“Η φτώχεια πρώτη αιτία αρρώστιας και θανάτου / αναγκαία η αναδιοργάνωση των ιατροκοινωνικών δομών” γράφει ο Τηλέμαχος Χατζηαθανασίου
Τηλέμαχος Χατζηαθανασίου
Μια από τις πολύ σημαντικές προσφορές του Δήμου Βέροιας υπήρξε η παροχή Πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, στις ευπαθείς ομάδες και πρόληψη στον γενικό πληθυσμό.
Ήταν από τους 3 – 4 πρώτους δήμους πανελλαδικά που αποφάσισε να παρέμβει σε θέματα Πρωτοβάθμιας φροντίδας Υγείας, παρά τις ισχυρές επιφυλάξεις που υπήρχαν από μερικές πλευρές. Εκτιμώντας την επερχόμενη οικονομική κρίση, έκρινε ότι έπρεπε να καλύψει ανάγκες συμπολιτών μας που ζούσαν και ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας και προέβη στη δημιουργία ιατροκοινωνικών δομών, πρωτοποριακών για την εποχή.
Κλήθηκαν γιατροί και άλλα επαγγέλματα υγείας, να συνδράμουν ( εθελοντικά ) προκειμένου να εξυπηρετήσουν τους συμπολίτες μας που προανέφερα.
Σήμερα, αντιλαμβανόμενοι τις σύγχρονες ανάγκες που προέκυψαν στην ελληνική κοινωνία λόγω και της συνεχιζόμενης κρίσης, είναι αναγκαία η αναδιοργάνωση των ιατροκοινωνικών δομών.
Ο σημαντικός κύκλος του σημερινού Δημοτικού Ιατρείου φαίνεται να κλείνει. Καθίσταται πλέον αναγκαίο να ανοίξει η βεντάλια της προσφοράς Πρωτοβάθμιας φροντίδας Υγείας στον γενικό πληθυσμό, προκειμένου να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ανάγκες ενός δικτύου υπηρεσιών, το οποίο σε συνδυασμό με τις αποκεντρωμένες κοινωνικές υπηρεσίες, να είναι αντάξιο των σύγχρονων αναγκών πρόληψης.
Η αναδιοργάνωση και αναβάθμιση του Δημοτικού Ιατρείου πρέπει να ακολουθεί την ολιστική αντίληψη που υποστηρίζει ο Π.Ο.Υ, που συνδυάζει πολύ περισσότερα από ένα απλό Δημοτικό Ιατρείο με την μορφή που το γνωρίζαμε μέχρι τώρα, έτσι ώστε ο κάθε πολίτης να έχει τη δυνατότητα να εξυπηρετείται πολυεπίπεδα, σε μία στάση για τις ιατρικές, ψυχολογικές, εργασιακές και νομικές ακόμη ανάγκες.
Αυτό είναι ακόμη πιο σημαντικό εάν ληφθεί υπόψη ότι στην μακρά περίοδο κρίσης που αντιμετωπίζει η χώρα (στην οποία προστέθηκε και η πανδημία), οι απειλές για την υγεία, σωματική και ψυχική, που σχετίζεται με την φτώχεια, την ανεργία, το μεταναστευτικό και γενικότερα την υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας αλλά και δημόσιας περίθαλψης έχουν αυξηθεί σημαντικά.
Από το 1978, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (Π.Ο.Υ) έχει αναγάγει την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας σε ραχοκοκαλιά κάθε συστήματος υγείας, προκειμένου να παρέχεται όχι μόνο εξωνοσοκομειακή περίθαλψη, αλλά και πρόληψη και ιατρικοκοινωνική φροντίδα σε όλο τον πληθυσμό, καθώς είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο πως υπάρχει στενή και αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στα προβλήματα υγείας και στα κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζει κάθε πολίτης.
Η ολιστική αντίληψη για την υγεία, η ανθρωποκεντρική προσέγγιση και η αναγνώριση των ευρύτερων κοινωνικών, περιβαλλοντικών και συμπεριφερικών παραγόντων που επιδρούν στην προστασία της υγείας ή στην πρόκληση της αρρώστιας, αποτέλεσαν τον πυρήνα ενός αναδυόμενου βιοψυχοκοινωνικού μοντέλου για την υγεία, όπου η προστασία και αναβάθμιση της υγείας, δεν είναι μόνο ευθύνη των γιατρών και των λοιπών επαγγελμάτων υγείας, αλλά και ευρύτερων επιστημονικών και επαγγελματικών στελεχών από τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες. Η στενή συνύφανση του κοινωνικοοικονομικού περιβάλλοντος με την υγεία είναι πολύ πιο εμφανής και έντονη σε περιόδους οικονομικής κρίσης, όπως αυτή που διέρχεται η χώρα μας τα τελευταία δέκα χρόνια, στη διάρκεια των οποίων καταγράφεται σαφής επιδείνωση των δεικτών υγείας του ελληνικού πληθυσμού.
Για το που βρίσκεται σήμερα η πρόληψη στην Ελλάδα, μια αχνή αντίληψη μπορεί να έχουμε με έναν από του δείκτες του προφίλ υγείας της Ελλάδας , ο οποίος αναφέρει ότι, υστερούμε έναντι του μέσου όρου της προλαμβανόμενης θνητότητας ,ενώ υπερτερούμε κατά τι, στην θεραπεύσιμη θνητότητα, το οποίο μεθερμηνευόμενο μας δηλώνει ότι έχουμε υψηλό επίπεδο δευτεροβάθμιας φροντίδας ενώ είναι προβληματική η Π.Φ.Υ.
Πέρα από την πρόληψη όπως αναπτύχθηκε διεθνώς και αφορά σύγχρονα νοσήματα που μπορούν να προληφθούν μέσω της καταπολέμησης ή του ελέγχου των παθογόνων παραγόντων, όπως είναι η κακή διατροφή, το κάπνισμα, τα εμβόλια κ.α. (πρωτογενής πρόληψη) και ο προσυμπτωματικός έλεγχος για την έγκαιρη διάγνωση συχνών και κρίσιμων νοσημάτων, όπως είναι τα καρδιαγγειακά, ο καρκίνος του μαστού, του τραχήλου της μήτρας, του παχέος εντέρου, κ.α. (δευτερογενής πρόληψη), η υγεία είναι και κοινωνικό φαινόμενο το οποίο ενσωματώνει την ποιότητα των σχέσεων που διατηρούν οι άνθρωποι τόσο με το περιβάλλον όσο και μεταξύ τους.
Η φτώχεια αποτελεί την πρώτη αιτία αρρώστιας και θανάτου διεθνώς, οι συνθήκες διαβίωσης και εργασίας η ανεργία και ο κίνδυνος απώλειας της εργασίας έχουν σοβαρές επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία. Οι διαπιστώσεις αυτές οδήγησαν στα τέλη του 20ου αιώνα στον ολιστικό προσδιορισμό της υγείας, η οποία βασίζεται στον ορισμό του Π.Ο.Υ. δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση πλέον στην ενίσχυση της σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας, όχι αποσπασματικά αλλά στο πλαίσιο μιας συνολικής ολιστικής αντιμετώπισης των βιολογικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραγόντων που καθορίζουν την υγεία ενός ατόμου ή ενός πληθυσμού.
Μοντέλο λειτουργίας
Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και Ανθρωποκεντρική Προσέγγιση
Οι υπηρεσίες υγείας και η ιατροκοινωνική φροντίδα υπάρχουν για να καλύπτουν τις σχετικές ανάγκες κάθε κοινωνίας. Οι κοινωνίες όμως αλλάζουν και μαζί τους αλλάζουν οι ανάγκες υγείας και οι προσδοκίες του πληθυσμού για περίθαλψη και κοινωνική φροντίδα.
Στη διάρκεια του 20ου αιώνα και παρά το γεγονός ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) είχε από το 1948 ορίσει την υγεία ως την «κατάσταση της πλήρους σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας και όχι μόνο η απουσία ασθένειας ή αναπηρίας», κυριάρχησε το βιοιατρικό μοντέλο στο χώρο της υγείας, το οποίο έδινε έμφαση στη θεραπευτική-νοσοκομειακή περίθαλψη υψηλής τεχνολογίας. Η αδυναμία αυτού του μοντέλου να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τη σύγχρονη νοσηρότητα, όπου κυριαρχούν τα λεγόμενα νοσήματα του πολιτισμού μας, όπως τα καρδιαγγειακά, οι καρκίνοι, οι ψυχιατρικές διαταραχές, τα νοσήματα αναπνευστικού και τα χρόνια νοσήματα, οδήγησε στον αναπροσανατολισμό των υπηρεσιών υγείας για την ανάπτυξη της Πρόληψης και της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) την οποία ο ΠΟΥ προσδιόρισε το 1978 ως:
«Τη βασική φροντίδα που στηρίζεται σε πρακτικές, επιστημονικές και κοινωνικά αποδεκτές μεθόδους και τεχνολογία καθολικά προσβάσιμη στα άτομα και στις οικογένειες στην κοινότητα και σε κόστος που η κοινότητα και το κράτος μπορούν να αντέξουν, ώστε να διασφαλίζεται σε κάθε στάδιο ανάπτυξης, η αυτοδιάθεση και η αυτονομία. Αποτελεί το πρώτο επίπεδο επαφής των ατόμων, των οικογενειών και της κοινότητας με το Εθνικό Σύστημα Υγείας, το οποίο παρέχει τη φροντίδα όσο εγγύτερα γίνεται στο μέρος που τα άτομα ζουν και εργάζονται, ενώ παράλληλα αποτελεί το πρώτο στοιχείο της διαδικασίας της συνεχιζόμενης φροντίδας».
Στο πλαίσιο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) αναπτύχτηκε διεθνώς ο τομέας της Πρόληψης, από τη στιγμή που διαπιστώθηκε ότι πολλά από τα σύγχρονα νοσήματα μπορούν να προληφθούν μέσω της καταπολέμησης ή του ελέγχου των παθογόνων παραγόντων που προαναφέραμε(δευτερογενής πρόληψη).
Όμως, η υγεία εκτός από βιολογικό είναι και κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο ενσωματώνει την ποιότητα των σχέσεων που διατηρούν οι άνθρωποι με το κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον τους, καθώς και μεταξύ τους.
Η νέα αυτή στρατηγική δημοσιοποιήθηκε με την Διακήρυξη της Οττάβας για την Προαγωγή Υγείας (Health Promotion) από τον ΠΟΥ το 1986. Βασικοί στόχοι της Προαγωγής Υγείας τέθηκαν, εκτός από τον αναπροσανατολισμό των υπηρεσιών υγείας, η αναβάθμιση του κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντος που επιδρούν στην υγεία και η υιοθέτηση υγειών στάσεων και συμπεριφορών διαμέσου της Αγωγής Υγείας.
Είναι επίσης σημαντικό να τονιστεί ότι η ανθρωποκεντρική προσέγγιση που αποτελεί μέρος της στρατηγικής αυτής, προϋποθέτει την ύπαρξη μιας σχέσης μεταξύ του ατόμου και του επαγγελματία υγείας, η οποία στηρίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό και την εμπιστοσύνη και, συνεπώς, επιτάσσει την ανάπτυξη των επικοινωνιακών και διαπροσωπικών δεξιοτήτων από πλευράς των επαγγελματιών υγείας. Με τον όρο «πελάτη» στο πλαίσιο της προσέγγισης αυτής εννοούμε τόσο το άτομο, όσο και την οικογένειά του, αλλά και το συγγενικό/φιλικό του περιβάλλον, ενώ με τον ίδιο όρο περιγράφουμε και μία ομάδα ατόμων ή την κοινότητα, όταν αναφερόμαστε σε περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών σε τέτοιους πληθυσμούς. Επίσης, ο συγκεκριμένος όρος υποδηλώνει ότι το άτομο δεν είναι «ο ασθενής», αλλά μια μοναδική προσωπικότητα με ξεχωριστές ανάγκες, οι οποίες δεν αφορούν μόνο την αντιμετώπιση της ασθένειας, αλλά και την προαγωγή και διατήρηση της υγείας και της κοινωνικής ευεξίας του.
