«Εγώ είμαι τέκνο της Ανάγκης κι ώριμο τέκνο της Οργής»
Ο Γαλλικός Μάης του 1968 σε κάποιους ηλικιωμένους διεγείρει τη μνήμη και διευρύνει τα όρια και την ένταση της νοσταλγίας τους. Θυμούνται την εφηβεία τους, τα ανεκπλήρωτα όνειρά τους και όλα εκείνα τα γεγονότα που άλλαξαν τη ζωή τους, έστω και για λίγες μέρες.
Κάποιοι άλλοι, πιο ψυχροί και ορθολογιστές, ρεαλιστές και προσγειωμένοι κάνουν τον απολογισμό της εξέγερσης του Μάη του 68, αφού τα 50 χρόνια είναι αρκετά για να καταστήσουν την κρίση τους αντικειμενική, απαλλαγμένη από φανατισμούς και ιδεοληψίες. Όταν κάνεις απολογισμό συνυπολογίζεις τα όνειρα που έκανες, τον αγώνα που έδωσες, τις νίκες και τις ήττες αλλά κι αυτό που παραδόθηκε μέχρι σήμερα ως κατάκτηση (προσωπική και κοινωνική).
Υπάρχει και μια τρίτη ομάδα ανθρώπων που για τα γεγονότα του Γαλλικού Μάη έχουν μια απόλυτα απορριπτική στάση. Γι’ αυτούς ήταν μια εξέγερση των ακροαριστερών (Μαοϊκοί….) και όσων αναζητούσαν διέξοδο από τα ψυχολογικά τους αδιέξοδα. Ήταν μια τρέλα νεανική, που, όμως, ενέπνευσε χιλιάδες φοιτητές, εργάτες, υπαλλήλους, αγρότες και γιατί όχι πολλούς αστούς. Άνδρες και γυναίκες.
«Γίνετε ρεαλιστές, απαιτήστε το αδύνατο», «η δράση δεν πρέπει να είναι αντίδραση αλλά δημιουργία», «η φαντασία στην εξουσία», «όσο περισσότερο καταναλώνεις, τόσο λιγότερο ζεις», «οι ανέσεις είναι το όπιο του λαού», «σου αγοράζουν την ευτυχία κλέψ’ την», «Απαγορεύεται το απαγορεύεται», «όχι στα σύνορα», «Ζωή, όχι επιβίωση», «αρνηθείτε τους ρόλους που σας δώσανε», «κάθε εξουσία διαφθείρει, η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα».
Η σταχυολόγηση των παραπάνω συνθημάτων αποσκοπεί στο να καταδείξει το εύρος των αιτημάτων και στόχων του Μάη του 68 αλλά και να μας προβληματίσει γι’ αυτό που έμεινε ως ζώσα παρακαταθήκη.
Η καταναλωτική κοινωνία βρίσκεται στο απόγειό της, η εξουσία παραμένει πεζή, η ευτυχία χάθηκε στην καθημερινότητα του άγχους, ο κομφορμισμός και η αγελοποίηση ανθρώπων και κοινωνιών συνιστά μια θλιβερή πραγματικότητα, οι νόμοι της αγοράς εκτόπισαν την πολιτική και την ηθική, η ελευθερία θυσιάζεται στο όνομά της ασφάλειας, η πρωτότυπη δημιουργία υποχώρησε κάτω από το βάρος της εξειδίκευσης και της μαζικής κουλτούρας, η παγκοσμιοποίηση που ευαγγελίζεται τον ασύνορο κόσμο τρομάζει τους λαούς και τρέφει τον εθνικισμό. Νέα τείχη εγείρονται ανάμεσα στους λαούς και στους ανθρώπους. Η αλλοτρίωση μας αποπροσωποποιεί και μας απανθρωπίζει.
Από την ουτοπία, λοιπόν, των συνθημάτων οδηγηθήκαμε στη δυστοπία των σημερινών κοινωνιών; Πολλοί μιλούν για μια διάψευση και μια ιστορική αποτυχία της εξέγερσης, αφού αυτά που κατήγγειλε το 1968 όχι μόνο δεν υποχώρησαν αλλά επέστρεψαν και σκιάζουν την πολιτική και τη ζωή μας. Κι αυτό όχι γιατί τα αιτήματα ήταν σουρεαλιστικά, όχι γιατί κάποιοι από τους πρωταγωνιστές ενσωματώθηκαν στο σύστημα που πολέμησαν, όχι γιατί ο αντίπαλος ήταν δυνατός κι ανίκητος αλλά γιατί αυτή είναι η τύχη των εξεγέρσεων.
