“Λιλιπούπολη, η αυταπάτη της Μεταπολίτευσης” γράφει η Πόπη Φιρτινίδου
Το κείμενο της Πόπης Φιρτινίδου, που δημοσιεύεται από τη faretra.info, αποτελεί τη βάση σύνθετης εκδήλωσης, λόγου, εικόνας και μουσικής, που πραγματοποιήθηκε στις 29 Ιουνίου, στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στη Βέροια, με τίτλο “Λιλιπούπολη”.
Είναι η δέκατη συνεχής χρονιά, που η Πόπη Φιρτινίδου και το Δημοτικό ωδείο της Βέροιας παρουσιάζουν ανάλογες εκδηλώσεις, με το γενικό τίτλο “Το Πιάνο μακρινός φίλος, Οικείος ξένος”. Οι εκδηλώσεις αυτές, που αποτελούν πλέον θεσμό για την πόλη της Βέροιας, διοργανώνονται από την Πόπη Φιρτινίδου στη μνήμη της δασκάλας της του πιάνου, Πόπης Χατζηδήμου, έχουν δε και σαν στόχο, με το συμβολικό τους εισιτήριο, να βοηθήσουν οικονομικά το Σύλλογο Καρκινοπαθών Βεροίας Ημαθίας “ο Άγιος Παρθένιος”.
(Η Πόπη Φιρτινίδου είναι Διευθύντρια του Δημοτικού Ωδείου Βέροιας, καθηγήτρια του πιάνου, φυσικός και πεζογράφος).
“Λιλιπούπολη, η αυταπάτη της Μεταπολίτευσης” της Πόπης Φιρτινίδου
1976. Στην Ελλάδα ακούμε μουσική από πικάπ και κασέτες, η τηλεόραση έχει μόνο δύο κανάλια, το ένα από αυτά ανήκει στις Ένοπλες Δυνάμεις, ενώ στο ραδιόφωνο αφήνουν το στίγμα τους οι ραδιοπειρατές, οι μόνοι που ξεφεύγουν από τον στενό κορσέ της επίσημης κρατικής ραδιοφωνίας. Τα κορίτσια πηγαίνουν στο σχολείο με άχαρες ποδιές. Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι ο Κωνσταντίνος Τσάτσος και πρωθυπουργός ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Στην κεφαλή του Τρίτου Προγράμματος της Ραδιοφωνίας τοποθετείται ο συνθέτης και διανοητής Μάνος Χατζιδάκις, προσωπικός φίλος του Καραμανλή.
Μια συγγραφέας, η Ρεγγίνα Καπετανάκη, και μία παιδοψυχολόγος, η Ελένη Βλάχου, υποβάλουν μια πρόταση στον διευθυντή του Τρίτου. Η πρόταση αφορούσε στην δημιουργία μιας παιδικής εκπομπής με νέα ματιά και ο Χατζιδάκις την υιοθέτησε ασμένως. Ο ίδιος, μάλιστα, έκανε το προξενιό με την Μαριανίνα Κριεζή η οποία έμελε να γράψει τους στίχους σε όλα ανεξαιρέτως τα τραγούδια της σειράς.
Λίγο μόνο καιρό μετά, στον αέρα του Τρίτου προγράμματος ακούγεται για πρώτη ο χαιρετισμός που σήμερα γνωρίζουν τα περισσότερα παιδιά στη χώρα, όσο και οι γονείς τους.
Τα συνθετικά που αποτελούν το όνομα της Λιλιπούπολης είναι προφανή. Είναι μια λιλιπούτεια πόλη, που βρίσκεται στη μέση ενός νησιού. Στον χάρτη του νησιού ξεχωρίζουμε τη Λιλίμνη, το Λιλιβάδι, το Λιλιδάσος, το βουνό Λιλιμπάγια, τον κάβο Μπλουμ, το Φεγγαρονήσι, την πλατεία της Βροντοσαυρίνας – Γλυκερίνας, τη Λεωφόρο της γαλάζιας Πεταλούδας, το ‘Καναρίνιο Ωδείο’, ένα Μουσείο…
Αχ το μουσείο, αχ το μουσείο
φεγγοβολάει σαν άστρο χρυσό.
Δε θέλω μπάλα ούτε τραμπάλα,
δε θέλω ούτε να παίξω κουτσό.
Τρέχω τρέχω μες στα δωμάτια
μ` όλου του κόσμου τους θησαυρούς
που δεν τους χωράει ανθρώπου νους.
… κι ένα φυσικό λιμάνι με το γραφικό χωριουδάκι του
Μια βραδιά στο Πόρτο Λίλι
στα δρομάκια τα παλιά,
αντηχήσανε κιθάρες
μαντολίνα και βιολιά.
Κι όλοι οι παιδικοί μου φίλοι
μια βραδιά στο Πόρτο Λίλι
κάνανε μαζί βαρκάδα
στη μεγάλη φεγγαράδα.
Οι κάτοικοι της Λιλιπούπολης αγαπούν πολύ την πατρίδα τους, χωρίς -όμως- να κακολογούν την πατρίδα κανενός άλλου. Παινεύονται για τους ηρωικούς προγόνους τους που έχτισαν την όμορφη πόλη τους.
Τη μέρα εκείνη την αρχαία
των προπαππούδων η παλιά τρελοπαρέα
αποβιβάστηκε με μπόγους και μπαούλα
στου κάβο Μπλούμ τη χρυσορόδινη μυτούλα.
Και τα βουνά ετούτα ακόμα αντιλαλούν απ’ το σουξέ
που τραγουδούσαν μ’ ένα στόμα:
“Δεν είμαστε Ζουλού δεν είμαστε Παπούα,
είμαστε η άγρια φυλή των Λιλιπούα”.
Την αρχαία εποχή οι προ προ προ προ προπαππούδες μας
ήρθαν εδώ σ’ αυτή τη γη.
κι έχτισαν επάνω στο βουνό
μια μεγάλη πόλη από γυαλόπετρες που ’φτανε ως τον ουρανό.
Αχ Παπουαλίλη, πατρίδα των παππούδων Παπουαλίλη!
Αχ Παπουαλίλη, τα σύννεφα θα σκίσω να σε ξαναβρώ.
Την αρχαία εποχή οι προ προ προ προ προπαππούδες μας
ζούσαν εδώ σ’ αυτή τη γη. Ήτανε γενναίοι και καλοί
και η Παπουαλίλη τον κόσμο φώτιζε σαν ασημένια ανατολή.
Η πρώτη υποδοχή της σειράς από το ραδιοφωνικό κοινό ήταν –ομολογουμένως- ψυχρή. Το κοινό του Τρίτου Προγράμματος, συνηθισμένο στην ακρόαση μόνο κλασσικής μουσικής, ήταν μάλλον αγέλαστο απέναντι στην ζωντάνια, την ευρηματικότητα, και την πολυχρωμία της Λιλιπούπολης, όσο και καχύποπτο απέναντι στην πρωτοποριακή μουσική της. Οι δημιουργοί της σειράς πρότειναν στον Χατζιδάκι τη διακοπή της σειράς, αλλά εκείνος ήταν ανένδοτος. Αντί να κόψει τη σειρά, εμπλούτισε τη συγγραφική ομάδα με την Άννα Παναγιωτοπούλου, η οποία –λόγω της εμπειρίας της από την ‘Ελεύθερη Σκηνή’- εισέφερε στα επεισόδια αυξημένη θεατρικότητα. Μ’ αυτήν τη σύνθεση της συγγραφικής ομάδας η σειρά απογειώθηκε και η επιτυχία της δεν γνώρισε καμιά κάμψη μέχρι το τέλος της.
Πολλά ήταν αυτά που ενόχλησαν το κατεστημένο της εποχής, κοινωνικό, καλλιτεχνικό αλλά κυρίως πολιτικό. Ας μην ξεχνάμε πως στην χώρα μας δεν έγινε ποτέ πραγματική αποχουντοποίηση, και γι’ αυτό ακόμα και το “εδώ Λιλιπούπολη, εδώ Λιλιπούπολη” που ακουγόταν στην αρχή κάθε εκπομπής και ευθέως παρέπεμπε στην κραυγή “εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο” που ήταν ήδη θρυλικό, έμοιαζε πρόκληση στα αυτιά πολλών. Επίσης οι στίχοι αρκετών τραγουδιών που καλούσαν -προφανώς- σε ξεσηκωμό ενοχλούσαν ένα συγκεκριμένο κομμάτι της πολιτικής ιεραρχίας.
