«Η κίνηση είναι υγεία και ο χορός είναι μία καλή αφορμή να κινείται κανείς. Η ‘‘χοροθεραπεία’’ κάνει καλό στη σωματική υγεία, στη ψυχική υγεία και στην υγεία της καρδιάς.» ( Χρήστος Ε. Ταχματζίδης)
Περιγραφή-φωτογραφίες: Αλέξανδρος Γραμματικόπουλος
Οι μαθητές όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, κοντεύοντας στη λήξη της κάθε σχολικής χρονιάς, διοργανώνουν εκδρομές που θα τους θυμίζουν, στο μέλλον, όμορφες και αξέχαστες στιγμές που βίωσαν συμμετέχοντες σε αυτές.
Έτσι και εμείς, οι μαθητευόμενοι χορευτές και μέλη της χορευτικής ομάδας που δημιούργησε ο Χρήστος Ε. Ταχματζίδης, κοντεύοντας στη λήξη της χορευτικής μας χρονιάς, διοργανώσαμε, για πρώτη φορά, τη δική μας εκδρομή, που στο πρόγραμμά της περιελάμβανε πάρα πολλές δραστηριότητες.
Στο ημερολόγιο έγραφε: Κυριακή, 19 Μαϊου 2019.
Ήταν η μέρα που συγκεντρωθήκαμε, συγχορευτές και φίλοι, στο Πάρκο «Ελιά», με την πανέμορφη θέα προς τον κάμπο της Ημαθίας, περιμένοντας την ώρα της αναχώρησης [φωτ. 1(πρόσφατη) και 2 (παλιότερη)].
Τα δεκάδες γύρω μαγαζιά-καφέ μόλις που άρχιζαν να ανοίγουν περιμένοντας τους πρώτους επισκέπτες.
Ο ουρανός με αραιή συννεφιά και η θερμοκρασία μιας ανοιξιάτικης πρωινής μέρας.
Επιβιβαστήκαμε στο πούλμαν και φύγαμε.
Τα ρολόγια δείχνανε 10.00 π.μ.
Αφήσαμε πίσω μας την πόλη της Βέροιας με τον καταπράσινο κάμπο της, την πανέμορφη Λίμνη του Αλιάκμονα και μπήκαμε στην Εγνατία Οδό με κατεύθυνση προς Κοζάνη (φωτ. 3).
Ο χοροδιδάσκαλός μας Χρήστος Ε. Ταχματζίδης αφού μας καλημέρισε, έκανε στη συνέχεια μια ολιγόλεπτη αναφορά στη Γενοκτονία των Ποντίων με την ευκαιρία της 19ης Μαϊου, που έχει καθιερωθεί σαν Μέρα Μνήμης.
Τον γιατρό-καρδιολόγο, τον άνθρωπο που κατάφερε, με την αγάπη του στο χορό, να φέρει κοντά δεκάδες άτομα όλων των ηλικιών και να τα «δέσει» σε ένα όμορφο σύνολο, δημιουργώντας, έτσι, μία καταπληκτική χορευτική ομάδα, τον ακούγαμε συγκινημένοι (φωτ. 4).
Το ίδιο συναίσθημα επικράτησε και στη συνέχεια όταν, η Δήμητρα μάς διάβασε ένα σύντομο πρόλογο από τα «Αυτοβιογραφικά Απομνημονεύματα ‘‘Μια ζωή συννεφιές και λιακάδες’’» του Νεοκλή Κουρουζίδη. Στον πρόλογό του ο συγγραφέας περιέγραφε λίγα γεγονότα από τις διηγήσεις της γιαγιάς του, δηλ. μία αληθινή και πονεμένη ιστορία της οικογένειάς της που ήταν και ιστορία σχεδόν όλων των καταδιωγμένων Ποντίων από τις Αλησμόνητες Πατρίδες…απαντώντας, με την αφήγησή του αυτή, σε μια ερώτηση που του είχε κάνει ο εγγονός του σε μικρή ηλικία.
Η συνέχεια πιο ευχάριστη.
Στα μεγάφωνα του πούλμαν ακούσματα από διάφορες παραδοσιακές μουσικές, που μας συντρόφευαν σε όλο μας το ταξίδι.
