Γιώργης Έξαρχος – Βιβλιοφιλικά ταξίδια: “Ιώσηπος Μοισιόδαξ και η καταγωγή του / Τι σημαίνει Μοισιόδαξ;
Εικόνα: Ιάσιο στα 1700, τον καιρό που ο Μοισιόδακας δίδασκε εις την Ηγεμονική Ακαδημία.
———————-
-
Φίλος και συνάδελφος πανεπιστημιακός δάσκαλος που διακονεί θετικές επιστήμες αλλά εντρυφεί συστηματικά στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό. όπως εύστοχα έχει χαρακτηρίσει ο Κ.Θ. Δημαράς τους συγγραφείς και τα έργα μιας περιόδου που στόχος τους ήταν η αναγέννηση του ελληνισμού, με αιφνιδίασε με ερώτημα που μου υπέβαλε: –Ο Μοισιοδακας ήταν Ρουμάνος ή Βούλγαρος;… Του απάντησα αμέσως: –Μοσχοπολίτης Βλάχος, όπως το αποδεικνύει και το επώνυμό του, και είναι γνωστό στους στοιχειωδώς ασχολούμενος με την Ιστορία του σύγχρονου Νεοελληνικού κόσμου. Μου αντέτεινε: –Τότε, πώς γράφουν όλοι οι διαδικτυακοί ιδιωτικοί και κρατικοί ιστότοποι, που ασχολούνται με τέτοια θέματα, ότι είναι Ρουμάνος ή Βούλγαρος;… Μου ανέγνωσε σύντομο εδάφιο: «Ο Ιώσηπος Μοισιόδακας γεννήθηκε στο χωριό Τσερναβόδα Δοβρουτσάς της βορειανατολικής Βουλγαρίας. Το οικογενειακό του επώνυμο παραμένει άγνωστο καθώς το ”Μοισιόδαξ” δηλώνει εθνική προέλευση. Μοισιόδακες αποκαλούσαν οι Έλληνες λόγιοι τους ρουμανόφωνους κατοίκους της βόρειας Βουλγαρίας.» Και συνέχισε: «Το επώνυμο Μοισιόδακας δεν ήταν οικογενειακό, αλλά δηλωτικό της καταγωγής του από τη Βλαχία (αρχαία Μοισία, νυν Ρουμανία).[5] Ίσως τα πρώτα του γράμματα να τα διδάχθηκε κάπου στη Βλαχία ή στη Θράκη.» – Βέβαια, πηγή αυτής της «πληροφόρησης» είναι γνωστός πανεπιστημιακός που έχει γράψει και σχετική μονογραφία για τον Μοισιόδακα, και τιμάται σήμερα ως μέλος της Ακαδημίας μας. Πόσο σοβαρή είναι αυτή η πληροφορία, ώστε να αναπαράγεται σήμερα και εν Ελλάδι και εν τη αλλοδαπή σαν επιστημονικά αληθινή;
-
Πριν καταθέσω τις πηγές για το «φάουλ» του κυρίου καθηγητή και ακαδημαϊκού, και όλων όσων ασπάζονται τους αναπόδεικτους ισχυρισμούς του και τους αναπαράγουν προς απόδειξη της επιστημοσύνης τους, καταθέτω στη συνέχεια μια σύντομη Βιογραφία του Μοισιόδακα, γραμμένη από τους: Ε. ΑΜΥΓΔΑΛΑΚΗ και Α. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ και αντιγραμμένη από τον ιστότοπο http://dlab.phs.uoa.gr/index.php/viographika/details/6/45 του ΕΚΠΑ, και πρόκειται για σύνοψη κατατοπιστική περί του προσώπου:
Μοισιόδακας Ιώσηπος [1725/1730, Τσερναβόδα – 1800(;), Βουκουρέστι(;)]
Διδάσκαλος και συγγραφέας, ο Ιώσηπος Μοισιόδακας υπήρξε θιασώτης των ιδεών του Διαφωτισμού εισάγοντας νέα εκπαιδευτικά πρότυπα στο χώρο της ελληνόφωνης παιδείας. Καινοτόμος ως προς τις φιλοσοφικές και κοινωνικές του αντιλήψεις κατόρθωσε να επηρεάσει -παρά τη δριμύτατη κριτική που δέχτηκε από κύκλους της παράδοσης- τη σύγχρονή του και κυρίως τη νεότερη γενιά των λογίων του νεοελληνικού διαφωτισμού.
Γεννήθηκε στο χωριό Τσερναβόδα Δοβρουτσάς της βορειανατολικής Βουλγαρίας. Το οικογενειακό του επώνυμο παραμένει άγνωστο καθώς το ”Μοισιόδαξ” δηλώνει εθνική προέλευση. Μοισιόδακες αποκαλούσαν οι Έλληνες λόγιοι τους ρουμανόφωνους κατοίκους της βόρειας Βουλγαρίας. Το κοσμικό του όνομα ήταν μάλλον Ιωάννης. Μετονομάστηκε Ιώσηπος όταν χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος -άγνωστο πότε. [Σάθας, 1868: 563 και ΕΕΕ, 1987: 224]
Διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα ίσως κάπου στη Βλαχία ή τη Θράκη και το 1752 μετέβη στη Θεσσαλονίκη, όπου μαθήτευσε κοντά στον λόγιο Ιαννακό, υπέρμαχο της παραδοσιακής αριστοτελικής φιλοσοφίας. Η επιθυμία του για καλύτερη μόρφωση θα τον φέρει τον επόμενο χρόνο στη Σμύρνη. Ωστόσο, γρήγορα θα απογοητευτεί καθώς οι παραδόσεις του Ιερόθεου Δενδρινού, δασκάλου τότε στην Ευαγγελική Σχολή και υποστηρικτή της παράδοσης και της γραμματικής μόρφωσης, δεν ανταποκρίθηκαν στις πνευματικές του αναζητήσεις [Κιτρομηλίδης, 1985: 36-39]. Στο σύντομο διάστημα που παραμένει στην πόλη θα απευθυνθεί στον μητροπολίτη Νεόφυτο και τους λοιπούς προύχοντες, προκειμένου να λάβει οικονομική ενίσχυση και να μεταβεί στη Δύση για σπουδές. Στο αίτημά του αυτό, όμως, θα συναντήσει την έντονη αντίδραση του Ι. Δενδρινού, που ισχυρίστηκε πως εκείνοι που μετέχουν της δυτικής παιδείας γίνονται άθεοι επηρεάζοντας μετά την επιστροφή τους και άλλους. [Δημητρακόπουλος, 1871: 94]
Επόμενος σταθμός του η Αθωνιάδα Σχολή του Αγίου Όρους, την οποία διεύθυνε ο Ευγένιος Βούλγαρης κατά τη διετία 1754-1755. Εικάζεται πως ο Μοισιόδακας βρισκόταν εκεί από το φθινόπωρο του 1753 παρακολουθώντας τις πρώτες κιόλας παραδόσεις του Βούλγαρη. Κοντά του διδάχθηκε τόσο φιλοσοφία (δηλαδή λογική, εισαγωγή στη φιλοσοφία και μεταφυσική), όσο και μαθηματικά, στα οποία περιλαμβάνονταν η αριθμητική, η γεωμετρία, η φυσική και η κοσμογραφία. Μεταξύ των εγχειριδίων που χρησιμοποιούνταν στη σχολή ήταν η Λογική του D.B. Duhamel, η Μεταφυσική του Gehonesi, τα Στοιχεία Aριθμητικής του G. Wolff, τα Στοιχεία Γεωμετρίας του A. Tacqet κ.α. Είναι η περίοδος, όπου εισάγεται στη νεότερη φιλοσοφία και επιστήμη των δυτικών διανοητών και έρχεται σε επαφή με το πνεύμα του Διαφωτισμού [ΕΕΕ, 1987: 225]. Συμμαθητές του στην Αθωνιάδα υπήρξαν μεταξύ άλλων ο Χριστόδουλος Παμπλέκης, ο Αθανάσιος Πάριος, ο Σέργιος Μακραίος και ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ενώ με τον κύκλο αυτό συνδέονταν, επίσης, ο επίσκοπος Καμπανίας Θεόφιλος και ο Θεόκλητος Πολυείδης.
Το 1756, όπως ο ίδιος αναφέρει, βρίσκεται στη Σίφνο και κατόπιν στη Μύκονο [Δημητρακόπουλος, 1871: 94]. Εικάζεται πως κατά τη διαμονή του στη Σίφνο δίδασκε στο ”Κοινόν Παιδευτήριον του Αρχιπελάγους” και αντιστοίχως ότι μετέβη στη Μύκονο προκειμένου να αναλάβει εκ νέου επαγγελματικές υποχρεώσεις. Πιθανό κίνητρο της δραστηριότητας που ανέπτυξε στις Κυκλάδες είναι η συγκέντρωση των απαιτούμενων χρημάτων, ώστε να σπουδάσει στη Δύση. Αυτή του η επιθυμία πρόκειται να υλοποιηθεί τρία χρόνια αργότερα. Στο μεταξύ φέρεται να παρέμεινε στην Αθήνα για κάποιο διάστημα, το οποίο υπολογίζεται ανάμεσα στα 1756-1758. [ΕΕΕ, 1987: 225]
Την άνοιξη του 1759 μαρτυρείται η παρουσία του ως ιεροδιακόνου στον ελληνικό ναό του Αγίου Γεωργίου στη Βενετία, απ’όπου κηρύττει τις Κυριακές της Σαρακοστής του ίδιου χρόνου. Αυτή την περίοδο εγγράφεται στην Ιατροφιλοσοφική Σχολή της Πάδοβας παρακολουθώντας μαθήματα φυσικής φιλοσοφίας πιθανότατα μέχρι και το 1762. Ανάμεσα στους δασκάλους του συγκαταλέγονται ο G.Poleni, διδάκτορας πειραματικής φιλοσοφίας, ο G.A. Colombo, που κατείχε τότε την έδρα της αστρονομίας, γεωγραφίας και μετεωρολογίας, καθώς και ο Κωττωνιανός Σίμωνας Στρατηγός, που ειδικευόταν στις τεχνικές εφαρμογές διαφόρων μαθηματικών κλάδων [Κιτρομηλίδης, 1985: 64]. Σύμφωνα με τον Σάθα, στο Πατάβιο σπούδασε εκτός από τα παραπάνω και τη λατινική, γαλλική και ιταλική γλώσσα. [Σάθας, 1868: 563 και ΕΕΕ, 1987: 225]
Για τη δράση του τα επόμενα τρία χρόνια δεν διαθέτουμε πληροφορίες. Το 1765 αποδέχεται πρόταση του νέου ηγεμόνα της Μολδαβίας Γρηγορίου Αλεξάνδρου Γκίκα να αναλάβει τη διεύθυνση της Αυθεντικής Σχολής του Ιασίου. Διορίζεται, λοιπόν, σχολάρχης και δάσκαλος της φιλοσοφίας συμμετέχοντας στην προσπάθεια του ηγεμόνα να προωθήσει το εκπαιδευτικό μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα. Η έναρξη των παραδόσεών του τοποθετείται στο φθινόπωρο του ίδιου χρόνου, ενώ στο πρόγραμμα των μαθημάτων του πρόκειται να συμπεριληφθούν τα νεότερα μαθηματικά, η φυσική και η γεωγραφία. Ανάμεσα στις καινοτομίες που εισάγει εντάσσεται και η υιοθέτηση από μέρους του της ορθολογικής μεθόδου έναντι της σχολαστικής λογικής και οντολογίας. Οι παραπάνω νεωτεριστικές προτάσεις του, όμως, από κοινού με τον παραγκωνισμό της γραμματικής και ρητορικής της αρχαίας γλώσσας, προκάλεσαν τις αντιδράσεις κύκλων που στήριζαν την παράδοση. Το έργο του πρόκειται να διακοπεί όταν στα 1766 παραιτείται -συν τοις άλλοις και- για λόγους υγείας. [ΕΕΕ, 1987: 225]
Θα μεταβεί στο Βουκουρέστι και έπειτα από δέκα περίπου χρόνια θα επανέλθει στο Ιάσιο. Οι μαρτυρίες που αφορούν στη δράση του το διάστημα αυτό είναι λιγοστές ίσως κι εξαιτίας της γενικότερης αναστάτωσης που προκάλεσε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1768-1774). Φαίνεται, όμως, πως λίγο πριν την έναρξη του πολέμου στη δακική πρωτεύουσα, ο Ι. Μοισιόδακας κατευθύνθηκε στη νότια Βλαχία προς αναζήτηση θερμότερου κλίματος [Κιτρομηλίδης, 1985: 93-94]. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν ασχολείται με τη μελέτη μαθηματικών και φυσικών κειμένων και τη συγγραφή. Είναι η περίοδος που επεξεργάζεται τις σημειώσεις των παραδόσεών του και προβαίνει σε μια πρώτη σύνθεση της γεωγραφικής πραγματείας του, έργο που εκδίδεται στη Βιέννη το 1781.
Αφορμή για την επάνοδό του στην Αυθεντική σχολή του Ιασίου είναι η πρόσκληση που του απευθύνει εκ νέου ο Γρ. Γκίκας να αναλάβει τη σχολαρχεία μετά την αποχώρηση του Νικηφόρου Θεοτόκη [Δημητρακόπουλος, 1871: 95]. Αποδέχεται την πρόταση για τη διεύθυνση της σχολής, στην οποία του ανατίθεται και η διδασκαλία των θετικών επιστημών. Για δυόμισι μήνες περίπου ασχολείται με την μετάφραση της Μαθηματικής Οδού του Γάλλου A. Caille, που κρίνει καταλληλότερη από το διδακτικό βοήθημα του Α. Tacqet. Θα αρχίσει τις παραδόσεις του μετά την ολοκλήρωση του έργου αυτού. Εξαιτίας της έντονης πολεμικής που του ασκήθηκε για μια ακόμη φορά -ιδιαίτερα από τον συνάδελφό του καθηγητή της γραμματικής- θα διδάξει μαθηματικά και γεωγραφία για τέσσερις μόνο μήνες. Πριν την αποχώρησή του κυκλοφορεί έξι ιδιόγραφα κείμενα με παραδόσεις του υπογεγραμμένα από μαθητές του προς δικαίωση της διδασκαλίας.
Θα ακολουθήσει τετραετής περιπλάνησή του σε διάφορα ευρωπαϊκά κέντρα, όπου πρόκειται να δραστηριοποιηθεί για την έκδοση των έργων του και να διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες μελετώντας σε βιβλιοθήκες. Το 1777 βρίσκεται στο Πρασοβόν (Braşov) της Τρανσυλβανίας, γνωστό ως τουριστικό θέρετρο και κέντρο διασύνδεσης των ελληνικών εμπορικών παροικιών της Ουγγαρίας και Τρανσυλβανίας. Εκεί συναντάται με τον γιατρό Θεοδωράκη, με τον οποίο πρόκειται να έλθει σε αντιπαράθεση για επιστημονικής φύσεως θέματα. Λίγο πριν την αποχώρησή του από την πόλη, ο Μοισιόδακας θα του στείλει συστηματική έκθεση, όπου επιχειρηματολογεί υπέρ των θέσεών του και ανατρέπει τις απόψεις του αντιπάλου του. [Κιτρομηλίδης, 1985: 107-110]
Στη συνέχεια θα περιηγηθεί σε ελληνικές παροικίες της κεντρικής Ευρώπης σύμφωνα με τις επιταγές του εκδοτικού του προγράμματος και θα έλθει σε επαφή με εμπόρους φίλους του -κυρίως Μοσχοπολίτες, Καστοριανούς και Σιατιστινούς- για την προώθηση των σχεδίων του. Έτσι, σε επίσκεψή του στην Πέστη της Ουγγαρίας θα εξασφαλίσει την οικονομική ενίσχυση του Θεόδωρου Ιωάννου Γκίκα και του Ναούμ Μιχαήλ Μόσχας για την εκτύπωση του παιδαγωγικού του συγγράμματος Πραγματεία Περί παίδων αγωγής. Επόμενος σταθμός του η Βενετία, όπου στις αρχές του 1779 θα εκδώσει το σύντομο φυλλάδιο πολιτικής θεωρίας Παραλλαγή του προς Νικοκλέα λόγω… και ακολούθως το παραπάνω παιδαγωγικό του κείμενο. Την ίδια χρονιά γνωρίζεται στη Βενετία με τον Γάλλο ελληνιστή Ζ. Villoison. [ΕΕΕ, 1987: 225]
Το 1780 θα βρεθεί στη Βιέννη για να τυπώσει την Απολογία του και θα έλθει σε επαφή με τον καθηγητή Alter. Ο τελευταίος αναγνωρίζει στο Μοισιόδακα τη γνωστική του κατάρτιση σε θέματα νεότερης φιλοσοφίας, αλλά και την έλλειψη ενδιαφέροντος που επιδεικνύει για την εκκλησιαστική παιδεία [Δημητρακόπουλος, 1871: 96]. Τον επόμενο χρόνο πρόκειται να κυκλοφορήσει εκεί το γεωγραφικό του σύγγραμμαΘεωρία της Γεωγραφίας.
Στο διάστημα της διετούς σχεδόν παρουσίας του στην αυστριακή πρωτεύουσα μελετά στην αυτοκρατορική βιβλιοθήκη, ενώ παράλληλα αναπτύσσει φιλικές σχέσεις με Έλληνες εμπόρους με σκοπό την ευόδωση της εκδοτικής του δράσης [ΕΕΕ, 1987: 225]. Με ορισμένους μάλιστα από αυτούς προβαίνει στη σύναψη εμπορικών συμφωνιών για τη χρηματοδότηση του έργου του. Μεταξύ εκείνων που τον βοήθησαν αναφέρονται οι Νικόλαος Κωστίκας, Παύλος Χατζημιχαήλου και Κωνσταντίνος Κουσκουρούλης. Από τη Βιέννη, επίσης, επιδίωξε την εύνοια των ηγεμόνων στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Έτσι, με την ελπίδα ενδεχόμενης οικονομικής στήριξης για την ολοκλήρωση του εκδοτικού του προγράμματος, τους αφιέρωσε το γεωγραφικού περιεχομένου έργο του [Κιτρομηλίδης, 1985: 134]. Η κίνησή του αυτή χωρίς να αποδώσει τα επιθυμητά αποτελέσματα του εξασφάλισε, ωστόσο, μια θέση εργασίας στην ηγεμονική αυλή λύνοντας προσωρινά το βιοποριστικό του πρόβλημα.
Μετά την έκδοση, λοιπόν, του έργου του αναχωρεί για το Βουκουρέστι, όπου φτάνει το 1781. Εκεί εργάζεται για κάποιο διάστημα ως οικοδιδάσκαλος των γιων του ηγεμόνα της Βλαχίας Αλέξανδρου Υψηλάντη. Θα παραμείνει στη θέση αυτή μέχρι την πτώση του τελευταίου, ενώ με την άνοδο του Μ. Σούτσου στο θρόνο της ηγεμονίας θα αναπτερωθούν οι προσδοκίες του για πιθανή στήριξη του εκδοτικού του έργου. Οι σκέψεις του αυτές βασίζονταν στην επιρροή του στον ηγεμόνα του γραμματέα του θρόνου Παναγιώτη Κοδρικά, ο οποίος ανήκε στον κύκλο του Δ. Καταρτζή και έτρεφε μεγάλη εκτίμηση για το πρόσωπο του Μοισιόδακα [Κιτρομηλίδης, 1985: 144-149]. Η άρνηση, όμως, του ηγεμόνα να συνδράμει οικονομικά θα ματαιώσει τα σχέδιά του τελευταίου περιορίζοντας την εκδοτική του δράση στην κυκλοφορία του ολιγοσέλιδου φυλλαδίου του Σημειώσεις Φυσιολογικές (1784).
Μέχρι το φθινόπωρο του 1784 βρίσκεται στο Βουκουρέστι, ενώ οι πληροφορίες για τη δράση του κατά τα επόμενα είκοσι χρόνια της ζωής του είναι λιγοστές και συγκεχυμένες. Πρόκειται μάλλον για μια περίοδο απομόνωσης και συμβιβασμού εξαιτίας των βιοποριστικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε. Από το Μάρτιο του 1797 μέχρι και το Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου φέρεται να διδάσκει στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου, γεγονός που ίσως να σχετίζεται με την σύντομη επάνοδο στο θρόνο της Βλαχίας του Αλ. Υψηλάντη (1796-1797). Θα πεθάνει στις αρχές του 19ου αιώνα πιθανότατα στο Βουκουρέστι. Η ακριβής χρονολογία του θανάτου του εντοπίζεται στα 1800 ή σύμφωνα με άλλες πηγές στα 1804. [Δημητρακόπουλος, 1871: 96 και Κιτρομηλίδης, 1985: 163]
Ο Ιώσηπος Μοισόδακας ασχολήθηκε με τη συγγραφή φιλοσοφικού περιεχομένου έργων, αλλά και επιστημονικών εγχειριδίων και παιδαγωγικών κειμένων. Η Ηθική Φιλοσοφία του αποτελεί μετάφραση του αντίστοιχου έργου του Ιταλού φιλοσόφου Λουντοβίκο Αντώνιο Μουρατόρι, που εξέδωσε φοιτητής ακόμη στη Βενετία (1761/2). Πρόκειται για την πρώτη συγγραφική και εκδοτική του απόπειρα, που αντανακλά τους προβληματισμούς του αναφορικά με την παιδεία και την ελληνική κοινωνία. Στα προλεγόμενα του έργου κάνει λόγο για την ανάγκη υιοθέτησης μιας νέας ηθικής -σύμφωνης με τις ιδέες του Διαφωτισμού- ως τη βάση μιας οποιαδήποτε μορφωτικής ή πολιτισμικής ανασυγκρότησης για τους λαούς των Βαλκανίων [ΕΕΕ, 1987: 225]. Γενικά, ως προς τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις συγκλίνει -όπως και ο Δ. Καταρτζής- προς μια ωφελιμιστική τοποθέτηση κατά τα πρότυπα της νεότερης δυτικής σκέψης. Έτσι, εγκαταλείπει την υπερβατική αξιολογία προτείνοντας μια φιλελεύθερη πνευματική στάση επικεντρωμένη στα εγκόσμια.
Τόσο οι φιλοσοφικές του αντιλήψεις όσο και οι παιδαγωγικές του απόψεις, τροφοδοτούνται και μετασχηματίζονται μέσα από τα μηνύματα του ευρύτερου περιβάλλοντός του. Ο Μοισιόδακας αντιλαμβάνεται αφενός τις ανησυχίες και αναζητήσεις του κύκλου του των Ελλήνων -και όχι μόνο- λογίων και αφετέρου τις πνευματικές ανάγκες της κοινωνίας. Στο εκπαιδευτικού περιεχομένου σύγγραμμά τουΠαιδαγωγία (Βενετία, 1779), εκθέτει τις αρχές και τις μεθόδους της ορθής -κατά τη γνώμη του- παιδαγωγικής. Οι αλλαγές που προτείνει όσον αφορά το χώρο της παιδείας, είναι το αποτέλεσμα μιας κριτικής εξέτασης τη εμπειρίας του στην ελληνόφωνη εκπαίδευση με βάση τις απόψεις του John Locke [ΕΕΕ, 1987: 225 και Κιτρομηλίδης, 1985: 126-127]. Στην πράξη, ο Μοισιόδακας όντας σχολάρχης στο Βουκουρέστι τέθηκε υπέρ του διαχωρισμού της διδασκαλίας της φιλοσοφίας από τη θεολογία και κατά του παραδοσιακού σχολαστικού εκπαιδευτικού συστήματος. Υποστήριξε, ακόμη, την εκμάθηση της απλοελληνικής και άλλων νεότερων γλωσσών έναντι της αρχαίας ελληνικής, ενώ προώθησε και μια νέα ανθρωπιστική προσέγγιση αναφορικά με τη στάση του δασκάλου απέναντι στο μαθητή και την κοινωνία εν γένει.
Το παιδαγωγικό πρότυπο, όμως, που υιοθέτησε -και ειδικότερα οι γλωσσικές του αντιλήψεις- προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις σε ιδεολογικό και προσωπικό επίπεδο. Κατηγορήθηκε, λοιπόν, ως άθεος και λατινόφρονας, που παραδίδει ‘μπακάλικα’ μαθήματα στη νεοελληνική λόγω άγνοιας της αρχαίας -η νύξη αναφέρεται στην μη ελληνική καταγωγή του [Κιτρομηλίδης, 1985: 101-103]. Ωστόσο, παρά τη χρήση της απλής γλώσσας στα συγγράμματά του, την οποία υπαγόρευε η ανάγκη για μόρφωση των περισσοτέρων, στα μεταγενέστερα έργα του καταφεύγει στην αρχαΐζουσα. Πρόκειται για τις συγγραφές της τελευταίας 20ετίας της ζωής του, όπου είναι εμφανής η τάση του να συμβιβαστεί λόγω των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε. [Κιτρομηλίδης, 1985: 152]
Εξάλλου, η μεταγενέστερη επιλογή των θεμάτων από την επικαιρότητα στα επιστημονικού περιεχομένου κείμενά του, ίσως να υποκινείται από τις βιοποριστικές του ανάγκες. Στην προσπάθειά του, λοιπόν, να προκαλέσει το ενδιαφέρον του ευρύτερου κοινού -και κυρίως οικονομικών συντελεστών που θα προωθήσουν το έργο του- επιδιώκει να αποδείξει την πρακτική χρησιμότητα των επιστημονικών γνώσεων. Έτσι, στο φυλλάδιο του Σημειώσεις Φυσιολογικές ασχολείται με την ερμηνεία -από εμπειρική και ορθολογική σκοπιά- μετεωρολογικών φαινομένων, όπως εκείνου της παρατεταμένης ομίχλης, καθώς και του επίμαχου για τον 18ο αιώνα ζητήματος των παλιρροιών [ΕΕΕ, 1987: 225]. Άλλες απόψεις του για την επιστήμη και τη φυσική φιλοσοφία αναπτύσσει στο έργο του Θεωρία της Γεωγραφίας, όπου τάσσεται υπέρ της ηλιοκεντρικής θεωρίας αναφέροντας τα επιχειρήματα προς στήριξή της. Στο κείμενο, όπου κάνει χρήση της μαθηματικής γλώσσας, αποδέχεται τις παραδοχές της σύγχρονής του νευτώνειας φυσικής.
Τέλος, ενδεικτική της κριτικής σκέψης του Ι. Μοισιόδακα είναι η Απολογία του, έναυσμα για την συγγραφή της οποίας υπήρξε η διένεξή του με ιερωμένο εκφραστή της νεοαριστοτελικής φιλοσοφίας κατά τη διάρκεια της σχολαρχείας του στα 1765/6. Εκεί εκθέτει τις φιλοσοφικές και κοινωνικές του αντιλήψεις προσπαθώντας να αναιρέσει όσες κατηγορίες εις βάρος του είχαν διατυπωθεί κατά καιρούς [Σάθας, 1868: 563]. Ο Ιώσηπος Μοισιόδακας συνέγραψε, σύμφωνα με τον Δημητρακόπουλο, εκτός από τα παραπάνω και μία Αριθμητική, που εκδόθηκε στα 1781 στη Βιέννη, ενώ κατά τον Ζαβίρα και μία Λογική. Ο Α. Γαζής, πάλι, υποστηρίζει ότι υπήρξε ο συντάκτης Στοιχείωνμαθηματικών και φυσικής. Ο ίδιος ο Μοισιόδακας, επίσης, αναφέρει ότι μετέφρασε τμήμα των Μαθηματικών Στοιχείων του Τacquet (μέχρι και την τριγωνομετρία), και των Μαθηματικών του Caille. [Δημητρακόπουλος, 1871: 96]
Εργογραφία
- Ηθική Φιλοσοφία,Βενετία, 1761-2
- Παραλλαγή του προς Νικοκλέα λόγου ή Κεφάλαια Πολιτικά,Βενετία, 1779
- Περί παίδων αγωγής ή Παιδαγωγία, Βενετία, 1779
- Απολογία, Βιέννη, 1780
- Θεωρία της Γεωγραφίας,Βιέννη, 1781
- Σημειώσεις Φυσιολογικαί,Βουκουρέστι, 1784
- Οδός Μαθηματική του Α. Caille(μετάφραση)
- Στοιχεία Μαθηματικών του A. Tacquet(μετάφραση)
- Οδοί Φυσικής, (ανέκδοτο)
- Επιτομή Αστρονομίας κατά τους Νεωτέρους, (ανέκδοτο)
Ε. ΑΜΥΓΔΑΛΑΚΗ
Α. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ
- Να δούμε, όμως, τις πρωτογενείς πηγές που διαψεύδουν τους ισχυρισμούς του κ. καθηγητή-ακαδημαϊκού και εκείνων που ελαφρά τη καρδία –αλλά μετά μεγίστης επιστημοσύνης– αναπάράγουν τις «πεποιθήσεις τους» για αλήθεια, και αυτή την «αλήθεια» κατόπιν «πασάρουν» στα σχολειά σε εγχειρίδια διδασκαλίας και σε πλήθος δημοσιεύματα, για την διάδοση και επικράτηση του ψεύδους για… αλήθεια!
ΠΗΓΗ ΠΡΩΤΗ: «ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ Περιέχουσα Λεξικόν Τετράγλωσσον τῶν τεσσάρων κοινῶν Διαλέκτων ἤτοι τῆς ἁπλῆς Ρωμαϊκῆς, τῆς ἐν Μοισίᾳ Βλαχικῆς, τῆς Βουλγαρικῆς, καί τῆς Ἀλβανιτικῆς. Συντεθεῖσα μέν ἐν ἀρχῇ χάριν εὐμαθείας τῶν Φιλολόγωνἀλλογλώσσων νέων παρά τοῦ Αἰδεσιμωτάτου κ’ Λογιωτάτου Διδασκάλου, Οἰκονόμου κ’ Ἱεροκήρυκος Κυρίου Δανιήλ τοῦ ἐκ Μοσχοπόλεως. Καλλυνθεῖσα δέ κ’ ἐπαυξηνθεῖσα τή προσθήκη τινῶν χρειωδῶν κ’ περιεργείας ἀξίων κ’ εὐλαβῶς ἀφιερωθεῖσα τῷ Πενιερωτάτῳ καί Λογιωτάτῳ Μητροπολίτη Πελαγωνείας, Ὑπερτίμῳ καί Ἐξάρχῳ πάσης Βουλγαρικῆς Μακεδονίας Κυρίῳ ΚΥΡΙΩ ΝΕΚΤΑΡΙΩ ΤΩ ΕΚ ΜΟΥΝΤΑΝΙΩΝ Οὐ κ’ τοῖς ἀναλώμασι τύποις ἐκδέδοται δι’ ὠφέλειαν τῶν Ἐπαρχιωτῶν αὐτοῦ εὐλαβῶν Χριστιανῶν. Ἐν ἔτει σωτηρίῳ ἀωβ΄. 1802..» – Η πρώτη έκδοση του βιβλίου αυτού έχει γίνει το 1772.
Στην έκδοση του 1802, σε Σημείωση ο Δανιήλ διευκρινίζει: «Σημείωσαι, ότι το παρόν τετράγλωσσον Λεξικόν συνετέθη μόνον και μόνον διά να συνηθίσουν οι τν Μοισιοδάκν παίδες την Ρωμαίκήν γλώσσαν, αφ’ ου γυμνασθούν δι’ αυτού διακεκριμένως την κάθε λέξιν όθεν αν εμπεριέχηται εν αυτώ…» – Άραγε, κύριοι σοφοί, ο Δανιήλ απεύθυνε το Λεξικό του στους… Ρουμάνους;! Τι λέτε;…
ΠΗΓΗ ΔΕΥΤΕΡΗ: «Ιστορία της πάλαι Δακίας, τα νυν Τρανσιλβανίας, Βλαχίας, και Μολδαυΐας. Εκ διαφόρων παλαιών και νεωτέρων συγγραφέων συνερανισθείσα, παρά Διονυσίου Φωτεινού, τόμος Α΄, εν Βιέννη της Αούστριας, εκ του τυπογραφείου Ιω. Βαρθολ. Σβεκίου, 1818.»
Στις σελίδες 159-160 αυτού του τόμου, ο Διονύσιος Φωτεινός (1789-1821), δίνει ξεκάθαρα την «επιστημονική αλήθεια» για τους «Μοισιόδακες» και γράφει:
«Έν μέρος των νυν εγκατοίκων της Ηπείρου είναι μέτοικοι της Βλαχίας, ως φαίνεται εις τους Βυζαντινούς ιστορικούς· μάλιστα μετά την πτώσιν του Ρωμαϊκού βασιλείου, διεσκορπίσθησαν εις διάφορα μέρη· τα νυν είναι λαός ποιμενικός, και το ήμισυ του χρόνου, τον χειμώνα δηλαδή και την άνοιξιν, διατρίβει εις τας πεδιάδας με τα ζώα του, το δε θέρος και το φθινόπωρον εις τα βουνά, όπου έχει και τας καθ’ αυτό κατοικίας του· εις τας κωμοπόλεις των Βλάχων τούτων ευρίσκονται και πολλοί έμποροι εξ αυτών· η οικιακή των γλώσσα είναι η Βλαχική διεφθαρμένη, ομιλούσιν όμως όλοι και όλα εις το Ελληνικόν· εις κάποιας κώμας των έχουσι και σχολεία Ελληνικά· η πρωτεύουσα πόλις του λαού τούτου ήτον η Βοσκόπολις, πόλις πλουσία και πολυάνθρωπος· ο φθόνος την κατέστρεψε, και έκτοτε πολλοί εξ αυτών κατέφυγον εις την επικράτειαν του αυτοκράτορος της Αουστρίας, όπου φιλοφρόνως τους υπεδέ-χθησαν· προ ολίγου εις την Πέσταν εισήγαγον εις την εκκλησίαν και την γλώσσαν των, πλην επροξένησε μεταξύ των άλλων Γραικών σκάνδαλον η τοιαύτη καινοτομία· εις δε την Γραικίαν ονομάζουσι τούτους Μοισιόδακας, και κοινώς Μυσοβλάχους, και Κουτζοβλάχους. Μητρόπολις δε τα νυν της Ηπείρου είναι τα Ιωάννινα.»
Πού το βρήκατε αυτό το ανύπαρκτο «Μοισιόδακες αποκαλούσαν οι Έλληνες λόγιοι τους ρουμανόφωνους κατοίκους της βόρειας Βουλγαρίας» και το γλωσσοκοπανάτε «επιστημονικώς», σε όλα σας τα «δημοσιεύματα», γιατί αδυνατείτε να κατανοήσετε ότι οι Λαμπρές Προσωπικότητες του Νεοελληνικού Διαφωτισμού ήταν οι εν Ελλάδι Βλάχοι, ο Ζαγορίσιος Ανθρακίτης, ο Μετσοβίτης Ζαρζούλης, ο Μοσχοπολίτης Μοισιόδακας, για να σταθώ μόνον σε τρία πρωτοπόρα ονόματα από τα δεκάδες!; Δεν αισχύνεσθε; «Το οικογενειακό του επώνυμο παραμένει άγνωστο καθώς το ”Μοισιόδαξ” δηλώνει εθνική προέλευση. Μοισιόδακες αποκαλούσαν οι Έλληνες λόγιοι τους ρουμανόφωνους κατοίκους της βόρειας Βουλγαρίας.» – Αλήθεια, ποια πρωτογενή πηγή έχετε κατά νου που σας το λέει αυτό και δεν την μνημονεύετε; Δυστυχώς, η σκόπιμη στρέβλωση και η ακαδημαϊκή αθλιότητα εκλαμβάνονται για επιστήμη!
ΠΗΓΗ ΤΡΙΤΗ: «ΝΕΟΣ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ παρά Διονυσίου Φωτεινού Τόμος Πρώτος, Εν Βιέννη 1818, Εκ του Χιρσφελδείου Τυπογραφείου.»
Στον Νέο Ερωτόκριτο, λοιπόν, του Διονυσίου Φωτεινού, έκδοσης 1818, γράφεται:
«Εν τω μεταξύ δε τούτω, παρ’ ελπίδ’ ακολουθεί,
διά μίαν επαρχίαν, πόλεμος να κηρυχθή.
Ένας Μοισιοδακίας, βασιλεύς γειτονικός,
(ταύτην και Κουτζοβλαχίαν λέγουν καταχρηστικώς).
Έχοντας φιλονεικίαν και διχόνοιαν πολλή
μετά του των Αθηναίων βασιλέως Ηρακλή,
Στράτευμα είχε συνάξη, αιφνιδίως ικανόν,
και υπό τα τείχη άμα έφθασε των Αθηνών.
Βλαδιστράτης εκαλείτο, εις το άκρον ισχυρός,
όθεν άρχισε την πόλιν να στεναχωρή σκληρώς.»
(Δ. Φωτεινού, Νέος Ερωτόκριτος, 1818, τόμος ΙΙ, σ. 199).
ΠΗΓΗ ΤΕΤΑΡΤΗ: «ΝΕΟΣ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ παρά Διονυσίου Φωτεινού ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, ΕΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΙ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΛΙΘΟΓΡΑΦΙΑ Ε. ΚΑΓΙΟΛ, 1845.»
Στον Νέο Ερωτόκριτο, λοιπόν, του Διονυσίου Φωτεινού, έκδοσης 1845, σ.166, γράφεται:
«Εν τω μεταξύ δε τούτω, παρ’ ελπίδ’ ακολουθεί,
διά μίαν επαρχίαν, πόλεμος να κηρυχθή.
Ένας Μοισιοδακίας, βασιλεύς γειτονικός,
(ταύτην και Κουτζοβλαχίαν λέγουν καταχρηστικώς).
Έχοντας φιλονεικίαν και διχόνοιαν πολλή
μετά του των Αθηναίων βασιλέως Ηρακλή,
Στράτευμα είχε συνάξη, αιφνιδίως ικανόν,
και υπό τα τείχη άμα έφθασε των Αθηνών.
Βλαδιστράτης εκαλείτο, εις το άκρον ισχυρός,
όθεν άρχισε την πόλιν να στεναχωρή σκληρώς.»
(Δ. Φωτεινού, Νέος Ερωτόκριτος, 1845, τόμος ΙΙ, σ. 166).
Τους μεν Γραικούς των πηγών οι προοδευτικοί νεοεθνικιστές του σήμερα της πατρίδας μας τους βαπτίζουν Έλληνες, τους δε Μοισιόδακες ή Κουτσοβλάχους των πηγών, που ζουν γειτονικά στην Αθήνα και στους Αθηναίους [Ένας Μοισιοδακίας, βασιλεύς γειτονικός, / (ταύτην και Κουτζοβλαχίαν λέγουν καταχρηστικώς). / Έχοντας φιλονεικίαν και διχόνοιαν πολλή, / μετά του των Αθηναίων βασιλέως Ηρακλή / …] τους βαπτίζουν οι «ημέτεροι» ακαδημαϊκοί προφεσόροι και αρκετοί αλλοδαποί «νεοελληνιστές» Ρουμάνους! Θου Κύριε, στην πολυπραγμοσύνη τους.
ΠΗΓΗ ΠΕΜΠΤΗ: «ΕΥΛΟΓΙΟΥ KΟΥΡΙΛΑ, Μητροπολίτου Κορυτσάς, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΑΝΑΛΕΚΤΑ: Α’ ΠΑΪΣΙΟΣ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ Ο ΜΙΚΡΟΣ, Β’ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΙΕΡΕΥΣ ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ. Σελίδες της Ιστορίας των γραμμάτων και του πολιτισμού εν Ηπείρω. Ανάτυπον εκ τν Γ’, Δ’. Ε’ Τόμων της ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗΣ ΕΣΤΙΑΣ, ΙΩΑΝΝΙΝΑ 1956.»
Γραφεί ο καλός Ιεράρχης (επίσκοπος Κορυτσάς) και Καθηγητής Πανεπιστημίου (κυνηγημένος και διωγμένος από το καθηγητικό κατεστημένο) Ευλόγιος Κουρίλας Λαυριώτης (1880-1961), στο ανωτέρω έργο (Σ. 61-62):
Έκ τών βαλκανικών χωρών εόκόλως ήδόναντο οί Ήπειρώται Λόγιοι νά μετασταθμεύσωσι καί έγκλιματισθώσιν είς τάς παριστρίους χώρας καί δή έπί τών Ελλήνων καί των Αλβανικής καταγωγής (άλλ’ Ιλληνοπρεπεστερων τών γαλαζοαίμων Ελλήνων) ήγεμόνων. Έν Ίασίω σημειοΰνται ως διδάσκαλοι Ήπειρώται: 1. Νικόλαος Κεραμεύς Ίωαννίτης. 2. Ιωάννης ό έξ Άγραφων Κουτσόβλαχος. 3. Νικόλαος Τζέρτζουλης Μετσοβίτης. 4. Ίώσηπος ό Μοισιόδαξ έκ καταγωγής Κουτσόβλαχος. 5. ’Ιωάννης Μακρής Ίωαννίτης. 6. ‘Ιωάννης Καλλούσιος Ίωαννίτης κ. ά. πολλοί. Καί ούτοι είς τό έν κλεινόν κέντρον τών Μουσών. Εις δέ έτερον εν Βουκουρεστίω άναφέρονται oι έξης: 7. Αναστάσιος Ίωαννίτης. 8. Μητροφάνης Γρηγορας ιερομόναχος Δωδωναίος [Βλαχολίβαδο Ολύμπου]. 9. Κωνσταντίνος Ίωαννίτης. 10. Λάμπρος Φωτιάδης ό περικλεής Ίωαννίτης. 11. Νικόλαος Βάρκοσης Ίωαννίτης. 12. Μεθόδιος Ανθρακίτης [Ζαγορίσιο]. 13. Χριστόφορος Έμποροκωμήτης Ίωαννίτης. 14. Άβράμιος κατά μέν τόν Ν. Δόσιον Έλλην Ήπειρώτης, κατά δέ τόν Erbiceanu Κουτσόβλαχος. 15. Λάμπρος Δήμαρος Ίωαννίτης, 16. Νεόφυτος Δούκας Ζαγορήσιος [κατά Ληκ Βλάχος], 17. Γεώργιος Γεννάδιος έκ Δολιανών. 18. Άνδρέας Μουστοξύδης, ό άνάδοχος του Σπ. Λάμπρου, 19. ΙΙολυζώης Κοντός Ίωαννίτης. 20. Δημ. Πάμπερις Μοσχοπολίτης, 21. Στέφανος Άλβανιτοχωρίτης, 22. Χριστόφορος Νικολαιδης Άλβανιτοχωρίτης (Άλβανιτοχωρΐται = άποικοι Ήπειρώται υπήρχον πολλοί έν Ρουμανία), 23. Άνδρέας Μοισιόδαξ (άδελφός του Ίωοήπου), 24. Νικόλαος Λαζάρου Ίωαννίτης, ό γράψας περιγραφήν τής Βλαχίας (βλ. Blancard, Mauroyeni σ. 852 ), 25. Αθανάσιος Βογορίδης Ήπειρώτης έξ Αρβανιτοχωριού, σπουδάσας έν Βουκουρεστίω καί Εύρώπη, άποθανων τω 1826. Έξ Αρβανιτοχωριού τής Τζερβενοΰ κατήγετο καί ό ήγεμών Βασίλειος Λουπος. Ούτος έξέδοτο «γράμμα σιγιλλιώδες τφ Πατριάρχη Κων)πόλεως Παρθένιο τω Δ’, …χορηγοϋν δίκαια σταυροπηγιακά είς τό Άλβανιτοχώριον… πατρίδα του ήγεμόνος τής Μολδαβίας Βασιλείου, καθό πληρώσαντες (sic) τά χρέη τοΰ Οικουμενικού Πατριαρχείου τω 1812 κατ’ Απρίλιον μήνα». Ό Ίωαννίτης Ν. Δόσιος έγραψε καί έν τή «Πατρίδι του Βουκουρεστίου», άριθ. 2401-2403 «Έπίτομον αναγραφήν των εν ταις ήγεμονικαΐς Άκαδημίαις διδαξάντων» έξ έλληνικών καί ρουμανικών πηγών καί έπί τή βάσει του Ίωαννιτικοΰ χειρογράφου καί έχει διδασκάλους έν Βουκουρεστίω καί 34 έν Ίασίω. Διά την ‘Ακαδημίαν του Ίασίου ή έρευνα είναι δυσκολωτέρα. Τά κέντρα ταύτα έκαλλιέργησαν τόσον πολύ καί διέδωκαν τά έλληνικά γράμματα, ώστε κατήντησεν επίσημος γλώσσα είς τάς πόλεις ή Ελληνική καί αυτός ό ήγεμών Καντεμίρ έγραψεν ελληνιστί τήν ιστορίαν της Ρουμανίας καί άλλα Έργα(!). Σήμερον έχουσι κατανοήοιι τήν ευεργετικήν επίδρασιν τών έλληνικών γραμμάτων έν Ρουμανία καί οί κορυφαίοι τής έπιστήμης, καί ότι οί Έλληνες Φαναριώται ήγεμόνες, ΐσταντο λίαν Υψηλά καί μακράν πάσης έθνικιστικής φιλοδοξίας πρός δολίαν έκμετάλλευσιν του ρουμανικού λαού. Αύτός ο Jorga εις έν τών τελευταίων έργων του έγραφεν · «Γνωρίζομεν άρχετά σήμερον ν’ άπαντήσωμεν περί τών έκτοξευομένων κατηγοριών κατά τών Ελλήνων άρχόντων καί κληρικών, είς άμφοτέρας τάς έρωτήσεις. Αί έλληνικαί σχολαί τών ‘Ηγεμονιών δεν είναι όργανον εθνικής έλληνικής προπαγάνδας, ήτις Θά ήτο άκατανόητος κατά την έποχήν έκείνην, άλλ’ άντιπροσωπεύουσι τόν άνώτερον έκπολιτιστικόν τύπον έν τή καθιερωμένη (έλληνική) γλώσση, ήτις άνταπβκρίνετο είς τήν Λατινικήν διατηρουμένην παρά τοις Δυτικοίς. Τά έλληνικά τυπογραφεία προορίζονται μόνον είς τό νά δώσωσιν όπλα είς τήν ’Ορθοδοξίαν έν τφ έκ τού έμφανούς πολέμφ κατά τού καθολικισμού, όστις προυχώρει ύποστηριζόμινος παρά τής αύστριακής αύλής». Τήν άλήθειαν ταύτην ήρχισε νά διακηρύττη είς τούς μισοφαναριώτας Ρουμάνους ο Jorga άπό τού 1894, ότε έπέστρεψεν έκ Γερμανίας. Τότε εύρεν όμόγνωμον καί όμότροπον και τόν τρόφιμον τής ήμετ. θεολογικής Σχολής Κων. Erbiceanu καθηγητήν τής θεολογίας έν Βουκουρεστίω, δστις καί τόν κατάλογον τών έκεί έλληνικών χειρογράφων έδημοσίευσεν, ώς και τό χρονικόν τών έλλήνων λογίων (πληρέστερον του Σάθα) άνεδημοσίευσεν, Ένθα καί ταύτα γράφει : «θά άναγνωρίσωμεν, δτι τά ελληνικά γράμματα και τά ελληνικά σχολεία εγένοντο παρ’ ήμίν άσυγκοιτοίς πολλφ μείζονος ώφελείας ή βλάβης πρόξενα. Άφ’ ότου ήρξατο ή έπιδρασις τής ελληνικής παιδείας παρά Ρουμάνοις ήρξατο ν’ αναπτύσσηται και καλλιεργήται ζωηρότερον ή εθνική ήμών γλώσσα». Καί αυτό τό άγαθόν καί εις τήν Ρουμανίαν όφείλεται κατά τό πλεΐστον είς τού; Ήπειρώτας καί ’Αλβανούς, οίτινες υπό τήν κοινήν του έλληνισμοϋ σημαίαν διέδωκαν ένα παλαιγενή πολιτισμόν και άνεγέννησαν τούς βαλκανικούς λαούς, δπως άκριβώς έπραξαν καί οί φυγάδες του Βυζαντίου Λόγιοι είς τάς Εύρώπας. Ό κορμός του άρχαίου εν τη Ήπειρω ελληνισμού έχων βαθυγείους τάς ρίζας άνέδιδε αείποτε νεαρούς βλαστούς πλήρεις εύχύμοιν και γλυκυτάτον καρπών. Κατά τούς έσχάτους καιρούς έπιπολαίως κρίνοντές τινες έθνολόγοι διημφισβήτησαν τήν άρχαιότητα τού έλληνισμού τής ’Ηπείρου. (σ. 61-62).
Όχι μόνον είναι «4. Ίώσηπος ό Μοισιόδαξ έκ καταγωγής Κουτσόβλαχος», αλλά υπάρχει και «23. Άνδρέας Μοισιόδαξ (άδελφός του Ίωοήπου)»! Τότε, γιατί αναπαράγονται οι «μπουρδολογίες» των σύγρονων προφεσόρων και ακαδημαϊκών και των εντοιχιζόμενων συνοδοιπόρων τους; Ας μην αναλύσουμε άλλο το θέμα αυτό, τα λέει έξοχα ο Νίτσε εις Τα Μαθήματα Παιδείας. Λες και πείθουν οι πολλές παραπομπές στην αναζήτηση της αλήθειας.
*******************************************************************
Να πάμε τώρα και στις άλλες πηγές να ιδούμε τη γράφουν για τον Μοισιόδακα:
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΖΑΒΙΡΑΣ (1744-1804): «Γεωργίου Ιωάννου Ζαβίρα, ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ, ΝΕΑ ΕΛΛΑΣ Ή ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΘΕΑΤΡΟΝ, Εκδοθέν υπό ΓΕΩΡΓΙΟΥ Π. ΚΡΕΜΟΥ, Αθήνησι, Τύποις Εφημερίδος των Συζητήσεων, 1872.»
Οπότε, αυτό που γράφεται ότι: «Ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ γεννήθηκε στο χωριό Τσερναβόντα στη νότια όχθη του Δούναβη, κατά μαρτυρία του Ρήγα Βελεστινλή στη Μεγάλη Χάρτα του», αποδεικνύεται «πομφόλυξ» τν προφεσόρων, καθότι και ο Ζαβίρας, ο οποίος γνώριζε εκ του σύνεγγυς τον Ρήγα γράφει: «ΙΩΣΗΠΠΟΣ ο Μοισιόδαξ Ιεροδιάκν ο εκ του τζέρνα βόδα της βουλγαρίας` ηκροάσατο εν τοις φιλοσοφικοίς Ευγένιον τον Βούλγαριν τον τότε εν τη του Άθωνος σχολή σχολαρχήσαντα…». Οπότε, η Χάρτα του Ρήγα δεν είναι η μόνη πηγή που μαρτυρεί ότι ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ γεννήθηκε στην Τσέρνα Βόντα. Ο Ρήγας δολοφονήθηκε στις 13 Ιούνη 1798 και ο Ζαβίρας πέθανε το 1804. Αν δεν υπήρχε η Χάρτα του Ρήγα να μας πει για την πατρίδα του Μοισιόδακα, ότι είναι η Τσερναβόδα, πάλι θα το μαθαίναμε αυτό το γεγονός από τον Ζαβίρα. Το ότι γεννήθηκε ο Μοισιόδακας στην Τσερναβόδα, πάε να πει πως ήταν Βούλγαρος ή Ρουμάνος, και όχι ένα τέκνο της Μοσχόπολης, που οι γονείς του είχαν ριζώσει εκεί σε αναζήτηση καλύτερης τύχης, όπως έκαναν οι περισσότεροι Μοσχοπολίτες πριν την καταστροφή της φημισμένης πόλης Μοσχόπολης/ Βοσκόπολης το 1769 και το 1788, μεταναστεύοντες σε Κεντρική, Ανατολική και Δυτική Ευρώπη; Το ότι είναι γνωστό ότι «Ο Σίμων Σίνας ο Νεότερος γεννήθηκε στη Βιέννη το 1810», παύει να είναι γόνος Μοσχοπολίτικης οικογένειας, και να ανήκει στο «γένος» των Βλάχων ή Μοισιοδακών ή Κουτσοβλάχων, όπως είδαμε ότι οι αυθεντικές πρτογενείς πηγές εκείνου του καιρού ονομάζουν τους Ελληνόβλαχους; Φοβερή η αφαιρετική σκέψη των προφεσόρων!
ΑΝΔΡΕΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΒΡΕΤΟΥ: «ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ ΉΤΟΙ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ … ΜΕΡΟΣ Β’, ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ 1857.»
Στον Β’ Τόμο (σ. 308) γράφει: «ΜΟΙΣΙΟΔΑΞ (Ιωσήφ). Εις τν πλέον διακεκριμένων μαθητών του Ευφενίου Βουλγάρεως εν τη Αθωνείω Σχολή. Συνέγραψε διάφορα πονήματα περί διαφόρν αντικειμένων. Ίδε τους αριθμούς 122, 156, 157, 166 και 171.» Οι αριθμοί παραπέμπουν στα έργα του Μοισιόδακα: 122) Η Φιλοσοφία, 1761. 136) Πραγματεία περί παίδων αγωγής. 157) Ιωσήπου του Μοισιόδακος Παραλλαγή του προς Νικοκλέα λόγου περί Βασιλείας του Ισοκράτους,… 1779. 166) Ιωσήπου του Μοισιόδακος Απολογία, 1780. 171) Θεωρία της Γεωγραφίας, συντεθείσα υπό Ιωσήπου του Μοισιόδακος… 1781.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Ν. ΣΑΘΑ: «ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ. ΒΙΟΓΡΑΦΙΑΙ /// (1453-1821) … ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ 1868.»
ΑΔΡΟΝΙΚΟΥ Κ. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ: «ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΝ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΣΑΘΑ … ΕΝ ΛΕΙΨΙΑ ΤΥΠΟΙΣ ΜΕΤΖΓΕΡ ΚΑΙ ΒΙΤΤΙΓ 1871.»
Στις σελίδες 94-97, διορθώνει και συμπληρώνει την σελίδα 561 του Σάθα.
ΝΑΔΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΙ ΓΡΑΦΟΥΝ ΟΙ ΡΟΥΜΑΝΟΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΟΙΣΙΟΔΑΚΑ;
Ο Bogdan Rusu σε άρθρο του με τίτλο Moesiodax, Iosif (1725, Cernavodă – 1800, Bucureşti) γράφει:
Filosof şi profesor greco-român (Iosepos Moisiodax). S-a născut la Cernavodă, într-o familie de origini necunoscute. „Iosif” este numele său de călugăr, iar „Moesiodax” (Moesiodacul) înseamnă „Dobrogeanul”, în terminologia arhaizantă utilizată de geografii bizantini. Se ştie cu siguranţă doar că nu era grec. I.M. a studiat mai întâi la şcolile greceşti din Salonic şi Smirna, continuând după 1753 la Academia Athonită, sub Evghenie Voulgaris. Între 1756 şi 1760 a studiat la Universitatea din Padova, cu reputatul matematician şi fizician Giovanni Poleni. A fost profesor şi director al Academiei Domneşti din Iaşi în două rânduri, în 1765 şi 1777, precum şi profesor la Academia Domnească din Bucureşti, în 1797.
…………………………………………………………………………………………..
Δίνω το κείμενο σε μετάφραση, και οφείλω να διευκρινίσω ότι οι κύριες πηγές του είναι σύγχρονη ελληνική βιβλιογραφία, οπότε εξ αυτής συνάγονται οι όποιες εκτιμήσεις του αρθρογράφου, ότι ο Μοισιόδακας ήταν «Φιλόσοφος και καθηγητής ελληνο-ρουμάνος» και ότι «Είναι γνωστό μετά βεβαιότητος ότι δεν ήταν Έλληνας». Δίκαια, λοιπόν, γίνονται ακαδημαϊκοί στο οίκημα που δώρισε ο Βλάχος Σίμων Σίνας, όσοι διακηρύσουν ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς για τον Μοσχοπολίτη Ιώσηπο. Ας δούμε το ρουμάνικο άρθρο:
Φιλόσοφος και καθηγητής ελληνο-ρουμάνος (Ιώσηπος Μοισιόδαξ). Γεννήθηκε στην Cernavodă, σε οικογένεια άγνωστης καταγωγής. «Ιωσήφ» είναι το όνομα του το καλογερικό, ενώ «Μοισιόδαξ» (Moesodacul) σημαίνει «ο εκ Δομβρουτσάς / Δομβρουτσανός», στην αρχαϊκή ορολογία την χρησιμοποιούμενη από βυζαντινούς γεωγράφους. Είναι γνωστό μετά βεβαιότητος ότι δεν ήταν Έλληνας. Ο I.M. σπούδασε αρχικά στα ελληνικά σχολεία της Θεσσαλονίκης και της Σμύρνης, συνεχίζοντας μετά το 1753 στην Αθωνική Ακαδημία, υπό τον Ευγένιο Βούλγαρη. Μεταξύ 1756 και 1760 σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβας, με τον διάσημο μαθηματικό και φυσικό Τζιοβάνι Πολένι. Διετέλεσε καθηγητής και διευθυντής της Ηγεμονικής Ακαδημίας Ιασίου σε δύο περιόδους, το 1765 και το 1777, καθώς και καθηγητής στην Ηγεμονική Ακαδημία του Βουκουρεστίου, το 1797.
Ο I.M. είναι πρωταγωνιστής της σύγκρουσης μεταξύ των αρχαίων και των σύγχρονων, οι οποίοι στον ελληνόφωνο κόσμο (συμπεριλαμβανομένων των Ρουμανικών Χωρών), πήρε την μορφή διαμάχης μεταξύ των οπαδών του νεοαριστοτελισμού του Κορυδαλλέως και των υποστηρικτών της σύγχρονης δυτικής φιλοσοφίας. Ο I.M. προσπάθησε να μεταρρυθμίσει την εκπαίδευση στην Ηγεμονική Ακαδημία του Ιασίου, απαλλάσσοντάς την από τις μεσαιωνικές μεθόδους τις χρησιμοποιούμενες ακόμα παντού στα Βαλκάνια. Οι παιδαγωγικές του ιδέες, που εκτίθενται στην Πραγματεία για την Εκπαίδευση των Παίδων, ή Η Παιδαγωγική (1779), είναι εμπνευσμένες από την παιδαγωγική του Λοκ (Locke).
Στην Απολογία (1780), ο Ι.Μ. εκθέτει την αντίληψή του σχετικά με την «υγιή φιλοσοφία», που δεν είναι τίποτα άλλο παρά η νέα δυτική «φυσική φιλοσοφία», αντιτιθέμενη στον σχολαστικισμό του Κορυδαλλέως. Η υγιής φιλοσοφία περιλαμβάνει την ηθική, τη μεταφυσική, τη φυσική, τα μαθηματικά και τη λογική. Ωστόσο, αυτό δεν αποτελεί την αριστοτελική λογική, αλλά «μια εντελώς νέα επιστήμη», την θεωρία της γνώσης. Η αριστοτελική Λογική, όπως και οι αριστοτελικές επιστήμες, είναι αποκλεισμένες από την υγιή φιλοσοφία, δίνοντας τη θέση τους στις σύγχρονες επιστήμες, των οποίων το όργανο είναι τα μαθηματικά. Έτσι, η μελέτη της φιλοσοφίας πρέπει να αρχίσει από τα μαθηματικά.
Οι φιλόσοφοι που επηρέασαν περισσότερο τον Ι.Μ. είναι ο Locke και ο Antonio Genovese, αλλά και ο Wolff. Γενικά ο Ι.Μ. προσεγγίζει τον εμπειρισμό (συμπεριλαμβανομένου του αισθησιασμού) στις προτιμήσεις του. Μερικά από τα έργα του έχουν κυκλοφορήσει στις αρχές του 19ου αιώνα. και σε ρουμανικές χειρόγραφες μεταφράσεις του Vasile Vârnav (Pedagoggia, 1806· η Ηθική κατά τον Muratori, 1825).
Δεν κρίνω σκόπιμο να συνεχίσω και με άλλες πληροφορίες από άλλες «πηγές», αλλά αναρωτιέμαι: Πώς γίνεται «ακαδημαϊκοί κύκλοι» να αναπαράγουν το ορνιθοσκάλισμα του Ενεπεκίδη σε οροφή καφενείου της Βιέννης σαν «υπογραφή του Ρήγα» (Βελεστινλή) και αυτό να παιρνιέται και σε κρατικές και άλλες σοβαρές εκδόσεις; Πώς γίνεται να μεταλλάσσεται από τους «φωστήρες» ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ σε Βούλγαρο ή Ρουμάνο ή Ελληνορουμάνο (!), και να γεμίζουν σελίδες σε σοβαρά και μη έντυπα και σε δημοσιεύσεις των ΜΚΔ (Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης) με αυτή την «μπούρδα» και να απολαμβάνουν υψηλ΄ν θέσεν και αμοιβών; -Αν για την νοημοσύνη βρέθηκε τρόπος να την μετρούν με την μέθοδο IQ, ελπίζω να βρεθεί τρόπος να μπορεί να μετρηθεί και η ανοησία, με «ανοησιόμετρο». Ευελπιστώ…
ΒΛΕΠΕ ΚΑΙ: https://faretra.info/2022/07/13/giorgis-exarchos-moisiodakes-kai-koutsovlachoi/
–