Γιατροί της Βέροιας στη μάχη της πανδημίας – Η πνευμονολόγος Σοφία Κουπίδου μιλά στη Φαρέτρα
Στη σκληρή μάχη με τον Covid, που ανέτρεψε τις ζωές όλων παγκόσμια, με το φάσμα του θανάτου να απειλεί όσο ποτέ, οι ιδιώτες γιατροί της Βέροιας έδωσαν τη δική τους μάχη πλάι στους νοσοκομειακούς γιατρούς, προσφέροντας κι αυτοί τη γνώση και την εμπειρία τους στον κοινό αγώνα.
Οι πνευμονολόγοι βρέθηκαν εκ των πραγμάτων να συμμετέχουν στη μάχη εντονότερα, αφού ο ιός προσβάλλει τους πνεύμονες, δημιουργώντας πολλές φορές, πέρα από το θάνατο, μη αναστρέψιμες επιπλοκές. Πριν στείλουν ένα περιστατικό στο νοσοκομείο οι πνευμονολόγοι, και οι παθολόγοι, βέβαια, δίπλα τους, είχαν την ευθύνη να το αξιολογήσουν και να το αντιμετωπίσουν. Δύσκολες καταστάσεις σ’ έναν πρωτόγνωρο πόλεμο.
Η πνευμονολόγος Σοφία Κουπίδου, γιατρός με πολύχρονη εμπειρία στην πόλη, και με εξαιρετική, κατά γενική ομολογία, σχέση με τους ασθενείς της, μιλά στη Φαρέτρα για τον δύσκολο αυτόν πρώτο χρόνο της πανδημίας.
Μιλά για την αγωνία των γιατρών μπροστά στο άγνωστο, για την αγωνία των ασθενών, για τα φάρμακα που χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται, για τις ειδικές συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι ευπαθείς ομάδες και ιδιαίτερα οι αναπνευστικά ασθενείς, για τα εμβόλια και τη σημασία τους στη μάχη με τον ιό, για το μήνυμα της αλλαγής που πρέπει να επιφέρει αυτή η πανδημία στον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς όλων μας μέσα στον σύγχρονο κόσμο και στον πλανήτη μας, καταλήγοντας με αισιοδοξία στην αναμενόμενη, γι’ αυτήν, νίκη της Επιστήμης.
Ξαφνικά βρεθήκατε οι πνευμονολόγοι στην πρώτη γραμμή της μάχης με τον κορωνοϊό. Μπορεί, βέβαια, να μην εργάζεστε σε νοσοκομείο, όπου η πίεση είναι ασφυκτική, αλλά και ο ρόλος του ιδιώτη πνευμονολόγου δεν παύει να είναι σημαντικός, αφού ο άμεσος στόχος του ιού είναι οι πνεύμονες. Πως βιώσατε αυτήν την καταιγίδα, με ποια συναισθήματα;
Βρεθήκαμε ξαφνικά όλοι, και εγώ και οι συνάδελφοί μου, μπροστά σε μια πρωτόγνωρη κατάσταση, σε μια θύελλα, που δεν ξέραμε πώς να την αντιμετωπίσουμε. Αντιμετωπίζαμε για πρώτη φορά έναν τόσο επικίνδυνο ιό που προκαλεί τέτοια θνησιμότητα.
Η μεγάλη αγωνία μας ήταν το ότι δεν είχαμε φάρμακα, για να τον αντιμετωπίσουμε. Προσπαθούσαμε να ανταλλάσσουμε γνώσεις μεταξύ μας σ’ όλα τα επίπεδα. Γίνονταν πάρα πολλά webinar, συμμετείχαν γιατροί απ’ όλη την Ευρώπη και τον κόσμο, για να ανταλλάσσουν πληροφορίες, προσπαθώντας να δημιουργήσουμε ένα πρωτόκολλο, για να αντιμετωπίσουμε τον ιό.
Θεωρώ ότι ήταν πάρα πολύ δύσκολο όλο αυτό πού βιώσαμε και συνεχίζουμε, βέβαια, να το βιώνουμε, αλλά δε γίνεται σύγκριση των συναισθημάτων που νιώσαμε τον πρώτο καιρό με τα σημερινά μας συναισθήματα.
