ΟΟΣΑ: Να αυξηθεί η φορολογία στα πετρελαιοκίνητα που κυκλοφορούν στην Ελλάδα
Ξεκάθαρη σύσταση προς τη χώρα μας να προχωρήσει σε αυξημένη φορολόγηση των πετρελαιοκίνητων οχημάτων κάνει μεταξύ άλλων ο ΟΟΣΑ στην έκθεση αξιολόγησης των Περιβαλλοντικών Επιδόσεων της Ελλάδας για τη δεκαετία 2009-2019, η οποία παρουσιάστηκε σήμερα.
Το «πρασίνισμα» του φορολογικού συστήματος μέσω αναθεώρησης της φορολόγησης στα διαφορετικά είδη καυσίμων αποτελεί μία από τις βασικές προτάσεις της έκθεσης, η οποία διαπιστώνει ότι υπάρχει σήμερα ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ των φόρων σε βενζίνη και ντίζελ προτείνοντας παράλληλα την εφαρμογή και «πράσινων» διοδίων για τα οχήματα που εκπέμπουν αυξημένους ρύπους συνδέοντας με αυτές το ύψος του αντιτίμου.
«Τα σχεδιαζόμενα κλιμακούμενα τέλη διοδίων στο πλαίσιο του νέου ηλεκτρονικού συστήματος βάσει της απόστασης ανάλογα με τις εκπομπές ρύπων των οχημάτων στους αυτοκινητόδρομους θα συνέβαλαν στην αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης» επισημαίνεται χαρακτηριστικά.
Ταυτόχρονα η έκθεση επαναφέρει στο τραπέζι ως πρόταση την απαγόρευση της κυκλοφορίας των οχημάτων που κινούνται με ντίζελ στα κέντρα των μεγάλων πόλεων, η οποία ήδη κερδίζει έδαφος σε άλλες χώρες.
Η έκθεση συστήνει και αλλαγές στα τέλη κυκλοφορίας, καθώς όπως επισημαίνεται στο… μίγμα υπολογισμού τους εκτός των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα θα πρέπει να συνυπολογιστούν και οι εκπομπές αερίων ρύπων γενικότερα. Προτείνεται μάλιστα η «διαφοροποίηση του τέλους κυκλοφορίας σύμφωνα με τα όρια εκπομπών ρύπων πέραν του διοξειδίου του άνθρακα έως ότου το κόστος των διοδίων συνδεθεί με τα επίπεδα εκπομπών ρύπων των οχημάτων».
Να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα δεν έχει διευκρινιστεί ακόμα ο τρόπος εφαρμογής του νέου προτύπου μέτρησης των ρύπων που εκπέμπουν τα οχήματα, το οποίο πρέπει να υιοθετηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2021. Η εφαρμογή του νέου προτύπου θα επιφέρει αυξήσεις στα τελη κυκλοφορίας των καινούριων αυτοκινήτων εκτός εάν αλλάξει η φόρμουλα υπολογισμού των τελών. Υπενθυμίζεται ότι στη χώρα μας τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας υπολογίζονται βάσει των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα για τα αυτοκίνητα που έχουν ταξινομηθεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα μετά τον Οκτώβριο του 2010.
Στην έκθεση του ΟΟΣΑ σημειώνεται πως οι φόροι στα καύσιμα για τις μεταφορές έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά ταυτόχρονα έχει διευρυνθεί και το χάσμα μεταξύ της φορολόγησης βενζίνης και πετρελαίου κίνησης και προτείνεται το σταδιακό κλείσιμο της ψαλίδας.
Αυτό το χάσμα μάλιστα – όπως επισημαίνεται – είναι από τα μεγαλύτερα στις χώρες του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με στοιχεία του 2018, ενώ τα κίνητρα για τη μετακίνηση των εργαζομένων με αυτοκίνητα των εταιριών στις οποίες απασχολούνται που ισχύουν από το 2019 και είχαν ως στόχο την ανανέωση του εταιρικού στόλου, δεν έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.
Ο Οργανισμός αναγνωρίζει στην έκθεσή του ότι έχουν γίνει σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια, ωστόσο όπως επεσήμανε και ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Περιβαλλοντικής Πολιτικής του ΟΟΣΑ, Rodolfo Lacy κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της έκθεσης, τα μικροσωματίδια παραμένουν ένα μεγάλο πρόβλημα, για το οποίο επιβάλλεται να ληφθούν μέτρα. Αλλωστε η Ελλάδα βρίσκεται στην τέταρτη θέση από το τέλος καταγράφοντας 550 νεκρούς ανά εκατομμύριο κατοίκων από αιτίες που σχετίζονται με την αέρια ρύπανση, μετά την Ουγγαρία, τη Λετονία και τη Λιθουανία.
Στη χώρα μας υπολογίζεται ότι μέσα στην τελευταία δεκαετία έχουν πουληθεί περίπου 500.000 πετρελαιοκίνητα οχήματα και παρά το γεγονός ότι ο αριθμός τους είναι σαφώς μικρότερος των βενζινοκίνητων, δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι το ποσοστό των πωλήσεών τους λίγα χρόνια πιο πριν προσέγγιζε κατά περιόδους ακόμα και το 70%. Η οικονομία στα καύσιμα δεδομένης της φθηνότερης τιμής του πετρελαίου σε συνδυασμό με την άρση της απαγόρευσης της κυκλοφορίας τους στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη ήταν οι βασικοί λόγοι γι΄αυτήν τη στροφή.
Στην έκθεση τονίζεται για άλλη μια φορά το ζήτημα της παλαιότητας του στόλου των οχημάτων στην Ελλάδα καθώς ο μέσος όρος ηλικίας ξεπερνά τα 15 έτη, με εξαίρεση τα λεωφορεία, στα οποία ο στόλος είναι ακόμα πιο γερασμένος και έχει επιτραπεί η κυκλοφορία τους και μετά τα 21 έτη. Προτείνεται μάλιστα η εναρμόνιση των νέων και παλαιών οχημάτων καθώς θεωρείται ότι το φορολογικό καθεστώς συνέβαλε στην προσθήκη στο στόλο της Ελλάδας πολλών μεταχειρισμένων οχημάτων.