Περισσότερο εμπνέουν, ενθουσιάζουν και γονιμοποιούν το μέλλον και λιγότερο πείθουν για την ικανότητά τους να αλλάξουν την πραγματικότητα. Εξάλλου ο αντίπαλος έχει πάντα ένα ακαταμάχητο επιχείρημα. Το φόβο του χάους. «Μεταρρυθμίσεις, ναι. Χάος, όχι». Με το σύνθημα αυτό οι αντίπαλοι κέρδισαν τις εκλογές φοβίζοντας τα πλήθη, που από τη φύση τους σαγηνεύονται από την «τάξη» και νιώθουν άβολα στο χάος και την αταξία.
«Εξεγείρομαι, άρα υπάρχω» (Α. Καμύ)
Μπορεί ο Μάης του 68 κάποιους να λυπεί για τα πολλά συνθήματα και τα υπεσχημένα, αλλά οι περισσότεροι ονειρεύονται τη δική τους εξέγερση. Εξάλλου όλοι ζούμε για να πραγματώσουμε την απωθημένη επιθυμία μας για μια εξέγερση, ως στοιχείο αυτοεπιβεβαίωσης.
Μπορεί να μας φοβίζουν οι ουτοπίες αλλά δεν αντέχουμε και τον επαχθή ρεαλισμό. Έχουμε ανάγκη να διαμαρτυρηθούμε για το παρόν, την πεζότητα της ζωής μας, για τα κενά σύμβολά μας, για την ελευθερία που μας «δώρισαν», για την «ανήθικη» ηθική, τα αληθινά ψεύδη, τις ψευδείς αλήθειες, τον αρρωστημένο ατομικισμό μας, τον αντικοινωνικό ναρκισσισμό μας, την κατευθυνόμενη κριτική, το μύθο της προόδου, την ιδεολογία της καριέρας, τα προσωπεία που πνίγουν το πρόσωπό μας, τη διασκέδαση που βιώνεται ως ψυχαγωγία, για τα πολλά «πρέπει» και τα «μη» της ζωής μας και τελικά για τις «τοξίνες» που παράγει ο πολιτισμός μας.
Εξέγερση, βέβαια, δεν είναι μόνο τα οδοφράγματα, οι καταλήψεις, οι οδομαχίες, τα δακρυγόνα, ο ιδρώτας και τα δάκρυα. Είναι κι αυτά που βιώνεις όταν συνειδητά νιώθεις εχθρός και ενάντιος σε ό,τι σε υποβιβάζει και σε εξαχρειώνει. Δεν υπάρχει η απόλυτη εξέγερση σε μια κοινωνία κανονικότητας, ούτε η απόλυτη άρνηση σε ό,τι σε περιβάλλει. Είμαστε τέκνα της κοινωνίας και της φύσης. Αξία έχει μέσα στα κοινωνικά και φυσικά πλαίσια να πετύχουμε την αυτονομία, την αυτοθέσμισή μας. Να πετύχουμε την αρμονία ανάμεσα στην απόρριψη και τη δημιουργία, στην καταστροφή με την οικοδόμηση. Να βρούμε και να οικοδομήσουμε τη νέα διαλεκτική, συμπληρώνοντας εκείνη του Έγελου.
«Στο πνεύμα εκείνο που απαρνείται ενυπάρχει το πνεύμα εκείνου που δημιουργεί, το πάθος για καταστροφή συνυπάρχει με το πάθος για δημιουργία» (Μπακούνιν).
Η εξέγερση δεν συνιστά μόνο μια πολιτική πράξη αλλά και μια προσπάθεια αναστοχασμού και αυτογνωσίας. Εξάλλου ο άνθρωπος είναι το μόνο έμβιο ον που εξεγείρεται τόσο εναντίον του περιβάλλοντός του όσο και εναντίον του εαυτού του. Μπορεί η εξέγερση να προϋποθέτει την απόλυτη αποδοχή του εαυτού μας αλλά αυτό δεν συνεπάγεται τον έσχατο σχετικισμό και το μηδενισμό των πάντων.
Η κοινωνική εξέγερση είναι ορφανή χωρίς την ατομική εσωτερική εξέγερση. Ο τύραννος και ο αντίπαλος δεν είναι πάντοτε και υποχρεωτικά έξω από εμάς. Δεν χρειαζόμαστε μόνο συνθήματα για να εκφράσουμε την οργή μας και το όραμά μας. Τα συνθήματα εμπνέουν αλλά και παραπλανούν. Τα συνθήματα μπορούν ακόμη και σήμερα να δονούν την ψυχή μας, αλλά δεν είναι ικανά να πυροδοτήσουν την εξέγερση. Οι εξεγέρσεις του μέλλοντος χρειάζονται τόσο τη λογική – συνείδηση, όσο και τη φαντασία.
«Δεν μπορείς να εξαρτάσαι από την κρίση σου όταν η φαντασία σου δεν λειτουργεί» (Μαρκ Τουέιν