Απόψεις Ιστορία

“1821: Γιορτάζοντας σε εποχή μιζέριας” γράφει ο Γιώργος Μαργαρίτης

————

Γιώργος Μαργαρίτης*

Πριν από εκατό χρόνια, ο επετειακός εορτασμός για την συμπλήρωση εκατό χρόνων από την Επανάσταση του 1821, βρήκε μπροστά του την μικρασιατική στρατιωτική περιπέτεια. Η επάνοδος των φιλο-βασιλικών κομμάτων και δυνάμεων στην εξουσία, λίγους μήνες νωρίτερα, είχε γίνει με σύνθημα το «οίκαδε», τον τερματισμό δηλαδή του πολέμου και την επιστροφή των στρατιωτών από το μέτωπο στις εστίες τους. Οι προεκλογικές υποσχέσεις αποδείχθηκαν  — όπως πολύ συχνά συμβαίνει στα πολιτικά ήθη και έθιμα της αστικής τάξης — απατηλές και ο Μάρτιος του 1921 βρήκε την Ελλάδα σε καθεστώς στρατιωτικών κινητοποιήσεων με την επιστράτευση νέων ηλικιών και την αποστολή στο μικρασιατικό μέτωπο δεκάδων χιλιάδων στρατιωτών.

Οι πρώτες αποτυχίες των ελληνικών όπλων οδήγησαν λίγους μήνες αργότερα σε πανστρατιά η οποία, έφερε μεν τον ελληνικό στρατό μερικά χιλιόμετρα έξω από την Άγκυρα, εξουθένωσε όμως τους Έλληνες και άνοιξε τον δρόμο για το δράμα της Μικρασιατικής καταστροφής, ένα χρόνο αργότερα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο εορτασμός των εκατό χρόνων αναβλήθηκε για πιο πρόσφορες εποχές.

Εκατό χρόνια μετά την επέτειο αυτή, στα διακόσια πλέον χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, η κατάσταση της χώρας δεν αφήνει περιθώρια για πανηγυρισμούς. Αυτή τη φορά η χώρα δεν βρίσκεται σε πόλεμο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχει εξασφαλίσει την ειρήνη ή την ευημερία για τον λαό της, ούτε την αρτιμέλεια της επικράτειάς της. Οι απειλές πλέον δεν αφορούν τον ελληνισμό, στην ευρεία του γεωγραφική και πολιτισμική του εκδοχή, αλλά την ίδια την Ελλάδα, έτσι όπως την διαμόρφωσε η ιστορία.

Μέσα στο 2021, ή έστω λίγους μήνες μετά, η χώρα ετοιμάζεται εξάλλου να γιορτάσει μια ακόμα επέτειο. Την συρρίκνωσή του αριθμού των κατοίκων της κατά ένα εκατομμύριο ανθρώπους από την δημογραφική αιχμή του 2005 ως σήμερα. Μέσα σε δεκαέξι χρόνια δηλαδή. Με τους πρόσφατους ρυθμούς η απώλεια ενός δεύτερου εκατομμύριου μάλλον θα έρθει σε πολύ μικρότερο διάστημα. Δεν πρόκειται για φαινόμενα που ταιριάζουν σε μια «ευημερούσα» χώρα.

Μέσα στο πλαίσιο αυτό η επέτειος προσαρμόστηκε στα ελάχιστα, στο μέτρο της πολύμορφης κρίσης που βαραίνει τη χώρα. Ο πρώτος βωμός στον οποίο θυσιάστηκε η Επανάσταση ήταν αυτός της κομματικής προπαγανδιστικής «επικοινωνίας». Με λίγα λόγια η επέτειος έγινε αντιληπτή ως ευκαιρία αλλοίωσης της πραγματικότητας και των προβλημάτων. Ένα είδος εορταστικού «χάπενινγκ» μέσα από το οποίο θα εξορκιζόταν η θλιβερή κατάσταση της χώρας και του λαού μας και, πιο ειδικά, τα αδιέξοδα μιας εξουσίας η οποία, αφοσιωμένη ολόπλευρα στην εξυπηρέτηση των λίγων, οδήγησε τους πολλούς — και μαζί τους την χώρα — στην απόλυτη απαξίωση και μιζέρια.