Ως πότε οι μεγάλοι θα μας φωνάζουν ‘μη’
σηκώστε το κεφάλι, ορθώστε το κορμί.
Ως πότε παπαγάλοι με τεντωμένο αυτί
θα ξαναλέμε πάλι ό,τι μας λεν αυτοί
Ως πότε παπαγάλοι θα ζούμε στα κλουβιά,
βάλτε φωνή μεγάλη να βρούμε Λευτεριά
Στίχοι σαν αυτούς έκαναν τον τότε υπουργό Εθνικής Αμύνης Ευάγγελο Αβέρωφ να δηλώσει πως ‘ακούει την Λιλιπούπολη και νομίζει πως ακούει το Ράδιο Μόσχα’. Επίσης ο Παναγιώτης Λαμπρίας, υφυπουργός προεδρίας της Κυβερνήσεως και ο διάδοχός του Αθανάσιος Τσαλδάρης ενοχλήθηκαν πολλές φορές για κάποιες συγκεκριμένες επιλογές των σεναριογράφων, όπως ας πούμε κάποια δηκτικά σχόλια πάνω στο φακέλωμα των πολιτών, τον αυξημένο πληθωρισμό ή το ράβε – ξήλωνε της λεωφόρου Συγγρού.
Αφού η Λιλιπούπολη είναι πόλη, στην κεφαλή της βρίσκεταιένας Δήμαρχος. Αφού υπάρχει Αρχή, υπάρχει και
αντιπολίτευση. Την πρώτη κατέχει ο δήμαρχος Χαρχούδας, και της δεύτερης ηγείται ο Δυστροπόπιγγας. Στην Λιλιπούπολη γίνονται και εκλογές. Τα μέσα που ακολουθεί ο ηγέτης της αντιπολίτευσης είναι παρόμοια μ’ αυτά που και σήμερα χρησιμοποιούν τα κόμματα και οι οργανώσεις. Δημόσιος Λόγος, ΜΜΕ και μουσική που προσπαθεί να εμπνεύσει και να ξεσηκώσει.
Η Μαριανίνα Κριεζή γνωρίζει καλά τον κόσμο των παιδιών, και μαζί όλα τα πράγματα που τον αποτελούν: το παιχνίδι, την αγάπη, τις σοκολάτες. Οι λέξεις που τα περιγράφουν εκτοξεύονται κατά ριπές, και διαδέχονται η μία την άλλη καλειδοσκοπικά σχεδόν με απίστευτη ταχύτητα, φυσικότητα και ευκολία. Τα λόγια, δε, του Χατζιδάκι για τους στίχους της είναι πως
Η Μαριανίνα με ιδιοφυία κατάφερε να ζωντανέψει ελληνικές λέξεις χρήσεως καθημερινής, να τις αναπλάσει ευαίσθητες, νεανικές σαν να γεννήθηκαν χθες.
Όπως όλα τα παιδιά, έτσι και οι Λιλιπουπολίτες αγαπούν κάθε τι γλυκό.
Μια τρελή βραδιά στην Λιλιπούπολη,στην μενεξεδένια Λιλιπούπολη
και στο ζαχαροπλαστείο του Γλυκόσαυρου
σου πετούσα στον αέρα λουκουμάδες
με πασάλειβες και συ με μαρμελάδες
κι ετοιμάσου γιατί έρχομαι ξανά στη Λιλιπούπολη.
Αξεχώριστο δομικό στοιχείο του παιδικού σύμπαντος είναι, βεβαίως, και τα χρώματα.