Δεν νοείται σήμερα δημοτικό ιατρείο χωρίς γιατρό ενταγμένο σε ένα δίκτυο υπηρεσιών στον Τομέα.Π.Φ.Υ της οικείας Δ.Υ.Πε Ο ν4486/17 αποτελεί μια καλή βάση η οποία με τις αναγκαίες βελτιώσεις μπορεί να αποδώσει προοπτικά τα προσδοκόμενα αποτελέσματα στην Π.Φ.Υ., πάντα με την αναβαθμισμένη συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Σε μια τέτοια προοπτική ο Δήμος μας πρέπει να είναι έτοιμος για την ένταξή του σε έναν ενιαίο φορέα με ιδιαίτερη βαρύτητα στην πρόληψη.
Στην εποχή της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, που αρχίζουμε να απολαμβάνουμε και στη χώρα μας ο συντονισμός των διαφόρων τμημάτων του Το.Π.Φ.Υ μπορεί να οδηγήσουν στη λύση πολλαπλών προβλημάτων σε μια στάση. Κεντρικός πυρήνας στην φιλοσοφία της ανθρωποκεντρικής αντίληψης, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων υγείας, είναι η απεμπλοκή του κάθε πολίτη από την βασανιστική , γραφειοκρατική διαδικασία για την πρόσβαση σε κρατικές δομές προς λύση του προβλήματός του.
Π.Φ.Υ. – ΔΗΜΟΣ ΒΕΡΟΙΑΣ
Αντιλαμβανόμενοι τις νέες ανάγκες που προέκυψαν στην ελληνική κοινωνία λόγω της συνεχιζόμενης κρίσης πρέπει να προσανατολιστούμε στην αναδιοργάνωση των ιατροκοινωνικών υπηρεσιών του Δήμου Βέροιας προκειμένου:
1) Να αναβαθμιστεί η παροχή ιατροφαρμακευτικής φροντίδας. Δεν νοείται σήμερα ιατρείο χωρίς τουλάχιστόν ούτε ένα γιατρό γενικής ιατρικής για να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη συνταγογράφηση. Ουσιαστικά το δημοτικό ιατρείο πρέπει να αποτελεί ΤΟ.Μ.Υ. με αναβαθμισμένο ρόλο λόγω της ύπαρξης των κοινωνικών δομών με τις οποίες πλαισιώνεται ο Δήμος, ενταγμένο σε ένα δίκτυο περιφερειακών μονάδων υγείας με πυρήνα το Κέντρο Υγείας (πρώην ΙΚΑ).
2) Πρέπει να ληφθεί μέριμνα για την ένταξή του στο δίκτυο μιας ολοκληρωμένης περιφερειακής μονάδας Π.Φ.Υ. έτσι ώστε να επιτευχθεί λειτουργική διασύνδεση των ΤΟ.Μ.Υ. μεταξύ τους.
3) Είναι αναγκαίο τα δειλά μεταρρυθμιστικά βήματα στην Π.Φ.Υ. να γίνουν πιο τολμηρά μεταφέροντας αρμοδιότητες και πόρους στην τοπική αυτοδιοίκηση για να αναβαθμιστεί ο ρόλος της στον τομέα της πρόληψης που είναι ο κυρίαρχος στόχος. Στον Ν.4486/17, στη σελίδα δύο (2) ορίζεται το πλαίσιο υπηρεσιών Π.Φ.Υ. το οποίο μεταξύ άλλων αναφέρει:
α)παραπομπές σε δευτεροβάθμια – τριτοβάθμια περίθαλψη, κάτι που με τις σημερινές δομές των υπηρεσιών αντιλαμβανόμαστε πόσο βασανιστική είναι η πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας που παραπέμπονται.
β)διασύνδεση όλων των κοινωνικών υπηρεσιών φροντίδας, συμπεριλαμβανομένων και της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης για να υπάρξει πληρέστερη αντιμετώπιση των προβλημάτων με την συνεργική τους δράση.
γ) οι κοινωνικές υπηρεσίες ευρισκόμενες σε άμεση καθημερινή επαφή με τους συναρμόδιους κατά περίπτωση φορείς να φροντίζουν για την καλύτερη δυνατή λύση στα εργασιακά προβλήματα που ανακύπτουν.
Οι παραπάνω δράσεις υπακούοντας στις αρχές της εγγύτητας και της επικουρικότητας καθιστούν την τοπική αυτοδιοίκηση πιο αποτελεσματική σε θέματα εργασίας ή απώλειας εργασίας.
