“Πολιτισμός, Γλώσσα ως στοιχείο Πολιτισμού και αξία του Ελληνικού Πολιτισμού”(2) γράφει ο Γιάννης Τσιαμήτρος
Περνάμε στην αξία του ελληνικού πολιτισμού, όπου θα μπορούσαν να γραφούν πολλές σελίδες. Ωστόσο, για προφανείς λόγους συντομίας θα αρκεστούμε στα παρακάτω:
H βάση του ελληνικού πολιτισμού είναι αδιαμφισβήτητο ότι βρίσκεται στον ελληνικό κόσμο της αρχαιότητας. Και δεν εννοούμε, βέβαια, τις περιοχές του σύγχρονου ελληνικού κράτους, αλλά και όπου εγκαταστάθηκαν στους αρχαίους χρόνους ελληνικοί πληθυσμοί (άποικοι σε Μ. Ασία – Ιωνία, Στενά Ελλησπόντου, Μεγάλη Ελλάδα, Εύξεινο Πόντο, γενικά Μεσόγειο Θάλασσα κλπ).
Οι παράγοντες που ευνόησαν την ανάπτυξη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, σκιαγραφούνται ως εξής:
Η σπουδαία γεωγραφική θέση της Ελλάδας και τα πολιτισμικά δάνεια από ανατολικούς λαούς (γεωγραφικό και πολιτιστικό σταυροδρόμι). To ιδανικό, ήπιο και μεσογειακό κλίμα της Ελλάδας. Η πολιτική και διοικητική οργάνωση των Ελλήνων (πόλεις-κράτη, δημοκρατικό πολίτευμα, ελευθερία του πολίτη και η ελεύθερη διακίνηση ιδεών). Οι αντιλήψεις τους περί πνευματικών αγαθών και πνευματικής λειτουργίας (γέννηση της φιλοσοφίας και τέχνης). Ευνοϊκές ιστορικές συγκυρίες (για παράδειγμα, μη κατάκτηση της Ελλάδας από άλλους λαούς ή μη καταστροφή της από γεωφυσικά αίτια). Κοινωνικοί παράγοντες (οικονομική ευμάρεια, εργάζονταν οι δούλοι).
Περισσότερο αναλυτικά:
Η Ευρώπη θα ήταν τελείως διαφορετική, αν δεν είχε ως βάση τον ελληνικό πολιτισμό. Και γενικά ο σύγχρονος κόσμος οφείλει σχεδόν τα πάντα στους Έλληνες. Αυτοί προσδιόρισαν για πρώτη φορά τις κατηγορίες σκέψης που έχουμε ως σήμερα, διαμόρφωσαν τα κυριότερα πνευματικά μας εργαλεία και έδωσαν συγκεκριμένο περιεχόμενο στις αρχές της ηθικής μας. Σε όλες τις επιστήμες ιχνηλατούνται ελληνικά στοιχεία, γεγονός που καταδεικνύει τη προσφορά της Ελλάδας στην Ευρώπη. Ειδικότερα, οι Έλληνες ανακάλυψαν την επιστημονική έρευνα και, διατυπώνοντας τα πρώτα ερωτήματα, προσπάθησαν να τα απαντήσουν με επιτυχία, σε ικανοποιητικό βαθμό. Ανύψωσαν όλες τις μορφές τέχνης τόσο, ώστε όλα τα σύγχρονα ρεύματά της να πηγάζουν από την ελληνική τέχνη.
Σύγχρονοι – αλλά και περασμένων αιώνων – διανοητές κι επιστήμονες, έχουν εκφραστεί με ρήσεις τους για την αξία του ελληνικού πολιτισμού ως ακολούθως:
Ο μεγάλος ελληνιστής Theodor Gomperz παρατηρεί: «Σχεδόν ολόκληρος ο διανοητικός πολιτισμός μας έχει ελληνική καταγωγή. Ολόκληρη η σκέψη μας, οι εννοιολογικές κατηγορίες, μέσα στις οποίες κινείται, οι γλωσσικές μορφές, τις οποίες χρησιμοποιεί και οι οποίες την κυβερνούν, όλα αυτά είναι σε μεγάλο βαθμό τεχνητά προϊόντα, και κυρίως δημιουργήματα των μεγάλων διανοητών του παρελθόντος, δηλαδή των Ελλήνων»,.