Το άσπρο είναι τρυφερό
Πέρα στο μυζηθρόκαμπο και στο γιαουρτοπόταμο
μια νύφη με τα πέπλα της σαπούνιζε τ’ ασπρόρουχα.Τα ξέπλενε τα στέγνωνε τ’ αλάτιζε τ’ αλεύρωνε
τα ζαχαροσιδέρωνε και τραγουδούσε κι έλεγε
και τραγουδούσε κι έλεγε:
Κύλα γιαουρτοπόταμε ν’ ασπρίσεις τ’ άσπρα ασπρόρουχα
κι οι γλάροι θα τα πάρουνε στο γυάλινο παγόβουνο.
Και πάνω στο παγόβουνο σ’ ένα σταμνί μαρμάρινο
κάθεται μένα ο άντρας μου ο σιωπηλός χιονάνθρωπος.
Το καφέ είναι του ξύλου
Μια αρκούδα καφέ, μια αρκούδα καφέ
τρέχει φορτωμένη μ’ ένα ξύλινο μπουφέ.
Αρκούδα καφέ, αρκούδα καφέ
τι θα βάλεις πες μου μες στον ξύλινο μπουφέ;
Θα βάλω μια ψητή μπριζόλα,
ζεστή φακή στην κατσαρόλα.
Ένα καφέ με το καϊμάκι
κι ένα χοντρό σοκολατάκι
και μοναχή μου θα πλαγιάσω
δίπλα στον μπουφέ μου να ξεχειμωνιάσω.
Το χοντρό μπιζέλι χορεύει τσιφτετέλι
χορεύει τσιφτετέλι στο χορό των μπιζελιών
και τα κολοκυθάκια χτυπάνε παλαμάκια
πάνω στην πρασινάδα και πάνω στο γκαζόν.
Βλίτα και σπανάκι χορεύουνε συρτάκι
χορεύουνε συρτάκι στο χορό των μπιζελιών
κι η μπάμια η μεγάλη χορεύει πεντοζάλη
πάνω στην πρασινάδα και πάνω στο γκαζόν.
Μ’ ένα πράσινο καινούργιο παπιγιόν
προχωρώ για τον χορό των μπιζελιών
Ήρθ’ η ώρα πια κι εγώ, ήρθ’ η ώρα πια κι εγώ
να χορέψω με λαχτάρα, αγκαλιά με μια αγκινάρα
το πρώτο μου τανγκό.
Τέλος, το ροζ είναι του ονείρου
Στη ροδοζαχαρένια παραλία
μιλούσαν όλοι για τη Ρόζα Ροζαλία,
που `χε στα δυο της μάγουλα
λιγάκι κρέμα φράουλα
κι έβγαζε βόλτα μες στην ροζ ανατολή,
το γουρουνάκι της το τριανταφυλλί.
Στη ροδοζαχαρένια παραλία
μιλούν ακόμα για τη Ρόζα Ροζαλία
και λένε πως την Άνοιξη,
σα ρόδινη ανάμνηση,
περνάει πέρα μες Στη ροζ ανατολή,
το γουρουνάκι της το τριανταφυλλί.
Αχ Ρόζα, Ρόζα Ροζαλία
πάμε μαζί στη συναυλία,
ν’ ανθίσει μ’ όλα τα βιολιά
μια ροζ μεγάλη βυσσινιά
στο πρώτο μας φιλί.
Οι συγγραφείς της Λιλιπούπολης είναι φανερό πως πιστεύουνστη Δημοκρατία. Όσο κι αν προβάλουν όλους τους καυγάδες των κατοίκων της και τις διεκδικήσεις τους από τον Δήμαρχο Χαρχούδα, όσο κι αν δίνουν βήμα στον αρχηγό της αντιπολίτευσης, τον Διστροπόπιγγα, και μικρόφωνο στον δημοσιογράφο Μπρίνι που όλο προσπαθεί να βγάλει τα άπλυτα του Χαρχούδα στη φόρα, και είναι πολλά τα άπλυτά του, δεν αμφισβητούν πως αυτός ήρθε στην εξουσία με εκλογές, τις ίδιες εκλογές που –κατά βάθος- ψάχνει τρόπο να καταργήσει. Γι’ αυτό και έχουν δημιουργήσει έναν χαρακτήρα, μοναδικά γελοίο, τον Πρίγκιπα. Αυτός θέλει να κυβερνήσει με το έτσι θέλω, τα κάνει πλακάκια με τον Χαρχούδα για να πετύχει το σκοπό του και γι’ αυτό δέχεται τον ψόγο και την χλεύη όλων, μαζί και της ίδιας της συζύγου του, της Ωραίας Χιονάτης, η οποία λέει σε κάποιο επεισόδιο.
