Ιστορία

“Η Βροντού στην επανάσταση του Ολύμπου το 1878” γράφει ο Γιώργος Σπανός

————–

Γιώργος Σπανός

Οι κάτοικοι της Βροντούς ενθαρρυμένοι από την αποβίβαση του Μακεδονικού σώματος στον Όλυμπο, τα ξημερώματα της 16ης Φεβρουαρίου 1878, όχι μόνο δεν εδέχθησαν τους – εκ περιτροπής μεταβαίνοντας στα χωριά για την είσπραξη των φόρων ( 50 περίπου γκέκηδες ) – αλλά οπλισμένοι τους έδιωξαν τουφεκίζοντας τους.

Οι κυνηγημένοι γκέκηδες συνάντησαν στο χωριό Άγιο Δημήτριο ένα άλλο σώμα γκέκηδων ( περίπου 150 – 200 ) που κατέβαιναν από το χωριό Λιβάδι και τους ανακοίνωσαν την κακήν κακώς εκδίωξη από το χωρίο Βροντού. Τότε ένα σώμα Γκέκηδων, περνώντας τα στενά της Πέτρας έφθασαν στο χωριό και το πυρπόλησαν.

H εγκατάλειψη και πυρπόληση του χωριού

Αποτέλεσμα της συμμετοχής των κατοίκων της Βροντούς στην επανάσταση του 1878, ήταν η πυρπόληση του χωριού και των εκκλησιών του Αγίου Νικολάου και Αγίας Παρασκευής, από τους Τούρκους και κυρίως από τους Γκέκηδες της περιοχής.

Με την εμφάνιση των τουρκικών αποσπασμάτων, οι χωρικοί θα εγκαταλείψουν το χωρίο, “παίρνοντας την ανηφόρα”, ακολουθώντας το γνωστό δρομολόγιο προς τον Όλυμπο, βρίσκοντας προσωρινό καταφύγιο στης σπηλιές ( μπιστηριές ) και βραχοσκεπές εντός του ρέματος της Αγίας Τριάδας και της ευρύτερης περιοχής. Πολλές από τις σπηλιές αυτές, κατά το παρελθόν είχαν ήδη χρησιμοποιηθεί για τη στέγαση των ζώων τους, έτσι ο καθένας τους ήξερε από πριν το δρόμο που θα εξακολουθήσει, προκειμένου να σωθεί.

Σύμφωνα με την προφορική μαρτυρία του Τζιάφα Νικόλαου -καταγόμενος ο ίδιος από κτηνοτροφική οικογένεια- όπως τα άκουσε από τον πατέρα του … ήταν ακόμη Χειμώνας όταν συνέβησαν τα παραπάνω γεγονότα, οι συνθήκες διαβίωσης δύσκολες, τα ‘’ζωντανά’’, δηλαδή τα πρόβατα και γίδια είχαν μεταφερθεί και αυτά στο βουνό, μαζί τους είχαν πάρει βελέντζες, τρόφιμα, αλεύρι και τα σχετικά για την διαβίωση τους. Ο καθένας προσπαθούσε να σώσει την οικογένεια του, έχοντας πάρει μαζί του ο,τι μπορούσε…

Μετά από λίγες ήμερες και όταν πληροφορήθηκαν πως τα πράγματα ηρέμησαν, άρχισαν δειλά να επιστρέφουν ξανά στο χωριό. Εκεί, είχε προηγηθεί πλιάτσικο, θανάτωση των οικόσιτων ζώων και κάψιμο αρκετών σπιτιών, η κατάσταση ήταν δύσκολη. Αποφασίστηκε να συγκροτηθεί ομάδα αντιπροσώπων, με σκοπό να συναντήσουν τον μπέη της περιοχής και να δηλώσουν πλήρη υποταγή, όπως και έγινε. Αργότερα στο χωριό θα βρουν προσωρινό καταφύγιο και κάποιες οικογένειες από το ήδη πυρπολημένο Λιτόχωρο.

Η αποκατάσταση της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου

Η εκκλησία του Αγίου Νικολάου, όπως και το απέναντι ξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής , είχαν και αυτά πυρποληθεί, με σοβαρές ζημιές στην σκεπή και το εσωτερικό τους, τα οποία είχαν καταστραφεί. Ήταν λοιπόν αναγκαία, η άμεση αποκατάσταση των ζημιών προκείμενου να λειτουργήσουν εκ νέου.

Οι δύο ιερείς του χωριού, ο παπά Δημήτρης Θεοδωρής και ο παπά Γιώργης Σπυρόπουλος θα αναλάβουν συντονισμένη δράση και θα καταφέρουν σε λιγότερο από 9 μήνες να επαναφέρουν την εκκλησία του Αγίου Νικολάου σε τέτοιο βαθμό, ώστε τον Ιανουάριο του 1879, να είναι εκ νέου λειτουργική.