Δεν σας κρύβω ότι πολλές φορές τα βράδια δεν μπορούσα να κοιμηθώ με την αγωνία ότι δεν μπορώ να βοηθήσω τους ασθενείς μου. Δεν ξέρω πώς να βοηθήσω τους ασθενείς μου. Με την πάροδο, βέβαια, του χρόνου κάπως ηρεμήσαμε, επανακτήσαμε την ψυχραιμία μας και σίγουρα η εμπειρία των γιατρών των νοσοκομείων, που είχαν τα δύσκολα περιστατικά, μας έκανε περισσότερο ικανούς να βοηθήσουμε καλύτερα τους δικούς μας ασθενείς.
Έχετε μια ιδιαίτερη σχέση με τους ασθενείς σας, κατά γενική ομολογία. Πώς αντιμετώπισαν εκείνοι το φάσμα ενός πρωτόγνωρου και άμεσου κινδύνου για τη ζωή τους και πώς εσείς καταφέρατε από τη μια να τους παράσχετε τις απαραίτητες οδηγίες κι από την άλλη να τους καθησυχάσετε, όσο, βέβαια, ήταν δυνατόν; Πόσο ήταν εύκολο, όταν μάλιστα έχει να κάνει κανείς με ανθρώπους μεγάλης ηλικίας;
Αυτό που ζητούσαν από εμάς οι ασθενείς ήταν να είμαστε κοντά τους. Όταν χτυπούσε το τηλέφωνο και το σήκωνα ο ασθενής αμέσως ανακουφιζότανε. Πάρα πολλές φορές μου έλεγαν «γιατρέ, να σηκώνετε το τηλέφωνο. Όταν μας μιλάτε, νιώθουμε ασφάλεια.»
Νιώθαμε την αδυναμία και το φόβο τους κι εμείς από τη μεριά μας προσπαθούσαμε να κρύβουμε τον δικό μας φόβο, προσπαθώντας να τους στηρίξουμε. Ζητούσα όποιο πρόβλημα παρουσίαζαν στην υγεία τους να το γνωρίζω, να έχω πλήρη ενημέρωση, για να ξέρω πώς θα το χειριστώ. Ήθελα να είναι όσο πιο κοντά γινόταν ο ασθενής με το γιατρό του, γιατί μόνο έτσι θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα.
Σίγουρα οι εικόνες που είδατε σε ακτινογραφίες ασθενών σας ή η κλινική εικόνα τους σας τρόμαξε. Μπορεί να γίνει σύγκριση ανάμεσα στην κατάσταση των ασθενών πριν και μετά τη νόσηση;
Ο ιός αυτό που κάνει συχνά είναι οι αναπνευστικές επιπλοκές, δηλαδή κάνει πνευμονίες. Τα περισσότερα είναι ήπια και μέτρια περιστατικά, αλλά τα βαριά περιστατικά κάνουν βαριές πνευμονίες. Υπάρχει κίνδυνος, σε κάποιους απ’ αυτούς που περάσανε πνευμονίες και πιάσανε πάνω από 50% του παρεγχύματος, να δημιουργηθούνε και επιπλοκές αργότερα, να κάνουν δηλαδή ενδιάμεση ίνωση. Εκεί βρίσκεται και η αγωνία των πνευμονολόγων.
Προσπαθούμε όλοι να βρούμε ένα πρωτόκολλο, για να βοηθήσουμε αυτούς τους ασθενείς. Γιατί, ναι μεν, ξεπερνάνε τον ιό, αλλά μετά έχουν τις επιπλοκές τους. Κι αυτό μεταφράζεται στο ότι αυτοί που θα πάθουν ενδιάμεση πνευμονική ίνωση θα είναι μόνιμα αναπνευστικοί ασθενείς, θα έχουν αναπνευστική ανεπάρκεια. Ο κίνδυνος υπάρχει και για κείνους που μολύνονται από τον ιό χωρίς προηγούμενα αναπνευστικά προβλήματα, μεγαλώνει όμως για τις ευπαθείς ομάδες. Και δεν αναφέρομαι μόνο στους αναπνευστικά ασθενείς, ασθματικούς (Βρογχικό Άσθμα) και πάσχοντες από ΧΑΠ (Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια), αλλά και σε όσους έχουν διάμεσα αναπνευστικά νοσήματα. Αν κολλούσαν, λοιπόν, κορωνοϊό, θα ήταν πολύ πιο δύσκολα τα πράγματα γι’ αυτούς.
Τα ήπια περιστατικά μπορεί να έχουν άλλα συμπτώματα και να μην κάνουν πνευμονίες. Σ’ αυτούς υπάρχουν οι ασυμπτωματικοί και οι συμπτωματικοί, χωρίς όμως να έχουν πνευμονία. Μετά είναι τα μέτρια περιστατικά, που μπορεί να κάνουν πνευμονία, αλλά ο κορεσμός τους – γι’ αυτό ακούγατε συνέχεια στην τηλεόραση για μέτρηση κορεσμού, δηλαδή μέτρηση της οξυγόνωσης – αν ήταν πάνω από 94% ήταν ένα περιστατικό, που μπορούσε να αντιμετωπιστεί πιο εύκολα. Όταν όμως ο κορεσμός έπεφτε κάτω από 94, και η ακτινογραφία έδειχνε πνευμονία, τότε τα περιστατικά ήταν βαριά και αν είχαν πυρετό και ταχύπνοια – πάνω από 30 αναπνοές το λεπτό – ήταν πια περιστατικά που χρειαζόταν νοσηλεία στο νοσοκομείο. Και φυσικά, αν είχαν, πέρα από αναπνευστικά και άλλα νοσήματα, αν ανήκαν σε άλλες ευπαθείς ομάδες, θέλανε οπωσδήποτε νοσηλεία στο νοσοκομείο.
Όσο για την ακτινογραφία, που είδατε στην τηλεόραση, είναι πράγματι μια ακτινογραφία που προκαλεί τρόμο, όταν τη βλέπεις, καθώς οι διηθήσεις είναι πάρα πολλές. Με τον καιρό μπορεί οι διηθήσεις να φύγουνε, αλλά μπορεί και να μη φύγουνε, και να εγκατασταθεί μετά στους πνεύμονες η πνευμονική ίνωση. Αυτόν τον κίνδυνο διατρέχουν οι ασθενείς, που περνάνε βαριά πνευμονία.
Επειδή αναφερθήκατε στο οξύμετρο, θεωρείτε ότι και με ήπια συμπτώματα κορωνοϊού χρειάζεται να έχουν οι ασθενείς οξύμετρο στο σπίτι τους;
Ναι, θεωρώ ότι με τη νόσο Covid το οξύμετρο είναι απαραίτητο στο σπίτι, κυρίως για τις ευπαθείς ομάδες. Κι όταν λέω ευπαθείς, εννοώ τους αναπνευστικά ασθενείς, τους έχοντες καρδιαγγειακά ή σακχαρώδη διαβήτη, υπέρταση ή παχυσαρκία. Εδώ να προσθέσουμε και τους νεφροπαθείς, τους με ηπατική ανεπάρκεια, άτομα που παίρνουν κορτικοστεροειδή, που πάσχουν από αυτοάνοσα, αλλά και που πάσχουν από καρκίνο και είναι ανοσοκατεσταλμένα…
Βέβαια, αυτό θα γίνει όταν υπάρχουν συμπτώματα Covid. Δεν σημαίνει ότι το οξύμετρο θα μπει στην καθημερινότητά μας χωρίς λόγο.
Ποια είναι τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα;
Είναι ο πυρετός – το 80% των ασθενών έχει πυρετό – ο βήχας, η κόπωση και η δύσπνοια, που είναι και τα πιο συνήθη. Μπορεί να υπάρχουν σε μικρότερο ποσοστό μυαλγίες, αρθραλγίες, διαταραχές της όσφρησης, διάρροιες, ναυτία και έμετος.
Οι ηλικιακές ομάδες των πασχόντων σας από τον ιό πού κυμαίνονταν;
Είχα και νέους ασθενείς, αλλά το ποσοστό τους ήταν μικρότερο. Για παράδειγμα είχα περιστατικά 25-35, αλλά το μεγάλο ποσοστό ήταν στις μεγαλύτερες ηλικίες.