“Απ’ όταν τελείωσε το παραμύθι και παντρεύτηκα τον πρίγκιπα, δεν έχω δει άσπρη μέρα. Όλη μέρα γυρίζαμε σαν τους ατσίγγανους από χώρα σε χώρα μπας και βρει τίποτα κορόιδα ο πρίγκιπας να τον κάνουν βασιλιά”.
Γι’ αυτό και ακόμα και στο υπέροχο βαλς που τραγουδάει σ’ ένα επεισόδιο ο πρίγκιπας, η εκφορά του λόγου υπογραμμίζει τη ματαιοδοξία και τη γελοιότητά του.
Πολλοί είναι αυτοί που πίστευαν πως η μουσική και τα τραγούδια της Λιλιπούπολης είναι πονήματα του Μάνου Χατζιδάκι. Η παρανόηση οφείλεται εν μέρει στο γεγονός πως ο Χατζιδάκις διηύθυνε την ορχήστρα στην πρώτη ηχογράφηση. Κυρίως, όμως, οφείλεται στην εξαιρετική αγάπη που έδειξε στην όλη προσπάθεια της δημιουργία μιας παιδικής εκπομπής η οποία όπως έλεγε ο ίδιος
“για πρώτη φορά κάποιοι μιλούσαν στα παιδιά υπεύθυνα με καθαρή ποιητική γλώσσα. Θίγοντας (με τον τρόπο αυτόν) θέματα που βασανίζουν και πονάνε τον τόπο και όχι ως εκπαιδευτικοί ή γονείς ανόητοι που συμπεριφέρονται στα παιδιά λες και αποτείνονται σε υπανάπτυκτους και ατελείς οργανισμούς με θέματα ανώδυνα και γλώσσα απονεκρωμένη και συμβατική”.
Οι τέσσερις συνθέτες που εργάστηκαν για τη Λιλιπούπολη το 1976 ήταν από 17 ως 27 ετών. Γι’ αυτό και η μουσική τους γλώσσα είναι τόσο φρέσκια, τόσο ζωντανή, τόσο προκλητική, τόσο ευθύβολη, παιδική και άμεση. Το αρμονικό τους λεξιλόγιο δανείζεται από την τζαζ, όλα τα μουσικά ρεύματα του 20ου αιώνα, και –ιδιαιτέρως στη μουσική της Λένας Πλάτωνος- τα ψυχεδελικά ηλεκτρονικά ακούσματα της δεκαετίας του 1970. Οι ρυθμοί, δε, που χρησιμοποιούν στη μουσική τους ξεκινούν από τα σαλονάτα βαλς, περνούν από την βραζιλιάνικη μπόσα νόβα και φτάνουν μέχρι το ανατολίτικο τσιφτετέλι, αλλά και το ελληνικότατο χασάπικο, ενώ σε δυο περιπτώσεις ακούγονται δυο καλαματιανά για να περιγράψουν βουκολικές σκηνές στον Λιλιγρό, την εύφορη πεδιάδα του νησιού.
Σαράντα γιδοπρόβατα και εξήντα δυο μοσχάρια
Βελάζουνε ανάμεσα στα πράσινα πουρνάρια
Παιδιά της Λιλιπούπολης με γκλίτσες και ταγάρια
Ας τρέξουμε στη Λίλιτσα και στα παχιά χορτάρια
Οι διάδοχοι του Χατζιδάκι άφησαν ανερυθρίαστα να καταστραφεί το μεγαλύτερο μέρος από τις εκπομπές κι έτσι διασώθηκαν μόνο 37, οι οποίες κυκλοφορούν σε cd. Για τον ίδιο λόγο για ελάχιστες εκπομπές γνωρίζουμε την ημερομηνία που πρωτοακούστηκαν. Μία από αυτές είναι της Πρωτομαγιάς του 1980.
