Στη συζήτηση της περασμένης εβδομάδας ακούσαμε για τη νέα πανεπιστημιακή αστυνομία, για την παρακολούθηση φοιτητών και δασκάλων, για τους «αιώνιους» φοιτητές. Δεν ακούσαμε πολλά όμως για το τι Πανεπιστήμιο θέλουμε.
Γιατί πριν από συγκεκριμένες προτάσεις, πρέπει να αναρωτηθούμε τι παιδεία θέλουμε. Μια συζήτηση επομένως για το πανεπιστήμιο πρέπει καταρχάς να αφορά τα αξιώματα και τις αρχές πάνω στις οποίες χτίζεται.
Μετά από σαράντα χρόνια στο Πανεπιστήμιο, με την εμπειρία του Προέδρου Τμήματος, Κοσμήτορα και Αντιπρύτανη στο Λονδίνο και συμμετοχή στην ίδρυση δύο Νομικών Σχολών στο Πανεπιστήμιο Λονδίνου και το Πανεπιστήμιο της Κύπρου, πιστεύω ότι τα αξιακά θεμέλια της παιδείας αποτελούνται από ένα αξίωμα και τέσσερις αρχές.
Το αξίωμα του ασύλου
Το πανεπιστήμιο βασίζεται στην απόλυτη ελευθερία της αμφισβήτησης, του στοχασμού και αναστοχασμού και της δημοσιοποίησης της σκέψης, της γνώσης και της έρευνας για την αλήθεια. Θέτει ερωτήματα για τα πάντα, ακόμα και για την ίδια την αξία του να θέτουμε ερωτήματα ή για την ίδια την αξία της αλήθειας σήμερα που έχει μετατραπεί σε πολλές «αλήθειες» και επισκιάζεται από τα fake news. Η σκέψη πρέπει να λειτουργεί άνευ όρων και προϋποθέσεων. Μοναδική προϋπόθεση, η προστασία από εξωτερικές απειλές και αντίποινα.
Το πανεπιστήμιο πρέπει να διατηρήσει και να αναπαραγάγει αυτήν την παράδοση, καθώς πιέσεις από κάθε κατεύθυνση προσπαθούν να το μετατρέψουν σε εργαλείο κάθε παροδικής και κακοσχεδιασμένης πολιτικής. Το πανεπιστήμιο πρέπει να αντιταχθεί στην κρατική, οικονομική ή μιντιακή εξουσία στο όνομα της αλήθειας και της δικαιοσύνης. Πρέπει να παραμείνει χώρος αφιλόξενος για το δογματισμό, την ηθικολογία, τον κομφορμισμό.
Πρόκειται βέβαια για ένα σχεδόν αδύνατο αίτημα, η ασυλία αυτή δεν πραγματοποιήθηκε πλήρως ποτέ de jure ή de facto, όπως είχε προβλέψει και ο ίδιος ο φιλοσοφικός θεμελιωτής του φιλελευθερισμού Ιμμάνουελ Καντ. Η ίδια η ύπαρξη του πανεπιστημίου εξαρτάται από την εξουσία από την οποία είναι αδύνατο να απομακρυνθεί πλήρως. Αλλά την αντιμετωπίζει έτσι ώστε να διατηρεί την ακαδημαϊκή του ελευθερία.
Εδώ βρίσκεται το κύριο πρόβλημα με την πανεπιστημιακή αστυνομία και την ψηφιακή της επιτήρηση. Αποτέλεσμα της θα είναι η έμμεση αστυνόμευση των ιδεών και, ακόμη χειρότερο, η αυτο-αστυνόμευση των πανεπιστημιακών.
Οι αρχές της παιδείας
1. Η πανεπιστημιακή παιδεία έχει εγγενή όχι εργαλειακή αξία. Η επιτυχία της δεν εξαρτάται από οικονομικά ή άλλα εξωγενή αποτελέσματα. Δεν διδάσκουμε τους νέους για να «συνεισφέρουν» στην οικονομία, αλλά για να μάθουν να σκέπτονται, να κρίνουν και να εμβαθύνουν την κατανόηση εαυτού και κόσμου.
Η μάθηση και η μαθητεία δεν αποτελούν απλά τη μετάδοση και απομνημόνευση γνώσεων, αλλά τη δημιουργία χαρακτήρα, την δυνατότητα κρίνειν και κρίνεσθαι, την ταυτόχρονη κοινωνικοποίηση και εξατομίκευση του πολίτη. Έτσι θα συνεισφέρουν και στην οικονομία.