Ακολούθησε μια απρόσμενη έκπληξη, το κέρασμα της Πόπης. Γευτήκαμε όλοι μας τα καταπληκτικά πιροσκί, άλλα με πατάτα και άλλα με τυρί, που τα είχε φτιάξει η ίδια με τα χέρια της.
Οι εικόνες που αντικρίζαμε, έξω από τα τεράστια παράθυρα του λεωφορείου, σε όλο το οδικό μας πέρασμα διαφορετικές από περιοχή σε περιοχή. Ανοιξιάτικα τοπία, πολύχρωμα «στολισμένα»…εικόνες που εναλλάσσονταν μεταξύ τους.
Με όλα τα παραπάνω δεν καταλάβαμε για πότε μπήκαμε στον ανηφορικό ασφαλτόδρομο, με τα πολλά στροφηλίκια, που οδηγούσε στον προορισμό μας.
Στη θέα των καταπράσινων πανύψηλων δένδρων που τον σκέπαζαν, δημιουργώντας ένα φανταστικό σκηνικό, κυριαρχούσε ο θαυμασμός και η ύπαρξη των πολλών στροφών του δρόμου περνούσε απαρατήρητη.
Κοντεύαμε στα 1.180 περίπου μέτρα υψόμετρο. Φτάναμε στον προορισμό μας.
Ο Χρήστος, μας έκανε μία σύντομη εγκυκλοπαιδική ενημέρωση για την περιοχή που θα επισκεπτόμασταν και μας πληροφόρησε για τα αξιοθέατα που θα μπορούσαμε να δούμε, όπως: το «Αρρεναγωγείο», το «Παρθεναγωγείο», το «Σουηδικό εργοστάσιο υφαντουργίας»…που δεν λειτουργούν, το «Πρότυπο Κέντρο Κτηνοτροφίας και Εκπαίδευσης» και το «Ξυλόγλυπτο τέμπλο» από την Μοσχόπολη στον Ναό του Αγ. Νικολάου.
Μας μίλησε, επίσης, για το παραδοσιακό έθιμο των «Καβαλάρηδων του Αγ. Παντελεήμονα», που αναβιώνει από τους ντόπιους της περιοχής στο πανηγύρι του Αγίου, καθώς και για τον «Τρανό Χορό», ένα έθιμο που τηρείται με ιδιαίτερη αγάπη και ευλάβεια κάθε χρόνο τον μήνα Αύγουστο.
Και νάτο !!! Χρειαστήκαμε μία ώρα και 45 λεπτά οδικής διαδρομής για να φτάσουμε στο παραδοσιακό ορεινό χωριό του Νομού Κοζάνης, που είναι κτισμένο σε ένα μικρό κλειστό οροπέδιο ανάμεσα στους πανέμορφους ορεινούς όγκους των βουνών Σινιάτσικο (ή Άσκιο υψ. 2.111 μ.) και Μουρίκι [φωτ. 5 (πρόσφατη) και 6 (παλαιότερη)].
Φτάνοντας στη Βλάστη ή Μπλάτσι, όπως την αποκαλούν οι ντόπιοι, συναντήσαμε τον Πρόεδρο της Κοινοτικής Ενότητας του Δήμου Εορδαίας, που μας περίμενε για να μας ξεναγήσει στο «Σουηδικό εργοστάσιο υφαντουργίας», που χρησιμοποιείται πλέον σαν ένας εκθεσιακός χώρος.
Ήταν για μας μία όμορφη εμπειρία. Ξεναγηθήκαμε σε όλους τους χώρους του «εργοστασίου», που σταμάτησε να λειτουργεί από το 1900 περίπου. Χτίστηκε το 1965 από τη σουηδική ανθρωπιστική οργάνωση ΙΜ (Individuell Människohjälp).
Από πληροφορίες, ο Όκε Ουλάουσον σε κάποιο σημείο του βιβλίου του «ΙΜ στην υπηρεσία της φιλανθρωπίας» έγραψε: «…Όλες οι γυναίκες της Βλάστης εργάζονταν και αμείβονταν με πολύ αξιοπρεπή μισθό γεγονός σπάνιο για την εποχή. Ενώ είναι ενδεικτικό ότι, από τις περίπου 125 οικογένειες που ζούσαν στη Βλάστη, ελάχιστες ήταν όσες δεν είχαν κανένα μέλος τους να συμμετέχει στο πρόγραμμα της ΙΜ» (φωτ. απο 7 έως και 14).
Μετά την ξενάγησή μας στο «εργοστάσιο-μουσείο», κατευθυνθήκαμε προς την κεντρική πλατεία του χωριού.
Μέχρι να φτάσουμε στην πλατεία, μας δόθηκε η ευκαιρία να περπατήσουμε στα στενά σοκάκια του γραφικού, ήσυχου και πανέμορφου ορεινού χωριού, που αριθμεί σήμερα τους 100 περίπου μονίμους κατοίκους. Περνώντας μέσα από τα δρομάκια της Βλάστης, αντικρίσαμε σπίτια που διατηρούσαν την παραδοσιακή Μακεδονική αρχιτεκτονική και πολλά άλλα που έχουν αναπαλαιωθεί τα τελευταία χρόνια. Είναι μία ένδειξη ότι, οι νεότερες γενιές αρχίζουν να επιστρέφουν στο χωριό των γονιών ή των παππούδων τους.
Έτσι το καλοκαίρι, οι μόνιμοι κάτοικοι μαζί με τους ντόπιους εποχικούς επισκέπτες υπερβαίνουν τους 2.000 πληθυσμιακά.
Κατά τη διάρκεια της περιπατητικής μας διαδρομής, περάσαμε δίπλα απο: τον Ναό του Αγ. Μάρκου και το «Θωμαϊδιο Διδακτήριο»-Κοινοτικό Κατάστημα Βλάστης (φωτ. 15, 16, 17).
Φτάνοντας στην πλατεία, συναντήσαμε τον γέροντα-μοναχό, που θα μας ξεναγούσε στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου.
Φτάνοντας στην είσοδο του περίβολου της εκκλησίας, αντικρίσαμε την προτομή του Γεωργίου Σίνα, στα αριστερά και του Κοσμά του Αιτωλού, στα δεξιά της.
Ο γέροντας-μοναχός άνοιξε τη μεγάλη ξύλινη πόρτα της εισόδου και μπροστά μας φάνηκε ένα κτίσμα εξ ολοκλήρου πετρόχτιστο, πού έχει ανακαινισθεί εξωτερικά. Ο Ναός πρωτοκτίστηκε το 1761 και ξεχωρίζει από τους άλλους για την αρχιτεκτονική του και την ιστορία του.
Εντύπωση μας προκάλεσε το μπαλκονάκι, μια παλιά ξυλοκατασκευή που προεξείχε, με την καμπάνα να κρέμεται στη μέση της. Θα χρησίμευε, φαίνεται, σαν καμπαναριό (φωτ. 18, 19, 20).
Μπαίνοντας στο εσωτερικό του Ναού…ο απόλυτος θαυμασμός.
Παντού ξυλοκατασκευές, από την εποχή ακόμη που πρωτοκτίστηκε. Εντυπωσιαστήκαμε από την ξυλογλυπτική και τις λεπτομέρειες στο σκαλισμένο ξύλο.
Ο φθοροποιός, όμως, χρόνος έχει αφήσει και τα δικά του σημάδια.
Κοιτάζοντας προς το ιερό…μείναμε, κυριολεκτικά, με το στόμα ανοικτό. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο από τη Μοσχόπολη ξεχώριζε και έκανε όλη τη διαφορά.
Ο μοναχός, χαμηλόφωνα, σεβόμενος την ιερότητα του χώρου, μας μίλησε για την ιστορία του Ναού και του τέμπλου.
Το αριστούργημα που αντικρίζαμε δεν μπορεί να περιγραφεί με λόγια. Είναι άλλο πράγμα, άλλη αίσθηση να το βλέπεις με τα μάτια σου από κοντά.
[Σεβόμενος την επιθυμία του γέροντα, δεν ανεβάζω φωτογραφίες από το εσωτερικό του Ναού].
Μετά την ξενάγηση, ευχαριστήσαμε τον γέροντα για τις πληροφορίες και την ενημέρωση που μας έκανε και επιστρέψαμε στην πλατεία του χωριού.
Ελεύθεροι, πλέον, είχαμε αρκετούτσικο χρόνο να κάνουμε ό,τι ήθελε ο καθένας, πριν έρθει η καθορισμένη ώρα της συγκέντρωσής μας σε ένα από τα μαγαζιά για τη συνέχεια.
Έτσι, κάποιοι προτίμησαν να καθίσουν να πιούν το καφεδάκι τους στον καθαρό αέρα, με θέα το πλούσιο σε φυσική ομορφιά γύρω τοπίο και κάποιοι άλλοι, θέλοντας να δούν και άλλα αξιοθέατα συνέχισαν τη βόλτα τους στα σοκάκια του χωριού (φωτ. 21).
Εμείς, μια παρέα 6 ατόμων, συνεχίσαμε και λίγο πιο έξω από το χωριό. Προχωρήσαμε προς το λοφίσκο με κατεύθυνση προς Σισάνι-Νάματα-Εράτυρα.
Εκεί, από το εξωκκλήσι του Αγ. Αθανασίου (1862), μπορέσαμε να δούμε ένα τμήμα του χωριού Σισάνι και τον κάμπο που «βγάζει» τα γνωστά, στους περισσότερους, φασόλια της περιοχής (φωτ. 22, 23, 24).
Κόντευε η ώρα της συγκέντρωσης. Κατευθυνθήκαμε προς το χωριό. Φτάνοντας στην πλατεία διαπιστώσαμε πως όλοι οι υπόλοιποι της χορευτικής μας ομάδας είχαν ήδη καθίσει στο μαγαζί «Ο Αλέκος» (Σύμπτωση;;; Μάλλον, ναι!!!).
Σε κάθε τραπέζι και μια παρέα και όλες οι παρέες μαζί ένα όμορφο σύνολο που, στο εσωτερικό του μαγαζιού, δημιουργούσε ένα ευχάριστο κλίμα.
Ήρθαν και τα κρασοτσιπουρομεζεκλίκια. Τα κρασοπότηρα «άρχισαν» να τσουγκρίζουν, τα πιρούνια να «κινούνται» ασταμάτητα, τα «κους-κους» παντού και τα χαμόγελα σε κάθε τραπέζι.
Όλο το σκηνικό δημιουργούσε μία χαρούμενη ατμόσφαιρα.
Κάποια στιγμή, ο χοροδιδάσκαλός μας μιλώντας στα…ποντιακά (λόγω της μέρας Μνήμης της Γενοκτονίας των Ποντίων)…«έδωσε» το σήμα να σηκωθούμε να χορέψουμε.
Αρχίσαμε με ποντιακούς χορούς, που μας τους μαθαίνει η Μαρία Αμανατίδου και συνεχίσαμε με παραδοσιακούς από διάφορες περιοχές της Ελλάδος, που μας τους μαθαίνει ο Χρήστος Ε. Ταχματζίδης.
[Πρέπει να σημειώσω εδώ ότι, και οι δύο χοροδιδάσκαλοι μας διδάσκουν χορούς χωρίς καμιά αμοιβή. Η αμοιβή τους…όλο αυτό το όμορφο αποτέλεσμα που προέκυψε από την αγάπης τους στο χορό] (φωτ. από 25 έως και 31).
Κάποια στιγμή εγώ, ο «ανήσυχος-ορειβάτης-εξερευνητής», άφησα την παρέα να συνεχίσει τους χορούς και ξεκίνησα να δώ και άλλα αξιοθέατα που υπήρχαν στην περιοχή.
Η μεταλλική πινακιδούλα: «Προς Παραδοσιακό Υδρόμυλο», μου κίνησε το ενδιαφέρον. Ακολούθησα το βέλος της πινακίδας και στη συνέχεια το ορειβατικό μονοπάτι, που οδηγούσε στην κορυφή «Άσκιο» του Σινιάτσικου και σε κάποια διασταύρωση μονοπατιών ένα άλλο οδηγούσε στο χωριό Νάματα.
