Ο Μονέ δημιούργησε περίπου 140 έργα ζωγραφικής με χιονισμένα τοπία. Κι όλα αυτά φανταστείτε ότι αντιπροσωπεύουν μόνο ένα κλάσμα από τη δουλειά του!
Η ζωγραφική του σου αφήνει μια μαγική αίσθηση. Με τον τρόπο του ο Μονέ ζωγράφιζε ένα ροζ ηλιοβασίλεμα, ένα ζεστό στιγμιότυπο, αισθάνεσαι να σε σπρώχνει μέσα στην ψύχρα του χειμώνα. Όμως υπάρχει αυτή η όμορφη ζεστασιά μέσα στην ψυχρότητα του χειμώνα. Όταν στα τέλη της δεκαετίας του 1870, ο ζωγράφος Μανέ προσπάθησε να ζωγραφίσει ένα χιονισμένο τοπίο, το παράτησε αναφωνώντας ότι, κανείς δεν θα μπορούσε να το κάνει όπως ο Μονέ.
“Ο δρόμος προς το Giverny το χειμώνα” δημιουργήθηκε στα μέσα της σταδιοδρομίας του Μονέ, πριν προλάβει να εκφράσει πλήρως το ύφος του, αλλά ήδη υπάρχει εκείνη η αφθονία των χρωμάτων, χαρακτηριστικό του Ιμπρεσιονισμού.
Είναι ένα από τα πιο δημοφιλή έργα ζωγραφικής του και βρίσκεται στο Παρίσι, στο «Μουσείο Ορσέ. Είναι επίσης μια από τις πρώτες ζωγραφιές του με χιονισμένα τοπία. Από το έργο αυτό, βλέπουμε πόσο άλλαξε αναπτύσσοντας το ιμπρεσιονιστικό στιλ του. Ζωγράφισε την καρακάξα μεταξύ 1868-1869, πριν από την πρώτη έκθεση των Ιμπρεσιονιστών του 1873.
Ο τρόπος που ο Μονέ δημιούργησε την ¨καρακάξα” αποκαλύπτει μια ιδιοφυΐα σύνθεσης. Καθοδηγεί το μάτι μας προς το πουλί μέσα από τις αντιθέσεις και τις σκιές στον φράχτη. Η πινελιά είναι αριστοτεχνική, χρησιμοποιεί το πινέλο για να αναδείξει το φως ή τη σκιά κι ότι έχει απομένει από το χιόνι στα στενά κλαδιά των δέντρων. Η Καρακάξα είναι ένα αριστούργημα της πρώιμης τεχνικής του Μονέ. Περισσότερο ρεαλιστής εδώ παρά ιμπρεσιονιστής. Υπάρχει μια σαφής διάκριση ανάμεσα στο φως και τη σκιά, παρόλο που οι σκιές είναι κυρίως μπλε κι όχι γκρι .Οι σκούρες πατημασιές στο προσκήνιο προσθέτουν ένα κομμάτι μυστηρίου. Όμως περισσότερο απ όλα, μας κάνει να σκεφτούμε την ωμότητα της ομορφιάς της φύσης με έναν μόνο υπαινιγμό ανθρώπινης παρέμβασης.
Ζωγράφισε τον πίνακα αυτό περίπου 5 χρόνια μετά. Οι νιφάδες του χιονιού είναι μεγάλες, ίσως να εμπνεύστηκε από τον Ιάπωνα καλλιτέχνη Χοκουσάι. Το λευκό εξακολουθεί να είναι πολύ φωτεινό, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του πίνακα είναι γκρι ή σταχτί, με πινελιές από βαθύ πράσινο ως βαθύ μοβ, για να αναπληρώσει μάλλον τα σκούρα χρώματα. Υπάρχει μια αίσθηση ότι το περπάτημα σ εκείνο το χιόνι, είναι κάτι εξαιρετικό, παρόλο που κάνει κρύο. Υπάρχουν πινελιές του μπλε στον ουρανό κι ένα καταπράσινο δάσος με γρασίδι ή και πευκοβελόνες.
