«Στο σκοτεινό δάσος» της κατανόησης του εαυτού μας, μέσα από το ρόλο / γράφει η Δέσποινα Παπαγιαννούλη
Ο θεατής, είτε μέσα από αφηγηματικά και ποιητικά περάσματα, είτε σαν περσόνα, μπαίνει στο διάλογο και ενσαρκώνει κάθε εξουσιαστή και εξουσιαζόμενο
Δέσποινα Παπαγιαννούλη*
Την τελευταία ζεστή μέρα του Ιούνη, ανέβηκε στη σκηνή της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών από την ερασιτεχνική ομάδα «Πασπαρτού», του ΔΗΠΕΘΕ της πόλης μας, μια ιδιαίτερη παράσταση που γέμισε τη σάλα της Στέγης. Ο τίτλος της παράστασης, «Στο σκοτεινό δάσος».
Στόχος της παράστασης, που διαφαίνεται από τον τίτλο, ο βηματισμός των θεατών, μέσα από το εδώ και τώρα του θεάτρου, προς την αλήθεια της σκοτεινής πλευράς της ανθρώπινης ψυχής. Ένα δύσκολο εγχείρημα, μια μεγάλη απόφαση, ένα ρίσκο, από τη μεριά της Βασιλικής της Ζώκου, της σκηνοθέτιδας, που και εμείς αγκαλιάσαμε, μια και θέατρο σημαίνει ρισκάρω και επομένως, ζω.
Η τελετουργική διαδικασία με σκοπό την κατανόηση του εαυτού και της ψυχής μας, επιχειρήθηκε να γίνει, μέσα από τη σύνθεση κομβικών, πανανθρώπινων ρόλων, με αφορμή ένα ακραίο γεγονός, όπως ο βιασμός μιας δωδεκάχρονης.
Πιο συγκεκριμένα, η ιστορία βασίστηκε σε σπουδή της σκηνοθέτιδας, πάνω στο μύθο της Πρόκνης, βασίλισσας της Θράκης και της δωδεκάχρονης Φιλομήλας, της όμορφης αδελφής της, που τη βιάζει, με τον πιο ειδεχθή τρόπο ο Βασιλιάς και άνδρας της Πρόκνης.
Πρόκειται για ένα μύθο από τις «Μεταμορφώσεις» του Οβίδιου που παίρνει πανανθρώπινες διαστάσεις και συμβολισμούς. Εκτός από την παιδοφιλία, τον κατά συρροή βιασμό και τη στέρηση της γλώσσας, του βασικού οργάνου έκφρασης της δωδεκάχρονης παιδίσκης, από τον αδίστακτο, βιαστή βασιλιά, η ιστορία ανοίγεται και στέκεται απέναντι, σε κάθε σύστημα εξουσίας, πάνω στη γη.
Η παράσταση – τα θεατρικά στοιχεία

Οι αφηγητές, αλλιώς θεατές επί σκηνής, ανοίγονται σε άλλους ρόλους και γίνονται βασίλισσες και βασιλιάδες, παιδίσκες και παιδιά που βιάζονται και δολοφονούνται. Αυτά τα ανοίγματα στον άλλο, μέσα από το ρόλο, εντάσσονται στη γενικότερη πανανθρώπινη οπτική της σκηνοθέτιδας με αφορμή την έξη του ανθρώπου να αναπαράγει το σκοτάδι του, στους αιώνες, εφόσον «η φρίκη φέρνει φρίκη» και τα «εγκλήματα γεννούν εγκλήματα».
Η παράσταση που διαρκώς ανοίγεται στο φαντασιακό του θεατή, ενδύεται όλους τους συμβολισμούς και μετατρέπεται σε κάθε σύστημα εξουσίας που βιάζει και παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα των αδύναμων ανθρώπων και ειδικότερα των πιο ευάλωτων, των παιδιών και των νέων.
Η φόρμα της παράστασης φιλοδοξεί και αυτή, μέσα από τους ρόλους, να είναι απόλυτα ανοιχτή, καλώντας το θεατή να μπει, με τη φαντασία του σε καθεμία από τις δεκατρείς σκηνές που δημιουργούν μία κοινή εσωτερική πορεία, μια ιεροτελεστία, προς την κατανόηση του εαυτού του. Δημιουργεί ερωτήματα, ως προς την απόλυτη και ενστικτώδη εκδίκηση του ανθρώπου, ενάντια σε μια τόσο ανόσια πράξη, όπως ο βιασμός των αδύναμων, είτε πρόκειται για πρόσωπα, είτε πρόκειται για έναν ολόκληρο λαό που του αφαιρείται η ομιλία, το εργαλείο που ακονίζει τη σκέψη του.
Οι σκηνές-βηματισμοί προς το σκοτάδι, με φόντο το σκοτεινό δάσος, που συμβολίζει τον εσωτερικό κόσμο του κάθε ανθρώπου, είναι δώδεκα. Μια πόρτα φυγής από το σκοτάδι ανοίγεται στο φως, μέσα από τη δέκατη τρίτη σκηνή. Είναι ένα ιντερμέδιο, όλο λυρισμό, όπου η τέχνη της ζωγραφικής και της ποιητικής αφήγησης προετοιμάζουν τη σταδιακή μεταστροφή της ιεροτελεστίας, από το πυκνό σκοτάδι, στο φως.

Ήδη, από την εποχή του Γκαίτε με το Φάουστ και του Ουγκώ, με τη μεσαιωνική Εσμεράλντα και την Παναγία των Παρισίων και στη συνέχεια στον πρώιμο και ύστερο μοντερνισμό, με την ποίηση του Πόε, του Λωτρεαμόν, του Μπωντλέρ, του Έλιοτ που σημείωνε με νόημα ότι «φως σημαίνει να κοιτάς με αθόλωτο μάτι όλα τα σκοτάδια σου» αλλά και με εξαιρετικά οπερατικά έργα, όπως η παραστρατημένη «Τραβιάτα», η ανθρώπινη σκέψη ρίχνει τα φώτα της προς τα σκοτάδια της ψυχής. Τα θεωρεί την πιο σημαντική πηγή δημιουργίας, έμπνευσης και κατανόησης του εαυτού μας.
Στην εποχή μας, την εποχή του μεταμοντέρνου, το θέατρο μπαίνει μπροστά, δυναμικά, για να φωτογραφήσει τα σκοτάδια του ανθρώπου και να του ανοίξει δρόμους για την κατανόηση του εαυτού του, απ’ όπου ξεκινάνε και τελειώνουν όλα. Εξάλλου, τον 20ο αιώνα, το σκοτάδι υπήρξε πολύ πυκνό για την Ευρώπη που βίωσε το απόλυτο χάος, με την απάνθρωπη εμπειρία από δύο, τους πιο εξοντωτικούς παγκόσμιους πολέμους, στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Αυτή η τελετουργική πορεία, μέσα στο σκοτάδι, βασίστηκε στην κοινή μας προσπάθεια να δημιουργήσουμε, πάνω στη σκηνή, συλλογικά πρόσωπα Σύγχρονου Θεάτρου. Η φωνή της συλλογικής περσόνας, της ραψωδού της ιστορίας, εκφράζει κάθε μικρή-μεγάλη ιστορία, της κάθε βιασμένης γυναίκας, του κάθε βιασμένου, αδύναμου ανθρώπου, στον πλανήτη, μέσα από το λόγο και το σώμα.
Η συνάντησή της με το θύμα της ιστορίας, τη βιασμένη παιδίσκη, καθώς στέκονται και οι δύο, στο κέντρο της σκηνής, είναι η μεγαλειώδης στιγμή της συνύπαρξης του προσώπου του Παραδοσιακού Θεάτρου, με τη συλλογική, πληθυντική περσόνα του Σύγχρονου Θεάτρου. Είναι η στιγμή της συνύπαρξης του παλιού με το καινούριο, η ίδια η γέννηση της νέας σκηνής του θεάτρου, με την πανανθρώπινη ματιά, μπροστά στα μάτια του θεατή. .
Η συνάντηση των σωμάτων και των λέξεων, η συλλογική κραυγή, τα κοντάρια και οι κινητικοί συνδυασμοί, η μουσική, οι φωτισμοί, οι φωνές και τα σώματα αποσκοπούν στο να δημιουργήσουν μία εσωτερική, συναισθητική ατμόσφαιρα που διεκδικεί την συν+κίνηση σκηνής και αίθουσας, με περάσματα από σκηνές Αρχαιοελληνικής Τραγωδίας, σε σκηνές Σύγχρονου Θεάτρου.
Ο θεατής, είτε μέσα από αφηγηματικά και ποιητικά περάσματα, είτε σαν περσόνα, μπαίνει στο διάλογο και ενσαρκώνει κάθε εξουσιαστή και εξουσιαζόμενο. Συμμετέχει από την κάθαρση της μικρής βιασμένης, με το «αθάνατο νερό» που θεραπεύει τις πληγές της ψυχής, μέχρι την τελική, συλλογική κάθαρση όλων των ρόλων. Μεταμορφώνεται εσωτερικά σε πουλί που διεκδικεί με το πέταγμά του έναν κόσμο δίχως εξουσιαστές και σύνορα, έναν κόσμο ελεύθερο.

Ο επίλογος – η εμπειρία
Ο επίλογος της παράστασης, με τη συμβολική εικόνα του πετάγματος, επιφυλάσσει τη γιορτινή, τη μεγαλειώδη στιγμή της πραγμάτωσης της συλλογικής επιθυμίας του Ανθρώπου, που αναδύεται σαν ένα γλυπτό, μία εικόνα πανανθρώπινης ευδαιμονίας, που την αποθεώνει το φως.
Η γράφουσα, συμμετείχε στην παράσταση και δε δικαιούται να ομιλεί για το πόσο επιτεύχθηκαν οι δύσκολοι και φιλόδοξοι, ενδεχόμενα, στόχοι που αναφέρονται, παραπάνω.
Ωστόσο, με τη Βασιλική τη Ζώκου και το Δημήτρη το Γεωργόπουλο σταθερά και δυνατά, δίπλα μας, προσπαθήσαμε όλοι μαζί, με όχημα το θέατρο, να κάνουμε μια σπονδή στον Άνθρωπο που συνεχίζει να βιάζεται, ασύστολα, μέχρι και σήμερα. Αυτό το ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα θέλουμε να πιστεύουμε ότι, πραγματικά, άξιζε τον κόπο.
Το βέβαιο είναι ότι η γράφουσα οφείλει σε όλους τους συντελεστές
– να εκφράσει τη μαγεία και την ευχαρίστηση αυτής της συλλογικής ώσμωσης που αισθάνθηκε να πραγματώνεται στην ψυχή όλων μας,
-να καταθέσει την αλήθεια αυτής της μοναδικής ευχαρίστησης, το βίωμα αυτής της γιορτινής διαδικασίας που μαλακώνει και κάνει τόσο ελαστικά τα «εγώ» του καθένα,
ώστε,
να γκρεμίζονται τα μεγάλα και υψηλά τείχη που οι επιτήδειοι «χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ» έχτισαν γύρω μας
και
να υψώνονται γέφυρες και περάσματα που οδηγούν στη δημιουργία του κοινού μας τόπου, του υπέροχου «εμείς» της κατανόησης του εαυτού μας, μέσα από το πολύτιμο, «εμείς οι άλλοι».
Οι συντελεστές της παράστασης
Δραματουργία/Σκηνοθεσία: Βασιλική Ζώκου
Σκηνογραφία/Ενδυματολογία: Δημήτρης Γεωργόπουλος
Φωτισμοί: Γιώργος Βέγκος
Ηχοληψία/Τεχνικός Ήχου: Αλέξανδρος Καροτσέρης
Στήσιμο αφίσας: Γιάννης Χατζηγεωργίου
Οργάνωση Παραγωγής/ Προβολή: ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βέροιας
Επί Σκηνής (αλφαβητικά): Αμπατζόγλου Δημήτρης, Γραμματικοπούλου Τάνια, Θούα Νικολέτα, Κακιρδάκης Χαράλαμπος, Κουτζάμπασης Αριστείδης, Νεστορόπουλος Πρόδρομος, Νεστοροπούλου Μάρθα, Παπαγιαννούλη Δέσποινα, Πετράκη Πηνελόπη, Ταϊπλιάδου Κατερίνα
————
*Καθηγήτρια Γαλλικής Γλώσσας
Δρ. ΑΠΘ στο Σύγχρονο Θέατρο
–







































