“Γλυπτά του Παρθενώνα: Ο Μητσοτάκης κοιτάει το “μπαλάκι” μεταξύ Βρετανικής Κυβέρνησης και Βρετανικού Μουσείου και χαίρεται!” / γράφει η Δήμητρα Μυρίλλα
Στην πραγματικότητα πίσω από τις κλειστές ή τις μισόκλειστες πόρτες καταστρώνονται άλλου τύπου σχέδια για μια ενδεχόμενη επιστροφή των κλεμμένων Γλυπτών, που δεν θα λέγεται “επιστροφή”, αλλά “δανεισμός”, “παρακαταθήκη” και ποιος ξέρει τι άλλο θα επινοηθεί, που δεν θα θίγει ζητήματα κλοπής και άρα κυριότητας και που στον τελικό λογαριασμό με όρους που ταιριάζουν στον κόσμο των εταιρειών και όχι σε κατάλοιπα της πολιτιστικής κληρονομιάς, η συμφωνία θα είναι win – win! Δηλαδή, όλοι θα κερδίσουν
Δήμητρα Μυρίλλα
Τις τελευταίες ημέρες είχε στηθεί ένα περίπου πανηγυρικό σκηνικό γύρω από την συνάντηση του Κυρ. Μητσοτάκη με τον Βρετανό ομόλογό του Κιρ Στάρμερ στη Ντάουνινγκ Στρητ επίκεντρο το γεγονός ότι ο Ελληνας πρωθυπουργός θα έθετε το ζήτημα της Επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα και πως όλα έδειχναν πως το Βρετανός πρωθυπουργός θα ήταν… ας πούμε δεκτικός.
Σήμερα, λοιπόν, η κυβέρνηση, μέσω κυβερνητικών πηγών, διαρρέει ότι ο Κ. Στάρμερ δήλωσε στον κ. Μητσοτάκη κατά τη διάρκεια της σημερινής συνάντησής τους ότι δεν θα σταθεί εμπόδιο σε μία πιθανή συμφωνία της Ελλάδας με το Βρετανικό Μουσείο.
Αυτό, λοιπόν, σε απλά κατανοητά ελληνικά και όχι στα ελληνικά της επικοινωνιακής προπαγάνδας λέγεται ότι ο Κ. Στάρμερ “πέταξε τη μπάλα στην εξέδρα”, δηλαδή στο Βρετανικό Μουσείο. Κάθε φορά, όμως, που η Ελλάδα κάνει αίτημα για την επιστροφή των Γλυπτών, το Βρετανικό Μουσείο λέει “δεν μπορούμε” και η βρετανική κυβέρνηση στη συνέχεια απαντάει “αυτό εναπόκειται στο Βρετανικό Μουσείο”. Αυτό είναι το πινγκ πονγκ που παίζεται. Στο μεταξύ ανάμεσα στο Βρετανικό Μουσείο και τη Βρετανική Κυβέρνηση υπάρχει πάντα ο νόμος του 1963 για τα μουσεία, ο οποίος θεωρητικά απαγορεύει τις επιστροφές. Και μέχρι στιγμής καμία κυβέρνηση δεν επιθυμεί να αλλάξει αυτόν τον νόμο. Και ούτε το Βρετανικό Μουσείο το επιθυμεί, άλλωστε!
Και σαν να μην έφτανε αυτό, ήρθε μετά και η επίσημη ανακοίνωση της Ντάουνινγκ Στρήτ, στην οποία δεν αναφέρεται ούτε μισή λέξη για τα Γλυπτά. Ολο αυτό περιγράφεται με ένα τρόπο: μεγαλοπρεπές βρετανικό άδειασμα σε φτηνά προπαγανδιστικά κόλπα.