2. Μαθαίνουν βέβαια οι φοιτητές γνώσεις και δεξιότητες που θα χρησιμοποιηθούν επαγγελματικά. Μια γενική σύγκλιση της παιδείας με τις ανάγκες αναπαραγωγής της κοινωνίας είναι λοιπόν δεύτερος στόχος. Αλλά όπως η εργασία δεν αποτελεί το σύνολο της ζωής έτσι και οι επαγγελματικές γνώσεις δεν εξαντλούν το έργο της μάθησης
Όταν το πανεπιστήμιο γίνεται επαγγελματική σχολή – όπως βλέπουμε σε μερικές «μεγάλες» σχολές – τότε σταματάει να καλλιεργεί την επιστήμη και γίνεται τεχνογνωσία. Γι᾽ αυτό και οποιαδήποτε μεγάλη μεταρρύθμιση πρέπει να εξηγεί συγκεκριμένα και τεκμηριωμένα πως το νέο σχέδιο προσαρμόζεται στις ανάγκες της οικονομικής ανάπτυξης και παραγωγικής ανασυγκρότησης.
Αν δεν το κάνει στηριγμένο σε μελέτες για τις επαγγελματικές και περιφερειακές ανάγκες της χώρας θα αποτύχει σε αυτό, όπως τόσες κυβερνήσεις που αντιμετώπισαν την παιδεία εργαλειακά, ως μέσο πολιτικής εκμετάλλευσης.
Γι᾽ αυτό και οποιαδήποτε μεγάλη μεταρρύθμιση πρέπει να εξηγεί συγκεκριμένα και τεκμηριωμένα πως το νέο σχέδιο προσαρμόζεται στις ανάγκες της οικονομικής ανάπτυξης και παραγωγικής ανασυγκρότησης. Αν δεν το κάνει στηριγμένο σε μελέτες για τις επαγγελματικές και περιφερειακές ανάγκες της χώρας θα αποτύχει σε αυτό, όπως τόσες κυβερνήσεις που αντιμετώπισαν την παιδεία εργαλειακά, ως μέσο πολιτικής εκμετάλλευσης.
3. Η πανεπιστημιακή έρευνα συμβάλλει στην ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας και στο άνοιγμα νέων οριζόντων στη γνώση. Αλλά βασικός της σκοπός είναι η καλλιέργεια του χαρακτήρα με την εμβάθυνση στις έννοιες και αξίες του αντικείμενου και τη βελτίωση της μαθητείας. Είναι λάθος επομένως να πριμοδοτούμε αποκλειστικά την έρευνα που έχει άμεσο υλικό ή οικονομικό αντίκτυπο ή να θεωρούμε το ερευνητικό δυναμικό υπηρέτη της οικονομίας.
Η οικονομική ανάπτυξη χρειάζεται γιατί μας επιτρέπει να πετυχαίνουμε αυτά που είναι σημαντικά για τον καθένα. Η κατανόηση του Όμηρου ή του Σαίξπηρ, της Βυζαντινής εικονομαχίας ή του Καβάφη είναι εξ ίσου πολύτιμες με την καλλιέργεια της ρομποτικής, της νανοτεχνολογίας ή της χρηματοπιστωτικής μηχανικής.
Ως ζώο πολιτικό, ο άνθρωπος αναπνέει λέξεις, έννοιες, αξίες. Μια πλούσια κοινωνία που έχει ξεχάσει την παράδοσή της και έχει αποδομήσει τις αξίες της στο όνομα οικονομικών πλεονασμάτων δεν καταλαβαίνει τη σημασία της δικαιοσύνης, την αέναη περιπέτεια των ιδεών, τη λυτρωτική δύναμη του ωραίου και το εκστατικό πάθος του υπερβατικού. Σύντομα θα χάσει και τα πλούτη της.
4. Η παιδεία καλλιεργεί τη συλλογική δράση και τη δημοκρατική συμπεριφορά διδασκόντων και διδασκομένων. Το πανεπιστήμιο είναι εργαστήρι δημοκρατίας και προετοιμασία της ιδιότητας του πολίτη. Η δημοκρατική συλλογικότητα της μάθησης και της έρευνας προηγείται και διδάσκει τη μέθοδο και σημασία της δημοκρατικής διαδικασίας.
