Η Αμαλία Ραπτοπούλου με αφορμή την κυκλοφορία της ποιητικής της συλλογής «Κάτοικος βυθού» / Εκδόσεις Παρέμβαση
Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο της Αμαλίας Ραπτοπούλου με τίτλο «Κάτοικος βυθού» από τις Εκδόσεις Παρέμβαση. Πρόκειται για μια ποιητική συλλογή που μας παρασύρει σε μια εσωτερική κατάδυση, εκεί όπου ο έρωτας, η μνήμη, η απώλεια και η αναγέννηση συνυπάρχουν με εικόνες θαλάσσιες και ονειρικές. Οι στίχοι της κινούνται ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, στο τρυφερό και το οδυνηρό, με γλώσσα που άλλοτε αιφνιδιάζει με την έντασή της και άλλοτε γαληνεύει με τη διαύγειά της. Σαν αναπνοές μέσα στον βυθό, τα ποιήματα αποκαλύπτουν την αθέατη πλευρά του εσωτερικού κόσμου, μετατρέποντας την ανάγνωση σε εμπειρία βαθιά, συγκινητική και λυτρωτική.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί η συγγραφέας μιλά αναλυτικότερα για την ποιητική της συλλογή και καταθέτει τις σκέψεις της γύρω από την τέχνη της γραφής.
Ερωτήσεις: Φιλιώ Μπτούρη
-Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να εκδώσετε την ποιητική συλλογή «Κάτοικος βυθού»; Υπήρξε κάποιο συγκεκριμένο ερέθισμα ή μια συσσώρευση εμπειριών που οδήγησε στη δημιουργία της;
Από μικρή μου άρεσε να εκφράζομαι μέσα από τον γραπτό λόγο, κυρίως μικρές φόρμες και ποιήματα. Για πολλά χρόνια σκέψεις, συναισθήματα και ανεκπλήρωτες επιθυμίες συσσωρεύτηκαν κάτω από τα βάρη και τις υποχρεώσεις της καθημερινότητας. Κάποια στιγμή, μετά από ένα συγκεκριμένο ισχυρό ερέθισμα, όλα αυτά ήρθαν στην επιφάνεια και βρήκαν την έκφρασή τους μέσα από μια σειρά ποιημάτων, κάποια από τα οποία απαρτίζουν τη συγκεκριμένη συλλογή.
-Στα ποιήματα βλέπουμε επανειλημμένα τη θάλασσα, το φως, το σκοτάδι, τον χρόνο. Πώς δουλεύετε με τα σύμβολα και τις εικόνες στην ποίησή σας;
Τα στοιχεία αυτά, συμβολίζουν για εμένα την ελευθερία μας και ταυτόχρονα τους περιορισμούς μας. Ειδικά η θάλασσα και το υγρό στοιχείο είναι ο χώρος όπου εισερχόμαστε απαλλαγμένοι από όλα αυτά που μας περιορίζουν και μας «περιέχουν» στην καθημερινότητά μας (ρούχα, μακιγιάζ, τοίχοι γραφείων, έννοιες και σκοτούρες, κοινωνικό «φαίνεσθαι»), απαλλαγμένοι από το βάρος του ίδιου μας του σώματος και από την αίσθηση του χρόνου, σε μια ονειρική σχεδόν διάσταση. Εκεί συναντούμε αυθεντικά τον εαυτό μας, και γι’ αυτό ίσως να νιώθουμε πιο ελεύθεροι από οπουδήποτε αλλού. Αυτό προσπαθώ να αποτυπώσω στα ποιήματά μου.
-Υπάρχει ιδιαίτερη αναφορά στη μνήμη, στις παιδικές εικόνες, αλλά και στις οικογενειακές σχέσεις, όπως στο ποίημα «Μαμά». Τι ρόλο παίζει η μνήμη στη συγγραφή σας;
Όλα αυτά που μας καθορίζουν ως άτομα, η προσωπικότητά μας ολόκληρη βασίζεται σε αυτά που έχουμε ζήσει, στις αναμνήσεις και στις εμπειρίες μας. Καθώς η ποίηση και η τέχνη γενικά παίζουν εκτός των άλλων και ψυχοθεραπευτικό ρόλο, θα ήταν περίεργο μνήμες ειδικά της παιδικής μας ηλικίας να μην ανασύρονται και να μη φωτίζονται μέσα από τη συγγραφή των κειμένων. Αυτό σε μεγάλο βαθμό λειτουργεί και λυτρωτικά τόσο για τον συγγραφέα όσο και για τον αναγνώστη.
-Στο ποίημα «Dark energy» γίνεται λόγος για την επιστήμη, το σύμπαν και τον Καββαδία. Θεωρείτε ότι η ποίηση μπορεί να συνομιλεί δημιουργικά με την επιστήμη;
Οτιδήποτε αποτελεί ερέθισμα για τον ανθρώπινο εγκέφαλο· η περιέργεια, η δημιουργικότητα, η δίψα για μάθηση μέσω των επιστημονικών ανακαλύψεων, είναι φυσικό να διεγείρουν και τις υπόλοιπες νοητικές και ψυχικές διεργασίες που θα φέρουν στην επιφάνεια κάποιο καλλιτεχνικό έργο, είτε αυτό είναι ποίημα, είτε άλλου είδους γραπτός λόγος, είτε χορογραφία, μουσικό κομμάτι ή πίνακας ζωγραφικής. Υπό αυτή την έννοια, τέχνη κι επιστήμη αλληλοβαστάζονται και αλληλοτροφοδοτούνται. Ιδιαίτερα, επιστημονικά πεδία στα οποία η έρευνα του αγνώστου παραμένει ακόμα ζωηρή, είναι φυσικό να αποτελούν πηγή έμπνευσης για κάθε καλλιτεχνική δημιουργία.
-Πώς βιώνετε την ίδια τη διαδικασία της γραφής; Είναι για εσάς λύτρωση, αναμέτρηση ή συνομιλία με τον εαυτό σας;
Νομίζω πως είναι μια εσωτερική ανάγκη που ζητά διέξοδο στο χαρτί. Γράφοντας αποτυπώνω εικόνες που δημιουργούνται στο μυαλό μου, αλιεύω τις συναισθηματικές αποχρώσεις που αφήνουν πάνω μου γεγονότα παλιά ή σύγχρονα που αφορούν είτε εμένα προσωπικά είτε προέρχονται από «έξω» και με αυτό τον τρόπο νιώθω ότι κατά κάποιον τρόπο ισορροπώ ανάμεσα στην καθημερινότητα, που πολλές φορές μπορεί να είναι μονότονη κι επαναλαμβανόμενη, και στον ανήσυχο κι αχόρταγο εσωτερικό μου κόσμο.
-Θα επιχειρούσατε να γράψετε ένα μυθιστόρημα, μία νουβέλα ή σας εκφράζει περισσότερο η συμπυκνωμένη φόρμα της ποιητικής γραφής;
Έχω γράψει κάποια μικρά κείμενα που ίσως έχουν ένα ενδιαφέρον, είναι όμως αλήθεια ότι βρίσκω πιο πηγαία και πιο οικεία την έκφραση αυτών που θέλω να επικοινωνήσω μέσω της μικρής φόρμας και του ποιητικού λόγου. Το σίγουρο είναι ότι η διαδικασία της συγγραφής οποιασδήποτε μορφής γραπτού λόγου, όταν υπάρχει έμπνευση, είναι μια πραγματικά συγκλονιστική κι ευχάριστη εμπειρία.
-Τι θα θέλατε να μείνει στον αναγνώστη όταν κλείσει το βιβλίο σας;
Εάν θα έχω καταφέρει να του δώσω μια εικόνα της πραγματικότητας όπως τη βλέπω μέσα από τα μάτια μου, εάν μπόρεσε, χωρίς να χρειαστεί να προσπαθήσει και να υπεραναλύσει, να νιώσει ατόφια συναισθήματα ή αν έχει σε κάποιες περιπτώσεις, ταυτιστεί με τη δική μου οπτική, νομίζω αυτό θα ήταν για εμένα μεγάλη χαρά. Ακόμα περισσότερο θα χαιρόμουν εάν θα αποζητούσε κατά διαστήματα να ξαναδιαβάσει κάποια ποιήματα ή αν θα περίμενε με λαχτάρα και κάποια επόμενη ποιητική μου συλλογή.
–










































































































