Άρθρα Βέροια Θέατρο

Σύγχρονο Θέατρο: “Roberto Zucco, ένοχος της ύπαρξης” / γράφει η Δέσποινα Παπαγιαννούλη

Σύγχρονο Θέατρο, το πολύτιμο όχημα της αφύπνισής μας

Δέσποινα Παπαγιαννούλη*

Για ακόμη μια φορά, υπήρξα ευδαίμων θεατής, στην Αντωνιάδειο Στέγη, το βράδυ της Παρασκευής. Ο λόγος, η αναπαράσταση ενός εξαιρετικού κειμένου, Σύγχρονου Θεάτρου. Ο δραματουργός, που ευτύχησα να τον γνωρίσω, μέσα από την εξαίσια γραφή του,  ονομάζεται Μπερνάρ-Μαρί Κολτές και είναι από τους πιο ταλαντούχους της νέας γενιάς δραματουργών του Σύγχρονου Γαλλικού και Ευρωπαϊκού Θεάτρου. Τα κείμενά του κλείνουν μέσα τους μία μοναδική ενέργεια, ενώ σκιαγραφούν την εικόνα μιας γραφής που αμφισβητεί όλα τα στερεότυπα της παραδοσιακής δραματουργίας αλλά και αυτο-αμφισβητείται, ασταμάτητα.

Εδώ, οφείλω να επιβραβεύσω την προσπάθεια του ΔΗΠΕΘΕ Βέροιας, που συνεχίζει να αγκαλιάζει το Σύγχρονο Θέατρο, προσφέροντας αληθινό πολιτισμό στο κοινό της πόλης, χωρίς να  επιμένει εμμονικά στις πιασιάρικες και εύπεπτες παραστάσεις που δεν αφήνουν κανένα αποτύπωμα.

Ας μιλήσουμε, όμως, πολύ λίγο, για Σύγχρονο Θέατρο, ξεκινώντας  από το δράμα, που είναι η πεμπτουσία του Θεάτρου και βέβαια και του Σύγχρονου Θεάτρου. Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για το σύγχρονο δράμα που δεν εκφράζει παρά το σύγχρονο άνθρωπο σε κρίση. Επομένως, μιλάμε για ένα δράμα σε κρίση που διεκδικεί τη δημιουργία ή αλλιώς τη γέννηση ενός καινούριου Ανθρώπου, μέσα από τη γέννηση ενός καινούριου δράματος.   

Είναι φανερό ότι αυτό τον καινούριο Άνθρωπο δε μπορεί να τον προσεγγίσει το θέατρο, με παλιά υλικά. Χρειάζεται μια άλλη οπτική στα δραματουργικά κείμενα, τόσο από την πλευρά των συγγραφέων-δραματουργών, όσο και  από την πλευρά του σκηνοθέτη αλλά και όλων των θεατρικών συντελεστών. Αυτή η αλλαγή της οπτικής στοχεύει στην αλλαγή της οπτικής του θεατή, στο πώς πρέπει να βλέπει τον κόσμο.

 Όλες οι παραπάνω αναφορές μαρτυρούν το πόσο πολύτιμο είναι το Σύγχρονο Θέατρο και πόσο αναγκαίο είναι να παρακολουθούμε τις παραστάσεις Σύγχρονου Θεάτρου, αν θέλουμε να κάνουμε βήματα προς την αυτογνωσία και τη μοναδική αξία του Ανθρώπου που είναι «υπό αμφισβήτηση». Το θέατρο είναι το όχημα που επαναπροσδιορίζει από την αρχή την αξία του Ανθρώπου, επαναπροσδιορίζοντας τον ίδιο του τον εαυτό.