Αρχικά τέθηκε το πρόβλημα της κοπής και μεταφοράς των ξύλινων δοκαριών με τα οποία θα ‘’δένονταν’’ εσωτερικά ο ναός άλλα και η σκεπή του. Η λύση στο παραπάνω πρόβλημα δόθηκε -πάρα των χλευασμό των ντόπιων προυχόντων του χωριού, κυρίως των Δημαίων, οι οποίοι αμφισβητούσαν την εφαρμογή του-  από τους υλοτόμους της οικογένειας Γιάντσιος. Η οικογένεια Γιάντσιος, με καταγωγή την Βόρειο Ήπειρο, ανέλαβαν να υλοτομήσουν τα κατάλληλα εκείνα δέντρα (ρόμπολα, είδος πεύκου) και αφού τα επεξεργαστούν στα πριόνια της περιοχής, να τα παραδώσουν ως έτοιμο οικοδομικό υλικό στους μαστόρους της προς ανακαίνισης εκκλησίας.

Σύμφωνα με τον Γιάντσιο Χρήστο, ο παππούς του Χρηστογιάννης με τα αδέλφια του, είχαν αναλάβει το δύσκολο αυτό εγχείρημα να υλοτομήσουν και να μεταφέρουν από την δασική θέση Παγίδα ( 1.400μ ), στον Όλυμπο, κορμούς ρόμπολου μήκους 12μ. στην δασική θέση Πάτωμα, Αγίας Κόρης ( 320μ). Εκεί, στην συνέχεια γινόταν η κατάλληλη επεξεργασία με χειροκίνητο πριόνι. Στην συνέχεια χρησιμοποιώντας βόδια μετέφεραν τους κορμούς ( καδρόνια ), αφού κινηθούν κυκλικά, μέσω των ξωκλησιών Αγίων Αποστόλων, της Αγίας Παρασκευής και του Αγίου Δημητρίου, με τελική κατάληξη την εκκλησία του χωριού. Μόλις ένα καδρόνι την ημέρα είχαν την δυνατότατα να μεταφέρουν, λόγω του μεγάλου βάρους του και της απόστασης από το σημείο υλοτόμησης και του τελικού προορισμού.

Στην εκκλησία και σε συνεργασία με τους μαστόρους, χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες τεχνικές, ανέλαβαν το δύσκολο έργο της ανύψωσης και τοποθέτησης των δοκαριών στις κατάλληλες θέσεις, προκειμένου να πετύχουν το κατάλληλο “δέσιμο” της εκκλησίας. Στο τέλος με δικές τους ενέργειες αποκατάστησαν με νέα ξύλα το κατεστραμμένο πάτωμα του γυναικωνίτη.

Το καρακόλι

Μέχρι τότε, το 1878, δεν υπήρχε μόνιμή τούρκικη παρουσία στο χωριό, πάρα μονάχα σε τακτικές και έκτατες περιστάσεις. Τότε, με αφορμή την συμμετοχή στην επανάσταση του Ολύμπου, αποφασίστηκε από την πλευρά των Τούρκων, να κτιστεί φυλάκιο, το γνωστό μας καρακόλι, επανδρωμένο με Τούρκική αστυνομία, προκειμένου να ελέγχει την κατάσταση.

Έτσι, οι Τούρκοι, βόρεια του χωριού και ακριβώς στο χείλος του ρέματος, θα κτίσουν διώροφο πέτρινο κτήριο με υπόγειο, το οποίο στέγασε την τοπική αστυνομία. Εξωτερικά το κτίριο ήταν βαμμένο κόκκινο. Δεν γνωρίζουμε για πόσο χρονικό διάστημα ήταν μόνιμη η τουρκική παρουσία στο χωριό , το βέβαιο είναι πως χρόνια αργότερα και πριν την απελευθέρωση είχε ήδη εγκαταλειφτεί.

Αργότερα, μετά την απελευθέρωση, το κτήριο θα χρησιμοποιηθεί  καλύπτοντας τις σχολικές ανάγκες του χωριού, αλλάζοντας μάλιστα το εξωτερικό χρώμα από κόκκινο σε μπλε…

Επίλογος

Όμως, παρά το άδοξο τέλος της επανάστασης και την μεγάλη καταστροφή ( 12 χωριά πυρπολήθηκαν ), η επανάσταση ενίσχυσε διπλωματικά την Ελλάδα στο συνέδριο του Βερολίνου ,αναθεωρώντας την συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και περιορίζοντας τα Βουλγαρικά σύνορα.

Giwrgos Spanos

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας