Απόψεις Κόσμος

“Χωρίς προσδοκίες – Δεν αναμένεται σοβαρή επίδραση στα ελληνικά θέματα από τις εκλογές των ΗΠΑ” γράφει ο Σταύρος Χριστακόπουλος

Σταύρος Χριστακόπουλος

Το θρίλερ των αμερικανικών εκλογών συνεχιζόταν μέχρι την ώρα που το «Ποντίκι» πήγαινε στο τυπογραφείο. Τραμπ και Μπάιντεν μάχονταν ψήφο – ψήφο και κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει με ασφάλεια το αποτέλεσμα.

Ωστόσο στην Αθήνα δεν ήταν και πολλοί αυτοί – εκτός από διάφορους φανατικά ταγμένους στα αντίπαλα αμερικανικά στρατόπεδα – που περίμεναν ότι το εκλογικό αποτέλεσμα θα ασκούσε ουσιώδη επιρροή στις ελληνικές υποθέσεις. Κι αν η προηγούμενη προεδρία του Τραμπ ήταν για μας επιβλαβής επειδή αποθράσυνε πλήρως την Τουρκία, τίποτε δεν προϊδεάζει για το ότι θα έπρεπε να έχουμε βάσιμες προσδοκίες από μια ενδεχόμενη του Μπάιντεν.

● Ένας λόγος γι’ αυτό είναι ότι η Τουρκία παραμένει στο κέντρο του ενδιαφέροντος των ΗΠΑ, αφού η οριστική απώλειά της για τη Δύση θα ήταν μια τεράστια γεωστρατηγική ζημιά. Άρα οι τουρκικοί εκβιασμοί είναι ακόμη ισχυροί.

● Ένας δεύτερος αφορά την τακτική της Άγκυρας, η οποία έχει μάθει να τραβάει το σχοινί στις σχέσεις της με τη Δύση μέχρι του σημείου να μην σπάσει. Με αυτή την τακτική επί δεκαετίες εξασφαλίζει μόνο κέρδη, πουλώντας ακριβά το γεωπολιτικό τομάρι της.

● Ένας τρίτος σχετίζεται με τη στρατηγική της Ελλάδας, η οποία φροντίζει να αναθέτει την πολιτική ασφαλείας της στους συμμάχους της και να εξαγοράζει την άκρως επισφαλή – και εν τέλει φαινομενική και μόνο – «ησυχία» της, παραχωρώντας άνευ σαφών και εμπράγματων ανταλλαγμάτων οτιδήποτε της ζητείται.

Αλήθεια, τι άλλο της έχει μείνει να διαπραγματευτεί για να διασφαλίσει στήριξη όταν όλα της τα όπλα είναι ήδη παραδομένα; Και γιατί οι ΗΠΑ, ανεξαρτήτως ηγεσίας, να ρισκάρουν τις όποιες ελπίδες τους να κρατήσουν όσο το δυνατόν πιο κοντά τους τη γεωστρατηγικά πολύτιμη Τουρκία;

Μόνιμα κουσούρια
Η επικρατούσα ανάγνωση των πραγμάτων στην Ελλάδα, η οποία απαντάται σε μεγάλο πλήθος διανοουμένων, δημοσιογράφων και πολιτικών και δικαιολογεί σε μεγάλο βαθμό την παραπάνω τακτική, λέει πως αυτή η χώρα οφείλει τα πάντα στους εταίρους και συμμάχους της: από την απαρχή της ύπαρξής μας ως κράτους έως την πρόσφατη σωτηρία μας από τη χρεοκοπία.

Ωστόσο η ανάγνωση αυτή, διαχρονικά, δεν κάνει κάτι περισσότερο από το να επιχειρεί ανεπιτυχώς να συγκαλύψει τα πολλά και, δυστυχώς, μόνιμα κουσούρια της εσωτερικής και εξωτερικής ελληνικής πολιτικής.

1. Το «ευχαριστώ τις Ηνωμένες Πολιτείες» του Κωνσταντίνου Σημίτη το 1996, ύστερα από την ταυτόχρονη αποχώρηση ελληνικών και τουρκικών δυνάμεων από τα Ίμια, ήταν δηλωτικό της ανακούφισης για την αποκλιμάκωση μιας κρίσης που δεν μετατράπηκε σε πόλεμο, αλλά δεν κατάφερε να συγκαλύψει την αναγνώριση δικαιωμάτων της Τουρκίας στο Αιγαίο και την επισημοποίηση των γκρίζων ζωνών την επόμενη χρονιά με τη συμφωνία της Μαδρίτης.

