα αντάρτικα τμήματα και είχε αρχίσει η δράση (Η υπογράμμιση δική μου), σχηματίζονται ΕΑΜικές επιτροπές και το ΕΑΜ εμφανίζεται σαν αυτοτελής πια οργανισμός που οργανώνει και καθοδηγεί τον αγώνα του λαού»
(ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ. Τόμος 1ος, σελ. 85. Αθήνα 1981)
Από την αποσπασματική παράθεση του ανωτέρου κειμένου και κυρίως, με τη χρήση του επιρρήματος εντωμεταξύ, που υποδηλώνει χρονική περίοδο προγενέστερη των μέσων του 1942, προκύπτει αβίαστα ότι στο διάστημα από τα τέλη του 1941 και εντεύθεν, στην περιοχή Βέροιας (νοείται και αυτή της Νάουσας), υπήρχαν και δρούσαν σποραδικά στο Βέρμιο μικρές ανταρτικές ομάδες. Τονίζω με έμφαση την περίπτωση αυτή και της επιρρίπτω ιδιαίτερη βαρύτητα, διότι έχει επικρατήσει η λανθασμένη άποψη ότι η δράση των ανταρτικών ομάδων στο Βέρμιο αρχίζει με την επίθεση την 31η Μαρτίου 1943 κατά της Νάουσας και την κατάληψή της για μισή και πλέον ημέρα, από ανταρτικό τμήμα με επικεφαλής τον Χρήστο Παλαμά (Μαύρος)…
Η αναγγελία της ίδρυσης του Εθνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (Ε.Λ.Α.Σ) αναπτέρωσε το ηθικό και αύξησε τη μαχητικότητα όλων των ΕΑΜογενών ανταρτικών ομάδων οι οποίες υπήρχαν και δρούσαν σε διάφορες περιοχές της χώρας. Στην περιοχή του Βερμίου η παρουσία τους άρχισε να γίνεται ολοένα και περισσότερο εμφανής. Περί τα τέλη Φεβρουαρίου 1942, η Χωροφυλακή, ύστερα από πληροφορία που περιήλθε εις γνώσιν της ότι εικοσαμελής ομάδα ανταρτών έκανε την εμφάνισή της στα ορεινά χωριά του Βερμίου Φυτειά και Αρκουδοχώρι και προέβη στον εφοδιασμό της με τρόφιμα και άλλα είδη, σχημάτισε μικτό απόσπασμα από χωροφύλακες και άνδρες της εκατονταρχίας, το οποίο απέστειλε προς καταδίωξή της.
Το απόσπασμα αυτό απηύθυνε απειλητική προειδοποίηση προς τους κατοίκους αυτών των χωριών να μην επαναλάβουν τον εφοδιασμό των ανταρτών, άλλως θα είχαν σοβαρές συνέπειες. Επιστρέφοντας στη βάση του το απόσπασμα δέχθηκε καθ’ οδόν, από μακρινή απόσταση, τα πυρά της ανταρτικής ομάδας. Η κίνηση του αποσπάσματος να κυκλώσει και εξουδετερώσει την ομάδα αυτή απέβη άκαρπη. Δεν είναι γνωστό ποιος ήταν επικεφαλής των ανταρτών.
Είναι εμφανές πλέον ότι η γερμανόφιλη κατοχική κυβέρνηση του Γεωργίου Τσολάκογλου προσπαθεί με κάθε μέσο να διευκολύνει τους κατακτητές στο πρόβλημα της αντιμετώπισης των ΕΑΜογενών ανταρτικών ομάδων, απαλλάσσοντάς τους από την ανάγκη αποστολής δικών τους στρατιωτικών δυνάμεων προς καταδίωξή τους και χρησιμοποιώντας στη θέση τους τις δυνάμεις της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας. Όπως είναι γνωστό, την περίοδο εκείνη οι Γερμανοί είχαν απόλυτη ανάγκη αποστολής ενισχύσεων στο Ανατολικό Μέτωπο
… Περί τα τέλη Μαΐου με αρχές Ιουνίου 1942, καταφθάνει στη Νάουσα σημαντική γερμανική δύναμη προς ενίσχυση της τοπικής φρουράς … Η ενισχυμένη γερμανική φρουρά της Νάουσας αποφασίζει την εγκατάσταση φυλακίου της στον στρατηγικής σημασίας λόφο του Αγίου Θεολόγου, νοτιοδυτικά της πόλης και σε ελάχιστη απόσταση από αυτήν… Μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του μηνός Μαΐου 1942, ανταρτική ομάδα του Βερμίου ανατίναξε σε πολλά σημεία τμήμα της σιδηροδρομικής γραμμής Κοζάνης – Φλώρινας. Η συγκοινωνία διακόπηκε. Οι Γερμανοί αποκατέστησαν το σιδηροδρομικό δίκτυο μετά από αρκετές ημέρες επισκευαστικών εργασιών.
Στο ίδιο διάστημα, στη Νάουσα άγνωστοι προσέβαλαν νύχτα ομάδα Γερμανών η οποία μετέφερε εφόδια και τρόφιμα με υποζύγια στο φυλάκιο του Αγίου Θεολόγου και την διασκόρπισαν. Τα εφόδια και τρόφιμα που έπεσαν στα χέρια των επιτεθέντων φορτώθηκαν σε μουλάρια και μεταφέρθηκαν σε κρύπτη στο Βέρμιο. Τέλη Μαΐου, από άλλη ανταρτική ομάδα πραγματοποιείται ανεπιτυχής προσβολή γερμανικού τμήματος που κινούνταν ανάμεσα στα χωριά Αγγελοχώρι και Ζερβοχώρι. Οι Γερμανοί αντέταξαν σθεναρή αντίσταση. Επειδή η μάχη συνεχίζονταν με αμείωτη ένταση και υπήρχε κίνδυνος άφιξης εχθρικών ενισχύσεων, οι αντάρτες υποχρεώθηκαν σε ταχεία σύμπτυξη
… Μέσα στον Ιούνιο του 1942, παρατηρείται μυστική άφιξη στη Νάουσα από τη Θεσσαλονίκη και άλλα μέρη, περιορισμένου αριθμού νέων οι οποίοι είχαν αποφασίσει να καταταγούν στον Ε.Λ.Α.Σ. Τους νέους αυτούς προωθούσαν στα ήδη υπάρχοντα μικρά ανταρτικά τμήματα του Βερμίου, κυρίως στη Ντορτόπολη, το Άνω Γραμματικό και αλλού, Ναουσαίοι, μέλη του τοπικού Ε.Α.Μ.Ν. Οι ίδιοι έκαναν και μεταφορά όπλων και πολεμικού υλικού στις ανταρτικές ομάδες. Στα μέσα του μηνός Ιουλίου 1942, επισκέπτεται ξανά το Βέρμιο ο Χρήστος Μόσχος (Πέτρος) ακολουθούμενος και από τον Βασίλειο Μελίδη (Βερμιώτης). Όπως έχει προαναφερθεί, ο Χρήστος Μόσχος υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους της δημιουργίας του κινήματος της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης στα Κρούσια, στο Πάϊκο, στο Καϊμάκτσαλαν και στο Βέρμιο.
Οι εμπειρίες που διέθετε ήταν πολύτιμες, γι’ αυτό, όχι άδικα, είχε αποκτήσει τη φήμη του πιο επιδέξιου οργανωτή ανταρτικών ομάδων. Σε σύσκεψη που συγκάλεσε με τη συμμετοχή του ιδίου, του Βερμιώτη, των Κολοκοτρώνη, Μαύρου, Μπαμπάτση, Μπαρούτα και άλλων, συζητήθηκαν διάφορα θέματα που απασχολούσαν το ανταρτικό κίνημα στο Βέρμιο. Ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε στον τομέα των προσπαθειών για την περαιτέρω ανάπτυξή του, τη βελτίωση του οπλισμού, του πολεμικού υλικού, την προμήθεια ειδών ένδυσης και υπόδησης, καθώς και την αντιμετώπιση των αποσπασμάτων της Χωροφυλακής, των Εκατονταρχιών και των κατοχικών δυνάμεων, που τελευταία είχαν εξαπολύσει άγριο κυνηγητό εναντίον τους.
Προσπάθειες έπρεπε να καταβληθούν και προς την κατεύθυνση της παρεμπόδισης του έργου των κρατικών φοροεισπρακτόρων και των οργάνων της κυβέρνησης του Τσολάκογλου, που καταλήστευαν ασύστολα την αγροτική παραγωγή της περιοχής, κυρίως, την σιτοπαραγωγή, για λογαριασμό των κατακτητών. Συζήτησαν, επίσης, και για τις ενέργειες των διορισμένων κατά τόπους νομαρχών από τον επιθεωρητή νομαρχιών Αθανάσιο Χρυσοχόου, που απέβλεπαν στον προσεταιρισμό και εξοπλισμό χωριών της περιοχής, με σκοπό να τα στρέψουν κατά του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος του ΕΑΜ.