Χρειάστηκα δύο χιλιόμετρα πορείας, από το χωριό, για να βρεθώ στον χώρο με τον «Παραδοσιακό Υδρόμυλο Γιαννιώτη». (φωτ. από 32 έως και 36).
Η επίσκεψή μου σύντομη, δεν έπρεπε να ήμουν η αιτία καθυστέρησης. Φωτογραφίες, τελευταία ματιά και επιστροφή στην παρέα.
Οι ώρες περνούσαν. Η συνέχεια για την χορευτική ομάδα μας είχε και άλλες επισκέψεις-δραστηριότητες. Έπρεπε κάποια στιγμή να φύγουμε για να προλάβουμε να πραγματοποιήσουμε και το υπόλοιπο κομμάτι του προγράμματος της μέρας.
Έτσι, κοντεύοντας προς το απογευματάκι, φύγαμε από τη Βλάστη.
Ξαναεπιβιβαστήκαμε στο πούλμαν. Αφήσαμε πίσω μας το «Μουσίκειον Ελληνικόν Παρθεναφωγείον», το εγκαταλειμμένο «Βρανάκειο Δημοτικό Σχολείο Βλάστης» και ακολουθήσαμε, οδικώς, τον επαρχιακό δρόμο με κατεύθυνση προς την Εράτυρα (φωτ. 37, 38 ).
Περάσαμε από το χωριό Σισάνι, που είναι γνωστό για τα εξαιρετικής ποιότητας φασόλια που παράγονται στην περιοχή και συνεχίσαμε.
Η οδική διαδρομή μας σύντομη.
Φτάσαμε στην Εράτυρα, που είναι γνωστή για τους πολλούς μεταβυζαντινούς ναούς της, 23 που σώζονται, καθώς και για τα αρχοντικά της.
Η Κεντρική πλατεία, ο Ναός του Αγίου Γεωργίου και ο κεντρικός δρόμος ήταν σημαιοστολισμένοι. Δεν είχε κάποια Εθνική γιορτή, δεν γιόρταζε κανένας Άγιος. Απλά, την κωμόπολη την είχε επισκεφτεί, την προηγούμενη μέρα, ο νέος τους Μητροπολίτης.
Φτάνοντας στην πλατεία, κατευθυνθήκαμε προς τον Ναό του Αγίου Γεωργίου (1844), που ξεχώριζε εξωτερικά, κάνοντας τη διαφορά με τον ιδιαίτερο τρούλο του και το πέτρινο καμπαναριό του (φωτ. 39, 40).
Μπαίνοντας στο εσωτερικό του χώρο, αντικρίσαμε ξυλόγλυπτα και τοιχογραφίες που μας άφησαν…άφωνους.
Εκεί, ο ιερέας της ενορίας μας μίλησε για την ιστορία του Ναού, για τις παλιές αγιογραφίες του και αναφέρθηκε περισσότερο στο μοναδικό κοίλο ξυλόγλυπτο τέμπλο, που έκανε τη μεγάλη διαφορά και ξεχώριζε από μακριά με την ομορφιά του. Ήταν το μοναδικό, γιατί, σύμφωνα με τον ιερέα, όμοιό του δεν μπορεί να συναντήσει κανείς πουθενά ( φωτ. από 41 έως και 44).
Μετά την ξενάγηση, καθίσαμε όλοι μαζί στην Κεντρική Πλατεία της κωμόπολης να απολαύσουμε τον απογευματινό μας καφέ (φωτ. 45).
Η χαλάρωση της στιγμής ευχάριστη, στη σκιά των πανύψηλων υπεραιωνόβιων πλατάνων και ο καφές μας φάνηκε υπέροχος σε ένα ζηλευτό χαρούμενο μικροκλίμα, που δημιουργήσαμε εμείς, οι 52 συνταξιδευτές από την Βέροια, με τα πειράγματά μας, τα αστειάκια μας, το χαμόγελό μας.
Έφτασε η ώρα για τη συνέχεια. Επιβιβαστήκαμε στο πούλμαν και ξεκινήσαμε για την Ι. Μ. Αγ. Αθανασίου Εράτυρας Βοϊου.