Το δίκτυο Π.Φ.Υ. (Κέντρο Υγείας – Το.Μ.Υ. – Δημοτικό Ιατρείο – Ιατροκοινωνικών Δομών), με την ολιστική αντίληψη για την υγεία και την ανθρωποκεντρική προσέγγιση θα πρέπει να αντιμετωπίζει σε μία στάση τις ιατρικές, εργασιακές, ψυχολογικές και νομικές ακόμα ανάγκες. Ένα απλό παράδειγμα: διαπιστώνεται ανάγκη μαστογραφίας. Με τις σημερινές συνθήκες η γυναίκα δεν γνωρίζει που, πως και πότε θα ολοκληρώσει την διαδικασία, υφιστάμενη την βάσανο της αναζήτησης. Σε μία όμως προσέγγιση του προβλήματος όπως προαναφέραμε όλα τα στάδια αναζήτησης από τον πολίτη πρέπει να εκλείψουν με την φροντίδα των δομών μιας τοπικής μονάδας υγείας.
Είναι ορθός ο προσανατολισμός του Ν.4486/17 ότι η Π.Φ.Υ. πρέπει να είναι συνδεδεμένη με υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας προκειμένου να παρεμβαίνει αποτελεσματικά σε προβλήματα στέγης, διατροφής, μόρφωσης, κ.α.
Άλλο μεγάλο πρόβλημα της Π.Φ.Υ., όπως προαναφέραμε, είναι η πρόσβαση του κάθε πολίτη σε υπηρεσίες δημόσιας υγείας, οι οποίες είναι διάσπαρτες και ασύνδετες μεταξύ τους. Η λύση βρίσκεται στην λειτουργική τους διασύνδεση έτσι ώστε κάθε Το.Μ.Υ. να απαντά αποτελεσματικά και σύντομα σε παρόμοια προβλήματα των πολιτών.
Δεν μπορεί κανείς να μην αναφέρει πόσο σημαντικές είναι οι υπηρεσίες υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας οι οποίες πρέπει να αντιμετωπίζονται και αυτές σε μία στάση, όπως και άλλες πτυχές των ιατροκοινωνικών προβλημάτων (Το.Μ.Υ.) με την απαραίτητη διασύνδεση και εδώ.
Οι κοινωνικές δομές του Δήμου καθιστούν προνομιακή τη θέση του για να αναλάβει τον ρόλο των παραπάνω δράσεων οι οποίες εμπεριέχουν αρκετά στοιχεία πρωτογενούς πρόληψης.
Για να είναι όμως πληρέστερο το φάσμα ενεργειών της πρωτογενούς πρόληψης είναι αναγκαίο να γνωρίζουμε το προφίλ υγείας του Δήμου μας. Η Ε.Ε. μας έχει αποστείλει το προφίλ υγείας της Ελλάδας το οποίο μπορεί να αποτελέσει έναν οδηγό. Αναμφίβολα υπάρχουν ιδιαιτερότητες που δεν είναι δυνατόν να περιλαμβάνονται στο παραπάνω προφίλ π.χ. μια σημαντική ιδιαιτερότητα του Δήμου μας και της περιοχής είναι η χρήση φυτοφαρμάκων για την οποία θα πρέπει να καταγραφούν οι πιθανές συνέπειες. Άλλο εντυπωσιακό παράδειγμα είναι η αναφορά στο προφίλ υγείας της Ελλάδας ότι οι έχοντες τριτοβάθμια εκπαίδευση σε σχέση με όσους δεν έχουν ολοκληρώσει την δευτεροβάθμια έχουν προσδόκιμο επιβίωσης μεγαλύτερο κατά 6 χρόνια οι άνδρες και 2,4 οι γυναίκες.
Χωρίς την γνώση των ιδιαιτεροτήτων του Δήμου μας δεν είναι δυνατόν να γίνουν με επιτυχία στοχευμένες παρεμβάσεις σε ολόκληρο το πλέγμα των προβλημάτων που μαστίζουν την περιοχή μας. Το Ε.Δι.Π.Υ. στο οποίο είναι μέλος ο Δήμος έχει την τεχνογνωσία για να προχωρήσουμε στο προφίλ του Δήμου μας.
ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗΣ ΠΡΟΛΗΨΗ
Στον τομέα αυτό έχουν γίνει αρκετά, με ενημερωτικές εκδηλώσεις. Είναι όμως επιβεβλημένο να επεκταθεί η δευτερογενής πρόληψη σε δράσεις οι οποίες θα δίνουν διέξοδο στα προβλήματα αναζήτησης και προσβασιμότητας σε υπηρεσίες υγείας από την μία, αλλά θα προσφέρουν λύσεις στο καθαυτό πρόβλημα, π.χ. έχουν γίνει ενημερωτικές εκπομπές για την πρώιμη διάγνωση του καρκίνου του μαστού. Γνωρίζουμε όλοι ότι για κάθε γυναίκα είναι ένας Γολγοθάς πως θα ξεκινήσει τον έλεγχο, πότε, που, με πια οικονομική επιβάρυνση θα κάνει την μαστογραφία της και που θα αναζητήσει την τελική φάση αντιμετώπισης ενός πιθανού προβλήματος.
Επιδίωξη των δομών του Δήμου, στα πλαίσια του δικτύου του τομέα Π.Φ.Υ. , πρέπει να είναι η απαλλαγή της κάθε γυναίκας από τον Γολγοθά που προαναφέραμε , γνωρίζοντας ότι σε όλα τα στάδια της αντιμετώπισης θα έχει δίπλα της ιατροκοινωνική μέριμνα.
Πρώτο βήμα στην όλη διαδικασία, με δεδομένη την ψηφιακή μεταρρύθμιση που συντελείται και στον Δήμο μας, πρέπει να είναι η ηλικιακή κατηγοριοποίηση του γυναικείου πληθυσμού σε σχέση με την ανάγκη μαστογραφικού ελέγχου σύμφωνα με ισχύοντα πρωτόκολλα, όπως άλλωστε συμβαίνει σε πολλές προηγμένες χώρες της Ευρώπης.
Τηρώντας όλους τους κανόνες προστασίας των προσωπικών δεδομένων, με την παραπάνω δράση θα γνωστοποιείται κάθε φάση του απαιτούμενου ελέγχου για πρώιμη διάγνωση πιθανού καρκίνου μαστού.
Στην μεταρρυθμιστική αυτή προσπάθεια του Δήμου μας είναι δεδομένη και η πρόθεση του καθηγητή Κοινωνικής Ιατρικής και Πρόληψης του ΕΚΠΑ κ.Γιάννη Τούντα, να συνδράμει στην προσπάθεια αναδιοργάνωσης ιατροκοινωνικών δομών του Δήμου. Ένα δείγμα της δυναμικής που μπορεί να αποκτήσει ένα δημοτικό ιατρείο αποτελεί και το νέο τύπου δημοτικό ιατρείο Κυψέλης στην Αθήνα. Ασφαλώς και είναι αδύνατο ένα δημοτικό ιατρείο σε μας να μπορεί να αποκτήσει αυτή την μορφή, το σύνολο όμως των τοπικών μονάδων υγείας αλληλοσυμπληρούμενες μπορούν να προσεγγίσουν την φιλοσοφία λειτουργίας του προαναφερόμενου δημοτικού ιατρείου Κυψέλης.
Είναι επίσης δεδομένο ότι το Ε.ΔΥ.Π.Υ , διαθέτοντας σχετική τεχνογνωσία θα είναι αρωγός στην προσπάθεια για το προφίλ του Δήμου μας
Χατζηαθανασίου Τηλέμαχος
Βέροια
Υ.Γ. το παραπάνω κείμενο πρόταση εκφράζει, βέβαια, την ανησυχία για τα κενά του Ε.Σ.Υ., τα οποία με την πανδημία αναδείχθηκαν «μεγαλόπρεπα», αλλά και την πρόθεση να συμβάλει ο καθένας από εμάς στην συνδιαμόρφωση προτάσεων για ένα πληρέστερο σύστημα δημόσιας υγείας.
Η μακρά μας θήτευση στο Ε.Σ.Υ. μας κάνει να πιστεύουμε ότι ο μεγάλος «άρρωστος» του συστήματος είναι η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και το τεράστιο κενό στη πρόληψη, χωρίς να λησμονεί κανείς τις μεγάλες ελλείψεις της Δευτ.Φ.Υ.