2. Η σχεδόν… πανηγυρική υποδοχή του ΔΝΤ από τον Γεώργιο Παπανδρέου του Ανδρέα το 2010, και μάλιστα από το εξόχως συμβολικό ως προς τις μετέπειτα εξελίξεις Καστελλόριζο, δεν σηματοδοτούσε βεβαίως τη σωτηρία της Ελλάδας από τη χρεοκοπία, αλλά την έναρξη μιας εφιαλτικής περιόδου αποδυνάμωσης της χώρας σε όλα τα επίπεδα, η οποία, εκτός από την οικονομική και κοινωνική καταστροφή, θα επέφερε και την απομείωση της αμυντικής ικανότητας της χώρας μας.

3. Η εγκατάλειψη του αιτήματος για «επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου» από τον Αντώνη Σαμαρά το 2012 με την ιστορική φράση «ουδείς αναμάρτητος» επενδύθηκε με την επίκληση του ευρωπαϊσμού, κωδικοποιημένου υπό το σύνθημα «Μένουμε Ευρώπη». Πολύ αργότερα ο ίδιος αποκάλυψε ότι – όπως είχε πράξει νωρίτερα ο Σόιμπλε μιλώντας με τον Ευάγγελο Βενιζέλο – η Μέρκελ του είχε προτείνει προσωρινή έξοδο από την ευρωζώνη. Η ίδια τελικά αδιαφόρησε πλήρως για την πολιτική του μοίρα όταν έκρινε ότι δεν της ήταν ιδιαιτέρως χρήσιμος…

4. Η εμβάθυνση της στρατηγικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ από τους Αλέξη Τσίπρα και Κυριάκο Μητσοτάκη σήμανε τη Συμφωνία των Πρεσπών χάριν της ρωσικής ανάσχεσης, τη δραματική επιδείνωση των ελληνορωσικών σχέσεων και την παραχώρηση νέων βάσεων και προνομίων για τις ΗΠΑ στην ελληνική επικράτεια. Χωρίς αντάλλαγμα, όπως πιστοποιεί ο σημερινός εκβιασμός των ΗΠΑ για διάλογο εφ’ όλης της τουρκικής ατζέντας.

Αυτές οι προσαρμογές στις απαιτήσεις φίλων, συμμάχων και εταίρων υπήρξαν, κατά κανόνα, το αποτέλεσμα πολιτικής ανεπάρκειας, οραματικής ένδειας, αποδυνάμωσης της θέσης της χώρας στο παγκόσμιο και το τοπικό επίπεδο, πολιτισμικής έκπτωσης, οικονομικού παρασιτισμού, διαφθοράς και κατασπατάλησης του εθνικού πλούτου.

Στον καθρέφτη μας
Δυστυχώς, όμως, η σημερινή Ελλάδα αντιμετωπίζει μια σειρά προβλήματα τα οποία θα πρέπει να διαχειριστεί μόνη της:

● Δέκα χρόνια μετά τη χρεοκοπία της, βυθίζεται ακόμη περισσότερο ελέω του κορωνοϊού και της συζητήσιμης διαχείρισής του.

● Από το 1974 και μετά, ζει μια διαρκή περιπέτεια αμφισβήτησης της κυριαρχίας της στην ιστορική της κοιτίδα, το Αιγαίο (και όχι μόνο), από την όλο και πιο επιθετική Τουρκία.

● Έχει μπει σε φάση δημογραφικής καταστροφής.

● Αναπαυμένη στις δάφνες του αρχαίου παρελθόντος της, αδιαφορεί για την εντεινόμενη οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική παρακμή της.

Κανένα απ’ αυτά τα τεράστια προβλήματα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει προσβλέποντας σε έξωθεν βοήθεια ούτε έχει νόημα να «παραμυθιάζεται» με τη δήθεν υποχρέωση των ισχυρών εταίρων και συμμάχων της για «αλληλεγγύη». Οφείλει να τα δει με ειλικρίνεια, να καταλάβει τις ανάγκες της, να σεβαστεί τον εαυτό της, να συμμαζέψει τα του οίκου της και να διεκδικήσει σθεναρά, με όραμα και σχέδιο, αυτό που βαυκαλίζεται ότι θα έπρεπε να της χαριστεί.

Πιο σημαντική προτεραιότητά της θα έπρεπε να είναι π.χ. η ενοποίηση και ενεργοποίηση του διασπασμένου ελληνισμού των ΗΠΑ. Ο νέος αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος, για παράδειγμα, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα στοιχείο ενοποιητικό της ομογένειας, ώστε να δημιουργηθεί ένας σταθερός δίαυλος επικοινωνίας και επιρροής στον Λευκό Οίκο. Αν υπήρχε η στρατηγική, τα πρόσωπα θα βρίσκονταν. Υπάρχει;

 topontiki

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας