Η Τουρκία έχει εδώ και δεκαετίες επεκτατική στρατηγική με στόχο την κυριαρχία στη Μεσόγειο όσον αφορά τα δυτικά της, ενώ παράλληλα έχει αποδείξει ότι έχει μέθοδο και κυρίως υπομονή για να την υλοποιήσει – δεν είναι υπόθεση μιας κυβερνητικής θητείας. Γεωγραφικό, κατ’ αρχάς, εμπόδιο στους σχεδιασμούς της είναι η Ελλάδα.
Όσο οι διαδοχικές τουρκικές κυβερνήσεις ξεδιπλώνουν την επιθετική τουρκική στρατηγική, η ελληνική πολιτική τάξη δεν έχει να επιδείξει κάποια συγκροτημένη εθνική στρατηγική προάσπισης της κυριαρχίας της χώρας και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Ο «κατευνασμός» του… νευρικού γείτονα είναι τελικά η «στρατηγική» των ελληνικών κυβερνήσεων, οι οποίες ελπίζουν ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα αποτρέψουν εντάσεις και κάποιο θερμό επεισόδιο σε Αιγαίο και Κύπρο.
Με άλλα λόγια, εθνική στρατηγική προτεραιότητα για την πολιτική τάξη της χώρας, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, δεν είναι η κατοχύρωση, με ενεργητικό και σαφή τρόπο, της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, που παγίως διακηρύσσουμε ότι αποτελούν τη μόνη διαφορά με τη γείτονα (οριοθέτηση και ανακήρυξη υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ).
Επίσης, οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν έχουν προχωρήσει όλα αυτά τα χρόνια σε επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ., καθώς αυτό έχει διακηρυχθεί από την Τουρκία ότι είναι casus belli. Αντιθέτως, δείχνουν να έχουν εσωτερικεύσει ως γενική απειλή το casus belli: εκπέμπουν τον φόβο ότι η Τουρκία θα αντιδράσει με πόλεμο σε όποια προσπάθεια κατοχύρωσης της ελληνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων με βάση το Διεθνές Δίκαιο.
Έτσι ο κατευνασμός ως εθνική στρατηγική έχει καταλήξει να είναι «αγορά χρόνου», ώστε να κυλήσει η εκάστοτε κυβερνητική θητεία χωρίς προβλήματα και κυρίως χωρίς συμβάντα μη διαχειρίσιμα πολιτικά. Αλλά και χωρίς να δυσαρεστούνται οι εταίροι στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, που θέλουν καλή συνεργασία μεταξύ των συμμάχων για τα δικά τους στρατηγικά συμφέροντα έναντι της Ρωσίας και της Μέσης Ανατολής.
Η πολιτική αυτή έχει αποτύχει και είναι ενδεικτικό ότι με τα Ίμια και ακολούθως τη Συμφωνία της Μαδρίτης η Τουρκία δεν «κατευνάστηκε» και δεν σταμάτησε να προβάλει διεκδικήσεις, αλλά το ακριβώς αντίθετο. Οικοδόμησε βήμα-βήμα τη στρατηγική της και άνοιξε διάπλατα τη βεντάλια των διεκδικήσεών της. Αυτή τη στιγμή δεν είναι σαφές αν η ελληνική κυβέρνηση έχει στόχο να ροκανίσει λίγο ακόμη τον χρόνο ώς το τέλος της γερμανικής προεδρίας, ποντάροντας ενδεχομένως και σε αλλαγή ηγεσίας στις ΗΠΑ στο μεταξύ, ή αν πραγματικά μπαίνει στη λογική διαλόγου και διαπραγμάτευσης και επί ποιας ατζέντας.
Το θέμα είναι ότι τα ψέματα τελείωσαν και το πραγματικό δίλημμα (ανεξαρτήτως του πώς τίθεται στην κοινή γνώμη) που έχει διαμορφωθεί είναι προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων ή εκχώρηση τμήματος αυτών.