Απόψεις Κόσμος

“Κανόνια ή βούτυρο; – Οι μιζαδόροι των εξοπλισμών και οι πασιφιστές σπεκουλαδόροι…” γράφει ο Δημήτρης Μηλάκας

Δημήτρης Μηλάκας

Στον μάταιο (και άδικο) τούτο κόσμο το Διεθνές «Δίκαιο» δεν περιγράφει τίποτε περισσότερο από τον συσχετισμό των δυνάμεων που το διαμορφώνουν. Αναζητώντας κανείς το «δίκιο» του, ουσιαστικά αναμετριέται με τις δυνατότητες και τις δυνάμεις που διαθέτει για να το διαμορφώσει και να το επιβάλλει. Με άλλα, απλούστερα λόγια, η ισχύς, σε τελική ανάλυση τα κανόνια, είναι οι συγγραφείς των κανόνων και των άρθρων που διαμορφώνουν την «τάξη» πραγμάτων σε μια δεδομένη ιστορική συγκυρία…

Στην τρέχουσα ιστορική συγκυρία που βιώνουμε η επικρατούσα «τάξη» διαμορφώθηκε από τα αμερικανικά όπλα που θριάμβευσαν στον β παγκόσμιο πόλεμο. Αυτή η τάξη αμφισβητείται σήμερα, σε πολλές περιοχές του πλανήτη, καθώς έχουν εμφανιστεί τα πρώτα σημάδια της υποχώρησης της αμερικανικής αυτοκρατορίας και της ανάδειξης νέων φιλόδοξων περιφερειακών δυνάμεων, όπως συμβαίνει αυτήν την περίοδο (και) στην ανατολική Μεσόγειο.

Οι «κανόνες» της Αγκυρας

Σε μια τέτοια περίοδο ανακατατάξεων στην περιοχή όπου ο εκπεφρασμένος στόχος της Τουρκίας είναι η ανάληψη ρόλου περιφερειακής δύναμης, οι ελληνοτουρκικές διαφορές αποκτούν διαφορετικό περιεχόμενο και τοποθετούνται σε άλλη βάση. Για την Τουρκία είναι σαφές, όπως φαίνεται από πράξεις και πολιτικές δηλώσεις, ότι το ζητούμενο δεν είναι η αναζήτηση του δικαίου στη βάση των προβλέψεων που έχουν καθοριστεί, αλλά η διαμόρφωση νέων κανόνων που είναι σε θέση να επιβάλλουν τα τουρκικά όπλα. Υπό αυτήν την έννοια οι ελληνικές επικλήσεις των κανόνων του διεθνούς δικαίου απλώς περιγράφουν την αδυναμία της χώρας να υπερασπιστεί το δίκιο της.

Η ελληνική αδυναμία για μια ρεαλιστική αντιμετώπιση της κατάστασης έτσι όπως έχει διαμορφωθεί περιγράφεται ακόμη πιο ξεκάθαρα από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται η σαφής και συντεταγμένη οικοδόμηση στρατιωτικής ισχύος της Τουρκίας.

Είναι πολλοί (πολιτικοί, αναλυτές κλπ) στην Ελλάδα που αν και διαπιστώνουν την τουρκική στρατιωτική αναβάθμιση, εκφράζουν αυτήν ακριβώς την περίοδο της έμπρακτης εκδίπλωσης του τουρκικού μεγαλοιδεατισμού, τη δυσφορία τους για όποιες σκέψεις έχουν να κάνουν με την ανάγκη ενίσχυσης των ελληνικών αμυντικών δυνατοτήτων. Η σπέκουλα σ αυτόν τον τομέα είναι παμπάλαια και εύκολη καθώς κατά γενικά ομολογία ο λαός έχει περισσότερη ανάγκη από βούτυρο παρά από κανόνια…

Αν και τους τελευταίους μήνες έχει αποδειχτεί η διάθεση και η δυνατότητα της Τουρκίας να αμφισβητήσει ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, οι «πασιφιστές» υπογραμμίζουν με έμφαση το τεράστιο κόστος των επιβεβλημένων για την ενίσχυση της αποτρεπτικής δύναμης της χώρας, εξοπλισμών.

