Γιάννης Μοσχόπουλος “Το Ρουμλούκι πριν, κατά και μετά την Ελληνική Επανάσταση / Η Επανάσταση της Πιερίας και των Μελικοχωρίων”(17)
1821 – 2021 / 200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
17. Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΠΙΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΛΙΚΟΧΩΡΙΩΝ
Γιάννης Μοσχόπουλος
Το σχέδιο επίθεσης για την κατάληψη της Βέροιας, δυστυχώς, όπως φαίνεται, προδόθηκε. Ο Μεχμέτ Εμίν, που μέχρι τότε είχε συγκεντρώσει ένα πλήθος πληροφοριών για την επαναστατική δραστηριότητα των Ναουσαίων, είχε διατάξει τον τοποτηρητή του Κεχαγιά μπέη να σπεύσει με αριθμό στρατιωτών στη Βέροια.
Ο Κεχαγιά μπέης έστειλε ταχύτατα στη Βέροια δύο τμήματα του στρατού του υπό τους Αλή μπέη και Ταήρ μπέη, οι οποίοι, αφού στρατολόγησαν κι άλλους Οθωμανούς οπλίτες από τα τσιφλίκια των χωριών του Βαρδάρη και του Ρουμλουκιού, έφθασαν στη Βέροια. Μετά δύο ώρες έφτασε και ο Κεχαγιά μπέης εκεί και ετοίμασε την άμυνα της πόλης.
Όταν λοιπόν στις δύο μετά τα μεσάνυχτα της 21.02.1822 οι επαναστάτες Ναουσαίοι υπό τον Καρατάσο, όρμησαν να καταλάβουν τη Βέροια, οι Τούρκοι προειδοποιημένοι, είχαν πάρει όλα τα κατάλληλα αμυντικά μέτρα και τους απέκρουσαν.
Στα τέλη Φεβρουαρίου 1822 στη Σκάλα Ελευθεροχωρίου (σημερινή Ν. Αγαθούπολη), άραξαν δυο Ψαριανά καράβια, που έφεραν πίσω τον απεσταλμένο των Μακεδόνων στην Πελοπόννησο, Νικ. Κασομούλη, με μικρές ποσότητες πολεμοφοδίων.
Ο Κασομούλης ήλθε αμέσως σε συνεννοήσεις με τους οπλαρχηγούς του Ολύμπου και τους μοίρασε πολεμοφόδια. Τότε «[…] όλα τα χωριά του Ολύμπου επαναστάτησαν και καταστράφηκαν, αλλά μόνο το Κολινδρόν εσώθη χάριν της εξυπνάδας των προκρίτων του […]», διότι «[…] απατήσαντες τον βιάζοντα αυτούς εις επανάστασιν καπετάν Διαμαντήν (Αδαμάντιον Ολύμπιον) και υποσχεθέντες ότι εντός εικοσιτεσσάρων ωρών έμελλον να επαναστατήσουν, έσπευσαν εις το διάστημα και ειδοποίησαν τον Απουλαμπού Εμπού Λουμπούτ), και ούτως εστάλη στρατός 6-7 χιλιάδας [κατ’ άλλους 1.500] και κατέλαβεν το Κολινδρόν […]».
Μάταια ο Κασομούλης, ο Διαμαντής και ο Ντίτζιας, προσπάθησαν με μικρή δύναμη τριακοσίων ανδρών να καταλάβουν την οχυρή θέση του Κολινδρού τη νύχτα της 8ης Μαρτίου 1822. Την ίδια νύχτα κάτω στον κάμπο το Ρουμλουκιού οι υπαρχηγοί του Διαμαντή, Καραμήτζιος και Μήτρος Λιάκος (ή Λιακόπουλος, στην ομάδα του αγωνιζόταν και ο Ζήσης Γηδιώτης), είχαν βάλει φωτιά στα χωριά και «η φλόγα ανέβη στους ουρανούς».
Νομίζω ότι τότε κάηκαν αρκετά τούρκικα κονάκια και τσιφλίκια των Μελικοχωρίων. Παράλληλα ο καπετάνιος Γιώργης Συρόπουλος εμπόδισε τουρκική δύναμη να περάσει τον Αλιάκμονα και στρατοπέδευσαν στην απέναντι όχθη. Η νυχτερινή εκείνη επιχείρηση, ήταν η αρχή της νέας ανταρσίας των Μακεδόνων. Από τότε άρχισαν οι εχθροπραξίες στην περιοχή αυτή.
Στις 12.03.1822 έγινε η μάχη στη Δοβρά, κατά την οποία οι επαναστάτες Ναουσαίοι με τον Καρατάσο νίκησαν και απέκρουσαν την επίθεση των Τούρκων.
Τρείς-τέσσερις μέρες μετά την επίθεση στον Κολινδρό (κατά τις αρχές ή στις 13 Μαρτίου), άλλα δύο Ψαριανά καράβια αποβίβασαν στο λιμανάκι του Ελευθεροχωρίου τον φαιδρό και κομψευόμενο Γρηγόριο Σάλλα, διορισμένο από το Δ. Υψηλάντη ως αρχηγό της εκστρατείας στη Mακεδονία, καθώς και αρκετά πολεμοφόδια.
Τον Σάλλα συνόδευε ολόκληρο επιτελείο και Γερμανοί φιλέλληνες για το χειρισμό των κανονιών. Ανάμεσα στους συνοδούς του ήταν και ο γνωστός λόγιος και μοναχός Θεόφιλος Καΐρης. Αμέσως μετά την άφιξή τους άρχισαν οι προετοιμασίες για το συντονισμό του επαναστατικού κινήματος στην κεντρική Μακεδονία και για τη συνέχιση της πολιορκίας του Κολινδρού.
Όλες οι έξοδοι των Τούρκων από τον Κολινδρό αποκρούονταν από τα ελληνικά σώματα που τους πολιορκούσαν. Οι Γερμανοί φιλέλληνες τοποθέτησαν σε επίκαιρα υψώματα δύο κανόνια και βομβάρδιζαν την κωμόπολη. Οι κανονιές αχολογούσαν με βροντερούς αντίλαλους που ξεχύνονταν προς το Βέρμιο και σε όλη την πεδιάδα του Αλιάκμονα και του Αξιού ως τη Θεσσαλονίκη, δίνοντας θάρρος στους χριστιανούς.
Με διαταγή του Χουρσίτ πασά από τη Λάρισα της 23.03.1822 διορίσθηκε ο Σουλεϊμάν Κόντο αγάς ως νέος δερβέναγας στον καζά Βεροίας για να αντιμετωπίσει το επαναστατικό πνεύμα που επικρατούσε μεταξύ των Ελλήνων. Ακόμη με διαταγή του βαλή Θεσσαλονίκης της 26.03.1822 απαγορεύτηκε στους Έλληνες να φέρουν «αλβανικές στολές» (δηλαδή φουστανέλες), για να μην συγχέονται με τους επαναστάτες (οι οποίοι προφανώς φορούσαν φουστανέλες).-