Πόσοι περίπου ασθενείς με κορωνοϊό πέρασαν από το ιατρείο σας, πόσοι το ξεπέρασαν στο σπίτι και πόσοι χρειάστηκε να καταφύγουν στο νοσοκομείο;
Πολύ σημαντικό είναι να ενημερώνεις το γιατρό σου έγκαιρα. Περιστατικά που δεν πήγαν καλά οφείλεται στο ότι δεν πήγαν έγκαιρα στο γιατρό. Τα περιστατικά μου που πήγαν στο νοσοκομείο θεωρώ ότι δεν ήταν πολλά. Μπορεί να υποθέσουμε ότι ίσως δεν μου έτυχαν πολλά δύσκολα περιστατικά, αλλά μπορούμε και να προσθέσουμε ότι ζήτησαν και βοήθεια άμεσα.
Πώς, με ποια μέσα και φάρμακα αντιμετωπίστηκαν οι ασθενείς στο σπίτι; Ποια δεδομένα τούς οδηγούσαν τελικά στο νοσοκομείο;
Στο νοσοκομείο πήγαινε ένα περιστατικό, όταν δεν έπεφτε ο πυρετός. Δηλαδή, αν είχανε πάνω από 38,5 για περισσότερο από 48 ώρες και δεν έπεφτε με αντιπυρετικά, αν είχανε ταχύπνοια, (αναπνοές πάνω από 30 το λεπτό), και πτώση του κορεσμού, της οξυγόνωσης, πέρα από την αγωγή που δινόταν, το περιστατικό αυτό ήταν επικίνδυνο να κρατηθεί στο σπίτι.
Ποια φάρμακα χρησιμοποιήσαμε. Αλλάξανε κάποια φάρμακα στην πορεία. Στην αρχή μιλούσανε για τη χλωροκίνη, που μετά έφυγε από το προσκήνιο, μαζί με τη ζιθρομυκίνη. Αυτό που επικρατεί τώρα είναι, όταν είναι ήπια τα πράγματα, και δεν υπάρχει πνευμονία, να παραμένουν οι ασθενείς στο σπίτι με καλή ενυδάτωση και παρακεταμόλη. Η αντιβίωση μπαίνει, όταν υποπτευθούμε ότι υπάρχει και κάποια βακτηριακή λοίμωξη.
Σχετικά με την κολχικίνη, για την οποία τόσα ειπώθηκαν, ποια είναι η άποψή σας;
Στο προσκήνιο ήταν η κολχικίνη από την πρώτη στιγμή. Αυτό που επικρατεί τώρα είναι να δίνεται σε άτομα πάνω από 70 ετών, άσχετα αν έχουν συνοδά νοσήματα ή όχι, ή σε μικρότερες ηλικίες, αν ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες.
Είναι ένα ισχυρό αντιφλεγμονώδες, φάρμακο σε αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα που παίρνουν οι ασθενείς. Για παράδειγμα, δεν μπορεί να δοθεί η κολχκίνη ταυτόχρονα με μακρολίδες. Ένα άτομα που είναι κάτω από 70 και δεν έχει συνοδά νοσήματα δεν χρειάζεται να πάρει κολχικίνη. Απευθύνεται στις μεγαλύτερες ηλικίες και στις ευπαθείς ομάδες. Να προσθέσω ότι χρειάζεται να δίνεται 24 ώρες από τη διάγνωση. Δεν πρέπει να αργήσει η χορήγησή της, γιατί μετά δεν ωφελεί.
Σχετικά με το θέμα της μάσκας, πώς οι ασθενείς σας, που έχουν ήδη πρόβλημα με τους πνεύμονες, την ανέχονται; Πιστεύετε πως πρέπει να φορούν συγκεκριμένη μάσκα, που να αφήνει κάποια αναπνευστική δυνατότητα ή κάτι τέτοιο είναι επικίνδυνο και για τους ίδιους και για τους άλλους;
Η θέση της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας είναι ότι οπωσδήποτε πρέπει να φοράνε οι ασθενείς μας μάσκα, επειδή κινδυνεύουν περισσότερο, καθώς ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες.
Ασθενείς μου ζήτησαν κάποιες φορές να τους δώσω χαρτί, για να μη φοράνε τη μάσκα, τους εξήγησα όμως ότι δεν είναι σωστό, γιατί αυτοί κινδυνεύουν περισσότερο από τους άλλους.
Η μάσκα δεν επηρεάζει την οξυγόνωση. Απλώς δημιουργεί μια δυσφορία, όπως συμβαίνει σε όλους μας. Εξετάζω όλη την ημέρα με τη μάσκα. Δεν μπορώ να πω ότι μου είναι ευχάριστο, αλλά δεν μου δημιουργεί πρόβλημα στην οξυγόνωσή μου.
Τα εμβόλια είναι για την ιατρική κοινότητα, αλλά και για τον κόσμο, η μοναδική ίσως ελπίδα για το αδιέξοδο στο οποίο βρισκόμαστε. Ποια είναι η προσωπική σας άποψη για τη χρήση τους; Το ότι η κυκλοφορία τους έχει τον χαρακτήρα του κατεπείγοντος σάς δημιουργεί επιφυλάξεις; Γιατί ξέρετε ότι υπάρχει ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσοστό του πληθυσμού, που αρνείται τον εμβολιασμό, από φόβο ή καχυποψία.
Τα εμβόλια εξαλείφουν νοσήματα με υψηλή μεταδοτικότητα και υψηλή θνησιμότητα. Είναι ο εύκολος τρόπος, για να μπορέσεις να ελέγξεις ένα υψηλά μεταδιδόμενο νόσημα. Και φυσικά όλα τα εμβόλια, πριν βγουν στην κυκλοφορία, περνούν από τέτοιους ελέγχους, ώστε να είναι και αποτελεσματικά και ασφαλή.
Επομένως ο φόβος που υπάρχει, ότι κυκλοφόρησε κάποιο εμβόλιο πολύ γρήγορα και ίσως δεν έγιναν όλοι οι απαραίτητοι έλεγχοι, ώστε να βγει, δεν ισχύει. Όλες οι εταιρείες έχουν χρηματοδοτηθεί από τα κράτη, για να μπορέσουν να περάσουν απ’ όλα τα στάδια πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι παλιότερα, γιατί υπήρχε ο μεγάλος κίνδυνος από τη μεταδοτικότητα και τη θνησιμότητα αυτού του καινούριου ιού. Δεν μπορεί ένα εμβόλιο να βγει και να μην είναι ασφαλές.
Περνάει τον έλεγχο από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων και παίρνει την έγκριση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Αλλιώς δεν μπορεί να κυκλοφορήσει.
Πιστεύετε ότι η καινούρια τεχνολογία κάποιων, που όπως λέγεται επηρεάζει το DNA – αν βέβαια εκφράζομαι σωστά – προκαλεί μεγαλύτερες επιφυλάξεις για μελλοντικές παρενέργειες, σε σχέση με άλλα που είναι περισσότερο συμβατικά;
Στα πρώτα ανήκουν τα MRNA εμβόλια, όπως της Pfizer. Απ’ όσα έχω διαβάσει και όσα έχουμε συζητήσει οι γιατροί, αυτός ο τύπος δεν τροποποιεί το DNA, γιατί δεν εισέρχεται στον πυρήνα, δεν τροποποιεί τίποτα. Για τους ανοσοκατεσταλμένους, τις εγκύους και τις θηλάζουσες δεν έγιναν ακόμα έρευνες. Αλλά, αν έδιναν κάποιο φάρμακο, θα έδιναν μάλλον ένα MRNA εμβόλιο. Είναι ασφαλής η τεχνολογία του. Και διαβάζω πως σ’ αυτές τις ευαίσθητες κατηγορίες προτείνουν αυτό το εμβόλιο.
Τα άλλα, τα κλασικά εμβόλια, που είναι από ζώντες εξασθενημένους ιούς, γίνονται για να μπορέσει ο οργανισμός να παραγάγει τα αντισώματά του. Και οι δύο προσεγγίσεις είναι ασφαλείς.
Επειδή ακούστηκαν πολλά για το εμβόλιο της AstraZeneca, ότι μπορεί να προκαλέσει θρομβώσεις, να σημειώσουμε ότι έγιναν πάνω από 17 εκατομμύρια εμβολιασμοί μ’ αυτό το εμβόλιο και ήταν μόνο 37 άτομα αυτά που ίσως είχανε κάποιο πρόβλημα, κάποιο θρομβοεμβολικό επεισόδιο, που δεν ξέρουμε τελικά, αν προήλθε κι από το εμβόλιο.