Αποφασίστηκε να δίδεται δυναμική απάντηση σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις, γιατί τα χωριά αυτά, όπως θα αποδειχθεί αργότερα, υπήρξαν τα φυτώρια, μέσα από τα οποία αναδείχτηκαν οι πιο πιστοί και φανατικοί συνεργάτες των κατακτητών. Ο Πέτρος Μόσχος, πριν επιστρέψει, τοποθέτησε στη δύναμη του Αρχηγείου Βερμίου τον Βασίλειο Μελίδη. Μέσα στον μήνα Αύγουστο του 1942, παρατηρείται αυξημένη κινητικότητα των αποσπασμάτων της Χωροφυλακής, των Εκατονταρχιών και των δυνάμεων κατοχής, για την καταδίωξη και εξόντωση των ανταρτικών ομάδων του Ε.Λ.Α.Σ Βερμίου.
Συγκεκριμένα, περί τα μέσα Αυγούστου, τα προαναφερόμενα αποσπάσματα όργωσαν κυριολεκτικά το Βέρμιο και εξαπέλυσαν κύμα εκφοβισμού και τρομοκρατίας κατά των κατοίκων των ορεινών χωριών, για να παύσουν να εφοδιάζουν τις ανταρτικές ομάδες με τρόφιμα, είδη ένδυσης και υπόδησης αλλά και με όπλα, από αυτά που είχαν εγκαταλείψει οι ελληνοβρετανικές δυνάμεις. Δεν παρέλειψαν να κάνουν εξονυχιστικές έρευνες σε σπίτια, αποθήκες, αχυρώνες κ.λπ. για την ανακάλυψη μυστικών κρυπτών όπλων. Όλες, όμως, οι έρευνές τους απέβησαν άκαρπες. Περί τα τέλη του ιδίου μηνός, δύναμη Γερμανών κινήθηκε από την Πτολεμαϊδα με κατεύθυνση προς το Κάτω Γραμματικό, στην περιοχή του οποίου βρίσκονταν ο Κολοκοτρώνης με το τμήμα του.
Οι Γερμανοί έπεσαν σε έντεχνα στημένη ενέδρα του Κολοκοτρώνη, μέσα σε δασική περιοχή που άφηνε από παντού ακάλυπτα τα πλευρά τους, ενώ οι αντάρτες είχαν σπεύσει από νωρίς να καταλάβουν ισχυρές οχυρές θέσεις. Ακολούθησε σύντομη μάχη. Ακολούθως οι Γερμανοί υποχώρησαν και συμπτύχθηκαν σε άλλες θέσεις με κάποιες απώλειες. Μόλις συνήλθαν, έκαναν αντεπίθεση, χωρίς να στεφθεί από επιτυχία αυτή, γιατί τα πυρά των οχυρωμένων και αθέατων ανταρτών τους υποχρέωσαν να υποχωρήσουν για δεύτερη φορά. Εντωμεταξύ, στο διάστημα αυτό, μέρος των γερμανικών δυνάμεων οι οποίες στάθμευαν στη Νάουσα, αναχωρεί αιφνιδίως προς άγνωστο προορισμό, ενδεχομένως για το Ανατολικό Μέτωπο…
Μέσα στο 3ο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου, από διάφορους σταθμούς εξόρμησης επαναλαμβάνονται οι επιχειρήσεις των μεικτών καταδιωκτικών αποσπασμάτων κατά των ανταρτικών ομάδων του ΕΛ.Α.Σ στο Βέρμιο. Μετά την τελευταία επίσκεψη του Χρήστου Μόσχου (Πέτρος) στο ορεινό αυτό συγκρότημα, οι εκεί δρώσες ανταρτικές ομάδες είχαν αναδιαρθρωθεί και αναδιοργανωθεί κατά τέτοιο τρόπο πού είχαν αποκτήσει τη δυνατότητα να ελίσσονται, να αμύνονται και να πραγματοποιούν συχνότερα επιθέσεις και πράξεις δολιοφθοράς.
Άλλωστε, ημέρα με την ημέρα, η αριθμητική τους δύναμη αυξάνονταν ολοένα και περισσότερο με την προσχώρηση στις γραμμές τους νέων ανταρτών από διάφορα μέρη, οι οποίοι, ύστερα από ολιγοήμερη αλλά εντατική εκπαίδευση, έπαιρναν όπλο στο χέρι. Τα μεικτά καταδιωκτικά αποσπάσματα, παρ’ όλες τις προσπάθειες που κατέβαλλαν και τη φορά αυτή να πλήξουν καίρια και να διαλύσουν τις ομάδες αυτές, συνάντησαν ισχυρή αντίσταση και εύστοχα πυρά από μέρους τους, με αποτέλεσμα να επιστρέψουν και πάλι άπρακτα στις βάσεις τους …
Εντωμεταξύ, περί τα τέλη Οκτωβρίου 1942, τμήμα του Ε.Λ.Α.Σ του συγκροτήματος Βερμίου, κατόπιν ενέδρας, επιτέθηκε σε περιοχή μεταξύ Αμυνταίου και Έδεσσας σε ομάδα Γερμανών, οι οποίοι συνόδευαν φορτηγό γερμανικό αυτοκίνητο και κάρα φορτωμένα με τρόφιμα και άλλα είδη. Μετά την εξουδετέρωση της ομάδας συνοδείας, οι αντάρτες πυρπόλησαν το αυτοκίνητο και επέτρεψαν στους πολίτες που συνόδευαν τα κάρα να φύγουν, αφού προηγουμένως μεταφόρτωσαν σε μουλάρια για τις ανάγκες τους μεγάλο μέρος των μεταφερόμενων ειδών.
Μέσα στον μήνα Νοέμβριο του 1942 παρατηρείται αυξημένη προσέλευση ατόμων για κατάταξή τους στις ανταρτικές ομάδες του Ε.Λ.Α.Σ Βερμίου. Πολλοί από αυτούς ήταν έφεδροι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί του αστικού στρατού. Όσοι έρχονταν στη Νάουσα, προωθούνταν στις ορεινές περιοχές με ευθύνη των τοπικών οργανώσεων του Ε.Α.Μ, οι οποίες έθεταν στη διάθεσή τους τους απαραίτητους συνοδούς. Τα ίδια πρόσωπα που εκτελούσαν χρέη συνοδού, τις περισσότερες φορές, μετέφεραν και οπλισμό, πυρομαχικά, υγειονομικό υλικό, τρόφιμα, ιματισμό και άλλα είδη. Ιδίως, την περίοδο αυτή που οι καιρικές συνθήκες ήταν εξαιρετικά δυσμενείς, ο εφοδιασμός των ανταρτικών ομάδων με τα ανωτέρω είδη ήταν απολύτως αναγκαίος.
Αναφέρω, ενδεικτικά, μερικά ονόματα τέτοιων συνοδών, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν μέλη του Ε.Α.Μ.Ν Νάουσας, όπως, οι Στέργιος Βαρθολομαίος, Δημήτριος Μπουρλίδης, Βασίλειος Δήμπαλας, Νικόλαος Καραπέτσας, Στέργιος Κουτσογιάννης, Δημήτριος Μπαντόλας, Δημήτριος Μπιλιούρης, Γεώργιος Καστανιώτης, Νικόλαος Σιώπης, Νικόλαος Βλάχος, Ελένη Σακαλή, Μαίρη Μελανίδου, Καλλιόπη Σταμάτη κ.ά. Υπεύθυνοι των αποστολών αυτών, κατά κανόνα, ανελάμβαναν οι Δημήτριος Πράπας, ενεργητικός και ακούραστος νεολαίος και Δημήτριος Σαπουντζής, παλιό και δραστήριο μέλος της κομματικής οργάνωσης Νάουσας του Κ.Κ.Ε. …
Εντωμεταξύ, ο καταγόμενος από την Νάουσα Χρήστος Παλαμάς (Μαύρος), ήδη από τις αρχές φθινοπώρου του 1942, είχε εγκαταλείψει την τακτική των μικρής εμβέλειας ένοπλων μυστικών δραστηριοτήτων του και είχε βγει οριστικά στο Βέρμιο με μικρή ανταρτική ομάδα. Μαζί με τον Κωνσταντίνο Κολίντζα (Κολοκοτρώνης) που είχε σχηματίσει ομάδα από τα τέλη του 1941, τους Μεσοβουνιώτες αντάρτες, τον Μπαρούτα κ.ά, άρχισαν να κάνουν εμφανή την παρουσία τους στο Βέρμιο. Η δράση τους κατά των κατοχικών δυνάμεων μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 1943, θα αυξηθεί και θα προβληματίσει σοβαρά τη γερμανική στρατιωτική διοίκηση της περιοχής.