Είναι προφανές, ότι οι σπεκουλαδόροι ταυτόχρονα καιροσκοπούν καθώς από τη μια αναγνωρίζουν την ύπαρξη της απειλής, καθώς και την αδυναμία της διεθνούς κοινότητας να περιφρουρήσει το «δίκαιο» και από την άλλη υπονομεύουν τον μόνο τρόπο αντιμετώπισης της τουρκικής επέκτασης: την αναβάθμιση των αμυντικών δυνατοτήτων της χώρας.

Αυτή η αντίφαση προφανώς κρύβει την έλλειψη στρατηγικής και σχεδίου για την πορεία της χώρας και ταυτόχρονα καλύπτει εγκληματικές επιλογές του παρελθόντος, όταν το «βούτυρο» κατασπαταλήθηκε χωρίς τα κανόνια που αγοράστηκαν να εξασφαλίζουν όπως θα έπρεπε την άμυνα της χώρας.

Κανόνια ακριβά και «άσφαιρα»

Για να κατανοήσουμε τα μεγέθη των κολοσσιαίων ποσών που η χώρα διέθεσε μεταπολεμικά σε εξοπλισμούς αρκεί να έχουμε κατά νου ότι μέχρι και το 2010 που εμφανίστηκε η κρίση χρέους, η Ελλάδα ήταν – μετά τις ΗΠΑ- η πρώτη χώρα αμυντικές δαπάνες ως προς το ποσοστό του ΑΕΠ της. Όπως έχει παραδεχτεί στο τέλος του 2003 στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού του 2004, ο τότε υπουργός Οικονομίας Ν. Χριστοδουλάκης– προκειμένου να υποστηρίξει την άποψη ότι η Ελλάδα αν αφαιρεθεί η ιδιαιτερότητα των αυξημένων δαπανών για εξοπλισμούς και δεν υπολογιστεί το χρέος των Ενόπλων Δυνάμεων, τότε εκπληρώνει τους δείκτες της ΟΝΕ για τα δημοσιονομικά μεγέθη και κυρίως αυτόν του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ– «τουλάχιστον 25 μονάδες του δημόσιου χρέους (δηλαδή το 1/4 του χρέους), οφείλονται στις δικαιολογημένες μεν, αλλά ιδιαιτέρως αυξημένες αμυντικές δαπάνες της χώρας μας».

Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς η Ελλάδα με βάση τα ποσά που ήδη εδώ και δεκαετίες ξοδεύει να έχει δημιουργήσει όλες εκείνες τις δυνατότητες που είναι απαραίτητες για την εξασφάλιση του «δίκιου» της το οποίο στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι τίποτε περισσότερο από την τήρηση των Συνθηκών που υπάρχουν. Έχοντας μια τέτοια δυνατότητα απέναντί της, έχουμε την εντύπωση ότι η εκδήλωση των τουρκικών αναθεωρητικών απαιτήσεων θα ήταν τουλάχιστον πιο περιορισμένη…

Τι, λοιπόν, συνέβη και πήγε χαμένο τόσο «βούτυρο»; Μια προφανής απάντηση προκύπτει έμμεσα από το γεγονός ότι δύο υπουργοί άμυνας της χώρας οι οποίοι υλοποίησαν τερατώδους μεγέθους εξοπλιστικά προγράμματα πέρασαν από τις πύλες των φυλακών του Κορυδαλλού…

Μια πιο άμεση απάντηση του τρόπου δόμησης των ελληνικών εξοπλιστικών δαπανών τη χρωστάμε σε έναν εξ επαγγέλματος ειδικό επί του θέματος: Ο πρώην αρχηγός και ΓΕΣ στρατηγός Κ. Παναγιωτάκης, ο οποίος καταθέτοντας στις 17/11/2008, ως μάρτυρας σε Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής, που διερευνούσε τις προμήθειες εξοπλιστικών προγραμμάτων, που έγιναν επί υπουργίας των Α. Τσοχατζόπουλου και Γ. Παπαντωνίου, είχε πει ότι η Ελλάδα επί πολλά χρόνια δεχόταν από τις ΗΠΑ ό,τι περίσσευε, αφού «παίρναμε οπλικά συστήματα τα οποία ήταν σάπια, με τις λεγόμενες βοήθειες και τα προγράμματα FMF. Ό,τι περίσσευε μας δίνανε». Η μονόπλευρη, συνέχισε ο ίδιος, οδός προμήθειας ορισμένων οπλικών συστημάτων κυρίως από τους Αμερικανούς «μας δημιούργησε προβλήματα στις σχέσεις μας και στις επιχειρήσεις μας, αν κάναμε, με τους Τούρκους. Το ΝΑΤΟ μπορεί να μας κάνει παρεμβολές όποτε θέλει», συνέχισε ο στρατηγός Κ. Παναγιωτάκης και υπογράμμισε ότι η Ελλάδα διαθέτει ήδη αρκετά όπλα για το ΝΑΤΟ. «Πρέπει κάποτε να κρατάμε και κάποια οπλικά συστήματα για τη δική μας την άμυνα γιατί το ΝΑΤΟ, όταν κάνουμε πόλεμο με την Τουρκία δε θα μας βοηθήσει, όπως ξέρετε».