Στο ίδιο πνεύμα κινείται και η παρατήρηση του επίσης μεγάλου ελληνιστή John Burnet, ο οποίος γράφει: «Η επιστήμη χαρακτηρίζεται επιτυχώς ως ο ελληνικός τρόπος συλλογισμού πάνω στον κόσμο».
Ο Εμμανουήλ Κάντ, Γερμανός φιλόσοφος, διαβεβαίωσε: «Εκτός από τις τυφλές δυνάμεις της φύσης, ό,τι κινείται στον κόσμο αυτόν έχει την προέλευσή του από την Ελλάδα».
Ο Θωμάς Τζέφερσον (1801-1889) πρόεδρος των ΗΠΑ τόνισε: «Στους προγόνους των Ελλήνων οφείλουμε όλοι εμείς τα φώτα που μας έβγαλαν από το γοτθικό σκοτάδι».
Ο Νεχρού (1889-1964) πρωθυπουργός της Ινδίας είπε: «Η Ευρώπη είναι θυγατέρα της Ελλάδος».
Ο Φρ. Ένγκελς (συνιδρυτής του μαρξισμού): «Χωρίς την Ελλάδα δεν θα υπήρχε η σύγχρονη Ευρώπη».
Θα μπορούσε να γράψει κανείς πολυσέλιδο πόνημα για να συμπεριλάβει όλα τα εγκώμια και τους επαίνους μεγάλων και επιφανών ανθρώπων για την αξία του Ελληνικού πολιτισμού σε παγκόσμια κλίμακα.
Όπως ειπώθηκε, οι αρχαίοι Έλληνες πραγματοποίησαν τα πρώτα βήματα της επιστημονικής σκέψης σε πολλές επιστήμες (ιατρική, βοτανική, φυσική, ιστορία, λογική κλπ), αξιοποιώντας δημιουργικά τις γνώσεις των ανατολικών λαών, που τους αναφέρουν στις σημειώσεις τους. Συνέβαλαν στην ανάπτυξη της ναυπηγικής τέχνης (θαλασσοπόρος λαός), της αστρονομίας (Αρίσταρχος, Ερατοσθένης κλπ) και της γεωγραφίας (Στράβων κλπ). Πρώτοι οι Έλληνες σχεδίασαν χάρτες και τόλμησαν να υποστηρίξουν τη σφαιρικότητα της γης, οδηγώντας έτσι στην Αναγέννηση τις ανακαλύψεις των νέων χωρών.
Όσον αφορά στην ιατρική, ενδιαφέρθηκαν για την αναζήτηση των αιτίων και της ίασης των ασθενειών, θέτοντας τις βάσεις της ιατρικής επιστήμης και διαμορφώνοντας ένα κώδικα επαγγελματικής δεοντολογίας (‘Ορκος του Ιπποκράτη’).
Ανακάλυψαν (Πυθαγόρας, Ευκλείδης, Αρχιμήδης κλπ) τις πιο σημαντικές μαθηματικές θεωρίες, επιλύοντας πρακτικά προβλήματα και αξιοποιώντας και τις γνώσεις για τα μαθηματικά από λαούς, όπως οι Σουμέριοι, οι Βαβυλώνιοι και οι Αιγύπτιοι.
Οι βάσεις των φυσικών επιστημών τέθηκαν από αυτούς, καθώς και οι επιστημονικές θεωρίες για τη δημιουργία του κόσμου (ατομική θεωρία του Δημόκριτου), κάνοντας ένα άλμα από τη μυθολογία στον ορθολογισμό (φιλοσοφικός-επιστημονικός στοχασμός των πρώτων Ελλήνων φιλοσόφων, των Προσωκρατικών).
Τι να πει κανείς για τη φιλοσοφία, την ιστορία, τη ρητορική και το δίκαιο!! Ονόματα, όπως ο Θαλής, ο Σωκράτης, ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Θουκυδίδης, ο Ηρόδοτος, ο Ξενοφών, ο Δράκων, ο Σόλων και τόσοι άλλοι, είναι ακόμα πασίγνωστα στον σύγχρονο κόσμο. Οφείλουμε να τονίσουμε ότι τα φιλοσοφικά κείμενα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη αποτέλεσαν τη βάση για τη φιλοσοφική σκέψη όλων των μεγάλων μεταγενέστερων φιλοσόφων της ανθρωπότητας. Η ελληνική φιλοσοφική και επιστημονική σκέψη εντυπωσιάζει με την καινοτομία της και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ευρωπαϊκή σκέψη αρχίζει με τους αρχαίους Έλληνες. Η συνύπαρξη και η παραλληλότητα των δυο κατευθύνσεων (θεωρητικής και πρακτικής) της ελληνικής και επιστημονικής σκέψης εκφράζονται άριστα στον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα.
