“Γιατί γιορτάζουμε την κήρυξη του πολέμου και όχι την απελευθέρωση” γράφει ο Αντώνης Αναστασόπουλος
«Είμεθα έθνος ανάδελφον». Έτσι χαρακτήριζε τους Έλληνες ο πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας, Χρήστος Σαρτζετάκης. Και αν χρειαζόταν ένα επιχείρημα να το στηρίξει, θα μπορούσε να φέρει αυτό:
Η Ελλάδα είναι ίσως η μοναδική χώρα του κόσμου, που αντί να γιορτάζει την ημέρα της απελευθέρωσης από τον κατακτητή, γιορτάζει εκείνη της κήρυξης του πολέμου! Το «γιατί» δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να το σκεφτεί κανείς.
Αν η Εθνική γιορτή, ήταν η 12η του Οκτώβρη, η ημέρα δηλαδή της απελεύθερωσης της πρωτεύουσας από τους Γερμανούς, το επίσημο κράτος, θα βρισκόταν στη δύσκολη θέση να τιμήσει αυτούς που πράγματι απελευθέρωσαν τη χώρα. Πως όμως θα βρίσκονταν οι λέξεις – θα ντρέπονταν κι οι ίδιες- να τιμηθούν αυτοί που από τη μια μέρα στην άλλη, έγιναν από απελευθερωτές, «εχθροί της πατρίδας» και «πράκτορες» όπως έλεγαν τα κατηγορητήρια που στήθηκαν εναντίον τους;
Ακόμα και όταν κάποιος κρατικός αξιωματούχος, τολμά να τιμήσει τους ήρωες της αντίστασης, όπως τους 200 εκτελεσμένους της Καισαριανής, μιλά γενικά κι αόριστα για αγωνιστές. Ακριβώς για να μην τους πει, αυτό που ήταν. Τι να πουν άλλωστε; Ότι οι περισσότεροι εξ αυτών δεν πιάστηκαν καν στην περίοδο της κατοχής, αλλά βρίσκονταν στις φυλακές από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου; Ή ότι το τελευταίο, στο οποίο αποδίδεται και το «ΟΧΙ» αρνήθηκε να τους απελευθερώσει όπως ζητούσαν για να πάνε στο μέτωπο, παραδίδοντάς τους τελικά στους Γερμανούς, για να κάνουν όλη τη διαδρομή από την Ακροναυπλία ως το Χαϊδάρι και από εκεί στην εκτέλεση;
Το επίσημο κράτος, δεν θα μπορούσε να γιορτάζει την απελευθέρωση. Δεν την βίωσε έτσι και στη λογική της συνέχειάς του, δεν την τιμά και ως τέτοια. Για τον «παλιό» πολιτικό κόσμο, η απελευθέρωση της Αθήνας δεν ήταν το τέλος αλλά μια μεταβατική φάση στην πορεία προς την ανακατάληψη της εξουσίας, που εκείνες τις μέρες «κυκλοφορούσε λεύτερη στους δρόμους περιμένοντας κάποιον να την πιάσει από το χέρι».
Οι νικητές του ‘44 όμως, ήταν οι ηττημένοι του ‘49. Την αντίθετη ακριβώς πορεία ακολούθησε η άλλη πλευρά. Γερμανοντυμένοι ως το ’44, υπεύθυνοι για χιλιάδες εγκλήματα σε βάρος των αντιστασιακών, φόρεσαν τις στολές πρώτα των Άγγλων και μετά των Αμερικανών, επάνδρωσαν και πάλι τον κρατικό μηχανισμό, τα Σώματα Ασφαλείας και τις Ένοπλες Δυνάμεις και πήραν πίσω την εξουσία, πετώντας στο περιθώριο, σε ξερονήσια, στην ξενιτιά αλλά και στο θάνατο τους απελευθερωτές.
Πολύ σωστά λοιπόν, η 12η του Οκτώβρη δεν είναι Εθνική γιορτή. Ακριβώς γιατί δεν υπήρξε ποτέ «Εθνική», ούτε βέβαια και η αντίσταση στη γερμανική κατοχή. Κάποιοι πάλευαν τον κατακτητή στην Ελλάδα, την ώρα που άλλοι, είτε κυβερνούσαν υπάκουοι στις εντολές των Γερμανών, είτε από το Κάιρο μηχανορραφούσαν με τους Άγγλους για την επόμενη ημέρα.