Ειδικότερα, την 5η Ιανουαρίου 1943, άνδρες του τμήματος του Μαύρου προσβάλλουν με επιτυχία γερμανικό φυλάκιο κοντά στη Σκύδρα. Μετά από δύο ημέρες, κοντά στο εξοπλισμένο από τους Γερμανούς χωριό Πελαργός, διερχόμενη γερμανική δύναμη υφίσταται αιφνιδιαστική επίθεση από το τμήμα Κολοκοτρώνη. Σοβαρές υπήρξαν οι απώλειες των Γερμανών, οι οποίοι, εκτός τούτου, εγκατέλειψαν μετά τη φυγή τους στο πεδίο της μάχης αρκετό οπλισμό και πολεμικό υλικό. Την 24η Ιανουαρίου 1943, ο Κολοκοτρώνης προσβάλει κατόπιν ενέδρας έξω από την Έδεσσα γερμανική φάλαγγα που συνοδεύονταν από οπλισμένους συνεργάτες των Γερμανών. Οι Γερμανοί, μετά από κάποιες απώλειες, βρήκαν αμέσως το χρόνο να ανασυγκροτηθούν και συνέχισαν την αντίστασή τους. Οι ανταρτικές δυνάμεις υποχρεώθηκαν σε άμεση σύμπτυξη μετά την εμφάνιση ισχυρής εχθρικής ενίσχυσης.
Την 30ή Ιανουαρίου 1943, άνδρες του τμήματος Κολοκοτρώνη προσπάθησαν να εισέλθουν στο χωριό Χωροπάνι (Στενήμαχος) Νάουσας, για προμήθεια τροφίμων. Υποχρεώθηκαν, όμως, να δώσουν σύντομη μάχη με μεικτό απόσπασμα Γερμανών και χωροφυλάκων που βρίσκονταν εκεί. Παρά την υπεροχή των αντιπάλων σε άνδρες και οπλισμό, κατόρθωσαν τελικά, χωρίς απώλειες, να φορτώσουν σε μουλάρια αρκετά τρόφιμα και να συμπτυχθούν. Την 4η Φεβρουαρίου 1943, δύναμη Ιταλών κινήθηκε από Αμύνταιο και μπήκε στο χωριό Κατράνιτσα (Πύργοι), όπου επιδόθηκε στη λεηλασία των σπιτιών με το πρόσχημα της κατ’ οίκον έρευνας για την ανακάλυψη ανταρτών και όπλων.
Σύνδεσμος της τοπικής κομματικής οργάνωσης του Ε.Α.Μ, ειδοποίησε τα τμήματα του Ε.Λ.Α.Σ που βρίσκονταν κάπου στην περιοχή. Δύο διμοιρίες, μία του Μαύρου και μία του Κολοκοτρώνη, έστησαν ενέδρα έξω από το χωριό. Οι Ιταλοί, κατά την αποχώρησή τους από το χωριό, αμέριμνοι και χωρίς να έχουν λάβει μέτρα προφύλαξης, αιφνιδιάστηκαν και δεν μπόρεσαν να αντιδράσουν έγκαιρα. Τράπηκαν αμέσως σε φυγή αφήνοντας στο πεδίο της μάχης άφθονο πολεμικό υλικό. Δεν είναι γνωστές οι απώλειές τους. Τα μεταγωγικά που έπεσαν στα χέρια των ανταρτών φορτωμένα με λεηλατηθέντα είδη και τρόφιμα επιστράφηκαν στους κατοίκους του χωριού.
Τέσσερις ημέρες αργότερα, έξω από το χωριό Φλαμουριά Έδεσσας, μικρή γερμανική εφοδιοπομπή υφίσταται αιφνίδια επίθεση από ενεδρεύον ανταρτικό τμήμα του Βερμίου. Μετά από σύντομη συμπλοκή, οι Γερμανοί υποχωρούν με απώλειες. Στα χέρια των ανταρτών περιήλθαν σαν λάφυρα, εκτός από τον οπλισμό και τα πυρομαχικά, και τα υποζύγια των Γερμανών τα οποία ήταν φορτωμένα με είδη ξυλείας κ.λπ. Περί τα μέσα Φεβρουαρίου1943, Λόχος Ιταλών κατευθύνθηκε προς τα χωριά Πελαργός, Κομνηνά, Περδίκας, Ανατολικό και άλλα. Οι κάτοικοι του Πελαργού, που είχαν εξοπλισθεί από τους Γερμανούς, τους υποδέχτηκαν εγκάρδια και συνεργάστηκαν μαζί τους για τον τρόπο αντιμετώπισης των τμημάτων του Ε.Λ.Α.Σ στην περιοχή.
Στα χωριά Περδίκας, Ανατολικό κλπ. οι Ιταλοί, με υπόδειξη των οπλισμένων αντιδραστικών κατοίκων των ίδιων χωριών, προέβησαν σε συλλήψεις και εκτελέσεις ΕΑΜικών αγωνιστών. Σύνδεσμοι ειδοποίησαν αμέσως τον Κολοκοτρώνη, ο οποίος κινήθηκε αστραπιαία και κατόπιν ενέδρας τους προσέβαλε κατά την επιστροφή τους στη βάση τους. Η μάχη υπήρξε σκληρή. Πρέπει να σημειωθεί, ότι οι Ιταλοί αντέταξαν σθεναρή και πείσμονα αντίσταση. Τελικά, ο Κολοκοτρώνης διέταξε την υποχώρηση του τμήματός του. Οι απώλειες των ανταρτών ανήλθαν σε τρεις νεκρούς και πέντε τραυματίες. Άγνωστες οι απώλειες των Ιταλών, οι οποίες, όπως εκτιμάται, θα πρέπει να ήταν σοβαρές.
Μετά από μία εβδομάδα περίπου, δύναμη Γερμανών της Νάουσας ενισχυμένη και από τμήμα χωροφυλάκων της τοπικής Αστυνομίας, προσπάθησε να ανέλθει στα δυτικά από την πόλη χαμηλά υψώματα του Βερμίου προς καταδίωξη των ανταρτών. Σε δύσβατη και απόκρημνη τοποθεσία δέχτηκε αιφνίδια πυρά από τμήματα του Ε.Λ.Α.Σ τα οποία είχαν καταλάβει οχυρές θέσεις στο σημείο εκείνο. Μετά από δίωρη ανταλλαγή πυρών, οι Γερμανοί και οι χωροφύλακες υποχώρησαν και επέστρεψαν άπρακτοι στη Νάουσα. Δεν είναι γνωστές οι απώλειές τους.
Κατά την περίοδο αυτή, τα χωριά της Βέροιας Μελίκη, Βεργίνα και Παλατίτσια με απεσταλμένους τους ζήτησαν από τον Σαράντη Πρωτόπαπα (Κικίτσα), Συγκροτηματάρχη του Ε.Λ.Α.Σ, ο οποίος δρούσε στην Περιοχή Περίων – Β. Ολύμπου, να τα επισκεφθεί. Το αίτημα έγινε αποδεκτό και ένα τμήμα του ανωτέρω Συγκροτήματος διατάχτηκε να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Συγχρόνως, το τμήμα αυτό είχε και την εντολή να επιδιώξει να έλθει σε επαφή και με τα τμήματα του Ε.Λ.Α.Σ Βερμίου. Προφανώς, ο Κικίτσας, με τη συνεργασία των Αρχηγείων Ε.Λ.Α.Σ Πιερίων και Βερμίου, απέβλεπε στη διεύρυνση της ένοπλης δραστηριότητας των ανταρτικών τμημάτων τα οποία δρούσαν σ’ αυτές τις περιοχές.
(Σαράντη Πρωτόπαπα-Κικίτσα : Χη ΜΕΡΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΕΛΑΣ. Σελ. 97. Αθήνα 1978)
Το οπλισμένο από τους Γερμανούς χωριό Νεόκαστρο στην περιοχή της Βέροιας, δέχεται την 23η Φεβρουαρίου 1943 επίθεση από τμήματα του Ε.Λ.Α.Σ Βερμίου. Μετά από πολύωρη μάχη, οι αντάρτες πέτυχαν να κάμψουν την ισχυρή αντίσταση των κατοίκων του χωριού και τμήματος της χωροφυλακής που προσέτρεξε σε βοήθειά τους και να μπουν σ ’αυτό. Στη μάχη αυτή, οι χωρικοί και οι χωροφύλακες είχαν 12 νεκρούς και αρκετούς τραυματίες. Στα χέρια του Ε.Λ.Α.Σ περιήλθε αρκετός οπλισμός, πυρομαχικά και άλλα εφόδια …
Tις πρώτες πρωινές ώρες της 31ης Μαρτίου 1943, πριν ακόμη ξημερώσει, σύμφωνα με το εκπονηθέν σχέδιο δράσης, εκδηλώνεται επίθεση των τμημάτων του Ε.Λ.Α.Σ Βερμίου κατά της Νάουσας, με την προσβολή των γερμανικών στόχων και της τοπικής Χωροφυλακής. Η μικρή φρουρά των γερμανικών αποθηκών στο Νοσοκομείο της πόλης αιφνιδιάζεται κυριολεκτικά, χωρίς καν να προλάβει να αντιτάξει την παραμικρή αντίσταση. Συλλαμβάνονται αιχμάλωτοι όλοι οι εντός του Νοσοκομείου Γερμανοί και περιέρχονται στα χέρια των ανταρτών οι αποθήκες. Στην επίθεση κατά του κτιρίου της Χωροφυλακής, μετά τους πρώτους πυροβολισμούς, οι χωροφύλακες, υψώνουν λευκή σημαία και παραδίδονται αμαχητί στους αντάρτες, μαζί με τον ατομικό οπλισμό τους.