Την ημέρα της Άνοιξης και της Αγάπης οι συγγραφείς ζωγραφίζουν με τρυφερότητα μια ιστορία όπου ο Μπιξ Μπιξ ψάχνει ένα λουλουδάκι για να φωτίσει τον φάρο της Λιλιπούπολης, για να δείξει το δρόμο της επιστροφής για την αγαπημένη του.
Στα λαγκάδια της Λιλιπούπολης
βγαίνει ένα λουλουδάκι
που το λεν Χρυσαλιφούρφουρο
και μοιάζει με χρυσό τριανταφυλλάκι.
Φύσα, φύσα το Χρυσαλιφούρφουρο,
φύσα το την Άνοιξη να φέρεις.
Κι αν πετάξει σαν φτερό και πούπουλο,
κάποιος σ’ αγαπάει και δεν το ξέρεις
Ο Χατζιδάκις περιφρονούσε τα Ωδεία. Ή μάλλον, περιφρονούσε αυτό που πίστευε πως συμβόλιζαν. Συνεργάστηκε, βεβαίως, με μερικούς από τους πιο ταλαντούχους αποφοίτους τους. Στο ραδιοφωνικό ψυχοπαίδι του, πάντως, υπάρχει ένας γλυκύτατος χαρακτήρας, αυτός της Όφης – Σόφης που είναι μια δασκάλα μουσικής, ένα πρόσωπο άτεγκτο, αδιάφθορο, μακριά από κάθε συναλλαγή και δεύτερη υπόγεια σκέψη. Η Όφη – Σόφη λέει για τη Μουσική:
Η μουσική θέλει κόπο και μόχθο.
Μπαίνεις στο Ωδείο μωρό και βγαίνεις με το μπαστουνάκι
Ο ποιητικός λόγος της Μαριανίνας Κριεζή δρασκέλισε τρεις δεκαετίες και προσπέλασε κάθε ηλικία. Δεν είναι τυχαίο που πολλά από τα τραγούδια της σειράς τραγουδήθηκαν από όλους τους ευαίσθητους ενήλικες που απολαυστικά υπέκυπταν στην γοητεία, όσο και την απλότητα, των στίχων. Χρώματα και εικόνες εναλλάσσονται με λιγωτικούς ρυθμούς και ομορφιά που γεμίζει γλύκα την καρδιά.
Περνά περνά η ώρα κυλά πάνω στη γη,
κυλά κυλά η ώρα σαν κρέμα σαντιγί
κι ο ήλιος βασιλεύει ξανά, πέφτει στα κόκκινα βουνά,
μαρμελάδα από κυδώνι και νυχτώνει.
Περνά περνά η ώρα κυλά πάνω στη γη,
κυλά κυλά η ώρα σαν κρέμα σαντιγί.
Το μικρό και το μεγάλο
μια ανοιξιάτικη αυγή
πιάστηκαν από το χέρι
να γυρίσουνε τη γη.
Μπρος να πάνε κάνει ζέστη,
πίσω κρύο τσουχτερό.
Πάγωσε και το μεγάλο
έβρασε και το μικρό.
Και με κλάματα και γέλια
παίζανε στον καναπέ
κι έμειναν εκεί για πάντα,
δεν σηκώθηκαν ποτέ.
Κι από το παραθυράκι
αγναντεύανε μαζί
μια την ασημένια νύχτα,
μια τη μέρα τη χρυσή.
Το μικρό και το μεγάλο
κάνανε κι ένα μωρό
που δεν ήτανε μεγάλο
αλλά ούτε και μικρό.
Και πιασμένα από το χέρι
ζήσανε πολύ καιρό,
το χοντρούλι το μεγάλο
και τ’ αδύνατο μικρό.
Ο πόνος του αποχωρισμού είναι αβάσταχτος για τους κατοίκους της Λιλιπούπολης. Απαριθμούν τα αγαπημένα πρόσωπα που θα τους λείψουν.
Τώρα που πας κι εσύ στη Λιλιπούπολη
χαιρέτησέ μου το δήμαρχο Χαρχούδα,
την Πιπινέζα, τον Δυστροπόπιγγα
και τον δόκτωρα Δρακατόρ.