Η εμφάνιση της δημοκρατικής διακυβέρνησης στην αρχαία Ελλάδα (5ος & 4ος π. Χ. αι.) αποτελεί πρωτοφανές ιστορικό γεγονός σε ένα κόσμο δεσποτισμού και απολυταρχίας. Η δημοκρατία γεννιέται με την εμφάνιση της περίφημης πόλεως – πολιτείας και συνάπτεται στενά με τη θεμελίωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο κοινωνικοπολιτικός οργανισμός της πόλεως – πολιτείας γίνεται ο τόπος πραγμάτωσης των ηθικών, πολιτικών και πνευματικών αξιών [ελευθερία, ισότητα, ισοτιμία, ισηγορία, ισοπολιτεία, ισονομία, φιλία, ‘παρρησία’ (ελευθερία του λόγου), έννοιες της πατρίδας και του έθνους, άγραφοι νόμοι, δικαιοσύνη (θεά Δίκη), ανδρεία, σωφροσύνη, σοφία, φρόνηση].
Μιλούσαμε, λοιπόν, για τη δημοκρατική διακυβέρνηση στην αρχαία Ελλάδα (πόλη – πολιτεία)… Είναι ο τόπος πραγμάτωσης του ανθρώπου ως ανθρώπου. Οι πολίτες πλέον αρχίζουν να έχουν πολιτική συνείδηση και να αναγνωρίζουν τη σημασία της συμμετοχής τους στα κοινά για την οικονομική και πολιτισμική ανάπτυξη της πόλης τους. Σε αυτή την εξέλιξη δεν σημαίνει ότι εξαλείφεται το φαινόμενο της υπεροψίας των αριστοκρατών έναντι των απλών ανθρώπων του λαού ή της υπεροψίας των Ελλήνων έναντι των βαρβάρων και η αυθαιρεσία των ισχυρών έναντι των αδυνάτων. Σημαίνει, όμως, σίγουρα ότι η δημοκρατική συνείδηση περί της ισότητας όλων των ανθρώπων και ο ανθρωπισμός απλώνουν τις ρίζες τους και οι αριστοκράτες λαμβάνουν το μήνυμά τους. Η αρχαία ελληνική δημοκρατία έχει έντονα ηθικό χαρακτήρα, αφού το έσχατο κοινό αγαθό, στο οποίο αποβλέπει, δηλαδή η ευδαιμονία όλων των πολιτών, θεμελιώνεται στην αρετή. Είναι ταυτόχρονα πιο άμεση σε σχέση με τις σύγχρονες, απρόσωπες και γραφειοκρατικές δημοκρατίες. Σε αυτές τις αξίες προστίθενται και το ευγενές φαινόμενο της αλληλεγγύης, η αξία της νεότητας και της αυτογνωσίας (Γνώθι σαυτόν), η αξία της παιδείας, η αξία της άσκησης του σώματος (Νους υγιής εν σώματι υγιές) κ.ά.
Όσον αφορά στις ηθικές αξίες, μεταξύ άλλων πολλών, οι αρχαίοι Έλληνες δίδαξαν σε όλο τον κόσμο τη σπουδαιότητα της τήρησης του μέτρου (όριο ανάμεσα στην υπερβολή και έλλειψη, αποφυγή της ακρότητας) και της αρμονίας σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής. Γνωστές είναι οι ρήσεις: ‘παν μέτρον άριστον, ‘μηδέν άγαν’ κλπ. Για τον Έλληνα η λέξη ‘Κόσμος’ σημαίνει την ομορφιά (κάλλος), τη τάξη, την αναλογία, το μέτρο. Ο ελληνικός πολιτισμός είναι πολιτισμός της μορφής, της ψυχής και του πνεύματος και όχι της ύλης. Είναι πολιτισμός της ποιότητας και όχι της ποσότητας.
Η προσφορά των Ελλήνων στον τομέα των τεχνών είναι κάτι παραπάνω από αδιαμφισβήτητη όπως: Γραπτά μνημεία της αρχαίας ελληνικής γραμματείας (Ομηρικά έπη, λυρική και δραματική ποίηση), μνημειώδης αρχιτεκτονική (ναοί, ανάκτορα, ακροπόλεις), πλαστική (αγάλματα, ανάγλυφα), κεραμική (αγγειογραφία, πήλινα αγγεία), ζωγραφική (τοιχογραφίες, ταφική ζωγραφική), μουσική (λίρα, κιθάρα, αυλός, σάλπιγγα) κ.α.
Ένα άλλο στοιχείο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού είναι η κλασικότητά του. Κλασικός, όπως γνωρίζουμε, είναι αυτός που έχει διαχρονικότητα, που είναι πάντοτε επίκαιρος και που αντιστέκεται στη φθοροποιό δύναμη του χρόνου. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν δικαιολογημένη και σαφή συνείδηση της υπεροχής τους γιατί ήταν πραγματικοί δημιουργοί του πολιτισμού, αφού ήταν οι πρωτεργάτες της πνευματικής και κοινωνικής ανάπτυξης των ανθρώπων. Η σπουδή του ελληνικού πνεύματος και πολιτισμού είναι αναγκαία για όσους επιθυμούν να ολοκληρωθούν ως άτομα και να μελετήσουν κάποια επιστήμη.
Ο ελληνισμός και το ελληνικό πνεύμα δεν σταματάει στους αρχαίους χρόνους. Συνεχίζει τη πορεία του και στους ελληνιστικούς χρόνους. Με την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου το κέντρο του ελληνισμού μετατοπίζεται στην Ανατολή, όπου ιδρύθηκαν πόλεις που εξελίχθηκαν σε μεγάλα πνευματικά κέντρα.
Αλλά και αργότερα, με τους Ρωμαίους, οι κατακτημένοι Έλληνες συνυπήρξαν με αυτούς, συνεργάστηκαν και επικράτησαν πολιτιστικά στα πλαίσια της ‘ρωμαϊκής ειρήνης’ (pax romana) και του ‘ελληνορωμαϊκού πολιτισμού’. Πρέπει να σημειωθεί ότι ήδη οι Ρωμαίοι είχαν έλθει σε επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό μέσω των αποίκων της Μεγάλης Ελλάδας. Οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν από τους Έλληνες τις καλές τέχνες, γενικά τις επιστήμες και έκαναν τις απαραίτητες προσαρμογές. Επίσης υιοθέτησαν το Δωδεκάθεο των Ελλήνων με εκλατινισμό των ονομάτων των θεών.
Κατόπιν, για 11 αιώνες (4ος μέχρι 15ος αιώνας), με τη σταδιακή διάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους σε εξέλιξη (βάρβαροι από βορά), το Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτους, το ‘Βυζάντιο’, υπήρξε το πιο πολιτισμένο κράτος του μεσαιωνικού κόσμου. Αναχαίτισε τις βαρβαρικές επιδρομές, διατήρησε και εμπλούτισε την αρχαία ελληνική κληρονομιά και με τους θεσμούς του, τη κρατική του οργάνωση, την παιδεία του, τη νομοθεσία και τη τέχνη του επηρέασε αποφασιστικά Ανατολή και Δύση. Στο Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος διασώθηκαν τα έργα των αρχαίων Ελλήνων στις βιβλιοθήκες από αντιγραφείς (κυρίως κληρικοί και μοναχοί).
Με τη διάδοση του Χριστιανισμού σταδιακά διαμορφώνεται ο ελληνοχριστιανικός πολιτισμός και το ελληνοχριστιανικό πνεύμα και το Βυζάντιο έδωσε ώθηση στη κατάργηση του σκοταδισμού που επικρατούσε στη Δύση (Μεσαίωνας). Ο ελληνισμός στάθηκε εμπνευστής του λεγόμενου ευρωπαϊκού πολιτισμού. Οι ευρωπαίοι ανακάλυψαν και μελέτησαν τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους και επιστήμονες με αποτέλεσμα την αναβίωση του κλασικισμού και την εμφάνιση του πνευματικού κινήματος του ανθρωπισμού (Ουμανισμός ->Αναγέννηση). Η Αναγέννηση είναι ένα πολιτιστικό κίνημα (15ος -17ος αιώνας) – με αφετηρία την Ιταλία – που υπονοεί την εκ νέου γέννηση του πολιτισμού, μετά την έκλειψη της ελληνικής και ρωμαϊκής αρχαιότητας. Κι εδώ η αρχαιοελληνική ανθρωπιστική παιδεία αποτέλεσε πρότυπο για την Ευρώπη της Αναγέννησης.
