“Ποιοι δεν θέλουν ειρήνη στην Ευρώπη; – Η εξήγηση για τη σπουδή της Κομισιόν να διαθέσει 800 δισ. ευρώ για όπλα” / γράφει ο Δημήτρης Μηλάκας

Στις… «θετικές» πτυχές των πολεμικών επιλογών στο ευρωπαϊκό έδαφος θα πρέπει να προσμετρηθούν, επίσης, τα αστρονομικά κέρδη της πολεμικής βιομηχανίας, κατά κύριο λόγο της αμερικανικής
Η νέα αμερικανική ηγεσία και οι γεωπολιτικές της επιλογές έχουν αρχίσει να προκαλούν τεκτονικές τριβές στη δομή του ευρωατλαντικού συστήματος ασφάλειας πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε ο κόσμος μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πεμπτουσία του συστήματος ασφάλειας που δημιούργησαν οι πραγματικοί νικητές (οι ΗΠΑ) του πολέμου ήταν το ΝΑΤΟ, ο πανίσχυρος αμυντικός βραχίονας μέσω του οποίου η Ουάσιγκτον επιδείκνυε την ισχύ της στους εχθρούς και επέβαλλε τη «γραμμή» της στους Ευρωπαίους «συμμάχους» – ή, για την ακρίβεια, υποτελείς της.
Τα συμφωνηθέντα
Κάπως έτσι λειτούργησαν συμπεφωνημένα – ακόμα και επί Ψυχρού Πολέμου – τα πράγματα για δεκαετίες, μέχρι που οι συμφωνίες άρχισαν να παραβιάζονται μετά την επανένωση της Γερμανίας. Τότε, η ευρωατλαντική συμμαχία, παρά τις δεσμεύσεις που είχε δώσει στη Μόσχα για να συμφωνήσει με τη γερμανική επανένωση (ότι δεν θα επεκταθεί ούτε μια ίντσα ανατολικά), ενσωμάτωσε όλες τις χώρες του πρώην «ανατολικού μπλοκ». Η προσπάθεια επέκτασης του ευρωατλαντικού συνασπισμού και στην Ουκρανία προκάλεσε την αντίδραση της Ρωσίας, η οποία, εν τω μεταξύ, είχε ξανασταθεί στα πόδια της.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ήταν η αναμενόμενη αντίδραση της Μόσχας. Η συντήρηση ενός πολέμου (από την πλευρά της Ουάσιγκτον επί ηγεσίας Δημοκρατικών) Ουκρανίας – Ρωσίας, τον οποίο δεν ήταν δυνατό να κερδίσει το Κίεβο όση κι αν ήταν η υποστήριξη που θα μπορούσε να λάβει από τη Δύση, ήταν μια «ακατανόητη» πολιτική επιλογή που ελήφθη στα υψηλά κλιμάκια της αμερικανικής αυτοκρατορίας.
Πόλεμος: Κέρδη με ουρά
Αυτή η επιλογή (του πολέμου που δεν μπορεί να κερδηθεί, αφού γίνεται εναντίον της πυρηνικής υπερδύναμης Ρωσίας) επιβεβαίωσε καταρχάς το ΝΑΤΟϊκό δόγμα:
-
Κράτησε τη Γερμανία κάτω. Στην κυριολεξία την ισοπέδωσε, καθώς υπονόμευσε την οικονομική της επέκταση, που βασιζόταν στην άμεση και φτηνή πρόσβαση σε ρωσικούς ενεργειακούς πόρους
-
Κράτησε τη Ρωσία έξω, καθώς τερμάτισε την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τους ρωσικούς πόρους και αναθέρμανε τα αντι-ρωσικά αντανακλαστικά, ειδικά στην Ανατολική Ευρώπη
-
Και τέλος, κράτησε τις ΗΠΑ μέσα στην Ευρώπη, επαναβεβαιώνοντας τις αμερικανικές δεσμεύσεις ασφαλείας στους ευρωπαίους συμμάχους.
Στις «θετικές» πτυχές των πολεμικών επιλογών στο ευρωπαϊκό έδαφος θα πρέπει να προσμετρηθούν, επίσης, τα αστρονομικά κέρδη της πολεμικής βιομηχανίας, κατά κύριο λόγο της αμερικανικής, καθώς οι Ουκρανοί «αντιπρόσωποι», για να συνεχίσουν να πολεμούν με τη ρωσική υπερδύναμη, χρειάζονταν τρομακτικής έκτασης υποστήριξη σε πολεμοφόδια, εξελιγμένα οπλικά συστήματα, πληροφορίες κ.λπ.
Σύμφωνα με την ανάλυση / έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (Sipri), οι Ηνωμένες Πολιτείες ενίσχυσαν τη θέση τους ως ο κορυφαίος εξαγωγέας όπλων στον κόσμο με περίπου το 43% των παγκόσμιων εξαγωγών, και η Γαλλία επιβεβαίωσε τη δεύτερη θέση με 9,6%.
Αυτές οι επιδόσεις, που διαμόρφωσαν τη σχετική λίστα, έχουν να κάνουν κατά κύριο λόγο με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Κατά τη διάρκεια λοιπόν αυτού του πολέμου, τα τρία τελευταία χρόνια η Γαλλία εδραίωσε τη θέση της ως ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας έναντι της Ρωσίας, η οποία βρισκόταν σε αυτή τη θέση πριν από λίγο καιρό.
Ποιος πληρώνει…
Σύμφωνα με την έκθεση της Sipri, που καλύπτει την περίοδο 2020-2024, η Ουκρανία έγινε ο μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων στον κόσμο, εκτινάσσοντας τις αμυντικές της δαπάνες κατά 9.000%
Βαθιά το χέρι στην τσέπη έβαλαν και οι χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, που υπερδιπλασίασαν τις εισαγωγές όπλων τους (καταβάλλοντας το αντίτιμο στις αμερικανικές πολεμικές βιομηχανίας, κατά κύριο λόγο) σε σύγκριση με την περίοδο 2015-2020. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων του Sipri, το 64 % των εισαγωγών όπλων στην Ευρώπη προέρχεται από τις ΗΠΑ, και ακολουθούν η Γαλλία, η Νότια Κορέα, η Γερμανία και το Ισραήλ.
Οι άπληστοι
Όπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, η αλλαγή της πολιτικής που διακήρυξε ο Τραμπ δημιουργεί νέα δεδομένα, προβλήματα αλλά και ευκαιρίες. Η προσπάθεια της νέας αμερικανικής διοίκησης να ρυμουλκήσει τη Ρωσία και να την απομακρύνει από την Κίνα προϋποθέτει συμβιβασμούς και ανταλλάγματα που καλούνται να καταβάλουν οι Ουκρανοί, οι οποίοι είναι έτσι κι αλλιώς χαμένοι στο πεδίο της μάχης.
Η συμφωνία ΗΠΑ – Ρωσίας για τα ουκρανικά λάφυρα (εδάφη και ορυκτά) αφήνει έξω από το λουκούλλειο γεύμα τους άπληστους Ευρωπαίους, οι οποίοι είχαν συνηθίσει να λειτουργούν κάτω από την ομπρέλα της αμερικανικής ασφάλειας. Το οδυνηρό μάθημα που έλαβαν από τον Τραμπ οι «ισχυροί» Ευρωπαίοι είναι πως, χωρίς ικανές στρατιωτικές δυνάμεις, δεν μπορείς να καθίσεις σε κανένα τραπέζι διεκδικώντας μερίδιο κερδών…
Κάπως έτσι εξηγείται η πρεμούρα των ευρωπαίων εταίρων (πρωτοστατούντος του Μακρόν, που πρακτορεύει τη γαλλική και ισχυρότερη ευρωπαϊκή πολεμική βιομηχανία), για την ενίσχυση των αμυντικών τους δομών. Σε αυτό το πλαίσιο, την περασμένη εβδομάδα, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ανακοίνωσε ότι οι δαπάνες της Ένωσης για προμήθεια όπλων θα αυξηθούν στα 800 δισεκατομμύρια ευρώ, και μάλιστα τα χρήματα που τα κράτη-μέλη θα δαπανούν γι’ αυτόν τον σκοπό θα εξαιρούνται από τους δημοσιονομικούς δείκτες.
Ωστόσο, για να πιάσει τόπο αυτή η πολιτική επιλογή, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρχει εχθρός (Ρωσία και Πούτιν), και ακόμα καλύτερα – και πιο πειστικά –, να συνεχιστεί ο πόλεμος…
–