Περάσαμε μέσα από πολύ στενά δρομάκια της κωμόπολης μέχρι να μπούμε στον ανηφορικό ασφαλτόδρομο με τα πολλά στροφηλίκια.
«Χαρά στην υπομονή του οδηγού»: σκεφτόμασταν, βλέποντάς τον να προσπαθεί με πολύ προσοχή να περάσει μέσα από τα στενώματα το μεγάλο κινητό όγκο.
Χρειαστήκαμε 2 χιλιόμετρα οδικής διαδρομής για να φτάσουμε στα 1.000 περίπου μέτρα υψόμετρο, στο σημείο δηλαδή που βρίσκεται η πρόσφατα αναπαλαιωθείσα Ι.Μ. Αγ Αθανασίου Εράτυρας Βοϊου.
Εκεί, ο μοναδικός μοναχός μας ξενάγησε στο καθολικό Ναό, που πρωτοκτίστηκε το 1797.
Μας μίλησε για την ιστορία της Μονής, που κτίστηκε τον 16ο αιώνα διατηρώντας σε κάποια σημεία της τα στοιχεία του αγιορείτικου ρυθμού, καθώς και για την αναπαλαίωσή της.
Αναφέρθηκε, επίσης, και στο ξυλόγλυπτο τέμπλο του Ναού (1804).
Στο τέλος, ντόπιοι νεαροί – βοηθοί του γέροντα, μας πρόσφεραν λουκούμι και γλυκό…ένδειξη μοναστηριακής φιλοξενίας (φωτ. από 46 έως και 52).
Μετά και την επίσκεψή μας αυτή, ξαναεπιβιβαστήκαμε, για τελευταία αυτή φορά, στο πούλμαν και ξεκινήσαμε για την πρωτεύουσα της Ημαθίας.
Σε όλη τη διαδρομή: Εράτυρα – Εγνατία Οδός – Βέροια, συζητούσαμε για τις όμορφες στιγμές που περάσαμε.
Τις συζητήσεις μας τις διέκοπταν, κάπου-κάπου, τα διάφορα μουσικά ακούσματα, από τα μεγάφωνα του λεωφορείου, που δημιουργούσαν ακόμη πιο ευχάριστο κλίμα, απομακρύνοντας έτσι από το μυαλό μας τη κάθε σκέψη της επιστροφής μας στην καθημερινότητα.
Με τα μουσικά ακούσματα και με τα τραγούδια μας, δεν καταλάβαμε για πότε φτάσαμε στο Πάρκο της Ελιάς, στην έδρα μας.
Στο σημείο αυτό έφτασε στο τέλος της μια πρωτόγνωρη, για την χορευτική ομάδα μας, κυριακάτικη δραστηριότητα.
Μία δραστηριότητα που τα είχε όλα: μας δόθηκε η ευκαιρία να ξεφύγουμε από την τυποποιημένη άχαρη καθημερινότητα, να εκδράμουμε, να γνωρίσουμε περιοχές, να επισκεφτούμε διάφορα αξιοθέατα, να απολαύσουμε τα κρασοτστιπουρομεζεκλίκια σε ένα όμορφο ορεινό χωριό, να χορέψουμε και να τραγουδήσουμε.
Μήπως θα μπορούσε να υπάρξει και τίποτε άλλο;;;!!! Νομίζω πως, ΟΧΙ!!!
Κατευθυνθήκαμε για τα σπίτια μας γεμάτοι από εμπειρίες, από ευχάριστη διάθεση και το μόνο που μας…βάρυνε…εκείνη τη στιγμή ήταν, οι αμέτρητες όμορφες εικόνες που είχαν «φωλιάσει» στην άκρη του μυαλού μας. Εικόνες στιγμών, που στο μέλλον θα μας γίνουν αξέχαστες χαρούμενες αναμνήσεις.
Πολλά μπράβο στον εμπνευστή της εκδρομής και ακόμη περισσότερα συγχαρητήρια στους διοργανωτές της όμορφης αυτής κυριακάτικης δραστηριότητας.
Άντε, και του χρόνου, με τη νέα χορευτική χρονιά!!!