Το “Χιόνι στο Argenteuil” – πίνακας του 1875-, θα μπορούσε να είναι “η ημέρα μετά από το χιόνι”. Θα ήταν ζωγραφισμένο στο παραπάνω ίδιο χωριό, αλλά μπορεί κι ένα χρόνο αργότερα. Επίσης, βλέπουμε μια σταδιακή εξέλιξη του στυλ του. H αξία της αντίθεσης μειώνεται, αλλά ο Μονέ αγαπά να δημιουργεί μια αίσθηση βάθους. Το μαύρο απομακρύνεται σχεδόν ολοκληρωτικά, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν κάποιες πινελιές από σκοτεινά χρώματα. Η πόλη, η φύση και οι άνθρωποι είναι ζωντανοί, υπάρχει μια κίνηση, παρά το κρύο. Το μπλε στη ζωγραφική, και τα κόκκινα τούβλα που έχουν θαμπώσει προς το ροζ, μας δείχνουν ότι υπάρχει αρκετό κρύο έξω.
Από το 1880, οι πίνακες του Μονέ γίνονται σταδιακά όλο και πιο αφηρημένοι. Τον απασχολεί όλο και λιγότερο η δομή, το βάθος και η προοπτική. Οι πίνακες δημιουργούνται όλο και περισσότερο για το χρώμα, το σχήμα, τους κραδασμούς.
Στον “επιπλέοντα πάγο κοντά στο Vertheuil”, βλέπουμε τους τόνους του μπλε: βαθύ μπλε, πράσινο-μπλε, μοβ-μπλε και μπλε για τον ουρανό. Σχεδόν ο μισός πίνακας είναι μια αντανάκλαση στο νερό. Δεν είναι μόνο οι καιρικές συνθήκες κι ο τρόπος που χρωματίζει με τα φωτεινά εφέ, αλλά ο Μονέ ασχολήθηκε επίσης πολύ και με το μοτίβο. Οι πινελιές του μοιάζουν σαν σταγόνες χρώματος.
Όσο περνά ο καιρός, ακόμα και οι σκηνές με χιόνι αρχίζουν κι αποκτούν όλο και περισσότερα χρώματα. Σε πολλά έργα ζωγραφικής, το χιόνι κι ο πάγος κυριαρχούν λιγότερο και το άσπρο με το γκρι, φαίνεται να αντικαθίστανται μ όλες τις αποχρώσεις του ουράνιου τόξου. Κοντά στο Lavacourt και το Vetheuil, δημιούργησε πολλά έργα ζωγραφικής κατά το λιώσιμο των πάγων στις όχθες του ποταμού Σηκουάνα. Στα έργα του αυτά, το χιόνι κι ο πάγος συνδυάζονται με το νερό και δημιουργούν μια παλέτα χρωμάτων από τις αντανακλάσεις τους καθώς βυθίζονται στο νερό.
Οι σκιές δεν είναι χρωματισμένες με μαύρο ή γκρι, αλλά μόνο με ψυχρά χρώματα (τα μπλε, πράσινο και μοβ είναι τα ψυχρά χρώματα, ενώ κίτρινο, πορτοκαλί και κόκκινο θεωρούνται σαν θερμά).
Ο Μονέ ταξίδεψε στη Νορβηγία το 1895 και ζωγράφισε αρκετά τοπία. Στον πίνακα “Sandviken, χωριό στο χιόνι”, είναι προφανές ότι το ενδιαφέρον του στο χωρικό βάθος (τόσο εμφανή σε παλαιότερες ζωγραφιές) έχει εκλείψει, και η επικάλυψη στα σχήματα είναι οι μόνες μορφές για να πλαισιώσει το χώρο. Χρησιμοποιώντας ελαφρύτερες παστέλ αποχρώσεις, διαφοροποιεί το χρώμα, που ρέει με τη φωτεινότητα του χιονιού, ή τη λευκότητα του χρώματος. Φαίνεται ότι το χιόνι είναι παντού στο χώρο κι αυτό πραγματικά τον μετατρέπει σε μια χειμερινή χώρα των θαυμάτων.