Αλλά και αργότερα (τέλη 17ου έως 18ο αιώνα) ο Διαφωτισμός (ιδεολογική, πολιτιστική και πνευματική κίνηση) αντλεί στοιχεία από το ελληνικό πνεύμα, όπως ο ορθολογισμός, η πρόοδος των επιστημών, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ελευθερία και η πίστη στη δημοκρατία.
Για τη διαχρονικότητα του ελληνικού πολιτισμού ο καθηγητής γλωσσολογίας Γεώργιος Μπαμπινιώτης σε άρθρο του στο ‘Βήμα’ είναι σαφής:
[…αυτό προϋποθέτει μια συστηματική, επιστημονικά τεκμηριωμένη, αντικειμενική έρευνα-μελέτη των αρχών και των αξιών του ελληνικού πολιτισμού στα τρία βασικά επίπεδά του: την αρχαιότητα – το Βυζάντιο – τον Νέο Ελληνισμό. Γιατί δεν είναι μόνο η «πνευματική έκρηξη» που σημειώνεται με τον αρχαίο ελληνικό στοχασμό που έχει σημασία. Είναι και η πολιτιστική επιρροή του χριστιανικού Βυζαντίου που επί χρόνια δεσπόζει και επηρεάζει την Ευρώπη και την Ανατολή. Και είναι ακόμη το αγωνιστικό πρότυπο τoυ Νέου Ελληνισμού, που πυροδοτείται από ένα κατεξοχήν πνευματικό κίνημα, τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό, για να αποτελέσει παράδειγμα επαναστατικού απελευθερωτικού αγώνα, τέτοιου που προσέλκυσε ένα πρωτοφανές στη νεότερη ιστορία κύμα υποστηρικτών, το κύμα του φιλελληνισμού (το οποίο και ως όρος και ως πράξη αποτελεί κάτι πρωτοφανές).
Σ’ αυτή τη διαχρονική διαστρωμάτωση του ελληνικού πολιτισμού έχει καίρια σημασία να φανεί και να λειτουργήσει διδακτικά η σχέση παράδοσης και νεωτερικότητας, διατήρησης και ανανέωσης, μίμησης και δημιουργικής αφομοίωσης. Γιατί αυτό που χρειάζεται ο πολιτισμός σήμερα είναι νέες πηγές έμπνευσης και – ας χρησιμοποιήσω μια μεγαλόστομη έννοια – αναγέννησης μέσα από υπερχρονικές αξίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αφετηρία ουσιαστικής ανανέωσης, ως πηγή δημιουργίας. Γιατί έννοιες όπως λ.χ. η ελευθερία, η αξιοπρέπεια, η δημοκρατία, η αποδοχή της διαφορετικότητας, ο σεβασμός στον άνθρωπο ως άνθρωπο, η ειλικρινής επικοινωνία ως συνάντηση ανθρώπου με άνθρωπο, η αγάπη στον άλλο, η εξασφάλιση μιας ποιοτικής παιδείας για όλους, η αίσθηση τού μέτρου και η αίσθηση ορίων, η διάκριση (με το βάθος της χριστιανικής μοναστικής σύλληψης), η αναζήτηση της ουσίας, δηλ. έννοιες στις οποίες στηρίχτηκε – όσο μπόρεσε – ο ελληνικός πολιτισμός, εν μέρει και άλλοι πολιτισμοί και οπωσδήποτε ο ευρωπαϊκός πολιτισμός στις καλές του στιγμές. Αυτές είναι που μπορούν να δώσουν ένα νέο στίγμα, ένα πρότυπο ζωής στον πολλαπλώς αποπροσανατολισμένο σύγχρονο άνθρωπο’…].
