Θανάσης Μαρκόπουλος “Ματιές ενόλω ΙΙ”. Μια βιβλιοπαρουσίαση που εξελίχθηκε σε βραδιά ποίησης
Παγκόσμια Ημέρα της Ποίησης χθες 21 Μαρτίου, και η παρουσίαση του βιβλίου του Θανάση Μαρκόπουλου «Ματιές ενόλω ΙΙ», Εκδόσεις Μελάνι, 12 δοκιμίων αφιερωμένων σε μεταπολεμικούς ποιητές, κάλυψε με τη διάσταση που πήρε τον εορταστικό χαρακτήρα της ημέρας.
Ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Ημαθίας σε συνεργασία με το βιβλioπωλείο Ηλιοτρόπιο παρουσίασε το καινούριο βιβλίο του ποιητή και κριτικού Θανάση Μαρκόπουλου στον Πολυχώρο «Ελιά», σ’ ένα πλατύ ακροατήριο, αποτελούμενο από φιλολόγους αλλά και φίλους της Ποίησης.
Η Πρόεδρος του Συνδέσμου Ευγενία Καβαλάρη είπε προλογίζοντας: «Ευτυχής συγκυρία η παρουσίαση του βιβλίου ενός κριτικού αλλά και ποιητή να γίνει τη μέρα που γιορτάζεται η Ποίηση.
Πρόκειται για δοκίμια που προσφέρουν σφαιρική θεώρηση 12 μεταπολεμικών ποιητών. Δοκίμια με το χαρακτηριστικό στίγμα της ματιάς του Θανάση Μαρκόπουλου.»
Το βιβλίο παρουσίασαν η φιλόλογος Έφη Λιακοπούλου και ο φιλόλογος και κριτικός Παντελής Τσαλουχίδης.
«Παράξενος άνθρωπος ο ποιητής» ξεκίνησε με τη φράση του Θανάση Μαρκόπουλου η Έφη Λιακοπούλου, δείχνοντας στη συνέχεια ότι αυτόν τον παράξενο άνθρωπο ο Μαρκόπουλος τον ξέρει σε βάθος, αφού είναι και ο ίδιος, πέρα από εξαιρετικά πετυχημένος κριτικός, ένα ιδιαίτερος ποιητής, με αναγνωρισμένη πανελλαδικά παρουσία στον κόσμο της Ποίησης.
Τονίζοντας η Έφη Λιακοπούλου τον τρόπο προσέγγισης των 12 μεταπολεμικών ποιητών από το συγγραφέα, στάθηκε στους λόγους της προσέγγισης, ιδεολογικοί και αισθητικοί, και στον τρόπο, αλληλέγγυος απέναντί τους, αλλά ταυτόχρονα κριτής που τον χαρακτηρίζει η ουδετερότητα, αν και συχνά δε διστάζει να εκφράσει το θαυμασμό του γι’ αυτούς.
Αναδεικνύοντας τη βαθιά μελέτη του συγγραφέα για κάθε έναν από τους 12, καθώς και την παράθεση κάθε τόσο ποιημάτων που φωτίζουν τα πρόσωπα, κατέληξε:
«Ο Θανάσης Μαρκόπουλος με το τελευταίο του βιβλίο φιλοτεχνεί ένα μωσαϊκό της μεταπολεμικής μας ποίησης. Οι ποιητικές του εκφράσεις δραπετεύουν από τις σελίδες του πείθοντας όχι μόνο τους φιλόλογους, αλλά όλους όσοι ονειρεύονται.»
Ο Παντελής Τσαλουχίδης, εκφράζοντας αρχικά την προσδοκία που τον διακατείχε για την έκδοση του βιβλίου αλλά και την ικανοποίησή του γι’ αυτήν, καθώς ήταν γνώστης του περιεχομένου και της αξίας του βιβλίου πριν ακόμα εκδοθεί, μίλησε για τη χρονική απόσταση -15 χρόνια- που χωρίζει το καινούριο βιβλίο από το προηγούμενο ομότιτλό του και το οποίο τελευταίο, βέβαια, συμπληρώνει την εικόνα της μεταπολεμικής ποίησης από τη μεριά της θεώρησής της από το Μαρκόπουλο.
Αυτό που παραμένει σε κάθε περίπτωση κοινό στο σύνολο των δοκιμίων της σειράς, είπε, είναι η δομή τους. Συνήθως προηγούνται τα βιογραφικά και στη συνέχεια εξετάζονται γραμματολογικά θέματα.
Ένα σημείο στο οποίο σταθερά επιμένει η κριτική ματιά του Θ. Μαρκόπουλου είναι η περιοδολόγηση του ποιητικού corpus σε όλους σχεδόν τους ποιητές του τόμου συμπλήρωσε.
Και κατέληξε:
«Αν θα ήθελε λοιπόν κανείς (όπως ακριβώς είδαμε να κάνει και ο μελετητής) να επιχειρήσει μια συνοπτική αξιολόγηση των δοκιμίων του τόμου, θα πρόσεχε σε κάθε περίπτωση τα εξής:
α. Τη σχολαστική έρευνα της σχετικής με τον ποιητή βιβλιογραφίας, όπως φαίνεται από τις σχετικές αναφορές αλλά και την κριτική της αντιμετώπιση από τον δοκιμιογράφο. Προσόν διόλου αμελητέο σε εποχή που περισσεύουν δουλειές του ποδαριού και άκριτη παράθεση θέσεων.
β. Τη συστηματική και ολιστική προσέγγιση του εκάστοτε ποιητικού corpus, επίτευγμα αν σκεφτεί κανείς ότι πρόκειται για άρθρα σε λογοτεχνικά περιοδικά με δεδομένους τους περιορισμούς στην έκτασή τους.
γ. Τη λιτότητα, ακρίβεια και σαφήνεια του κριτικού λόγου που, χωρίς να απεμπολεί τη φιλολογική του καταγωγή και τις φιλολογικές του αρχές, φροντίζει να γίνεται πάντα κατανοητός σε ένα ευρύτερο κοινό. Χωρίς εκζήτηση, χωρίς διάθεση εντυπωσιασμού, χωρίς περιττά πυροτεχνήματα.
δ. Τη σταθερή πρόθεση και στόχευση του δοκιμιογράφου να προβάλει το έργο των ποιητών και όχι το εαυτό του μέσω των ποιητών. Παρόμοια εγχειρήματα καταλήγουν συχνότατα σε φλύαρη και ρηχή εντυπωσιολογία ή επίδειξη λεξιλογική στριφνότητας που καλύπτει – όσο καλύπτει – την έλλειψη ουσιαστικού περιεχομένου.
ε. Την ευαισθησία του ποιητή που αντισταθμίζει την όποια σχολαστικότητα του φιλόλογου.
Εν κατακλείδι οι δώδεκα μονογραφίες του ανά χείρας τόμου μπορούν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν ως εμπεριστατωμένη εισαγωγή στο έργο των ποιητών που προσεγγίζουν, τόσο για τον μέσο αναγνώστη όσο και για τον ερευνητή. Μαζί με τις οκτώ του πρώτου τόμου συνθέτουν ένα πολύτιμο οδηγό για τη μεταπολεμική ποίηση που νομίζω ότι, ειδικότερα οι φιλόλογοι, θα εκτιμήσουν ιδιαίτερα.»
Στο δεύτερο μέρος της εκδήλωσης ο συγγραφέας του βιβλίου Θανάσης Μαρκόπουλος έδωσε μια άλλη διάσταση στη βραδιά, αφού με το λόγο του τη μετέτρεψε από βιβλιοπαρουσίαση σε βραδιά ποίησης.
Μιλώντας για το βιβλίο του είπε:
[…] «Τα δοκίμια του βιβλίου είναι απόπειρες ανάγνωσης. Και οι αναγνώσεις δεν είναι ποτέ οριστικές, γιατί, αν ήταν, το ποίημα και ο ποιητής του θα είχαν πεθάνει. Αλλιώς διαβάζει τον κάθε ποιητή η κάθε εποχή.
Στα δοκίμιά μου είμαι φιλόλογος και ποιητής, γυρίζοντας πάντα στους πριν από μένα, μελετώντας την βιβλιογραφία. Η φιλολογική ματιά είναι πάντα πιο τεκμηριωτική από την κριτική ματιά. Η κριτική ματιά είναι πιο αυθαίρετη, πιο υποκειμενική.[…]
Το ποίημα έχει αλλάξει μετά το ’30. Δεν μπορείς να το πλησιάσεις εύκολα χωρίς προπαιδεία. Γνώση χρειάζεται και η Τέχνη.
Τα ποιήματα δε φαίνονται πάντα. Φαίνονται οι κορυφές του παγόβουνου, όχι το ίδιο. Πρέπει να σε βοηθήσουν για να τα δεις.» […]
Στη συνέχεια ο Μαρκόπουλος έδωσε με γρήγορες πινελιές, με λόγο πυκνό και ουσιαστικό, τα πορτρέτα των 12 μεταπολεμικών ποιητών, συνοδεύοντας το καθένα και μ’ ένα αντιπροσωπευτικό του ποίημα. Έτσι, το ακροατήριό του είχε την ευκαιρία να κάνει μια στοχαστική περιδιάβαση στον κόσμο της μεταπολεμικής λογοτεχνίας με την αίσθηση πως περπατά στα μονοπάτια της Ποίησης μ’ έναν βαθύ και ευαίσθητο γνώστη του δρόμου της.
Φωτογραφίες: faretra.info
Τη συνέντευξη του Θανάση Μαρκόπουλου στη Φαρέτρα μπορείτε να τη διαβάσετε ΕΔΩ