Απόψεις Πολιτισμός

“Τι είπε ο Α. Κεραμόπουλλος για τους Βλάχους 3” του Γιάννη Τσιαμήτρου

Γάμος στη Σαμαρίνα

Στα προηγούμενα σημειώματα έγινε αναφορά στις απόψεις των επιστημόνων για την καταγωγή των Βλάχων. Στο σημερινό μας άρθρο, παρατίθεται η άποψη του Κεραμόπουλλου για το τι είναι οι Βλάχοι (εκλατίνηση αυτοχθόνων, οροφυλακή κλπ).ΓΤ-1-260x300-1-2

Όσον αφορά στην γλώσσα των Βλάχων και αυτή των Δακορουμάνων, η άποψη ότι η Κουτσοβλαχική είναι διάλεκτος της Ρουμανικής  δεν στέκει γιατί πρώτον ένας Βλάχος της Μακεδονίας δεν μπορεί να συνεννοηθεί με έναν Ρουμάνο και δεύτερον δεν υπήρξε ιστορική και φυλετική επαφή ανάμεσα στους Δακορουμάνους και τους Κουτσόβλαχους. Στην ουσία τα κουτσοβλαχικά  ανήκουν στις λατινογενείς (ρωμανικές) ‘διαλέκτους’ (νεοϊταλικές, γαλλικές, ισπανικές κλπ) και η σχέση τους με όλες αυτές είναι παράλληλη και όχι υπάλληλη.

Σημαντικό είναι το γεγονός ότι  πρώτα λατινοφώνησε ο ελληνικός χώρος (μέσα του 2ου π.Χ. αιώνα) και μετά η Δακία (1ος αιώνας μ.Χ.), άρα δεν μπορούμε να μιλάμε  ότι τα βλάχικα είναι διάλεκτος της γλώσσας των Δακορουμάνων. Ωστόσο, γλωσσικές και λαογραφικές  ομοιότητες και αλληλοεπιδράσεις ανάμεσα στους λαούς  της Βαλκανικής είναι φυσικό να υπάρχουν λόγω της γειτνίασής τους.

Ο Κεραμόπουλλος είναι προσεκτικός και δεν χρησιμοποιεί τους όρους roman, romanisation, αλλά ‘λατινογενής’ ή ‘εκλατίνιση’ για να μη δώσει  λαβή σκανδάλου σε αυτούς που κάνουν κατάχρηση των λέξεων, προφανώς για  λόγους σκοπιμότητας.

Επισημαίνει για μια ακόμα φορά τα θεμελιώδη ελαττώματα των θεωριών, που αναφέρθηκαν προηγουμένως, και  που συνίστανται στο ότι δεν αποδεικνύεται ιστορικά  ότι  οι  Βλάχοι του ελληνικού χώρου και οι Δακορουμάνοι ανήκουν στην ίδια φυλή και έχουν την ίδια γλώσσα. Μάλιστα δεν αποδεικνύεται με επιστημονικό τρόπο ότι όλοι ανήκουν στην Romanite Balkanique με αφετηρία τον βόρειο χώρο (Δακία, Ιστρία) και ότι υπήρξε μετακίνηση από βορά προς νότο.

entity_15233

 

Τονίζει  επίσης  ότι προκύπτουν δυο καθαρά πορίσματα: Οι Βλάχοι μας δεν είναι (α) Ιταλοί ούτε και (β) Δακορουμάνοι.  Τι είναι λοιπόν οι Βλάχοι μας, αναρωτιέται και δηλώνει ότι στην μελέτη αυτή θα προσπαθήσει να διαφωτίσει το θέμα με επιστημονικό τρόπο.

Πιστεύει ακόμα ότι  ο ελληνικός πολιτισμός (και γλώσσα)  δεν νικήθηκε τελικά από τον αντίστοιχο λατινικό, λόγω της ανωτερότητάς του. Αντίθετα ο λατινικός πολιτισμός κατέβαλε κατώτερους πολιτιστικά λαούς στην Βαλκανική και η λατινοφωνία επιβίωσε   στα όρη γιατί εκεί δεν υπήρχε διαμάχη ανάμεσα στις δυο γλώσσες (απουσίαζε περισσότερο η ελληνική) και για τους λόγους που θα εξεταστούν παρακάτω:

Μετά την κατάκτηση της Μακεδονίας από τους Ρωμαίους (168 π.Χ.) και την διαίρεσή της σε 4 τετραρχίες επετράπη, σύμφωνα με το παλιό Μακεδονικό σύστημα, τα σύνορα προς βορρά (ιδιαίτερα στα όρη)  να συνεχίζεται να  φυλάγονται από ένοπλη φρουρά (οροφύλακες), που αποτελούνταν από εντόπιους. Σε αυτούς τους τόπους (Μελένικο, Νευροκόπιο, Άνω Τζουμαγιά, Πίνδος, Αχρίδα, Στρούγα, Κρούσοβο κλπ), όπου ήταν και η παλιά μακεδονική φρουρά (praesidia=οροφυλακή), σήμερα υπάρχουν οι Βλάχοι, μας λέει ο ακαδημαϊκός.