Και συμπληρώνουμε: Έργα των Ελλήνων είναι παγκόσμια παρακαταθήκη, κατά την διάρκεια της ιστορίας του ανθρώπου όπως, ο Ερμής του Πραξιτέλη, ο Παρθενώνας, η μάχη του Μαραθώνα, ο Μέγας Αλέξανδρος, η φυσική του Αρχιμήδη, η βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, ο Γεώργιος Γεμιστός η Πλήθων, ο Βυζαντινός διαφωτισμός, ο αναγεννησιακός διαφωτισμός, οι λόγοι του Μακρυγιάννη, ο Σικελιανός, ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Θεοδωράκης, οι τρεις Χιλιάδες εν ενεργεία καθηγητές ΣΗΜΕΡΑ, σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου…!!
Θα ολοκληρώσουμε την εργασία σχετικά με το θέμα, επαναλαμβάνοντας για ακόμα μια φορά πως ό,τι διαβάζει ο αναγνώστης είναι σκέψεις ενός λαϊκού και απλοϊκού ερευνητή, χωρίς να είναι αποτέλεσμα κάποιας ειδικής επιστημονικής μελέτης (κοινωνιολογικής, εθνολογικής, λαογραφικής κλπ).
Είπαμε ότι η προσπάθεια να οριοθετηθεί ένας ενιαίος ορισμός του πολιτισμού δεν είναι εύκολη και ο όρος Πολιτισμός, αν και χρησιμοποιείται ευρύτατα, δεν έχει σαφές και ξεκάθαρο περιεχόμενο. Γενικά, ο πολιτισμός αποτελεί μια ιδιαίτερα φορτισμένη έννοια, που έχει εγείρει, κατά τους τελευταίους πέντε αιώνες, έντονη προβληματική αναφορικά με τον προσδιορισμό, την εξέλιξη και τη διαμόρφωση του.
Ένα απλό και πεζό, θα λέγαμε, παράδειγμα μπορεί να αποτυπώσει το μη ξεκάθαρο και ασαφές περιεχομένου του όρου Πολιτισμού και την αλόγιστη, αμελέτητη και απερίσκεπτη χρήση της λέξης αυτής. Και εξηγούμαστε: Συχνά βλέπουμε στο διαδίκτυο, ή οπουδήποτε αλλού, κάποιους να ομιλούν για ποντιακό, για αρβανίτικο, για κρητικό, για βλάχικο κλπ‘πολιτισμό’ με μια υφέρπουσα, ας μας επιτραπεί η λέξη, προσπάθεια διαφοροποίησης κάποιων εξ αυτών των ‘πολιτισμών’ από την ολότητα του ελληνικού πολιτισμού. Σαφέστατα υπάρχουν ξεχωριστά πολιτιστικά χαρακτηριστικά σε αυτές τις πληθυσμιακές ομάδες, όπως, λόγου χάρη, τα προφορικά βλάχικα γλωσσικά ιδιώματα των βλαχοφώνων, όμως, αν δούμε τα πολιτιστικά στοιχεία του βλαχόφωνου Ελληνισμού στην ολότητα τους θα διαπιστώσουμε περίτρανα ότι είναι ελληνικά [ήθη και έθιμα, δημοτικά τραγούδια, παραδοσιακές κτηνοτροφικές συνήθειες, λαϊκή οικία, ενδυμασία, χορός και τόσα άλλα (βλέπε: Άγγλοι ερευνητές Wace & Thompson, Ρουμάνα λαογράφος E. Moldoveanu, εθνολόγος γιουγκοσλάβος I. Cvijic, ακαδημαϊκός T. Papahagi, ακαδημαϊκοί Α. Κεραμόπουλλος, Σ Μαρινάτος, Κ. Ρωμαίος, καθηγητής του Πανεπιστημίου Βελιγραδίου D. Popovic, καθηγητής του πανεπιστημίου Θεσ/νίκης Ι. Παπαδριανός κ.α.)]. Το μόνο ξεχωριστό στοιχείο εδώ είναι η χρήση (εκτός της ελληνικής γλώσσας) και των προφορικών βλάχικων ιδιωμάτων, που δεν είναι τίποτε άλλο από λείψανα της ρωμαϊκής κατάκτησης και της τότε σύζευξης του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού. Άλλωστε, είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι βλαχόφωνοι Έλληνες είχαν ελληνικά σχολεία στα βλαχοχώρια τους και ως γραπτή γλώσσα είχαν την ελληνική. Μάλιστα στη Μοσχόπολη της Βορείου Ηπείρου, στη μεγαλύτερη τότε πολιτεία των βλαχοφώνων και ελληνοφώνων – ισχυρό, εμπορικό, πολιτιστικό κέντρο των Βαλκανίων και κέντρο ελληνικού πολιτισμού – υπήρχε η Νέα Ακαδημία, ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού με ελληνική παιδεία και με αδιαμφισβήτητη τη χρήση της ελληνικής γλώσσας.