Ποια είναι η άποψή σας σχετικά με τα μονοκλωνικά αντισώματα, ως φάρμακο αντιμετώπισης των ήπια νοσούντων από κορωνοϊό, που, βέβαια, δεν ήρθαν ακόμα στην Ελλάδα, αλλά συζητιούνται ευρύτατα;
Σίγουρα είναι φάρμακο που θα βοηθήσει, ένα όπλο στα χέρια των γιατρών. Μας χρειάζονται, πέρα από τα εμβόλια, φάρμακα να βοηθάμε τους ασθενείς μας. Φυσικά, να είναι και προσεγγίσιμα οικονομικά, για να μπορούν να δίνονται σε όποιος τα χρειάζονται. Τα μονοκλωνικά απ’ ότι διαβάζουμε πρέπει να είναι πολύ ακριβά φάρμακα, αλλά δεν έχουμε ακόμα τις πληροφορίες που χρειάζονται, για να σχηματίσουμε πιο ολοκληρωμένη άποψη.
Πώς βλέπετε να διαμορφώνεται η κατάσταση μετά από έναν χρόνο πανδημίας; Τι έφταιξε και δεν μπορούμε να σηκώσουμε κεφάλι, ιδιαίτερα τους τέσσερις τελευταίους μήνες, που είμαστε και αιχμάλωτοι ενός lockdown, περιμένοντας να λειτουργήσει πιο δραστικά; Ποια λάθη έγιναν και πόσα μπορούσαν να γίνουν, που δεν έγιναν;
Είναι πολύ δύσκολο να διαχειριστείς μια πανδημία, γιατί ο κόσμος – και το κατανοώ – έχει κουραστεί με όλη αυτήν την κατάσταση. Για να αποδώσει ένα μέτρο, πρέπει να τηρείται απ’ όλους. Δηλαδή, δεν μπορεί εγώ να είμαι καλή οδηγός, να βγω στο δρόμο και ο άλλος να μην είναι και να ΄ρθει να με χτυπήσει. Πρέπει τα μέτρα να τηρούνται απ’ όλους, για ν’ αποδώσουν. Και, δυστυχώς, δεν τηρούνται. Είναι ως ένα βαθμό κατανοητό, λόγω της κούρασης, αλλά όχι απόλυτα.
Σίγουρα εκ των υστέρων, όλοι λέμε ότι ίσως έπρεπε να γίνει αυτό ή εκείνο – αυτό πάντα γίνεται – αυτό όμως που είναι σίγουρο είναι ότι θα ήταν αποτελεσματικά τα μέτρα, αν μπορούσαμε να τα τηρήσουμε όλοι.
Λέτε, επομένως, ότι η ατομική ευθύνη παίζει τον μεγαλύτερο ρόλο. Το ότι στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς στοιβάζονται οι άνθρωποι ή ότι δεν γίνονταν, τουλάχιστον τον πρώτο καιρό, τα απαιτούμενα τεστ δεν είναι το ίδιο επιβαρυντικοί παράγοντες;
Χωρίς να προσπαθώ να δικαιολογήσω καταστάσεις, θεωρώ πως από τη μια ο ιός μάς βρήκε απροετοίμαστους, μας αιφνιδίασε, από την άλλη όμως δεν είχαμε και την υποδομή, για να ανταπεξέλθουμε. Δεν είναι μόνο τα ΜΜΜ. Το ίδιο συμβαίνει και με τα νοσοκομεία, με το ΕΣΥ. Προσπαθούμε να βρούμε γιατρούς από τον ιδιωτικό χώρο, για να ενισχύσουμε τα νοσοκομεία. Μπορεί να δόθηκαν περισσότερα κρεβάτια, αλλά πάλι, όταν το Σύστημα φτάνει στα όριά του, η αντιμετώπιση είναι εξαιρετικά δύσκολη. Δεν ήμασταν σαφώς προετοιμασμένοι κι ίσως δεν φανταστήκαμε και τη σφοδρότητα του δεύτερου κύματος.