Α. Κεραμόπουλλος
Α. Κεραμόπουλλος

Άρα είναι λογικό να εξεταστεί εάν κατά την ρωμαιοκρατία τα Μακεδονικά praesidia αντικαταστάθηκαν από λατινόφωνους φρουρούς. Βέβαια ρητή μαρτυρία για εγκατάσταση φρουρών στα όρη της Μακεδονίας δεν έχουμε, αλλά είναι σίγουρο ότι η οργάνωση του ρωμαϊκού κράτους απαιτούσε τα σύνορα, οι δρόμοι και οι διαβάσεις να φυλάγονται και αυτό έγινε.

Ακόμα είναι γνωστό ότι οι ρωμαϊκές λεγεώνες παντού απαρτίζονταν και  από  εντόπιους στρατιώτες των υποταγμένων επαρχιών,  μόνο οι αξιωματικοί   ήσαν Ρωμαίοι  και  από τον αυτοκράτορα Καρακάλλα (212 μ. Χ.) οι μη Ιταλοί στρατιώτες ανακηρύχθηκαν ρωμαίοι πολίτες. Αυτοί υπηρετούσαν  στις λεγεώνες ή στα  βοηθητικά σώματα (auxilia) για 25 χρόνια, εκλατινίζονταν γλωσσικά,  παντρεύονταν μετά την απόλυσή τους, οι βετεράνοι έπαιρναν αμοιβές και το προνόμιο της εγκατάστασης ως άποικοι και  τα παιδιά τους γίνονταν επίσης στρατιώτες. Ήταν φυσικό λοιπόν η λατινική γλώσσα να εισέλθει στις οικογένειές τους.

Ταυτόχρονα, όπως ειπώθηκε, χρειάζονταν η φρούρηση και η ασφάλεια του ρωμαϊκού κράτους στα σύνορα (περισσότερο όρη και διαβάσεις) με την τοπική φρουρά (praesidia armata) και τους οροφύλακες (ripenses, riparienses, limitanei).  Επίσης για εσωτερική ασφάλεια και στις πεδινές περιοχές υπήρχε τοπική φρουρά που αποτελούνταν από ρωμαίους άποικους εντόπιους παλαιμάχους, αλλά και από εντόπιους εθελοντές φτωχούς στρατιώτες-γεωργούς μακρότερης θητείας, οι οποίοι έγιναν  μόνιμοι φρουροί (praesidia propugnacula imperii). Σε όλους αυτούς  δίνονταν χρήματα, προνόμια και προπαντός γη για καλλιέργεια, η δε λατινική γλώσσα ήταν σε αυτούς επίσημη και  μεταδίδονταν  στις οικογένειες τους από γενεά σε γενεά.

Στο σημείο αυτό ο Κεραμόπουλλος διευκρινίζει  ότι  οι πλείστοι άντρες των φρουρών στην δυτική Μακεδονία ήταν εντόπιοι, ορεινοί, σκληροτράχηλοι, δημιουργικοί και με κοφτερό μυαλό, τόλμη και επιχειρηματικότητα   και σε καμιά περίπτωση δεν υπήρχαν μεταξύ τους Δάκες γιατί αυτοί (Δάκες)  δεν ήσαν μαθημένοι στην σκληρή  ορεινή ζωή (ήταν  διαφορετικός, καλότυχος, γεωργικός,  ήσυχος  και μη αποδημικός λαός).

Πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι  και πριν από την μάχη της Πύδνας (168 π.Χ.) αλλά και μετά  είκοσι χρόνια (νόμιμος καθορισμός της Μακεδονίας ως Επαρχία-Provincia του Ρωμαϊκού κράτους) Έλληνες υπηρετούσαν στον ρωμαϊκό στρατό  και αυτό είναι εξακριβωμένο ιστορικά (Πλούταρχος).

PrimaPorta

Ο ακαδημαϊκός προβαίνει σε  λεπτομερέστερη ανάλυση της ανθρωπογεωγραφίας των παλαίμαχων αποίκων και φρουρών της Επαρχίας της Μακεδονίας με κύριο συμπέρασμα ότι αυτοί ήταν  περισσότερο εντόπιοι  (Ιλλυριοί, Μακεδόνες Ηπειρώτες). Άλλωστε   στο τέλος της θητείας  του αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου (αρχές 1ου μ.Χ. αιώνα) η  Μακεδονία ήταν   provincial senatoria και inermis (μη ένοπλη Επαρχία  και υπαγόμενη στην Σύγκλητο), οπότε η Επαρχία από μόνη της  δημιουργούσε στρατό κατά της ληστείας με εντόπιους κατοίκους (συνέχισε δηλαδή τα παλιά Μακεδονικά praesidia armata που αναφέρθηκαν προηγουμένως).

