“Μια απάντηση στον Κ. Λαπαβίτσα (Κ.Λ.) για τον ένα χρόνο μετά…” του Κώστα Καραγιάννη
Στο άρθρο του για τη συμπλήρωση ενός χρόνου με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, ο Κ.Λ. κυριολεκτικά σου δίνει την αίσθηση ενός απλού παρατηρητή και σχολιαστή των τεκταινομένων, παρά κάποιου πολιτικού υποκειμένου που συμμετέχει στο κοινωνικό και το πολιτικό γίγνεσθαι ενός χώρου. Θυμίζει δημοσιογράφο έγκριτης εφημερίδας, με πρώτη μαρτυρία, τη γραφή σε τρίτο πρόσωπο.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά και ας ξεκινήσουμε από τον τίτλο. Ο Κ.Λ. μιλάει για «την ψυχή του ΣΥΡΙΖΑ». Είναι άδικο, δεν είναι ο αρμόδιος – δόξα τω θεώ υπάρχουν πολλοί εντός, εκτός και επί τα αυτά – που βίωσαν για μια ολόκληρη γενιά αυτόν τον από κάθε άποψη, για φίλους και εχθρούς, ενδιαφέροντα πολιτικό χώρο. Ο Κ.Λ. όχι μόνον δεν πρόλαβε να μπει στην ψυχή του αλλά ούτε καν να την αγγίξει. Δεν υπήρξε ποτέ μέλος του. Απλώς, υπήρξε συνεργαζόμενος υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ Ημαθίας για κάποιες ημέρες και βουλευτής του για ένα εξάμηνο. Ένα όμως είναι βέβαιο, γι αυτόν και για τους αποχωρήσαντες με πολλούς χρόνους ΣΥΡΙΖΑ στην πλάτη, ότι οι ορκισμένοι αντίπαλοι «της ανατροπής», που τώρα τους ανέχονται και τους προβάλλουν, αν πετύχουν την παλινόρθωση δεν θα τους χαριστούν λιγότερο από εμάς που επιμένουμε.
Παρακάτω, ελαφρά τη καρδία, ο Κ.Λ. προσπαθεί να υποσκάψει την πεμπτουσία (το ηθικό λεγόμενο πλεονέκτημα) του ΣΥΡΙΖΑ και του προέδρου του γράφοντας πως ο συμβιβασμός του Α. Τσίπρα με τους δανειστές έγινε λίγο-πολύ «για να παραμείνει στην εξουσία». Θελημένα προσφέρει κάκιστη υπηρεσία στο λαό μας. Προσθέτει ως πινελιά στο «όλοι ίδιοι είναι», με δίκη προθέσεων, την ιδιοτέλεια . Δεν αναλογίζεται άραγε πως τέτοιες άκριτες αποφάνσεις, μη πολιτικές, κλονίζουν την εμπιστοσύνη του λαού, δημιουργούν κόπωση και μας φέρουν όλο και πιο κοντά σε μια γενικότερη πολιτική κατάρρευση; Ότι ανοίγουν το δρόμο σε ό,τι πιο συντηρητικό, πιο αυταρχικό και πολιτικά πιο αποκρουστικό ευδοκιμεί στον τόπο μας;
Αλλά ας απαντήσουμε σε ένα κεντρικό ερώτημα. Είπε ψέματα ο Α. Τσίπρας στον ελληνικό λαό; Όχι βέβαια, αλλά, τα περισσότερα από τα στελέχη (στην εξαίρεση οφείλω να ομολογήσω όντως κατατάσσεται ο Κ.Λ.) εκτιμούσαν πως, προς αποφυγή περιπετειών για την Ευρωζώνη και από δημοκρατική ευαισθησία και σεβασμό στην ψήφο του ελληνικού λαού, οι δανειστές θα συμφωνούσαν (Η Μέρκελ θα συμφωνούσε και θα ήταν μέρα μεσημέρι) σε μια αμοιβαία αποδεκτή λύση με τη χώρα μας. Μπορούμε να το συνοψίσουμε στην ιστορική φράση: «Τα στελέχη και οι διανοούμενοι άφησαν να τους συνεπάρει η νικηφόρα πορεία κι έλεγαν θα τα βγάλουμε πέρα και με το Γερμανό». Το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης ( το ήπιο κεϋνσιανό όπως το ονόμαζε ο Κ.) σ’ αυτή την περίπτωση θα είχε υλοποιηθεί και θα δημιουργούνταν ένα κλίμα αισιοδοξίας που θα άφηνε πίσω την κρίση. Μια τέτοια βέβαια εκδοχή επιτυχίας για ένα αριστερό κόμμα αποδείχτηκε πως δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή από τις συντηρητικές δυνάμεις της Ευρώπης.
Θα έπρεπε να εξετάζουμε αυτό το σενάριο πολύ πιο σοβαρά, για να γνωρίζει και να προετοιμάζεται ο λαός μας να δώσει ένα σκληρό, μακροχρόνιο αγώνα απεμπλοκής από τους δανειστές.
Ας είμαστε σοβαροί, ο Τσίπρας έκανε ένα συμβιβασμό, με τη θηλιά στο λαιμό, προκειμένου η χώρα να αποφύγει το «χάος». Να πάρει ανάσες και να αντιμετωπίσει την «επιτροπεία» πιο οργανωμένα, με νέες συμμαχίες, με τις δυνατότητες που δίνει η αναπτυξιακή διάσταση που εμπεριέχεται στη συμφωνία αλλά και η κυβερνητική εξουσία. Ναι, οι αριστερές κυβερνήσεις κάνουν συμβιβασμούς «είναι παιδαριώδες» να λέμε το αντίθετο.
Ρώτησα, παρουσία πολλών συντρόφων, τον Κ. Λ. λίγες μέρες πριν εγκαταλείψει το ΣΥΡΙΖΑ. Τι θα επακολουθούσε στη χώρα αν εκείνο το βράδυ ο Α. Τσίπρας δεν υπέγραφε τη συμφωνία. Απάντησε μονολεκτικά «χάος». Η ένστασή του ήταν στο γιατί δεν προετοίμασε ο ΣΥΡΙΖΑ τη χώρα για την «έξοδο» . Το επαναλαμβάνει και στο άρθρο του. Η απάντηση πως μπορούμε -αφού ο ίδιος προβλέπει πως το θέμα με την ΟΝΕ θα ξανατεθεί – να το αντιμετωπίσουμε πιο οργανωμένα στο μέλλον, χωρίς διάσπαση, δεν τον ικανοποίησε.
Ο Τσίπρας λοιπόν έκανε αυτό που θα έκανε κάθε εχέφρων άνθρωπος αν κάποιοι του ζητούσαν το πορτοφόλι με το πιστόλι στον κρόταφο. Για να αντιμετωπίσει τους εκβιαστές παρακάτω, υπό καλύτερες συνθήκες. Θα έχουμε όλο το δίκιο με το μέρος μας να τον κατηγορήσουμε σε περίπτωση που θα τα βρει μ’ αυτούς για να υποδουλώσει τον ελληνικό λαό και να επωφεληθεί ο ίδιος και το κόμμα από τη νομή της εξουσίας. Αυτό δεν φαίνεται. Εάν φαινόταν τότε οι δανειστές δεν θα λυσσομανούσαν σε βάρος του, η τρόικα εσωτερικού δεν θα τον βομβάρδιζε μετά μανίας σε εικοσιτετράωρη βάση και δεν θα κολάκευε παραγωγικούς κλάδους που ομολογημένα τους περιφρονεί και που τους έχει οδηγήσει στη φτώχεια και την απόγνωση. Δεν θα επεδίωκε την αριστερή παρένθεση με όλα τα μέσα.
