Αντιμέτωπη με τετελεσμένα που η Συμφωνία των Πρεσπών παράγει από τη στιγμή που υπογράφηκε (και πριν αυτή να επικυρωθεί από την ελληνική βουλή) βρίσκεται η Αθήνα.
Το βασικό (και ενοχλητικό) για την ελληνική κυβέρνηση αποτέλεσμα θα προκύψει αμέσως μετά την ολοκλήρωση των συνταγματικών αλλαγών που προωθούνται στο κοινοβούλιο της γειτονικής χώρας. Όπως υπογραμμίζουν έμπειροι διπλωμάτες στην Αθήνα, από τη στιγμή που η κυβέρνηση της ΠΓΔΜ ολοκληρώσει τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει (στην προκειμένη περίπτωση τις αλλαγές στο Σύνταγμα) ανοίγει και τυπικά ο δρόμος να ξεκινήσει η διαδικασία για την ένταξή της στο ΝΑΤΟ.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, μετά την ψήφιση του νέου συντάγματος ο γ.γ. του ΝΑΤΟ έχει και τυπικά το δικαίωμα να αποστείλει άμεσα στα κράτη – μέλη επιστολές με τις οποίες θα ενημερώσει ότι η Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας προσκαλείται να ξεκινήσει συνομιλίες ένταξης στο ΝΑΤΟ. Η επικύρωση (ή η μη επικύρωση) της Συμφωνίας των Πρεσπών από την ελληνική Βουλή δεν μπορεί να επηρεάσει με κανέναν τρόπο τη διαδικασία των συζητήσεων ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στη συμμαχία. Εκτός κι αν η όποια ελληνική κυβέρνηση προβάλλει βέτο και βρεθεί αντιμέτωπη με ολόκληρο το ΝΑΤΟ και η χώρα, υπό την κατηγορία ότι δεν τηρεί τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει σε αντίθεση με τη Βόρεια Μακεδονία…
Το πρόβλημα, ωστόσο, που προκύπτει από τον τρόπο που έχει διατυπωθεί η Συμφωνία των Πρεσπών, είναι ότι η Αθήνα δεν έχει κανέναν τρόπο να εκφράσει τη διαφωνία της ή ακόμα και τις παρατηρήσεις της για τις αλλαγές οι οποίες υιοθετούνται στο σύνταγμα της γειτονικής χώρας. Με πιο απλά λόγια, η ελληνική κυβέρνηση απλώς παρακολουθεί μία διαδικασία η οποία, όταν ολοκληρωθεί, θα οδηγήσει αυτόματα τη χώρα αυτή με το νέο όνομά της στο ΝΑΤΟ, ακόμη κι αν οι αλλαγές που θα υιοθετηθούν στο σύνταγμά της δεν θα ικανοποιούν την Αθήνα.
Οι… αλύτρωτοι
Όπως ήδη παρατηρούν στην Αθήνα διπλωμάτες και καθηγητές διεθνών σχέσεων, οι αλλαγές που υιοθετούνται στο επίμαχο άρθρο 49 του Συντάγματος της ΠΓΔΜ κατοχυρώνουν την έννοια του «Μακεδονικού Έθνους». Σύμφωνα με τις εν λόγω αλλαγές:
– Η πολιτεία προστατεύει, εγγυάται και καλλιεργεί την ιστορική και την πολιτιστική κληρονομιά του μακεδονικού λαού.
– Η πολιτεία προστατεύει τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των υπηκόων της που ζουν ή διαμένουν στο εξωτερικό και προωθεί τους δεσμούς τους με την πατρίδα.
– Η πολιτεία μεριμνά για τους ανήκοντες στον μακεδονικό λαό που ζουν στο εξωτερικό.
– Η πολιτεία δεν θα αναμειγνύεται στα κυριαρχικά δικαιώματα άλλων κρατών και στις εσωτερικές τους υποθέσεις.
Οι παραπάνω διατυπώσεις προφανώς, αφήνουν ανέπαφο το ζήτημα του αλυτρωτισμού (η πολιτεία μεριμνά για τους ανήκοντες στον μακεδονικό λαό που ζουν στο εξωτερικό) το οποίο προβάλλονταν ως το μείζον πρόβλημα που θα επίλυε η Συμφωνία των Πρεσπών ή το «διπλωματικό κομψοτέχνημα», σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό που είχε δώσει στη Συμφωνία ο πρώην υπουργός εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς.