“Οπτικός πολιτισμός και γλωσσικός γραμματισμός: Μία αρμονική συνεύρεση” / γράφει η Νικολέτα Θάνου
«Το οπτικό ερέθισμα απαιτεί την άμεση καταβύθιση σε έναν κόσμο που ήδη σου είναι οικείος. Εάν δεν σου είναι, τότε αναλαμβάνεις το ρίσκο να πνιγείς.» (Νικολέτα Θάνου)
Ο κόσμος της εικόνας ασκεί μια γοητεία αμφιλεγόμενη. Λιγότερο κουραστικός από τον πρωτεϊκό, πολύσημο και δαιδαλώδη νοηματικά και μορφολογκά κόσμο της γλώσσας , αλλά με την ίδια δυναμική, το ίδιο βάθος, την ίδια βαρύτητα. Εικόνα και λόγος δεν βρίσκονται σε αντιμαχόμενα στρατόπεδα, αλλά συμπορεύονται αρμονικά, διαλέγονται και αλληλοσυμπληρώνονται με τρόπο δυσδιάκριτο πολλές φορές, αλλά πάντα γόνιμο. Υπάρχει μια βουβή αλληλεξάρτηση, μία υπόγεια συνεύρεση μεταξύ αυτών των δύο διαφορετικών συστημάτων επικοινωνίας, του οπτικού και του γλωσσικού, που έχει ήδη ερευνηθεί και για αυτό, εξάλλου, έχει προαχθεί και σε αντικείμενο μαθητικής εξέτασης και γενικότερα συνιστά βασική παράμετρο του εκπαιδευτικού υλικού.
Στη σημερινή εποχή της οπτικής συμφόρησης και της οφθαλμοκεντρικής κουλτούρας η εικόνα στοχοποιείται για τη συρρίκνωση του λόγου και την αποδυνάμωση του γλωσσικού γραμματισμού. Το image storming ήρθε για να κλονίσει τις μέχρι πρότινος διανοητικές σταθερές δίνοντας ώθηση στη φαντασία μέσω της οπτικής παρατήρησης . Και αυτό συνιστά μία μόνο απειροελάχιστη πτυχή αυτής της νέας πραγματικότητας που απαιτεί, ωστόσο, ευέλικτους χειρισμούς και «αναγνώστες» με δεξιότητες χαμαιλέοντα. Γιατί η εικόνα αξιοποιεί το καμουφλάζ ως αναπαραστατική τέχνη με υπόρρητα νοήματα και απαιτεί υψηλή κατάρτιση γλωσσική, απαιτεί λέξεις τέτοιες που να αποσυμπιέζουν αυτό το περιεκτικό εννοιολογικό σχήμα οδηγώντας σε εκρήξεις ιδεολογικές, σε αμφισβητήσεις, αναθεωρήσεις ακόμα και σε έντονο πολιτικό στοχασμό. Το ερώτημα είναι από ποιους .
Συρρίκνωση του λόγου μέσω της αξιοποίησης της εικόνας ή της φωτογραφίας δεν υφίσταται. Πρόκειται για ισοδύναμες πολιτισμικές εκφάνσεις που δεν συναγωνίζονται αλλά συνυπάρχουν στον κοινό αγώνα της προόδου και της ανθρώπινης εξέλιξης. Είμαστε όντα προγραμματισμένα να εξελισσόμαστε προσαρμοζόμενα στις εκάστοτε συνθήκες, που κάποιες φορές απαιτούν ρήξεις, βαθιές τομές. Και η ρήξη δεν αφορά τη γλώσσα. Αφορά την παρωχημένη αντίληψη ότι η γλώσσα απειλείται, κινδυνεύει από την αυθαίρετη εισβολή της εικόνας, ειδικά στους εικονικούς κόσμους των μέσων, όπου η σημειολογία της εικόνας έχει δυναμική εξουσιαστική των μαζών. Των μαζών, λοιπόν.
Το πρόβλημα δεν αφορά τη εικόνα καθαυτή, αλλά τη αποδυνάμωση του γλωσσικού οργάνου, όπως χρόνια έχει δρομολογηθεί από φορείς που έχουν αμετάθετο χρέος να τη διαφυλάξουν. Δεν υπάρχουν διλήμματα τύπου “εικόνα ή λόγος”. Δεν υφίστανται. Κατασκευάζονται. Και κατασκευάζονται για να καλύψουν χρόνιες παθογένειες που αφορούν την ανεπάρκεια της παρεχόμενης γλωσσικής παιδείας. Εάν το λεξιλόγιο συρρικνώνεται σε βαθμό αντιστρόφως ανάλογο με την τελειοποίηση της εικόνας – ψηφιακής ή μη-, οδηγούμαστε σε στρεβλή σύλληψη του οπτικού μηνύματος , καθώς οι αντίστοιχες πνευματικές διεργασίες ατονούν, δεν δύνανται – λόγω του ελλιπούς γλωσσικού γραμματισμού- να επιλέξουν, να αξιολογήσουν, να ερμηνεύσουν. Σε εποχές ιλιγγιώδους τεχνολογικής και επιστημονικής εξέλιξης, η γλωσσική παιδεία επιβάλλεται να είναι πιο ισχυρή, πιο συστηματική και πιο οργανωμένη από ποτέ άλλοτε. Για να αποφευχθούν εκείνες οι στεντόρειες μεσαιωνικού τύπου φωνές που επιδίδονται σε ένα αέναο κυνήγι μαγισσών θεωρώντας τη φωτογραφία ή την εικόνα «εγκλωβισμό μεταξύ πραγματικού και φανταστικού σε ένα είδος πρόσκαιρης υπνοβασίας».
Και αυτό γιατί δημιουργούνται ψευτοδιλήμματα προς κάλυψη και συγκάλυψη δυσμορφιών κοινωνικών αλλά και αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης. Ένας αποπροσανατολισμός, όμως, που δεν νοείται να βρίσκει εφαρμογή στις τάξεις των εκπαιδευτικών, καθώς γνωρίζουν – οι καθηγητές των γλωσσικών μαθημάτων κυρίως – ότι ζητάται από τους μαθητές απόδοση ή παραγωγή κειμένου σε ελάχιστες λέξεις , που ακρωτηριάζουν τη γλώσσα και κατ’ επέκταση τη σκέψη και τη φαντασία με απώτερο στόχο την πνευματική συρρίκνωση. Τα παράδοξα μιας εκπαιδευτικής πολιτικής που παραστράτησε, αντί να δείξει το δρόμο.
Δεν φταίει, λοιπόν, η εικόνα. Δεν φταίει φωτογραφία που ως είδος Τέχνης λειτουργεί σαν όστρακο που εκκολάπτει την ομορφιά και την αιωνιότητα. Που αιχμαλωτίζει τη στιγμή και την αφήνει να στροβιλιστεί μέσα από τους μαιάνδρους του νου σε διαφορετικά φανταστικά, ή μη, πλάτη και μήκη , να φιλτραριστεί από την παρατήρηση, να αξιολογηθεί από τις αισθήσεις και να εν τέλει να βρει καταφύγιο στη μνήμη, η οποία θα τη σφραγίσει και θα τη διαφυλάξει εκεί μέχρι να σβηστεί μαζί με τη θνητή μας φύση.
Η εικόνα, λοιπόν, δεν τυφλώνει πνευματικά. Και δεν τυφλώνει πνευματικά, γιατί είναι συνεργός του πνεύματος. Το κινητοποιεί και το αφυπνίζει. Η πνευματική τύφλωση έρχεται από τις μειωμένες πνευματικές ικανότητες που αδρανούν μπροστά στην εκτυφλωτική πλέον δύναμη της εικόνας , η οποία άλλοτε συμβαδίζει με τη πραγματικότητα και άλλοτε αποτελεί το σκόπιμα παραποιημένο είδωλό της. Το ζητούμενο είναι εμείς τι κάνουμε απέναντι σε αυτές τις νέες πραγματικότητες, που δεν θα ήταν διόλου απειλητικές, αν βρίσκονταν αντιμέτωπες με μυαλά εκτυφλωτικά δυνατά σαν τις ίδιες. Όλα θα ήταν θέμα σωστής επιλογής με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να μην καθίσταται σήμερα πολιτικά, πνευματικά και αισθητικά όμηρος απέναντι στην παρακμή που προάγει το στοχευμένο οπτικό ερέθισμα, ώστε να αποκρυσταλλώνει μια νέα αφυδατωμένη, αποστεωμένη αισθητική, ηθική, ή πνευματική συνείδηση.
Με άλλα λόγια η κουλτούρα της εικόνας και η κουλτούρα της γλώσσας βρίσκονται σε μία αδιάκοπη συνομιλία, καθώς η εικόνα οξύνει το πνεύμα και το πνεύμα αποκωδικοποιεί το οπτικό μήνυμα, το ξεκλειδώνει με ευκολία. Είτε πρόκειται για αξίες είτε για απαξίες. Ο οπτικός γραμματισμός δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς το γλωσσικό. Δεν είμαστε καταναλωτές μηνυμάτων οπτικών, αλλά ερευνητές τους. Έρευνα δίχως σκέψη και ορθή κρίση δεν υπάρχει, σκέψη δίχως λέξεις επίσης . Όταν η γλώσσα είναι σε ύφεση, η εικόνα αποκτά αυτόματα το δικαίωμα να επιβληθεί, να διαταράξει την ισορροπία και να ζημιωθεί και η ίδια . Πότε; Όταν έχει να προσφέρει αισθητικά και πνευματικά. Γιατί πώς μπορείς να περιγράψεις, να αποδώσεις το υψηλό αν όχι με τη γλώσσα; Στην αντίθετη περίπτωση επέρχεται η ισοπέδωση, η ομοιομορφία, η κατίσχυση της οπτικής υποκουλτούρας και των στρεβλών αισθητικών κριτηρίων με τα εύπεπτα παράγωγα. Και αυτό – αναμφίβολα στις μέρες μας – είναι μια οικεία εικόνα.
……………………..