Χωρίς μπούσουλα

Φτάνουμε λοιπόν στο σήμερα. Η κατάσταση συνοψίζεται, όχι τόσο από τις επιθετικές δηλώσεις της τουρκικής ηγεσίας, όσο από τις κινήσεις των τουρκικών πολεμικών πλοίων τα οποία συνοδεύοντας τουρκικά ερευνητικά στα όρια των ελληνικών χωρικών υδάτων, επιχειρούν να διαμορφώσουν το «δίκαιο» στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και κατ επέκταση του Αιγαίου. Είναι προφανές ότι οι τουρκικές κινήσεις προκύπτουν ως αποτέλεσμα της ελληνικής αδυναμίας να τις αντιμετωπίσει. Προφανής είναι επίσης και η επίδειξη της τουρκικής αποφασιστικότητας «να συνεχίσει την πολική με άλλα μέσα»…

Απέναντι σ αυτά τα δεδομένα, η έλλειψη στρατηγικής της Αθήνας είναι προφανής καθώς:

  • Η περιβόητη ελληνοαμερικανική συμφωνία που διαπραγματεύτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ και υπέγραψε η ΝΔ αν και έχει μετατρέψει τη χώρα σε αμερικανική βάση δεν φαίνεται να την διασφαλίζει από τις τουρκικές επιθετικές κινήσεις

  • Η συμμετοχή της χώρας ως πλήρες μέλος στη ΕΕ δεν φαίνεται να αποθαρρύνουν ούτε στο ελάχιστο τις επιδιώξεις της Αγκυρας

  • Το ΝΑΤΟ ως αμυντικός μηχανισμός δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον αναζήτηση του «δικαίου» μεταξύ των δύο χωρών μελών του αλλά απολαμβάνει το ρόλο του επιδιαιτητή στην αποτίμηση του συσχετισμού δύναμης ο οποίος είναι υπέρ της Τουρκίας και εις βάρος της Ελλάδας

  • Οι διαβουλεύσεις για την εξασφάλιση μιας δεσμευτικής Ελληνογαλλικής στρατιωτικής συμφωνίας που συμπεριλαμβάνει και «υπο -στρατηγικά» οπλικά συστήματα (φρεγάτες) τα οποία θα βελτίωναν την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, όχι μόνο δεν προχωρούν αλλά υπονομεύονται από άλλους (ΗΠΑ- Γερμανία) παραδοσιακούς προμηθευτές

Τέλος, και σημαντικότερο, στην Αθήνα –σε αντίθεση με την Άγκυρα- το πολιτικό σύστημα αδυνατεί να συμφωνήσει ότι ο μόνος τρόπος για να προστατευθεί ή να αυξηθεί το υπάρχον «βούτυρο» είναι η ύπαρξη των «κανονιών» των οποίων η προμήθεια γίνεται με τεχνοκρατικά – στρατιωτικά- στρατηγικά κριτήρια και δεν εξαρτάται από το μέγεθος και την κατεύθυνση της (οικονομικής ή πολιτικής) μίζας…

ΥΓ. Εχουμε την εντύπωση ότι αυτό που βιώνουμε αυτήν την περίοδο στην εγχώρια πολιτική σκηνή είναι η προσπάθεια διαχείρισης του πολιτικού κόστους μιας ήττας τεραστίων διαστάσεων– η οποία θα καθορίσει την φυσιογνωμία της χώρας τον επόμενο αιώνα – που συντελείται χωρίς να πέσει ούτε μια ντουφεκιά.

Αρκεί που υπάρχει «βούτυρο» για κάποιους, λίγους…

 topontiki

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