*Αυτό σχολίασε ο ανταποκριτής της Libération στην Ελλάδα, Φαμπιέν Περιέ, για την απάντηση του ΥΠΠΟ στο δημοσίευμά του. Την ίδια ώρα μαθαίναμε και για την “περιπέτεια” του Χάρη Θεοχάρη στο BBC.
Το πρόβλημα με την επιστολή ήταν ότι περιλάμβανε το ξινό και «δασκαλίστικο» ύφος που έχει κατά κανόνα η Υπουργός προς τους δημοσιογράφους, μαζί με την τάση να διεκδικεί το δικαίωμα στην απόλυτη αλήθεια, με συμπαγή βεβαιότητα και να υποδεικνύει στους δημοσιογράφους πώς να κάνουν «σωστά» τη δουλειά τους. Το κάνει κατά κανόνα. Επιχείρησε να το κάνει και με τη Liberation. Έγραφε π.χ. μεταξύ άλλων στην επιστολή προς τη γαλλική εφημερίδα η κα Μενδώνη:
«Η Ακρόπολη είναι ένα από τα κορυφαία μνημεία της παγκόσμιας κληρονομιάς. Έχουμε χρέος να το προσεγγίζουμε με τον προσήκοντα σεβασμό και κυρίως παρουσιάζοντας την αλήθεια προκειμένου κάθε πολίτης, αμερόληπτα, να εξάγει τα συμπεράσματά του. Όταν ο κ. Περιέ υποστηρίζει αβίαστα και με περισσή ευκολία την προσωπική του άποψη ότι η Ακρόπολη κινδυνεύει να καταστραφεί για πάντα πρέπει να είναι σε θέση να την τεκμηριώσει». Κι ακόμα: «Ο συντάκτης δεν μερίμνησε ως όφειλε να ελέγξει την αξιοπιστία των πηγών του επιβεβαιώνοντας τα λεγόμενά τους, γι΄ αυτό σε πολλές περιπτώσεις οι πληροφορίες που δημοσιεύει ελέγχονται για την ακρίβεια και την εγκυρότητά τους. Ως εκ τούτου και για την πληρέστερη και αντικειμενικότερη ενημέρωση των αναγνωστών σας θεωρούμε ότι οι απόψεις αυτές δικαιούνται να φιλοξενηθούν, όπως στοιχειωδώς επιβάλλει ο κώδικας της δημοσιογραφικής δεοντολογίας».
Ο κος Περιέ όμως δεν ανήκει στο ελληνικό μηντιακό σύστημα που έχει συνηθίσει εσχάτως σε παρόμοιες συμπεριφορές και είτε τις ανέχεται, είτε τις υποθάλπει κιόλας. Αποτέλεσμα; Σε χθεσινή του εμφάνιση σε ελληνικό κανάλι σχολίασε τα όσα συνέβησαν, δυσμενέστατα για τη συμπεριφορά της Υπουργού. Είπε δηλαδή: «Όταν έλαβα την επιστολή του Υπουργείου Πολιτισμού σχετικά με την έρευνά μου που δημοσιεύτηκε στη Liberation αισθάνθηκα έκπληξη. Είχα δεχτεί και στο παρελθόν επιθέσεις στα κοινωνικά δίκτυα. Αλλά εδώ είχα να κάνω με μια επίσημη ανακοίνωση στην οποία αναφερόταν επιδεικτικά τ όνομά μου.
Η έρευνα μου βασίστηκε σε δημοσιογραφικά κριτήρια. Δεν είναι έκφραση των προσωπικών μου προτιμήσεων. Είναι αποτέλεσμα μιας δουλειάς στο πλαίσιο της οποίας μίλησα με πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους. Μου δημιουργείται η αίσθηση ότι βρισκόμαστε σήμερα στη θέση να μην μπορούμε να ανοίξουμε έναν διάλογο ότι δεν μπορούμε να παρουσιάσουμε διαφορετικές εκδοχές. Και αυτό που με ανησυχεί είναι μια προσπάθεια που στην πραγματικότητα θέλει να κάνει τους δημοσιογράφους να σωπάσουν»
Συμπτωματικά χθες έγινε γνωστή και η «περιπέτεια» που είχε ο Υπουργός Τουρισμού Χάρης Θεοχάρης με άλλο, ξένο δημοσιογράφο. Με τον Stephen John Sackur που παρουσιάζει το HARDtalk, πρόγραμμα με συνεντεύξεις επίκαιρων υποθέσεων στο BBC World News και το BBC News Channel. Σε συνέντευξη που παραχώρησε ο κος Θεοχάρης στον Σάκουρ, ο πρώτος, συνηθισμένος ενδεχομένως από τον ελληνικό μηντιακό «κανόνα» πια, πιο…ομαλών ερωτήσεων που δεν θέλουν δα και να στριμώξουν τον υπουργό-συνομιλητή τους, βρέθηκε απροετοίμαστος και στη δυσάρεστη θέση να πρέπει εξαρχής να απαντήσει σε δύσκολες και τεκμηριωμένες ερωτήσεις.
Ο Σάκουρ ήδη από την εισαγωγή του παρατήρησε ότι ο κος Θεοχάρης βρίσκεται υπό μεγάλη πίεση, διερωτήθηκε αν είναι πολύ νωρίς για να επιστρέψουν οι τουρίστες στην Ελλάδα και επεσήμανε ότι «στην Ελλάδα εμβολιάζετε τους πολίτες με τους πιο αργούς ρυθμούς της Ευρώπης. Όλοι στον κόσμο θα το δουν και θα αναρωτηθούν». Ο Υπουργός Τουρισμού ψέλλισε «Δεν είμαστε…». Ο Σάκουρ επέμεινε «Είστε στις 5 χειρότερες χώρες». Ο κος Θεοχάρης απάντησε αρνητικά. Και ο Άγγλος δημοσιογράφος του επεσήμανε «Φοβάμαι ότι αυτό λένε τα νούμερα», φέρνοντάς τον σε δεινή θέση.
Τί κοινό έχουν οι περιπτώσεις Περιέ και Σάκουρ; Το αυτονόητο. Μπορείς να κρύβεις την αλήθεια από τον ελληνικό Τύπο ή να την «ωραιοποιείς» αλλά όχι από τον ξένο. Η φόρα του μηντιακού ελέγχου, των υπεροπτικών ανακοινώσεων που δεν σηκώνουν αντίλογο και των ειρωνειών, έχουν όρια. Κυρίως δε, έχουν σύνορα.