Σύμφωνα με δημοσκόπηση της MRB για το STAR, το 69,8% των ερωτηθέντων απάντησε ότι η κυβέρνηση δεν πρέπει να κάνει δεκτό το αίτημά του Δημήτρη Κουφοντίνα «ανεξάρτητα από τις συνέπειες που θα έχει για την υγεία του», ενώ μόλις το 15,5% απάντησε ότι πρέπει να «ικανοποιήσει το αίτημά του προκειμένου να μην υπάρξουν δυσάρεστες συνέπειες για την υγεία του».
Εδώ μπορούν να γίνουν τρεις γρήγορες παρατηρήσεις: η πρώτη είναι ότι ακόμα και η διατύπωση του ερωτήματος έχει την σημασία της, ότι άλλο κάποιες αόριστες «δυσάρεστες συνέπειες για την υγεία» και άλλο ο θάνατος. Η δεύτερη είναι, ότι όχι εκατό τοις εκατό, αλλά χίλια τοις εκατό, είναι καθοριστικό το πώς έχει παρουσιαστεί η υπόθεση στην κοινή γνώμη, πώς έχει παρουσιαστεί ως ένα ετσιθελικό και προβοκατόρικο αίτημα του Κουφοντίνα να πάει σε όποια φυλακή θέλει και όχι ως αίτημά του να εφαρμοστεί τουλάχιστον ο εις βάρος του φωτογραφικός νόμος, που τον πήρε από τις αγροτικές φυλακές και βάσει του οποίου θα έπρεπε να μεταχθεί στον Κορυδαλλό. Αυτά όμως πράγματι δεν είναι ικανά να αναιρέσουν την τρίτη παρατήρηση, για την συνολικότερη συντηρητικοποίηση της κοινωνίας και την συνολικότερη στροφή της σε λογικές a priori νομιμοποίησης του κράτους και όχι ελέγχου της νομιμότητας των ενεργειών του.
Πρώτο στάδιο, λοιπόν, εκτροπής του λόγου: Αντώνης Μανιτάκης. Ο κόσμος στις δημοσκοπήσεις μπορεί να ζητά ό,τι θέλει, η εκτελεστική εξουσία μπορεί ενίοτε να έχει τη δική της ατζέντα και να κάνει τις δικές της πολιτικές επιλογές, αλλά υποτίθεται ότι ο θεσμικός και μαζί συμβολικός σου ρόλος ως καθηγητή και συνταγματολόγου είναι να είσαι ανάχωμα, είναι να είσαι εκεί για να μιλάς υπέρ των δικαιωμάτων του κάθε πολίτη έναντι του κράτους, κατεξοχήν ενός καταδικασμένου πολίτη, είναι για να μιλάς υπέρ της Δημοκρατίας, υπέρ του κράτους δικαίου, είναι για να ελέγχεις την εξουσία και όχι να της δίνεις περίπου λευκή επιταγή.
Δεν ζητάει κανείς να παίρνει μέρος σε συγκεντρώσεις, αλλά ας καταλάβουμε πριν είναι πια αμετάκλητα αργά, ότι ο θάνατος ενός απεργού πείνας δεν θα στιγματίσει μόνο την κυβέρνηση, αλλά αντανακλά σε όλους μας. Όλοι κρινόμαστε. Ο κόσμος λοιπόν ας απαντά στα γκάλοπ υπέρ της θανατικής ποινής, ή υπέρ του ευνουχισμού για σεξουαλικούς εγκληματίες, ή κατά του σύμφωνου συμβίωσης των ομοφυλοφίλων.
Η κάθε Σοφία Νικολάου πάλι, κακώς, κάκιστα, αλλά εν πάση περιπτώσει στο δικό της κάστινγκ ανήκει να λέει ότι οι φυλακές Κορυδαλλού είναι για υποδίκους. Ρόλος ενός καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου όμως, δεν είναι να επαναλαμβάνει αυτή την επιχειρηματολογία -την άλλωστε έωλη, όταν κρατούνται ακόμα στον Κορυδαλλό άλλοι καταδικασθέντες της 17Ν-, ρόλος ενός καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου θα ήταν να εξηγεί πόσο κομβικής σημασίας για το πολίτευμα θα είναι να μην υπάρξει κρατούμενος που θα πεθάνει από απεργία πείνας, να αναδείξει την ιστορικότητα και το διακύβευμα της συγκυρίας, θα ήταν να αποτελέσει τη φωνή της έκκλησης στη νόμιμη κυβέρνηση της χώρας για σύνεση, καταλλαγή και αποφυγή πυροδότησης νέων γενιών αρνητών της Δημοκρατίας.
Δεύτερο στάδιο εκτροπής του λόγου: Θεόδωρος Βασιλακόπουλος. Ακόμη κι έτσι, ο Μανιτάκης μιλάει για το αντικείμενό του. Παίρνει μια θέση, με την οποία διαφωνώ και εν μέρει εκπλήσσομαι, αλλά πάντως μιλά για τον τομέα του. Ο καθηγητής πνευμονολογίας Θεόδωρος Βασιλακόπουλος δεν είχε πολυεμφανιστεί με το πρώτο κύμα του κόβιντ. Έλαμψε στο δεύτερο κύμα των κοβιντολόγων. Ακόμα κι αν όπως φαίνεται δεν είναι ακριβώς ειδικός, πάντως πασάρεται ως ειδικός και ως ειδικός μιλά. Όσες από τις άφθονες φορές έχει τύχει να τον δω και να τον ακούσω, θα σπεύσει να πει πάντα για τις διαδηλώσεις με σκωπτικό, απαξιωτικό και καταγγελτικό ύφος. Δεν θα απαντήσει σε σχετική ερώτηση, δεν θα το φέρει η κουβέντα, δεν θα το πει παρεμπιπτόντως, θα εστιάσει πάντα μόνος του εκεί.
Θα αντιτείνει κανείς, αν οι διαδηλώσεις είναι πηγή μετάδοσης, γιατί είναι εκτός του πεδίου του το πει; Να το πει, αλλά να μην το κάνει παντιέρα, να μην λέει ότι ο κόσμος αγανακτεί επειδή κάποιοι διαδηλώνουν και άρα για αυτό δεν τηρεί τα μέτρα Εκεί δηλαδή μπορεί να αντικρούσει κανείς, γιατί ειδικά οι διαδηλώσεις, γιατί δεν σε ενοχλεί τίποτα άλλο ως πιθανή αιτία μετάδοσης, ή πολύ απλά γιατί δεν στρέφεις εξίσου τα βέλη σου κατά της κυβέρνησης που δημιουργεί τις αιτίες των διαδηλώσεων, γιατί ρίχνεις όλη την ευθύνη στις συγκεντρώσεις και όχι στους λόγους που τις προκαλούν; Αυτό δεν είναι λόγος περί του ιού, αυτός είναι λόγος ιδεολογικός, αυτή είναι φουλ απενοχοποιημένη εργαλειοποίηση του επιστημονικού λόγου. Και φαντάζεται κανείς, ότι αν είχε ιδεολογικό λόγο από την άλλη κατεύθυνση, δεν θα είχε γίνει σταρ του δεύτερου κύματος.
Τρίτο στάδιο εκτροπής του λόγου: Γιώργος Μπαμπινιώτης. Πρώτο στάδιο εκτροπής του Αντώνη Μανιτάκη, που μιλά εντός του ρόλου του αλλά προς την αντίθετη κατεύθυνση εκείνων που θα υπαγόρευε κανονικά ο ρόλος του – δεύτερο στάδιο εκτροπής του Θεόδωρου Βασιλακόπουλου, που του δίνεται δημόσιος λόγος για να μιλήσει για τον ιό και αυτός μιλά κατά των διαδηλώσεων, τρίτο στάδιο εκτροπής και ολόκληρη κατηγορία μόνος του ο Γιώργος Μπαμπινιώτης.
Όταν ο απόφοιτος του Αρσακείου Θεμιστοκλής Πανταζάκος του απέστειλε ανοικτή επιστολή για το μπούλινγκ που υπέστη όταν φοίτησε στο σχολείο, ο Γιώργος Μπαμπινιώτης απάντησε από το βάθρο χιλίων βαθύτατα ριζωμένων προνομίων, απάντησε με λεκτικό μπούλινγκ, ψυχιατρικοποίησε από το πουθενά, προσέβαλε προσωπικά και χυδαία, δεν απάντησε τίποτα επί της ουσίας και έγινε φορέας ενός λόγου που σου δημιουργεί την εξής σκέψη: αν μιλάει και φέρεται έτσι δημόσια το 2021, με τον Δημήτρη Λιγνάδη προφυλακισμένο για κατηγορίες με τις οποίες έχει φρίξει για βδομάδες το πανελλήνιο, πώς θα μιλούσε άραγε και πώς θα συμπεριφερόταν άραγε μη δημόσια το 1991 και το 2001, με τον Λιγνάδη διδάσκοντα στο σχολείο του;
Σημείωση Φαρέτρας: Ευχαριστούμε την αναγνώστριά μας Π.Φ.