Η «Επιτροπή του 2021» ανέλαβε αυτόν το εξωραϊσμό της πραγματικότητας στο ίδιο μέτρο και στην ίδια λογική που λειτούργησε τους περίφημους Ολυμπιακούς το 2004. Ο εξωραϊσμός αυτός, όπως και ο ανάλογος του 2004 βασιζόταν στο επιμελές «μακιγιάρισμα» όλων των προβλημάτων, αδιεξόδων και αντιθέσεων που δημιουργεί η κυρίαρχη πολιτική.

Τα πρόσωπα που ανέλαβαν να εκφράσουν ετούτη την πρόθεση ήταν τα πλέον κατάλληλα γι αυτού του είδους την μορφική παραπλάνηση. Το εμπόριο ελπίδων γνώρισε μοναδικές στιγμές: οι εορτασμοί -σχεδιαζόταν- θα οδηγούσαν σε άλματα την ελληνική οικονομία με αιχμή τις «νέες τεχνολογίες» -πράσινη ανάπτυξη και… τεχνητή νοημοσύνη! Ήδη πίσω από το θεατρικό και κακόγουστο σκηνικό διακρινόταν η ουσιαστική πρόθεση: η  μετάπλαση του πραγματικού και η «ιδεολογική» επένδυση της «κοινωνικής αναλγησίας», για να μην πούμε «αγριότητας».

Η Επιτροπή μάλιστα στελεχώθηκε με τους πλέον «αρμόδιους» για την «μεταγραφή» της πραγματικότητας στις επικοινωνιακές κυβερνητικές ανάγκες. Βαριά ονόματα ανέλαβαν το δύσκολο έργο να δώσουν επιστημονικοφανές βάθος στην μορφική αλλοίωση που επιχειρούσε ο κύκλος της κας Αγγελοπούλου.

Ο κύριος Ρόντερικ Μπήτον ανέλαβε να μας εξηγήσει πως τα γεγονότα του 1821 δεν είναι παρά στοιχεία μιας ευρωπαϊκής ιστορίας, μέρος της οποίας είναι οι Έλληνες. Για την ακρίβεια οι Έλληνες έπραξαν ό, τι έπραξαν επειδή τους συνεπήραν οι ευρωπαϊκές ιδέες και αξίες. Επαναστάτησαν επειδή ήθελαν να γίνουν Ευρωπαίοι…. Το ερμηνευτικό αυτό σχήμα εκπορευόμενο από την επίμονη προσήλωση των ελληνικών αστικών ελίτ στον «ευρωπαϊκό μονόδρομο» — ακόμα και όταν αυτός αποδεικνύεται καταστροφικός για τον ελληνικό λαό και τη χώρα — ενώνει το μακρινό 1821 με το σημερινό 2021. Όλα όσα έγιναν στα 1821 αποσκοπούσαν στο να γίνει η Ελλάδα πιστό και πειθήνιο –διαβάζεται υποτακτικό — μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Μια τέτοια θεώρηση όμως ακυρώνει τον σκληρό αγώνα των Ελλήνων για την Ανεξαρτησία, όπως ως τώρα είχε καταγραφεί στην ιστοριογραφία ο μακρόχρονος πόλεμος των Ελλήνων ενάντια στις δυνάμεις της Πύλης και την Αίγυπτο. Καθώς το διάβημα της αλλαγής των όρων και των εννοιών είναι δύσκολο εγχείρημα, κλήθηκε σε βοήθεια το έτερον βαρύ όνομα της επιτροπής, ο Μαρκ Μαζάουερ. Σε διαδοχικές συνεντεύξεις του στην Καθημερινή ο πολύ «επίσημος ιστορικός» των ευρωπαϊκών ελίτ πρόταξε την δήθεν διαπάλη του με τους εκδότες του έργου του (η έκδοσή του καθυστέρησε λίγο) ως προς τον τίτλο του έργου. Ο εκδότης του επιθυμούσε το βιβλίο να αναφέρεται στον «ελληνικό αγώνα για την ανεξαρτησία» (Greek War of Independence), όπως ως τώρα ονομαζόταν ο πόλεμος των Ελλήνων στα 1821-1828, πλην όμως ο Μαζάουερ επέβαλε τον τίτλο, «Η Ελληνική Επανάσταση: To 1821 και η δημιουργία της νεότερης Ευρώπης», («The Greek Revolution: 1821 and the Making of Modern Europe»).