Το «καλύτερο» πανεπιστήμιο
Ξεκινώντας από λίγα βασικά μπορούμε να συζητήσουμε τα θεσμικά και διαδικαστικά ακόμη και αν διαφωνούμε ιδεολογικά. Τίποτε δεν μας εμποδίζει να κάνουμε το πανεπιστήμιό μας ένα από τα καλύτερα στον κόσμο. Και δεν αναφέρομαι στις προβληματικές αξιολογήσεις διαφόρων εταιρειών που αναπαράγουν μόνιμα μια παγκόσμια πανεπιστημιακή ελίτ που έχει αποθέματα μεγαλύτερα από το ΑΕΠ της Ελλάδας και ειδικά γραφεία για να πετυχαίνουν την καλή κατάταξη.
Το «καλύτερο» πανεπιστήμιο για την Ελλάδα σημαίνει αναβάθμιση σπουδών σε όλα τα επίπεδα και τέλος του πανεπιστήμιου ως εξεταστικού κέντρου και φάμπρικας παραγωγής πτυχίων. Ας αναφέρω καταρχήν κάποια προβλήματα που μπορούν να αντιμετωπιστούν σχετικά εύκολα. Οι Έλληνες φοιτητές που είχα την τύχη να διδάξω έχουν γνώσεις ζωής, πολλές ιδέες, πλούσια φαντασία. Αλλά δυσκολεύονται να γράψουν εκθέσεις και δοκίμια.
Εμείς οι πανεπιστημιακοί ξέρουμε ότι η ερευνά και η συγγραφή δεν αποτελούν κληρονομικό ταλέντο. Κατακτούνται με μαθητεία δίπλα σε φωτισμένους δάσκαλους, με συνεχή εξάσκηση και συστηματική αυτοπειθαρχία. Έτσι μόνο εισαγόμαστε στις κοινότητες διανόησης και κάνουμε τους εαυτούς μας, δάσκαλοι και διδασκόμενοι, έργα μάθησης και τέχνης.
Η εξάρτηση από μαζικές διαλέξεις – μεγαλώνουν τα αυτιά τρώγοντας τον εγκέφαλο έλεγε ο Νίτσε – από συγγράμματα και απομνημόνευση, η έλλειψη μαθήματων σε μικρές ομάδες και συγγραφής δοκιμίων δεν προετοιμάζει για την πειθαρχία της οργανωμένης σκέψης και γραφής.
Αυτό μπορεί να αλλάξει ευκολά με τη δημιουργία σεμιναριακών μαθημάτων, στα οποία οι φοιτητές συμμετέχουν ενεργητικά και αξιολογούνται προφορικά και γραπτά. Τα οφέλη πολλαπλά. Οι μεταπτυχιακοί φοιτητές θα ενταχθούν ενεργά στη ζωή του πανεπιστημίου, οι διδακτορικοί φοιτητές και οι διδάκτορες θα έχουν ευκαιρία να διδάξουν και να μάθουν την τέχνη χωρίς να γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης όπως τώρα. Υπάρχουν βέβαια κάποιες εξαιρέσεις σ᾽ αυτή την κατεύθυνση.
Το καλύτερο πανεπιστήμιο δεν μεταδίδει απλώς πληροφορίες – τις έχουμε πια στην άκρη των δακτύλων στο πληκτρολόγιο. Καλλιεργεί την σκέψη, την παρρησία, τον κριτικό στοχασμό και αναστοχασμό και την πειθαρχία μάθησης και δημιουργίας.
Η παιδεία ως προνόμιο και εμπόρευμα
Υπάρχει βέβαια και η αντίθετη άποψη που βλέπει την παιδεία ως προνόμιο και εμπόρευμα. Σύμφωνα με το Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός, οι Έλληνες πλούσιοι ξοδεύουν πέντε φορές πιο πολλά για την παιδεία των παιδιών τους από ό,τι οι φτωχοί. Και όταν η παιδεία λειτουργεί ως εμπόρευμα συντελεί στην αναπαραγωγή των ανισοτήτων.
Όπως είπε ο Μητσοτάκης, όταν ήταν στην αντιπολίτευση, σε συνέντευξη που έδωσε στο ΣΚΑΪ και αναπαράχθηκε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, η Νέα Δημοκρατία επιδιώκει την ίδρυση όχι μόνο μη κερδοσκοπικών αλλά και ιδιωτικών πανεπιστημίων για να υπάρχει ανταγωνισμός. Αλλά τι σημαίνει ανταγωνισμός στον χώρο της παιδείας; Ποιος θα βάλει τα ψηλότερα δίδακτρα, ποιος καθηγητής θα παίρνει τα περισσότερα χρήματα, πώς θα ανταγωνιζόμαστε οικονομικά σαν να είναι η παιδεία οδοντόπαστα και οι φοιτητές πελάτες;
Στην Μεγάλη Βρετανία, που μέχρι πρόσφατα είχε τα καλύτερα πανεπιστήμια στον κόσμο, τα τελευταία είκοσι χρόνια οι κυβερνήσεις υιοθέτησαν αυτό το μοντέλο και ιδεολογικά και ως μέρος των πολιτικών λιτότητας. Αφαίρεσαν από την κρατική χρηματοδότηση το ένα τρίτο περίπου που δίνονταν στα πανεπιστήμια για την υποστήριξη της διδασκαλίας. Έτσι ενώ τα Πανεπιστήμια παρέμειναν δημόσια αναγκάστηκαν να επιβάλλουν 9,000 λίρες δίδακτρα για να καλύψουν το έλλειμα.
Παράλληλα δημιουργήθηκαν τιμωρητικοί και επάλληλοι μηχανισμοί αξιολόγησης που θα δημιουργήσουν μιας τεχνητή «αγορά»: το Α πανεπιστήμιο δίνει περισσότερα πτυχία με ῾άριστα᾽, το Β έχει περισσότερες δημοσιεύσεις, το Γ περισσότερα ερευνητικά προγράμματα, το Δ καλύτερο φοιτητικό εστιατόριο.
Με τέτοια στοιχεία οι φοιτητές-πελάτες αποφασίζουν ποιο πτυχίο θα αγοράσουν. Σταδιακά τα δημόσια πανεπιστήμια θα αρχίσουν να χρεωκοπούν τα ιδιωτικά να πολλαπλασιάζονται. Αλλά ταυτόχρονα το συνολικό σύστημα παρακμάζει, τα Βρετανικά πανεπιστήμια φθίνουν, όπως και με το Brexit οι Βρετανοί πυροβολούν τα πόδια τους.
Αυτά επιδιώκουν τα αλλεπάλληλα μέτρα της κυβέρνησης για τα πανεπιστήμια. Να οδηγήσουν το δημόσιο πανεπιστήμιο και την ανταλλαγή ιδεών σε παρακμή. Όχι από ταξικό μίσος, παρότι υπάρχει κι αυτό, αλλά ως απαραίτητο συστατικό της ιδεολογικής τους ηγεμονίας. Όχι με την άμεση λογοκρισία ιδεών, παρότι υπάρχει κι αυτή, αλλά από την αυτολογοκρισία των πανεπιστημιακών.
Σ᾽ αυτό αποσκοπεί η πανεπιστημιακή αστυνομία, η παρανοϊκή επιτήρηση φοιτητών και ιδεών και η ουσιαστική κατάργηση των φοιτητικών παρατάξεων με τον νόμο. Θυμάμαι όταν οργάνωνα σεμινάρια για τη Σχολή των Κριτικών Νομικών Σπουδών στην Αθήνα, οι νεαροί Έλληνες νομικοί συνάδελφοι που συμμετείχαν τα έλεγαν «κρυφό σχολειό». Δεν έπρεπε να το μάθουν οι μεγαλο-καθηγητές της Νομικής επειδή θεωρούσαν τις κριτικές ιδέες επικίνδυνες. Τώρα αυτά λέγονται ανοικτά και επίσημα: οι αριστερές ιδέες αλλά και επιστήμες, όπως η κοινωνιολογία, είναι «παραβατικές».
Για τους πανεπιστημιακούς δεν υπάρχει ανταγωνισμός αλλά «άμιλλα»: ανταλλαγή επιχειρημάτων μέσα από τα οποία ανελίσσεται και βγαίνει η αλήθεια.
Σημαίνει λόγον διδόναι, συνεχή αξιολόγηση όχι με γραφειοκρατικούς και τιμωρητικούς μηχανισμούς, αλλά με την αδιάκοπη έκθεση στην κριτική και αξιολόγηση των συναδέλφων, των μόνων ειδικών να αποτιμήσουν τη σημασία του ερευνητικού και διδακτικού έργου στην προώθηση της επιστήμης. Αυτό είναι το πανεπιστήμιο του μέλλοντος μας.