Κι αν δεις τον Άσπρο Μπέμπαντα
πες του πως δεν τον ξέχασα,
μα όπως πάντα τον θυμάμαι
όσα χρόνια κι αν περνάνε.
Πότε θα ξαναδώ το Πορτο Λίλι
και την αρχαία πόλη Παπουα Λίλη
πότε στη Λίλιτσα θα ξαναπερπατήσω,
πότε, αχ, πότε θα ξαναγυρίσω;
Ποτέ δε θα ξεχάσω κάποια δύση
στο χρυσοκόκκινο φεγγαρονήσι,
αχ, Λιλιπούπολη τον κόσμο κι αν γυρίσω,
άλλο νησί δε θα ξαναγαπήσω.
Αντίο Λιλιπούπολη, αντίο, αντίο,
παίρνω το πατίνι μου, το άλογο, το πλοίο,
παίρνω το τρένο της γραμμής, παίρνω τ’ αεροπλάνο
και φεύγω Λιλιπούπολη, φεύγω μακριά, σε χάνω
Ο Χατζιδάκις απομακρύνθηκε από το Τρίτο Πρόγραμμα το 1980. Ελάχιστα αργότερα η σειρά κόπηκε. Παρ’ όλα αυτά η μικροαστική αντίδραση δεν ξεμπέρδεψε μαζί της. Το γεγονός πως η Λιλιπούπολη λειτούργησε τόσο καταλυτικά ως αποτύπωση της επικαιρότητας αποτέλεσε αφορμή για να γραφούν άρθρα στις εφημερίδες και τα περιοδικά της εποχής της, αλλά και αργότερα με διάφορες αφορμές. Το 2009, μάλιστα, η Άννα Βούη στην διατριβή της για την απόκτηση
μεταπτυχιακού τίτλου στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου επέλεξε το θέμα “η επικαιροποίηση στη Λιλιπούπολη, πολιτικές προεκτάσεις και διαχρονικότητα μιας ραδιοφωνικής θεατρικής
εκπομπής”. Στον επίλογο της εργασίας της η κυρία Βούη σημειώνει
“Όπως κάθε καλλιτεχνικό δημιούργημα, εκφράζει τις απόψεις των δημιουργών του και είναι φορτισμένο από τις εμπειρίες, την ιδεολογία και τα βιώματά τους, παραμένοντας όμως ένα έργο ανοιχτό και ανολοκλήρωτο για συμπληρωθεί και να ερμηνευτεί από τους αποδέκτες του, βάσει της κεκτημένης γνώσης που έχουν. Συνεπώς, αυτά που παρουσιάζονται στη Λιλιπούπολη δεν είναι πρόσωπα, αλλά ρόλοι, δεν είναι γεγονότα, αλλά καταστάσεις που μπορούν να υπάρξουν σε οποιαδήποτε κοινωνία, σε διαφορετικό χώρο και χρόνο”.
Για το λόγο αυτό τριάντα πέντε χρόνια αργότερα οι άνθρωποι στην Ελλάδα ακόμα ερωτεύονται, νανουρίζουν τα παιδιά τους, σφυρίζουν, γελάνε ή θυμώνουν με τους χαρακτήρες της Λιλιπούπολης και τα παθήματά τους, αλλά και τα διδάγματα που παίρνουν από αυτούς. Για παράδειγμα το όνομα Χαρχούδας, και ο όρος ‘χαρχουδισμός’ χρησιμοποιούνται από τους σύγχρονους Έλληνες για να καταδείξουν και να καταδικάσουν τον ταρτουφισμό, την υποκρισία και τη διαφθορά.
Καμιά φορά, μάλιστα, καταλήγουν σε γλυκόπικρα συμπεράσματα:
Γύρισα, ταξίδεψα πολύ,
Κι όλος ο κόσμος είναι, σου λέω, μια Λιλιπούπολη.
(Οι εικόνες έχουν επιλεγεί από τη Μαρία Ανδρεάδου, πτυχιούχο πιανίστρια και σπουδάστρια μονωδίας του Ωδείου.)
Δείτε επίσης το σχετικό ρεπορτάζ της Δήμητρας Σμυρνή από την εκδήλωση ΕΔΩ