Είναι, βέβαια, ξεκάθαρο και προφανές ότι αυτές οι προαναφερθείσες πληθυσμιακές ομάδες οφείλουν να διατηρήσουν στο μέτρο του δυνατού όλα τους τα ιδιαίτερα πολιτιστικά στοιχεία, που κληρονόμησαν από τους προγόνους τους.
Σχετικά με τη γλώσσα, γράψαμε, ότι είναι ασφαλές να εκφράσουμε την άποψη ότι η γλώσσα αποτελεί ένα βασικό και ισχυρό στοιχείο πολιτισμού ενός λαού. Όσο σπουδαίος, μεγάλος σε χρονική διάρκεια και πλούσιος είναι ο πολιτισμός ενός λαού, τόσο σπουδαία, μεγάλη σε χρονική διάρκεια και πλούσια είναι και η γλώσσα του. Ιδιαίτερα, μάλιστα, για εμάς τους Έλληνες η ελληνική γλώσσα συνιστά το ύψιστο στοιχείο του ελληνικού πολιτισμού, χωρίς βέβαια αυτή να είναι το μοναδικό (στοιχείο).
Ωστόσο, δεν είναι απόλυτο ότι, η για κάποια χρονικά διαστήματα (μικρά ή μεγάλα) έλλειψη της γλώσσας ενός λαού ή η αλλοφωνία του, εξαφανίζει και τον πολιτισμό του. Να θυμηθούμε, για παράδειγμα, ότι ο κόσμος της εβραϊκής διασποράς έζησε για αιώνες χωρίς τη χρήση της βιβλικής του γλώσσας. Παρά το γεγονός αυτό, η διατήρηση των εθίμων και των πατροπαράδοτων στοιχείων του τον κράτησε ζωντανό και ξέχωρο μέσα στον ωκεανό των άλλων. Για την ιστορία η αναβίωση των Εβραϊκών (ιερή λειτουργική γλώσσα του Ιουδαϊσμού) έγινε από τον εβραίο γλωσσολόγο Ελιέζερ Μπεν Γεχούντα κατά το τέλος του 19ου αιώνα, σε μια εποχή που κανείς δεν μιλούσε την εβραϊκή γλώσσα.
Όσον αφορά στο τρίτο σκέλος της εργασίας με δικαιολογημένη την υπερηφάνεια του Έλληνα, χωρίς να θεωρηθεί έπαρση, τονίστηκε η σπουδαιότητα, η μέγιστη αξία, η κλασικότητα και η διαχρονικότητα του ελληνικού πολιτισμού, με την αρμόζουσα παράθεση πειστικότατων και σημαντικών αποδεικτικών στοιχείων.
Πρέπει επίσης να δοθεί έμφαση στο ότι ο ελληνικός πολιτισμός έχει ακόμα ένα μεγάλο προτέρημα: Είναι γνωστός γιατί έχει και κείμενα και μνημεία (δυο βασικές πηγές γνώσεις κάθε αρχαίου πολιτισμού). Με τον όρο ‘κείμενα’ εννοούμε τις γραπτές μαρτυρίες που έχουν διασωθεί και με τον όρο ‘μνημεία’ εξετάζουμε τα υλικά κατάλοιπα, ακόμα και από την εποχή που δεν υπήρχε γραπτός λόγος. Έχει, βέβαια, να επιδείξει και προφορικές παραδόσεις, μια άλλη σημαντική πηγή γνώσης.