Αυτοί οι Βλάχοι (της επαρχίας της Μακεδονίας επί Ρωμαιοκρατίας), μας λέει ο Κεραμόπουλλος, είναι περισσότερο ντόπιοι Έλληνες (και όχι Δάκες), που  είχαν μάθει την λατινική  στον στρατό και μετά εγκαταστάθηκαν στα όρη ως veterani (απόμαχοι) προς φρούρηση. Ο ακαδημαϊκός γράφει αυτολεξεί: «Φυλετικώς οι Κουτσόβλαχοι πιθανώς να είναι οι καθαρώτατοι των Ελλήνων, επειδή ήσαν  οι ολιγώτερον προσιτοί εις επιμειξίαν, ως τινες άλλοι Έλληνες αποκέντρων πτωχών μερών».

Αυτοί είναι (Βλάχοι), μας λέει, και οι μετέπειτα ακρίτες, αρματολοί και κλέφτες του Βυζαντίου και της Τουρκοκρατίας που  συνέχιζαν να φυλάγουν τα όρη και τις διαβάσεις, αποκτώντας μάλιστα και προνόμια. Αυτοί είναι που δημιούργησαν οικισμούς και πόλεις στα όρη και στις πεδιάδες (π.χ. Μέτσοβο, Μοναστήρι κλπ)  στην Τουρκοκρατία, πλούτισαν με το εμπόριο στη Βαλκανική και  την Δύση, είχαν ελληνική συνείδηση, ήταν πρωτοπόροι με τις πολεμικές τους αρετές στην ελληνική επανάσταση, πρωτοπόροι  στις τέχνες και στα γράμματα και ευεργέτησαν το νέο ελληνικό κράτος. Αυτήν την ελληνική ιστορία της Πίνδου λεηλάτησαν οι ‘φιλολογούντες Κουτσόβλαχοι’ στην Ρουμανία και την συνυπολόγισαν στο Ρουμανικό Έθνος και την Ρουμανική ιστορία που είναι εντελώς ξένη στην πραγματικότητα. Στην ουσία πρώτα οι Έλληνες επαναστάτησαν  (ελληνική αναγέννηση)  και έδειξαν τον δρόμο στους Βαλκάνιους και τους Ρουμάνους και  η ελληνική ορεινή φυλή ενίσχυσε την πνευματικότητα στην Ρουμανία και τον τότε δυτικό κόσμο. Ρουμάνοι δεν ήλθαν ποτέ στην ορεινή Πίνδο.

Οι μόνιμοι αυτοί φρουροί, ιδιαίτερα οι ορεισίβιοι, όπως ειπώθηκε, δεν ήταν μόνο φύλακες, αλλά και επαγγελματίες (γεωργοί, περισσότερο  κτηνοτρόφοι κλπ) γιατί  επί ρωμαιοκρατίας τους αφαιρούνταν μερικές φορές  η ιδιότητα του στρατιώτη  (από τους αυτοκράτορες ως υποτιμημένοι στρατιώτες) και έτσι έπρεπε να αναπτύξουν τα επαγγέλματά τους για επιβίωση. Οι ορεινοί ασχολούνταν με την κτηνοτροφία, αύξησαν τα κοπάδια τους και  πολλοί από αυτούς μετακινούνταν (νομάδες) τον χειμώνα στα πεδινά λόγω τους ψύχους. Οι περισσότεροι πήγαιναν  προς Θεσσαλία, και Ακαρνανία και αυτοί  ‘πληθυνθέντες’, όπως λέει ο Κεραμόπουλλος,  αποτέλεσαν την ‘Μεγάλη Βλαχία’ και την ‘Μικρή Βλαχία’ του μεσαίωνα.

Κατά τον ακαδημαϊκό, η Μεγάλη και Μικρή Βλαχία του Δούναβη δεν έχει καμιά σχέση με  αυτές των ελληνικών χωρών, οι Τούρκοι δε,  βλέποντες ότι η ελληνική Βλαχία είναι μικρότερη σε πληθυσμό, την ονόμασαν Κιουτσούκ (Μικρή) Βλαχία), ενώ την Παρίστρια  (του Δούναβη) Βλαχία την ονόμασαν  Μπουγιούκ (Μεγάλη) Βλαχία. (Το επόμενο σημείωμα μας  θα είναι το τελευταίο).

 (Πηγή: Απάνθισμα από το βιβλίο «‘Τι είναι οι Κουτσόβλαχοι’,  Αντωνίου Δ. Κεραμόπουλλου, εκδ. University Studio Press, Θεσ/νίκη 2000, προλεγόμενα Χ. Παπαστάθης, Ν. Κατσάνης)

  Γιάννης Τσιαμήτρος

(Δημοσιεύθηκε στις 8-5-2014 στην εφημερίδα της Βέροιας “Ημερήσια”)

banner-article

Ροη ειδήσεων