Μερικοί χωροφύλακες, μάλιστα, εκδηλώνουν την πρόθεσή τους να καταταγούν αμέσως στον Ε.Λ.Α.Σ. Η επιθυμία τους γίνεται δεκτή από τους επικεφαλής των ανταρτικών τμημάτων. Τους επιστρέφεται αμέσως ο ατομικός οπλισμός τους και εντάσσονται κανονικά στα τμήματα αυτά. Όμως, το ανταρτικό τμήμα που προσέβαλλε τον γερμανικό λόχο στο κτίριο του Γηπέδου, παρά τις ηρωικές προσπάθειές που κατέβαλε, δεν επέτυχε να κάμψει την αντίσταση των Γερμανών. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της μάχης, ο αντάρτης Βησσαρίων Νικολής (Λαρισινός), κατέπεσε νεκρός βληθείς από γερμανική σφαίρα …
Ο δικηγόρος και έφεδρος ανθυπολοχαγός Θεόφιλος Σιμανίκας, γιος του Ναουσαίου Μακεδονομάχου Ιωάννη Σιμανίκα, μετέπειτα Καπετάνιος του 30ού Συντάγματος Ε.Λ.Α.Σ, εκφώνησε ενθουσιώδη λόγο σε μεγάλο πλήθος Ναουσαίων που συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Καμένα, σήμερα πλατεία Διοικητηρίου, με τον οποίο καλούσε όλους τους ικανούς να φέρουν όπλα νέους να καταταγούν στις τάξεις του Ε.Λ.Α.Σ …
Σε κεντρικό σημείο της πόλης, εκτός από τη συγκέντρωση στην πλατεία Καμένα με ομιλητή τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Θεόφιλο Σιμανίκα, πραγματοποιήθηκε και άλλη συγκέντρωση, εξ ίσου υπολογίσιμη, στο χώρο μεταξύ των γραφείων της τότε Ηλεκτρικής Εταιρείας Ναούσης και του κτιρίου Αγγελάκη, με ομιλητή τον ενθουσιώδη ιερέα του ναού του Αγίου Μηνά Παπα-Χρήστο. Κρατώντας ψηλά το όπλο με το ένα χέρι, εκφώνησε πύρινο λόγο στο συγκεντρωμένο πλήθος με τον οποίο καλούσε τους ικανούς να φέρουν όπλα Ναουσαίους να μη διστάσουν να ενωθούν με τους ελευθερωτές αντάρτες. αγωνιζόμενοι μαζί με αυτούς για την απελευθέρωση της πατρίδας …
Από τις αποθήκες των εργοστασίων ΛΑΝΑΡΑ-ΚΥΡΤΣΗ & ΣΙΑ, οι αντάρτες παρέλαβαν μεγάλες ποσότητες υφάσματος χακί και κουβερτών, που μεταφέρθηκαν και φορτώθηκαν στα υποζύγια των προσφερθέντων εθελοντικά για τη μεταφορά τους Ναουσαίων αγροτών. Μαζί με αυτά, φορτώθηκαν και όλα τα άλλα χρήσιμα γι’ αυτούς είδη που είχαν βρει στις γερμανικές αποθήκες, όπως οπλισμός, πυρομαχικά, κλινοσκεπάσματα, είδη ένδυσης και υπόδησης, τρόφιμα, φάρμακα, κ.λπ.