Ωστόσο, στη σημερινή εποχή βρισκόμαστε στο σημείο να αποτελούμε ένα μικρό λαό, ο οποίος διαβιώνει στα μικρά γεωγραφικά όρια του σημερινού ελληνικού κράτους καθώς και είναι διασπαρμένος σε άλλες χώρες παγκόσμια. Έναν λαό με μεγάλο βέβαια πολιτιστικό παρελθόν, βρισκόμενο, όμως, σε κινδύνους συρρίκνωσής του. Ωστόσο, αυτός ο λαός δεν αρκεί να πορεύεται, αναπολώντας και εκθειάζοντας το σπουδαίο του παρελθόν. Οφείλει να συνεχίσει να παράγει πολιτισμό και να αντιστέκεται στους κινδύνους που ήδη διατρέχει.
Ένας σοβαρός κίνδυνος είναι η γλωσσική κατάπτωση, ιδιαίτερα της ελληνικής νεολαίας. Ο γνωστός φιλόλογος Σαράντος Καργάκος ισχυρίζεται ότι ‘σήμερα το ελληνόπουλο δεν μπορεί να εκφραστεί σε ένα λόγο διαρκείας τριών λεπτών σε άψογα ελληνικά’. Προχωρεί και παραπέρα, λέγοντας το χαρακτηριστικό: «τα παιδιά μας δεν θα μπορούσαν να συνεννοηθούν μεταξύ τους αν έλειπε η λέξη με τα τρία άλφα!»
Γλωσσική πενία υπάρχει ακόμα στα ΜΜΕ (έντυπος και ηλεκτρονικός τύπος, τηλεόραση, ραδιόφωνο κ.α.), στη λογοτεχνία και στον πολιτικό λόγο, ενώ η νεολαία ‘οργιάζει’ με τα greeklishστο ιντερνέτ και στη κινητή τηλεφωνία.
Από την άλλη μεριά ο αγγλικός γλωσσικός ιμπεριαλισμός είναι μια θλιβερή πραγματικότητα και γενικά τα αρνητικά της Παγκοσμιοποίησης, οι μη θετικές παρενέργειες της Τεχνολογίας και η μετατροπή της Σοφίας και της Γνώσης (στοιχεία του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος) σε συσσώρευση απλών γνώσεων και ανώφελων πληροφοριών, αποτελούν σαφώς κινδύνους.
Τελειώνοντας, ‘κλέβουμε’ το απόσπασμα ενός άρθρου (07.05.2006) με τον τίτλο ‘Ελληνική Πρόταση Πολιτισμού’ του γνωστού γλωσσολόγου Γεωργίου Μπαμπινιώτη από το ‘Βήμα’ (http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=173094).
«…Σ’ αυτή τη διαχρονική διαστρωμάτωση τού ελληνικού πολιτισμού έχει καίρια σημασία να φανεί και να λειτουργήσει διδακτικά η σχέση παράδοσης και νεωτερικότητας, διατήρησης και ανανέωσης, μίμησης και δημιουργικής αφομοίωσης. Γιατί αυτό που χρειάζεται ο πολιτισμός σήμερα είναι νέες πηγές έμπνευσης και – ας χρησιμοποιήσω μια μεγαλόστομη έννοια – αναγέννησης μέσα από υπερχρονικές αξίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αφετηρία ουσιαστικής ανανέωσης, ως πηγή δημιουργίας. Γιατί έννοιες όπως λ.χ. η ελευθερία, η αξιοπρέπεια, η δημοκρατία, η αποδοχή της διαφορετικότητας, ο σεβασμός στον άνθρωπο ως άνθρωπο, η ειλικρινής επικοινωνία ως συνάντηση ανθρώπου με άνθρωπο, η αγάπη στον άλλο, η εξασφάλιση μιας ποιοτικής παιδείας για όλους, η αίσθηση του μέτρου και η αίσθηση ορίων, η διάκριση (με το βάθος της χριστιανικής μοναστικής σύλληψης), η αναζήτηση της ουσίας, δηλ. έννοιες στις οποίες στηρίχτηκε – όσο μπόρεσε – ο ελληνικός πολιτισμός, εν μέρει και άλλοι πολιτισμοί και οπωσδήποτε ο ευρωπαϊκός πολιτισμός στις καλές του στιγμές. Αυτές είναι που μπορούν να δώσουν ένα νέο στίγμα, ένα πρότυπο ζωής στον πολλαπλώς αποπροσανατολισμένο σύγχρονο άνθρωπο…».
————————————–
Σημείωση Φαρέτρας: την ερχόμενη Τετάρτη 28 Μαρτίου θα δημοσιευτεί ολόκληρη η εργασία