Ο ρατσισμός έχει την καταγωγή του στον φόβο. Στον φόβο του πρωτόγονου ανθρώπου για τον πρωτόγονο άνθρωπο.
Ο ρατσισμός έλκει την καταγωγή του απ’ τον αρχετυπικό μας αταβισμό και ως εκ τούτου έχει εγγραφεί μέσα μας με την ίδια δύναμη που έχουν εγγραφεί τα ένστικτα.
Τον φόβο του ανθρώπου προς τον άνθρωπο, ανάλογον με τον τρόμο απέναντι στην παντοδυναμία της φύσης, απάλυνε η κοινότητα. Οι πρώτοι νομάδες, οι πρώτοι τροφοσυλλέκτες και κυρίως οι πρώτοι γεωργοί σχημάτισαν κοινότητες συμβίωσης, αλληλεγγύης και αλληλοϋποστήριξης. Αυτό βεβαίως δεν εξαφάνισε τον ρατσισμό, αλλά απλώς τον μετατόπισε και τον μετέθεσε στις απέναντι κοινότητες. Ο άλλος, ο εκεί έξω, ο ξένος εξακολουθούσε να αποτελεί κίνδυνο. Και η αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου θεσμοθετήθηκε μέσα στο πλαίσιο της φυλής. Η φυλή
η πιο πρωτόγονη μορφή κοινωνικής οργάνωσης οργανώθηκε γύρω απ’ το αίμα, την καταγωγή, τη διαδοχή των γενεών, συνεπώς ο φόβος για τον απ’ έξω, για τη δική του φυλή, ράτσα, κοινότητα έγινε υπόθεση αίματος. Από τότε μέχρι σήμερα ο ρατσισμός είναι μια υπόθεση αίματος – που στη σύγχρονη εποχή καλύτερα από κάθε άλλον εξέφρασε ο ναζισμός.
Όμως, από εκείνη την ίδια εποχή της πρωτόγονης αρχαιότητας, ο ρατσισμός εκτός από εκδήλωση φόβου και μίσους της μιας φυλής απέναντι στην άλλη εξελίχθηκε σε υπόθεση ισχύος μέσα στο ίδιο το εσωτερικό της φυλής, της ράτσας, της κοινότητας.
Μάλιστα, μπορεί να φαίνεται οξύμωρο, αλλά όσο τα σχήματα της κοινωνικής οργάνωσης προόδευαν, τόσον οι μορφές του ρατσισμού καθ-ιερώνονταν. Καθ-ιερώνονταν χαρακτηρίζοντας την ιδεολογία της εξουσίας και βεβαίως τη θρησκευτική της επιβεβαίωση.
Έτσι, μέσα κι έξω απ’ τις κοινότητες που τώρα πλέον εξελίσσονταν σε κοινωνίες, ο αδύναμος, ο παρίας, ο δούλος και ο ξένος αντιμετωπίζονταν και με ρατσιστικά κριτήρια.
Στην αρχαϊκή και την κλασική Ελλάδα, πόσω μάλλον στην απολυταρχική Ανατολή, ο δούλος ήταν μια ομιλούσα μηχανή, ο αδύναμος ένα θήραμα, ο παρίας ένα εργαλείο και ο ξένος ένα ον ανυπεράσπιστο. Μην ξεχνάμε ότι ακόμα και η λαϊκή Αθηναϊκή Δημοκρατία των κλασικών χρόνων συνετέθη πάνω στο φυλετικό δίκαιο ως κοινωνία, και στη δουλοκτησία ως οικονομία, ως κυρίαρχη παραγωγική διαδικασία.
Ακόμα και η φιλοξενία δεν είχε τόσο ευγενή κίνητρα όσον νομίζουμε. Στις ρευστές από πολιτική άποψη κοινωνίες των πόλεων – κρατών συχνά επιφανείς ή άσημοι πολίτες εξορίζονταν ή αναγκάζονταν να διαφύγουν από τις πόλεις τους και να καταφύγουν φυγάδες σε άλλες πόλεις, στο έλεος δηλαδή κάποιων ξένων.
Για να αποφύγουν αυτόν τον κίνδυνο, πολλοί πολίτες πολλών πόλεων σχημάτιζαν ένα δίχτυ φιλοξενίας μεταξύ τους, ώστε να έχουν πού να καταφύγουν αν τους συνέβαινε η ανάγκη για κάτι τέτοιο. Ιερός ήταν ένας ξένος μόνον αν κατέφευγε ικέτης σε έναν ναό ή αν είχε προσυμφωνημένους δεσμούς φιλοξενίας. Κατά τα άλλα ο ξένος ήταν θήραμα, συνήθως τον άρπαζαν και τον έκαναν δούλο.
Αλλά, ακόμα και ο ξένος που είχε τέτοιους δεσμούς φιλοξενίας ή προσέφευγε στους θεούς για άσυλο, μπορούσε εν τέλει να υποστεί την ξενηλασία.
Από τότε πέρασαν αιώνες, αλλά ο ρατσισμός έχει διαφοροποιηθεί μόνον αναλόγως της εξέλιξης των πολιτικών συστημάτων, παραμένοντας όμως στη φύση του ο ίδιος.
Συχνά ο ρατσισμός εμπλέκεται με τις εθνικές διαφορές και στοχοποιεί ιδεολογικά τον αντίπαλο, τον Πολωνό ή τον Ρώσο ή τον οποιονδήποτε. Πάντα
ο ρατσισμός εμπλέκεται με την οικονομική δομή της κοινωνίας, όπως ο ρατσισμός της δουλοκτητικής Αμερικής ή ο ρατσισμός απέναντι στους αλλοδαπούς εργάτες σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες σε όλον τον κόσμο. Ο ξένος εργάτης δεν είναι μόνον θύμα ταξικής εκμετάλλευσης αλλά και ρατσιστικής καταπίεσης.
Ακόμα και στις ΗΠΑ του Εμφυλίου Πολέμου η απελευθέρωση των μαύρων από τη δουλεία δεν σήμανε ποτέ και την απελευθέρωσή τους απ’ τον ρατσισμό. Σε καμία ανεπτυγμένη καπιταλιστική κοινωνία δεν έγινε ποτέ κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, κατά τον Μεσοπόλεμο ο ρατσισμός έλαβε θεσμική μορφή με τους Ρατσιστικούς Νόμους του Ράιχ κατά των Εβραίων, των αθίγγανων, των ομοφυλόφιλων και των Σλάβων «υπανθρώπων», την πολιτική της Ευγονικής και τις θεωρίες περί Άριας Φυλής – ένα σύμπλεγμα θεσμισμένου ρατσισμού που έφθασε ώς την εποχή μας με το Απαρτχάιντ, το τείχος του Αίσχους στη Γάζα ή το τείχος που πάει να χτίσει τώρα ο Τραμπ στα σύνορα με το Μεξικό.
Καμία όμως απ’ όλες αυτές τις πολιτιστικές εκφάνσεις του ρατσισμού δεν θα μπορούσε να έχει συμβεί, αν δεν υπήρχε ρατσιστικό αντίκρισμα μέσα στις κοινωνίες. Αν δηλαδή δεν ενδημούσε ο ρατσισμός μέσα σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Αυτό είναι και ένα από τα μείζονα προβλήματα της εποχής μας.
Καμία κοινωνία, ούτε η πολυπολιτισμική στις ΗΠΑ ούτε οι εθνικές ή πολυεθνικές στην Ευρώπη καθώς και σε όλον τον κόσμο, δεν αντιμετωπίζει τον ρατσισμό σαν μίασμα, σαν έναν καρκίνο που κατατρώει και την ίδια (την κοινωνία). Σήμερα η αντιμετώπιση
του ρατσισμού επαφίεται στην εφαρμογή των αντιρατσιστικών νόμων για όσα κράτη διαθέτουν τέτοιους και στο φιλότιμο των ανθρώπων, όσων είναι ευαίσθητοι, φιλοσοφημένοι και ανθρωπιστές. Και τα δύο, και οι νόμοι δηλαδή και ο ανθρωπισμός, δεν αρκούν.
Το φαινόμενο του ρατσισμού είναι πολυσύνθετο και έως τώρα απέθαντο. Για παράδειγμα, ο Χριστιανισμός είναι μια κατ’ εξοχήν αντιρατσιστική θρησκεία, εκατομμύρια Χριστιανοί όμως είναι ρατσιστές.
Επιπλέον, σήμερα στις αναπτυγμένες κατά το δη λεγόμενο δημοκρατίες, το πλέγμα των αντιρατσιστικών νόμων είναι πλουσιότερο παρά ποτέ, όμως αυτές οι δημοκρατίες, οι αστικές δημοκρατίες, βρίσκονται σε υποχώρηση, ο καπιταλισμός δεν τις χρειάζεται πια, τείνουν σε οικονομικές τυραννίδες – και τούτο από μόνο του γεννάει τον ρατσισμό, τον φουντώνει.