Πιστεύετε πως θα πετύχουμε το επιθυμητό τείχος ανοσίας πριν από το καλοκαίρι; Τι πρέπει να γίνει για να το πετύχουμε; Αν εμπλουτιστεί η φαρέτρα μας με περισσότερα βέλη, όπως εμβόλια σαν της Johnson ή το Sputnik, θα έχουμε καλύτερα αποτελέσματα;
Όσοι περισσότεροι εμβολιασμοί γίνουν, τόσο πιο γρήγορα θα πετύχουμε το τείχος ανοσίας. Έχω την εντύπωση ότι μέχρι το καλοκαίρι μάλλον θα τα καταφέρουμε. Αν μπουν μάλιστα στη μάχη και άλλα εμβόλια, όπως της Johnson & Johson, που θα μπορεί να γίνει σε φαρμακείο ή από ιδιώτες γιατρούς, χωρίς ιδιαίτερες συνθήκες συντήρησης, θα είναι ένα εύκολο εμβόλιο. Το ίδιο πιστεύω μπορεί να ισχύει και για το Sputnik, αν το φέρουν στην Ελλάδα.
Οι ιατρικές σας γνώσεις και η πολύχρονη εμπειρία, που σας χαρακτηρίζει, σας οδηγεί σε μια αισιόδοξη διαπίστωση για το μέλλον; Θα απαλλαγούμε από τέτοιους επικίνδυνους ιούς με την αλματώδη ανάπτυξη της Επιστήμης, ή το μέλλον προδιαγράφεται ζοφερό;
Πιστεύω πως όσο ο άνθρωπος δεν σέβεται το περιβάλλον θα δημιουργούνται τέτοια σοβαρά προβλήματα. Υπήρξαν και νωρίτερα κορωνοϊοί, δεν είχαν όμως τέτοια σφοδρότητα, ώστε να περάσουμε στην πανδημία. Σαν μέρος της φύσης που είμαστε, πρέπει να την σεβόμαστε. Να μην μολύνουμε την ατμόσφαιρα, τις τροφές μας, το νερό μας, τα δάση μας, ώστε να δημιουργούνται συνθήκες κατάλληλες για την ανάπτυξη τέτοιων επιδημιών. Αν δεν τα κάνουμε αυτά, φοβάμαι ότι θα αντιμετωπίσουμε κι άλλες τέτοιες καταστάσεις.
Τι θα είχατε να πείτε στους συμπολίτες μας μέσα σ’ αυτό το ιδιαίτερο κλίμα που χαρακτηρίζει τις μέρες που ζούμε; Ποιο μήνυμα θα θέλατε να στείλετε;
Θα ήθελα να είναι ψύχραιμοι, αισιόδοξοι, γιατί είναι μια κατάσταση που θα έχει τέλος, Η Επιστήμη αυτήν τη στιγμή κάνει άλματα. Η Τεχνολογία και η Ιατρική προχωρούν μαζί και δεν υπάρχει περίπτωση ένας κορωνοϊός να μας λυγίσει.
Για όλους μας, όμως, το μήνυμα απ’ όλη αυτήν την ιστορία θα είναι ότι πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα λίγο διαφορετικά, να προσέχουμε το περιβάλλον και την υγεία μας, να προσέχουμε τις σχέσεις μας με τους συνανθρώπους μας. Πρέπει να γίνουμε πιο ουσιαστικοί σε όλα.
Οι γιατροί είμαστε πάντα κοντά στον κόσμο. Ποτέ να μην διστάσουν να ζητήσουν τη βοήθεια μας. Εξάλλου διαπίστωσα πως οι γιατροί της πόλης σταθήκανε πολύ κοντά στον κόσμο όλο αυτό το διάστημα και θα συνεχίσουν να είναι κοντά του.
Να μη επηρεάζονται από το διαδίκτυο ή απ’ όλα όσα διαδίδονται και πολλές φορές τους οδηγούν σε εσφαλμένες αντιλήψεις ή κινήσεις. Πάντα να ενημερώνονται από τους γιατρούς κι από επίσημα sites. Χρειάζεται πάντα επίσημη ενημέρωση και τεκμηριωμένη. Κι όλα θα πάνε καλά!