Η ωραία αυτή αφήγηση περί των σχέσεων του διάσημου κου Μαζάουερ με τον επίσης διάσημο εκδότη του έτυχε της προσοχής και της υποστήριξης των ελληνικών διπλωματικών, κυβερνητικών και πνευματικών υπηρεσιών. Η «αναγνωριστική» παρουσίαση του νέου βιβλίου έγινε με υπέρλαμπρο τρόπο κάτω από την αιγίδα της ελληνικής Πρεσβείας στην Ουάσιγκτον και του ελληνικού Προξενείου στην Βοστώνη και την συμμετοχή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ (επικυρωμένη πηγή «αρίστων»). Κατά συνέπεια ότι λέχθηκε εκεί, μπορούμε να θεωρήσουμε, ότι είχε βαρύνουσα πολιτική (ας αφήσουμε κατά μέρος τα περί «επιστημονικής», ενήλικες άνθρωποι είμαστε) σημασία.

Το θύμα αυτών των λαμπρών μεθοδεύσεων, το φαντάζεστε νομίζω, είναι μια λέξη, ένας όρος: η Ανεξαρτησία. Με τρόπο αντάξιο πολιτευτή εθισμένου στην μικροπολιτική διάσταση του λόγου, ο κος Μαζάουερ, ως εκφραστής της Επιτροπής του 2021, μας ζητά να ξεχάσουμε, να διαγράψουμε αυτή τη λέξη. Δεν είναι η κατάλληλη για τον μετα-εθνικό ή υπερ-εθνικό (ποτέ δεν ήμουν καλός στις μεταμοντέρνες ορολογίες) κόσμο μας. Η ελληνική επανάσταση ως στοιχείο, ως συνιστώσα της ευρωπαϊκής ιδέας και της «ευρωπαϊκής ενοποίησης» έχει αξία. Ως αγώνας για την Ανεξαρτησία, μπορεί να είναι και επικίνδυνη – κάτι σαν τις καταδικαστέες ιδέες που οδηγούν στην «ριζοσπαστικοποίηση» και τις οποίες καταδιώκει αμείλικτα η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Από πλευράς Βρυξελλών και Ουάσιγκτον η Ελληνική Επανάσταση αντιμετωπίζεται ως ένα είδος «πορτοκαλί επανάστασης» από αυτές που ομνύουν στο όνομα της Δύσης και που διαλύουν χώρες και λαούς. Αυτήν την κατεύθυνση έχει αναλάβει να εμπεδώσει στους Έλληνες η Επιτροπή της κας Αγγελοπούλου. Τυχόν αντιρρήσεις σε αυτό είναι τουλάχιστον αναχρονιστικές. Μπορεί δε και ανατρεπτικές καθώς ενδέχεται να βάλουν στο μυαλό των ανθρώπων ιδέες επικίνδυνες όπως Ανεξαρτησία, Πατρίδα και Πατριωτισμός.

Σε τελευταία ανάλυση ο πρωθυπουργός της χώρας τρέχει να υποδεχθεί ένα αμερικανικό αεροπλανοφόρο που απλά αγκυροβολεί στην πρώην ελληνική βάση της Σούδας με την ίδια ζέση που, σε γνωστές ελληνικές ταινίες, έσπευδαν οι επί τούτου «ιέρειες» να υποδεχτούν τον επίσης αμερικάνικο στόλο. Η ταινία αλληγορικά καυτηρίαζε την τύχη της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Φαίνεται όμως ότι ετούτη η πρακτική έχει αναχθεί πλέον σε μοναδική πολιτική της ελληνικής άρχουσας τάξης και των εντεταλμένων της «πρωθυπουργών». Στη δίνη αυτής της πραγματικότητας του 1821 και η επέτειός του διακωμωδούνται βάσει σχεδίου και εκμαυλίζονται. Σε κάτι τέτοια η επιτροπή του 1821 είναι πολύ καλή.

*Ο Γιώργος Μαργαρίτης είναι καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