Νομίζω πως, κυρίως σε κρίσιμες στιγμές, είμαστε ευεπίφοροι σε μεθυστικά συνθήματα, σε ηρωικές και ποιητικές φράσεις και σε εύκολες λύσεις όπως «ευθεία αντιπαράθεση με την ίδια τη νομισματική ένωση», « έξοδος» κλπ όμως οφείλουμε να δούμε κατάματα την πραγματικότητα. Πριν από μόλις ένα χρόνο ανέλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ μια ηράκλεια προσπάθεια και μάλιστα υπό κατάσταση πολιορκίας. Δεν είναι εύκολη. Ας κάνουμε αυτοκριτική σ’ αυτό το σημείο. Ας μην σπέρνουμε άλλες αυταπάτες. Για κάποιες από αυτές η ζωή μας τιμώρησε.
Το ότι «τους ριζοσπάστες τους σταμάτησε ένα πραξικόπημα» αυτό όχι μόνον δεν αποτελεί «αστικό μύθο»(!) αλλά αποτελεί απτό προϊόν του συσχετισμού πολιτικής δύναμης εκείνης της στιγμής στην Ευρώπη. Οι πιο συντηρητικοί κύκλοι της Ευρώπης το ομολογούν καθημερινά (βλέπε ευχαριστήριο της Μέρκελ προς Σόιμπλε κλπ). Ίδιον του πάσης μορφής αριστερισμού είναι να αγνοεί αυτή την απαράβατη αρχή. Κριτήριο όμως της αλήθειας δεν είναι ούτε κάποιος μύθος ούτε τα «έπεα πτερόεντα», αλλά τα ίδια τα γεγονότα και τα διδάγματα της ιστορίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν «κατανικήθηκε» όπως γράφει ο Κ.Λ. είχε μια απώλεια σε μια από τις μάχες του οικονομικού πολέμου που βρίσκεται σε εξέλιξη. Μπορούμε να πούμε παραφράζοντας: Δεν μπορεί παρά να έχουμε και υποχωρήσεις, αυτό είναι μια πραγματικότητα, πρέπει να ξέρουμε να τις αντιμετωπίζουμε, πρέπει να δουλέψουμε συστηματικά σε δύσκολες συνθήκες. Αν μπορέσουμε να δράσουμε με πειθαρχημένο τρόπο, αν αντέξουμε, αν εξασφαλίσουμε τις απαραίτητες συμμαχίες, τότε, παρά τις επιμέρους ήττες έχουμε σημαντικές πιθανότητες να νικήσουμε στον «πόλεμο».
Παρακάτω παραδέχεται πως «μόνο εύκολη δεν θα ήταν φυσικά» η έξοδος. Μήπως έχει να καταθέσει, τόσους μήνες μετά, κάποια σχετική επεξεργασία; Μήπως μπορεί να γίνει πιο συγκεκριμένος γύρω από τη «βασιλική οδό» να αντιπαρατεθεί κανείς στο Σόιμπλε και σε άλλους 17 και μας διαφεύγει;
Συμφωνούμε με τον Κ.Λ.-που εδώ αντιφάσκει- ότι «Οι ευρωπαίοι πολιτικοί εξανάγκασαν την νέα ελληνική κυβέρνηση να αποδεχθεί …» Αυτό ακριβώς . Ο παγκόσμιος τύπος το αποθανάτισε με το : This is a coup.
Δεν είναι πρωτάκουστο πάντως να ακούγονται φωνές όπως : «υποχώρησαν», «προσαρμόστηκαν», «προδοσία». Λέχτηκαν όπως ακριβώς παρατίθενται εδώ από «αριστερούς» και στις πιο μεγάλες στιγμές του κινήματος και μάλιστα σε βάρος του πιο φημισμένου μέχρι σήμερα ηγέτη του. Ο ίδιος παραπονείται: Με κοίταζε (ένας αξιωματικός) φυσικά με μάτια γεμάτα οργή-πρόδωσα βλέπετε τη Ρωσία στους Γερμανούς.*
Αλλά ας δούμε για λίγο τι είδους νίκη κατήγαγαν οι δανειστές. Την απάντηση μας τη δίνει ο Γερμανός φιλόσοφος Χάμπερμας: “Φοβούμαι ότι η γερμανική κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένης της σοσιαλδημοκρατικής της πτέρυγας, έπαιξε κι έχασε μέσα σε μια νύχτα όλο το πολιτικό κεφάλαιο που μια καλύτερη Γερμανία είχε συσσωρεύσει σε μισό αιώνα”, ο Γάλλος Πικετί , ο Αμερικανός Τσόμσκι κλπ και από τα βάθη των αιώνων ο δικός μας ο μεγάλος Αισχύλος. Δεν μπορούμε λοιπόν βάσιμα να υποθέτουμε ότι παρόμοιες αποφάσεις για τους δανειστές, σε βάθος χρόνου, θα αποδειχθούν μπούμερανγκ;
Τέλος, καταλήγει στην «ευθεία αντιπαράθεση με την ίδια τη νομισματική ένωση» που σημαίνει «έξοδο» για τις μικρές χώρες.«Αυτό είναι και το μοναδικό μάθημα από την πανωλεθρία του ΣΥΡΙΖΑ»!