Τα είδη αυτά, πριν ακόμη αποχωρήσουν από την πόλη, φρόντισαν να τα προωθήσουν προς τα ορεινά κρυσφύγετά τους, σε ασφαλείς κρύπτες. Προηγουμένως, οι καταταγέντες στον Ε.Λ.Α.Σ Ναουσαίοι ντύθηκαν με καινούργιες στρατιωτικές στολές και οπλίστηκαν με όπλα προερχόμενα από τις κυριευθείσες γερμανικές αποθήκες. Αργά το απόγευμα, πριν ακόμα βραδιάσει, οι επικεφαλής των ανταρτικών τμημάτων έδωσαν το σύνθημα της άμεσης αποχώρησής τους από την πόλη. Κατά την αποχώρησή τους, θεώρησαν σκόπιμο να αφήσουν ελεύθερους τους Γερμανούς που είχαν πιάσει αιχμαλώτους. Η ενέργεια αυτή των ανταρτών υπήρξε καθοριστική για τη μετέπειτα τύχη της Νάουσας, γιατί μετρίασε κάπως το μένος των Γερμανών για την επιβολή αντιποίνων στην πόλη …
Εντωμεταξύ, οι χωροφύλακες που είχαν ενταχθεί οικειοθελώς στα ανταρτικά τμήματα ενημέρωσαν τον Μαύρο, ότι τα αρχεία των οργανώσεων Υ.Β.Ε και Π.Α.Ο. Νάουσας φυλάσσονταν στο κτίριο της Αστυνομίας κι ότι τα ηγετικά στελέχη τους Στεφανίδης, Γατσιούλης και Σαρασίδης συνεργάζονταν στενά με αυτήν. Οι τελευταίοι, μέχρι την 31η Μαρτίου 1943, δεν είχαν κατορθώσει να συγκροτήσουν ούτε μια μικρή ένοπλη ομάδα από Ναουσαίους για να την προωθήσουν στο Βέρμιο. Αναζητήθηκαν επίμονα από τους ΕΛΑΣίτες, καθ’ όλο το διάστημα που βρίσκονταν αυτοί στη Νάουσα, αλλά δεν βρέθηκαν. Εικάζεται ότι, ευθύς ως εκδηλώθηκε η επίθεση των ανταρτών, κατέφυγαν σε ασφαλές καταφύγιο μέσα στην πόλη ή διέφυγαν εκτός αυτής.
Σχετικά με τη δύναμη των Γερμανών η οποία στάθμευε στη Νάουσα κατά την ημέρα της επίθεσης των τμημάτων του Ε.Λ.Α.Σ Βερμίου κατά της πόλης αυτής, επειδή από πολλούς εχουν διατυπωθεί διιστάμενες γνώμες, θεωρώ ότι, από όλα τα δημοσιεύματα που αναφέρονται στο θέμα αυτό, εκείνο το οποίο αποδίδει την πραγματικότητα είναι αυτό του Φιλώτα Αδαμίδη (Κατσώνης), Διοικητή Τάγματος και για ένα διάστημα Καπετάνιου του 30ού Συντάγματος Ε.Λ.Α.Σ. Σύμφωνα με αυτό το δημοσίευμα, η συνολική δύναμή των Γερμανών ανέρχονταν αριθμητικά σε ένα Λόχο, στρατωνισμένο στο Γήπεδο και ελάχιστους στο Νοσοκομείο, που αποτελούσαν τη μικρή φρουρά του και τους Γερμανούς γιατρούς που βρίσκονταν σ’ αυτό.
Φιλώτας Αδαμίδης « Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΒΕΡΜΙΟΥ (1941-1944)». Περιοδικό ΝΙΑΟΥΣΤΑ, τεύχη υπ’ αριθ. 76 και 77/1996, σελ. 118-121.
————————
*ΣΤΕΡΓΙΟΣ ΣΠΥΡ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ – ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
ΝΑΟΥΣΑ
Στέργιος Αποστόλου – Βιογραφικά στοιχεία -Εργογραφία (κάνετε κλικ)
Συνέντευξη στη Δήμητρα Σμυρνή για τη Φαρέτρα ΕΔΩ
—————————-
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
(α) Το άρθρο αυτό, με μερικές αναγκαίες προσθήκες, αποτελείται από αποσπάσματα ληφθέντα από το βιβλίο μου «Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΝΑΟΥΣΑΣ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ» (1941-1944). Νάουσα 2006
(β) Η σχετική βιβλιογραφία αναφέρεται στο κείμενο.