Στην πραγματικότητα πίσω από τις κλειστές ή τις μισόκλειστες πόρτες καταστρώνονται άλλου τύπου σχέδια για μια ενδεχόμενη επιστροφή των κλεμμένων Γλυπτών, που δεν θα λέγεται “επιστροφή”, αλλά “δανεισμός”, “παρακαταθήκη” και ποιος ξέρει τι άλλο θα επινοηθεί, που δεν θα θίγει ζητήματα κλοπής και άρα κυριότητας και που στον τελικό λογαριασμό με όρους που ταιριάζουν στον κόσμο των εταιρειών και όχι σε κατάλοιπα της πολιτιστικής κληρονομιάς, η συμφωνία θα είναι win – win! Δηλαδή, όλοι θα κερδίσουν. Μάλιστα, αυτή η κυβέρνηση κατόρθωσε μέχρι και να…. “ιδιωτικοποιήσει” την διεκδίκηση των Γλυπτών.
Πώς; Συνομιλώντας και νομιμοποιώντας έναν επιχειρηματία ως “πρώτο βιολί” στους χειρισμούς της διεκδίκησης. Πρόκειται για τον Γιάννη Λέφα, ομογενή βιομήχανο χημικών από τη Θεσσαλονίκη, ο οποίος ζει στο εξωτερικό μεταξύ Καναδά, ΗΠΑ, Βρετανίας και Ιταλίας και είναι επικεφαλής του οργανισμού με την επωνυμία Parthenon Project.
Το project (!) παρουσιάστηκε σε κεντρικό αθηναϊκό ξενοδοχείο στις 30 Σεπτεμβρίου, παρουσία και μελών της κυβέρνηση “νομιμοποιώντας” θεσμικά αυτή την προκλητική ιδιωτική διαμεσολάβηση.
Εξάλλου, σε προηγούμενη συνέντευξή του είχε δηλώσει ότι μέσω του ιδρύματος, δωρητές από όλον τον κόσμο θα χρηματοδοτήσουν τα έργα ανάπλασης της Gallery Duvain (όπου εκτίθενται τα Γλυπτά), η οποία θα μετονομαστεί σε Hellenic Gallery και του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου στην Αθήνα. Τα χρήματα θα προέλθουν από επιχειρηματίες και ιδρύματα, όχι από τους φορολογούμενους. “Θέλουμε ένα καλό «ντιλ»”, είχε πει στην ίδια συνέντευξη, που θα είναι το εξής, σύμφωνα πάντα με τον ίδιο: “Μπορούμε όμως να χρησιμοποιήσουμε και τη δημιουργική ασάφεια. Τα Γλυπτά μπορούν να επιστραφούν χωρίς η ιδιοκτησία να μνημονεύεται στη συμφωνία. Οι δύο πλευρές απλώς θα συμφωνήσουν ότι διαφωνούν. Ούτε, ασφαλώς, θα περιλαμβάνονται όροι που δεν δέχεται η Ελλάδα, όπως ο δανεισμός.”
Το σχέδιο περιλαμβάνει τη μόνιμη επιστροφή των Γλυπτών στο Μουσείο της Ακρόπολης, ενώ στο Βρετανικό Μουσείο η αίθουσα στην οποία φιλοξενούνται θα μετατραπεί σε αίθουσα ελληνικών αρχαιοτήτων, με ένα έκθεμα από τα ελληνικά Μουσεία και ελληνικές αρχαιότητες που ήδη υπάρχουν στις αποθήκες του Βρετανικού Μουσείου.
Δηλαδή, ό,τι απεργάζονται οι ελληνικές κυβερνήσεις εδώ και τουλάχιστον 22 χρόνια και ό,τι κουβεντιάζει ο Κ. Μητσοτάκης, μιλώντας για ένα εθνικό θέμα, σαν να είναι προσωπικό του, σε μυστικές συναντήσεις και πίσω από κλειστές πόρτες, έξω από κάθε επίσημη διπλωματία, διασύροντας πολιτικά μια πολύ σοβαρή υπόθεση, και μετατρέποντάς τη σε εργαλείο προσωπικής αποθέωσης με αδιανόητες κινήσεις παζαριού, υπονόμευσης και εκφυλισμού τους ζητήματος της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα. Κοινός παρονομαστής πάντα, η υλοποίηση μιας γενικότερης κατεύθυνσης που αντιμετωπίζει τα μνημεία ως “ανταλλάξιμα” είδη, με όρους αγοράς.