Τα μαθήματα όμως από την αμφίρροπη αυτή εξέλιξη ήδη είναι πολλά και πολύτιμα και θα πληθύνουν, ακόμα και σε περίπτωση μιας αρνητικής εξέλιξης. Μαθήματα για τις συμμαχίες που χρειάζεται να οικοδομούμε, για τους συσχετισμούς δύναμης που πρέπει να μετράμε με κάθε λεπτομέρεια, για τη δύναμη των διαπλεκόμενων συμφερόντων, των ΜΜΕ να σπέρνουν πανικό και να «ενώνουν» ετερόκλητα στοιχεία , κλπ, κλπ και επίσης, πως με τις πρώτες δυσκολίες και με το πρώτο μπαμ του αντιπάλου, ένα πρόσθετο πρόβλημα θα αποτελούν οι κάθε είδους αναχωρητές στην πράξη και επιρρεπείς στη λογοκοπία.
Για τον Κ.Λ. φαντάζει πανάκεια η αλλαγή του νομίσματος και δεν φαίνεται να τη συνδέει με το πλήθος άλλων παραμέτρων της εξίσωσης. Αν δεν αποτελεί για τον ίδιο μια έμμονη ιδέα τότε είναι ένας τρόπος σκέψης όπου το μέσον για την άσκηση οικονομικής πολιτικής μετατρέπεται σε υποκατάστατο της ίδιας της πολιτικής. Όμως το μείζον ζήτημα δεν μπορεί να είναι εκεί. Όλοι ξέρουμε πως: Με ή χωρίς ευρώ, χρειάζεται άλλη πολιτική, άλλο πρόγραμμα, άλλο μοντέλο ανάπτυξης.
Με όλο μου το σεβασμό στον καθηγητή οικονομίας Κ. Λ. νομίζω πως πρέπει να τονίσουμε ότι το πρόβλημα για τη χώρα δεν είναι απλά και μόνον οικονομικό. Είναι και πολιτικό αλλά και πολιτισμικό, γι αυτό χρειάζεται και πρόσθετα εργαλεία για να το δει και να το αντιμετωπίσει κανείς στην ολότητά του. Με την ακαδημαϊκή του ιδιότητα πολλά μπορεί να προσφέρει σε εξειδικευμένα ζητήματα όμως δεν πρέπει να του διαφεύγει, όπως και σε πολλούς συναδέλφους του, πως «ο ταξικός πόλεμος» που λέει ο Τσόμσκι, δίνεται in vivo και όχι in vitro. Δίνεται τελικά σε συνθήκες της πραγματικής ζωής που διαφέρουν εξόφθαλμα από τις συνθήκες ενός εργαστηρίου ή ενός πανεπιστημιακού project ή μιας αναλογιστικής μελέτης.
Από Βέροια Κώστας Καραγιάννης Φυσικός
* Τόμος 36ος άπαντα Λένιν σελ. 28.
ΥΓ Στήριξα την υποψηφιότητα του Κ. Λ. στην Ημαθία με την προσδοκία να θέσει τις γνώσεις του περί τα οικονομικά στην υπηρεσία της πολιτικής και των παραγωγών του κοινωνικού πλούτου και όχι το αντίθετο. Όλοι τελικά κρινόμαστε καθημερινά.