“Νιάου, νιάου, νιάου!” / γράφει ο Μηνάς Βιντιάδης
Χτες, εκεί που έπινα τον καφέ μου, ήλθε ένα γατάκι, μου ζήτησε γάλα, του έδωσα, κι ύστερα άρχισε να μου λέει:
«Πάλι από τα άγρια χαράματα με ξυπνάνε. Τι θα κάνω όλη τη μέρα ώσπου να ξαναησυχάσουν; Πάνω κάτω βόλτες, φαγητό, νερό, άντε να έλθει η κυρία, πόσες φορές θα με χαϊδέψει, άντε να έλθει και ο κύριος, θα με χαϊδέψει κι αυτός, άντε να έλθει και ο μικρός γιος τους να παίξει λίγο μαζί μου, και πάλι φαγητό, νερό, χάδια, μέχρι να δούμε το βράδυ όλοι μαζί καμιά ταινία. Πλήξη.
Θα με αφήσουν άραγε να ανεβώ στον καναπέ; Ανάλογα με τα κέφια τους πότε γίνεται, πότε απαγορεύεται. Αλλά ξέρω το αδύναμο σημείο της κυρίας. Τρία παραπονεμένα ‘‘νιάου’’, να έτσι (νιαουρίζει κλαψιάρικα…) κι ένα θλιμμένο βλέμμα, θα την κάνουν να με πάρει στην αγκαλιά της.
Τώρα που είπα ‘‘νιάου’’, ξέρετε ποιο είναι το ρεκόρ μου; Τριακόσια εξήντα οκτώ ‘‘νιάου’’ σε μια μέρα για να ζητήσω φαγητό, χάδια, την προσοχή τους με λίγα λόγια. Κουραστικό, ε;
Εκείνοι το λένε αγάπη, εγώ το λέω επιβίωση. Ναι, πρέπει να επιβιώνω ακόμα και μέσα σ’ ένα ζεστό σπίτι μ’ όλα τα καλά γύρω μου, αλλά κατά βάθος είμαι μόνη, τραγικά μόνη.
Ας μην γκρινιάζω, ο γατοψυχίατρός μου λέει ότι η γκρίνια φέρνει δυστυχία.
Όλα μπορώ να τα κάνω, ακόμα και να γράψω. Δεν μπορώ λέτε εσείς οι άνθρωποι. Δεν μπορώ να γράψω, ε; Αυτό πιστεύετε; Λάθος. Με τα νύχια μου στο χώμα ή ακόμα και στο τσιμέντο του μπαλκονιού γράφω, γράφω λέξεις, αφηγούμαι ιστορίες της ζωής μου, αλλά τα νύχια μου φαγώνονται, δεν θέλω να τα κουράζω.
Επίσης νομίζετε ότι δεν μπορώ να μιλήσω, ότι νιαουρίζω μόνο, ε;
Κάνετε λάθος, χαζά ανθρωπάκια μου. Μιλάω, λέω όμορφες λέξεις, παραπονιέμαι, σας μιλάω, αλλά δεν με καταλαβαίνετε. Όπως έχετε κι εσείς τη γλώσσα σας με σύμφωνα και φωνήεντα, έτσι κι εγώ, εμείς, έχουμε τις δικές μας λέξεις, σιγά σιγά θα το καταλάβετε.
Ναι, σας μιμούμαστε πολλές φορές, ειδικά όταν πανηγυρίζετε για ένα γκολ, ουρλιάζετε για τη γέννηση ενός παιδιού, παρακαλάτε στη δουλειά τον προϊστάμενο και ζητάτε χάρες και μερικά χαρτονομίσματα παραπάνω, όταν κλαψουρίζετε για έναν ανεκπλήρωτο έρωτα, κλαίτε, κι εμείς κλαίμε για ένα χάδι, για ένα ψαράκι, λίγο νερό κι εμείς έχουμε ανεκπλήρωτους έρωτες, αγάπες δίχως ανταπόκριση, παιδιά που γεννιούνται, τέτοια ανθρώπινα πάθη».
Ύστερα έφυγε…







