Οι παραστάσεις του σύγχρονου θεατρικού ρεπερτορίου βάζουν πάνω στο χειρουργικό κρεββάτι την ανθρώπινη ψυχή, εξετάζοντάς την με μία πανανθρώπινη οπτική που κάνει να αναδυθεί το κοινό δράμα της ζωής όλων μας και όχι το δράμα της μικρής ζωής του καθένα μας, όπως στο Παραδοσιακό Θέατρο. Όλα στο Σύγχρονο Θέατρο συγκλίνουν στο άνοιγμα της οπτικής μας, αυτής που μας εξασφαλίζει τη συνολική εικόνα του κόσμου. Είναι η αληθινή εικόνα του κόσμου, που μας στερεί το σύστημα, μια και μας βομβαρδίζει με την  ψευδή εικονική πραγματικότητα της οθόνης.

 Ο δραματουργός Κολτές ανακαλύπτει, μέσα από τα αστυνομικά δελτία αυτή την εικόνα του κόσμου, που την ανασύρει από τα κατακάθια της κοινωνίας του νατουραλισμού του Ζολά, από όπου ξεδιπλώνει αυτό το καινούριο δράμα,  διανύοντας τα εσωτερικά μας τοπία και τους κοινούς τόπους συνάντησής μας. Ο Roberto Zucco ενσαρκώνει την εικόνα του κάθε νέου ανθρώπου που τον ξερνάει τόσο η ίδια η οικογένειά του όσο και η άστοργη, σύγχρονη κοινωνία.

Η παράσταση παίζεται σε ένα σκηνικό απλό και αφαιρετικό, γεμάτο συμβολισμούς. Λευκά ποδοπατημένα πούπουλα γεμίζουν τη σκηνή, ίδια με την τσακισμένη αθωότητα της τρυφερής νιότης, χιλιάδων, εκατομμυρίων νέων ανθρώπων, που δεν έτυχαν της αποδοχής της οικογένειάς τους και της κοινωνίας. Η ζωντανή μουσική, με την κιθάρα και τους βαθείς αναστεναγμούς  του σαξόφωνου, δίνει το ρυθμό στις μικρές σπονδυλωτές ιστορίες που συνθέτουν την ανοιχτή φόρμα του έργου, με κοινό παρονομαστή το Roberto Zucco.

Η οικογένεια αναδύεται ως ο κατεξοχήν τόπος της  τραγωδίας του σύγχρονου ανθρώπου, όπου σκληρά οιδιπόδεια, βία, άτεγκτες γονεϊκές εντολές και διαστροφές, όλα μαζί χτίζουν το σταυρό ενός άσωτου υιού που δεν τον ενδιαφέρει η έξωθεν καλή μαρτυρία αλλά η προσωπική του ευτυχία.

Ο χρόνος κάνει περάσματα, ανάμεσα στο τώρα και το πάντα, ενώ η περσόνα του Zucco, ανοίγεται, με έναν εξαίσιο τρόπο, στην απρόσωπη περσόνα του κάθε Zucco, που την ενσαρκώνουν, πολύ πετυχημένα, και οι τρεις άνδρες-ηθοποιοί της παράστασης. Όσο για τις γυναίκες-ηθοποιούς ζουν και αυτές την παράλληλη τραγωδία των απάνθρωπων απαγορεύσεων και βιασμών της οικογένειας και της κοινωνίας, ηθοποιοί που εναλλάσσονται και ανοίγονται η καθεμιά στο ρόλο της άλλης, άνθρωποι-θύματα ενός συστήματος, «Λάθος από την κατασκευή του».

Ένοχος της διεκδίκησης της ύπαρξής του, ο Zucco μπαίνει στη φυλακή ως κοινωνικό απόβλητο, δολοφονώντας τον πατέρα του. Στη συνέχεια, ως ένας άγιος της απάνθρωπης καθημερινότητας, αποκαθιστά τη δικαιοσύνη στον κόσμο, μπαινοβγαίνοντας σαν αόρατος στη φυλακή, δολοφονώντας τη μητέρα του και διαπράττοντας και άλλα εγκλήματα.

Το τραγικό τέλος που είναι και μια άλλη αρχή, ίσως καλύτερη, έρχεται με την αυτοκτονία του Ζucco και την αέναη φυγή του προς το φως. Μια αυτοκτονία που την κάνει χαμογελώντας, σα μία επαναστατική πράξη, απέναντι στο θάνατο, επιλέγοντας, συνειδητά και ελεύθερα, ο ίδιος το θάνατό του.

Μεγάλο ευχαριστώ γι’ αυτές τις στιγμές ευδαιμονίας, ως θεατές, στην παράσταση του Roberto Zucco, στην πόλη μας, σε όλους τους συντελεστές της παράστασης που ήταν εξαιρετικοί.

Ξεκινώντας από τη μεταφραστική γλώσσα του Δημήτρη Δημητριάδη που γνωρίζει καλά τη δραματουργία του Κολτές, αναδεικνύοντας θαυμαστά την κάθε πτυχή του έργου, περνάμε στη σκηνοθεσία του Μιχάλη Σιώνα, λιτή και απέριττη, καθώς επικεντρώνεται  σε ένα πολύ δυνατό συμβολισμό, εγκαθιστώντας, πάνω στη σκηνή,  την αντίθεση μιας ποδοπατημένης, νεανικής τρυφερότητας.

Η σκηνογραφία και η ενδυματολογία της Νίκης Αγγελίδου ακολουθεί το τόταλ μπλακ, με εξαίρεση το λευκό μπλουζάκι του Zucco αλλά και το στρατιωτικό του πουκάμισο ως άγιου πολεμιστή της  αληθινής ζωής.

Η μουσικές του Θανάση Παναγιωτόπουλου και του Μιχάλη Σιώνα που τις πραγματώνει, επί σκηνής ο Δημήτρης Καπετάνιος εγκαθιστούν, μέσα από τον ήχο της κιθάρας, τη συνθήκη της θλίψης και της υπαρξιακής μοναξιάς, που τις διαπερνούν βαθιές ενδοσκοπήσεις που τις υποκινεί ο  βαθύς ήχος του σαξόφωνου που παρεμβάλλεται.

Ο φωτισμός του Γιώργου Μιχαλάκου εστιάζει επίμονα στην εκάστοτε ενσάρκωση του ρόλου του Zucco, τυλίγοντας τη σκηνή με ένα λευκό, εσωτερικό, ανακριτικό φως.

Η αφίσα του Χάρη Θώμου, αποκαλυπτική, καθώς εστιάζει στη σκεπή ενός σπιτιού, σημείο αναφοράς της οικογένειας και της τραγωδίας που μπορεί να κρύβει,  όπου εμφανίζονται τα χέρια του Zuccο, σε απόγνωση.

Επί σκηνής, οι ηθοποιοί: Δημήτρης Γαλανάκης, Μυρσίνη Καρματζόγλου, Γιάννης Μαυρόπουλος, Βικτώρια Παπαδοπούλου–Σισκοπούλου, Τάρικ Φλάιτ, αποδεσμεύουν μια απίθανη ενέργεια, μέσα από μία έντονη σωματικότητα που συνδυάζεται με έναν εξαιρετικά αρθρωμένο λόγο.

Αναδεικνύοντας μια θαυμαστή  εναλλαγή του ίδιου ρόλου, πιστοί στο άνοιγμα της οπτικής του θεατή, μέσα από το άνοιγμα του προσώπου, ακολουθούν τους κανόνες του Σύγχρονου Θεάτρου. Τολμούν και τα καταφέρνουν περίφημα και οι πέντε να μας δείξουν, με αφοπλιστική ειλικρίνεια, το πραγματικό πρόσωπο της αλήθειας αυτού του κόσμου, σε κρίση.

—–

*Δέσποινα Παπαγιαννούλη

Καθηγήτρια Γαλλικής Γλώσσας

Δρ. Σύγχρονου Θεάτρου.

  –

banner-article

Ροη ειδήσεων