Ενώ δηλαδή οι δημοκρατίες καταβάλλουν πόρους και θεσπίζουν νόμους κατά του ρατσισμού, η ίδια τους οικονομική λειτουργία – η «οικονομία της φρίκης» – τον θεριεύει. Πράγμα που εύκολα διαπιστώνει κανείς στα γκέτο των μητροπόλεων ή στα χωράφια και τους αγρούς σε πλείστες όσες χώρες.
Πολλά κράτη, πολλές ΜΚΟ (όχι από τις αργυρώνητες), πολλοί καλοί άνθρωποι κάνουν ό,τι μπορούν, αλλά ο ρατσισμός θεριεύει, εμπλέκεται με το προσφυγικό πρόβλημα και φθάνει ακόμα και σε μορφές σωματεμπορίας ή χειραγώγησης των μεταναστών σε γκέτο που δεν ωσμώνονται μεταξύ τους και δεν ενσωματώνονται στις κοινωνίες.
Ο ρατσισμός δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί όσον ο άνθρωπος εκμεταλλεύεται τον άνθρωπο. Ο ρατσισμός δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με την πολιτική ορθότητα, όσον αυτή βλέπει τα ανθρώπινα δικαιώματα σε ατομικό επίπεδο και όχι σε ταξικό. Το δικαίωμα, λόγου χάριν,
στην ελεύθερη έκφραση είναι το ίδιο σημαντικό με το δικαίωμα στην εργασία. Η πολιτική ορθότητα, όμως, ο μεταμοντερνισμός και όλη η κυρίαρχη ιδεολογία της εποχής μας, έχει αποδειχθεί ότι δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τον ρατσισμό. Και έχει αποδειχθεί εκ του αποτελέσματος. Στα τριάντα – σαράντα χρόνια που η κυρίαρχη ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης κανοναρχεί τα ανθρώπινα, ο ρατσισμός έχει φουντώσει.
Τώρα που αναλόγως θεριεύει η Άκρα Δεξιά και τα νεοφασιστικά κινήματα, ο ρατσισμός θα ενισχύεται κι αυτός μαζί τους ακόμα περισσότερο.
Αν λοιπόν θέλουμε να καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα, θα λέγαμε ότι μόνον οι δίκαιες κοινωνίες μπορούν να εξαλείψουν τον ρατσισμό. Αν οι άδικες κοινωνίες από τα πανάρχαια χρόνια γεννούν τον ρατσισμό, μόνον οι δίκαιες κοινωνίες θα μπορέσουν να τον εξαλείψουν.
Οι δίκαιες κοινωνίες όμως είναι δύσκολη υπόθεση και ο αγώνας για να τις πραγματώσουμε «μακρά οδός απανδόκευτος» όπως έλεγε και ο Απόστολος Παύλος για τον «ανεόρταστο βίο».
Σήμερα, αυτό που μπορούμε και πρέπει να κάνουμε, μάλιστα με ενθουσιασμό και με όλη μας την καρδιά, είναι να απαλύνουμε τις συνέπειες του ρατσισμού και να βρισκόμαστε σε ανειρήνευτον αγώνα εναντίον του όπου κι αν εκδηλώνεται. Χωρίς να ξεχνάμε όμως ότι ο αγώνας αυτός πρέπει να ’ναι ευρύτερος και εύστοχος, αν θέλουμε να ξεριζώσουμε το τέρας.
Εκτός από τα αποτελέσματα του ρατσισμού (που τα αντιμετωπίζουμε) πρέπει να αντιμετωπίσουμε και τις αιτίες του: τις άδικες κοινωνίες και την εκμετάλλευση των ανθρώπων από ανθρώπους.
Homo/homini/lupus, ο άνθρωπος για τον άνθρωπο είναι λύκος, έλεγαν οι Λατίνοι και είχαν δίκιο μεγάλο. Όταν ο άνθρωπος για τον άνθρωπο θα είναι άνθρωπος, ο ρατσισμός θα έχει πεθάνει χωρίς καν να το καταλάβει.
Όσον όμως, η περιουσία ενός μόνον από μας, αντιστοιχεί στο εθνικό εισόδημα της μισής Αφρικής, τότε οι αιτίες που γεννούν τον ρατσισμό, τον πόλεμο, την προσφυγιά, τη φτώχια και τον κανιβαλισμό του πλανήτη, θα εξακολουθούν να κάνουν κουμάντο πάνω στη Γη…